Την περασμένη Τρίτη ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Λοράν Φαμπιούς απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για την «πραγματική αξία» των προτάσεων του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν σχετικά με τη Συρία ήταν απόλυτος: η Ρωσία «πολλά λέει αλλά δεν κάνει τίποτε» για τους τζιχαντιστές. Το πρωί της επομένης, την Τετάρτη, ο αμερικανός ομόλογός του Τζον Κέρι μιλώντας στο δίκτυο του CNN για το ίδιο θέμα εξέφρασε την «απογοήτευσή» του για την «παθητική» και όχι ενεργητική συμμετοχή της Ρωσίας στον πόλεμο εναντίον των τζιχαντιστών. Τρεισήμισι ώρες αργότερα το ρωσικό υπουργείο Αμυνας ανακοίνωσε την (πρώτη) επίθεση της ρωσικής αεροπορίας εναντίον των τζιχαντιστών στη Συρία. Ικανοποιήθηκαν στο Παρίσι και στην Ουάσιγκτον; Κάθε άλλο. Μάλλον έδειξαν να ενοχλούνται. Το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών αρνήθηκε να σχολιάσει, ακόμη και όταν του επισημάνθηκε η δήλωση του κ. Φαμπιούς. Το γραφείο του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ ανακοίνωσε ότι δεν είχε καμία ειδοποίηση πριν από την επίθεση, ότι «δεν μπορεί να διαμορφώσει αντίληψη» για το τι επιδιώκει η ρωσική επέμβαση και σημείωσε ότι θα πρέπει να συντονίσουν τη δράση τους σε Συρία – Ιράκ όλες οι αντι-τζιχαντιστικές δυνάμεις. Εσπευσε και ο κ. Κέρι να σχολιάσει: αρκετά αόριστα δήλωσε πως «το κρίσιμο σημείο είναι ότι πρέπει να συντονιστούν όλες οι προσπάθειες. Και αυτό δεν έχει γίνει ακόμη».
Εξ απροόπτου κατελήφθη η Ουάσιγκτον από τη «ρωσική επέμβαση» (sic) στη Συρία, αποκαλύπτουν οι «New York Times» σε κύριο άρθρο τους και κάτι χειρότερο αντιλαμβάνεται το «USA Today» την περασμένη Πέμπτη, συγκεκριμένα ότι δεν προβλεπόταν «κάποια περισσότερο θεαματική (ρωσική) παρουσία» στην περιοχή Συρίας – Ιράκ στο πλαίσιο της «θεαματικής» (!) επανεμφάνισης του προέδρου Πούτιν στη διεθνή σκηνή. Αν πραγματικά συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε «υπάρχει χάος στον Λευκό Οίκο και στο Πεντάγωνο» σε ό,τι αφορά τον χειρισμό του προβλήματος της τζιχαντιστικής επιδημίας, διαπιστώνει το «Politico». Επειδή, όπως αποκαλύπτεται, η ρωσική πρεσβεία στη Βαγδάτη είχε ενημερώσει τη Δευτέρα, δηλαδή την παραμονή της επιδρομής των ρωσικών αεροσκαφών, την εκεί αμερικανική πρεσβεία. Δεν υπήρξε διάψευση. Στο Κογκρέσο Δημοκρατικά στελέχη πιστεύουν ότι ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος είχε συνομιλία μιάμισης ώρας με τον πρόεδρο Πούτιν την περασμένη Δευτέρα, οπωσδήποτε θα είχε γνώση της επικείμενης ρωσικής αεροπορικής επίθεσης. Στο Τελ Αβίβ λέγουν ότι είχε ενημερωθεί και ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος έσπευσε στο Κρεμλίνο και είχε συνομιλία με τον ρώσο πρόεδρο τέσσερις ημέρες νωρίτερα.
Η ρωσική αεροπορική συμμετοχή στον πόλεμο εναντίον των τζιχαντιστών –άσχετο αν είχε γνωστοποιηθεί στην Ουάσιγκτον ή όχι –ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στο γενικότερο μεσανατολικό πρόβλημα. Κατά τα φαινόμενα, η Αμερική δεν είναι έτοιμη να χειριστεί αυτή την εξέλιξη και όσα θα ακολουθήσουν. Φυσικά είναι αδύνατον να μην προβλεπόταν κάποια ρωσική παρέμβαση στο πρόβλημα «Συρία – τζιχαντιστές». Οταν μεταφέρονται από τη Ρωσία δύο σμήνη αεροσκαφών νεότατου τύπου και ελικόπτερα μεταφοράς αλεξιπτωτιστών και πολεμικού υλικού, όταν ετοιμάζονται καταλύματα για 1.200-1.500 στρατιωτικούς σε βάση που υπερδιπλασιάζεται σε έκταση και εκσυχρονίζονται οι εγκαταστάσεις της και όταν περνούν από τα Στενά σκάφη του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας με κατεύθυνση τα παράλια Συρίας – Λιβάνου, όλοι αντιλαμβάνονται ότι κάτι ετοιμάζεται.
Η Ουάσιγκτον αντιλαμβάνεται ότι η Ρωσία έχει αρχίσει να προωθεί μια στρατηγική η οποία απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα στον ευρύτερο χώρο Συρίας – Ιράκ. Η πρόταση Πούτιν για τη συγκρότηση ομάδας κρατών της περιοχής για να πολεμήσουν τους τζιχαντιστές ακούγεται θετικά στον Λευκό Οίκο και στο Πεντάγωνο αλλά αποκρούεται βίαια από τους Σαουδάραβες, αγνοείται από την Τουρκία και αφήνει αμφιταλαντευόμενο το Πεντάγωνο.
Ευσεβείς πόθοι και κρυψίνοες πολιτικοί
Προεδρικοί σύμβουλοι στον Λευκό Οίκο αναγνωρίζουν ότι η πρωτοβουλία στο ζήτημα της Συρίας και του Ιράκ έχει περάσει στο Κρεμλίνο. Το γεγονός πάντως δείχνει να μην τους ενοχλεί αφού, καθώς σημειώνουν, το Ισραήλ δείχνει να υποστηρίζει τη ρωσική πρόταση. Επί του παρόντος η Ουάσιγκτον αλλά και το Παρίσι και ως έναν βαθμό το Λονδίνο επικρίνουν τον βομβαρδισμό στόχων στη Συρία από τη ρωσική αεροπορία και, όπως παρατηρεί ο Τζακ Σέφερ στο «Politico», μερικοί κυβερνητικοί και αμερικανικά ΜΜΕ καταφεύγουν στην τακτική του Ψυχρού Πολέμου, δηλαδή «δείχνουν ρομαντική διάθεση να παραμορφώνουν την πραγματικότητα» και να προβάλλουν τους ευσεβείς πόθους τους.
Κατά σύμπτωση, την περασμένη εβδομάδα το Γκάλοπ δημοσιοποίησε τα αποτελέσματα της τελευταίας δημοσκόπησής του: οι έξι στους δέκα Αμερικανοί, ανεξάρτητα από κόμματα, πιστεύουν ότι «οι πολιτικοί κρύβουν την αλήθεια από τον λαό» και τα αμερικανικά ΜΜΕ «συνεργάζονται κατά κάποιον τρόπο» για να καλύψουν τις αδυναμίες και τα λάθη των ηγετών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ