Περίπου δύο μήνες πριν από τις βουλευτικές εκλογές στην Τουρκία η (προεδρική) κυβέρνηση Ερντογάν – Νταβούτογλου βρίσκεται σε ένα είδος «λαμπρής απομόνωσης» από τους δυτικούς συμμάχους της χώρας και δέχεται σοβαρή κριτική από το ΝΑΤΟ, ενώ το πολιτικό τοπίο παραμένει θολό, με ένα μόνο στοιχείο προκαθορισμένο: το αποτέλεσμα των εκλογών της 7ης Ιουνίου θα προσδιορίσει την εσωτερική και την εξωτερική κατεύθυνση της χώρας για διάστημα πολύ μεγαλύτερο από τη θητεία της Βουλής που θα προκύψει.
Η Δύση κατηγορεί και καταγγέλλει την Τουρκία. Η Αγκυρα «αγνοεί» σε πολλές περιστάσεις τις οδηγίες του ΝΑΤΟ και «ο πρόεδρος και η κυβέρνησή του είτε δεν συνεργάζονται ουσιαστικά είτε ενεργούν αγνοώντας πλήρως τις προτεραιότητες και τα συμφέροντα της Συμμαχίας» δήλωσε αξιωματούχος του ΝΑΤΟ σχολιάζοντας ρεπορτάζ της γερμανικής εφημερίδας «Allgmeiner Zeitung», η οποία, μεταξύ άλλων, κατηγορούσε την Τουρκία ότι «δεν δείχνει ιδιαίτερο ζήλο για την αντιμετώπιση του τζιχαντικού Ισλαμικού Κράτους». Ο ίδιος αξιωματούχος «υπενθύμισε» στην Αγκυρα ότι ο γενικός γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ «είχε την ευκαιρία» να τονίσει στην τουρκική πολιτική ηγεσία ότι το ΝΑΤΟ «ανησυχεί» για ορισμένες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, τις οποίες δεν κατονόμασε.
Ανησυχεί και η αμερικανική ηγεσία. Καταθέτοντας πριν από μία εβδομάδα στο Κογκρέσο ο διευθυντής της εθνικής υπηρεσίας που ασχολείται με την τρομοκρατία Τζέιμς Κλάπερ δήλωσε ότι «επανειλημμένως ενημερώθηκε η Αγκυρα (…) για τα κενά που παρουσιάζει η πολιτική της» τόσο στο πρόβλημα των τζιχαντιστών όσο και στο γενικό πρόγραμμα συμμαχικής άμυνας. Τόνισε ότι ο ίδιος «δεν αισιοδοξεί πως (η Τουρκία) θα αλλάξει στάση. Εχει άλλες προτεραιότητες και άλλα συμφέροντα» είπε.

Την αποδοκιμασία του για τον «κατήφορο προς τον αυταρχισμό» της Τουρκίας εκφράζει και το Κογκρέσο των ΗΠΑ. Εβδομήντα τέσσερις γερουσιαστές και χωριστά 90 βουλευτές από τα δύο κόμματα ζήτησαν από τον υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι να εγκαλέσει την τουρκική κυβέρνηση για την «παραβίαση βασικών αρχών της δημοκρατίας» στη χώρα και την «κατά σύστημα δίωξη της ελευθερίας έκφρασης». Με επιστολή τους στα μέσα Μαρτίου εκφράζουν «ζωηρή ανησυχία» για την «κατεύθυνση προς την απολυταρχία» την οποία ακολουθεί η Τουρκία και καλούν τον υπουργό να διαμαρτυρηθεί για τις «παραβιάσεις της ελευθερίας του Τύπου και των ΜΜΕ». Ηταν η πιο ηχηρή διαπίστωση του αντιδημοκρατικού κλίματος που έχει διαμορφωθεί στη χώρα. Πολιτικές πηγές στην Ουάσιγκτον λέγουν ότι οι επιστολές «αποτελούν μια αυστηρή προειδοποίηση των ΗΠΑ» και ότι πρόκειται για ένα πρώτο βήμα. Προβλέπουν ότι «ίσως υπάρξει αργότερα δήλωση από υψηλόβαθμο αξιωματούχο (…) χωρίς να αποκλείεται και δήλωση του προέδρου» Μπαράκ Ομπάμα. Η αντίδραση της Αγκυρας εξαγρίωσε το Κογκρέσο. Ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποκάλεσε τους γερουσιαστές «πουλημένους» και ο φιλοκυβερνητικός Τύπος έγραψε ότι «γερουσιαστές και βουλευτές πληρώθηκαν».

Το «επόμενο βήμα» της Ουάσιγκτον δεν έγινε μέχρι στιγμής. Ο Λευκός Οίκος προτίμησε να ακολουθήσει τη γνωστή μέθοδό του. Με κύριο άρθρο στους «Νew York Times» έδειξε τη θέση του. Η Τουρκία υπό την ηγεσία του προέδρου Ερντογάν έγινε «περισσότερο αυταρχική» γράφει η εφημερίδα. Η χώρα «απομακρύνεται από μια συμμαχία η οποία στηρίζεται στις αρχές της δημοκρατίας», όπως και της άμυνας, και δημιουργεί «προβλήματα στο ΝΑΤΟ» με την απόφασή της να προμηθευτεί από την Κίνα βαλλιστικό αμυντικό σύστημα το οποίο, για διάφορους λόγους, δεν πρόκειται να συνδεθεί με το αντίστοιχο σύστημα της Συμμαχίας, «προκαλώντας έτσι την αποδυνάμωση της αμυντικής ισχύος του ΝΑΤΟ, κατά δήλωση αξιωματούχου της Συμμαχίας» γράφει.
Η Τουρκία κατηγορείται από την Αμερική και για τη στάση της στο πρόβλημα με τους τζιχαντιστές. «Αγνοεί τις πιέσεις για έλεγχο στα σύνορα ώστε να μη διέρχονται τζιχαντιστες και οπλισμός» γράφουν οι «New York Times». Οι συνοριακοί φρουροί «κάνουν πως δεν βλέπουν». Και εκφράζοντας το καταστάλαγμα των απόψεων της Ουάσιγκτον για την τουρκική πολιτική ηγεσία καταλήγουν: «Είναι εντελώς απαράδεκτο να μην κάνει τίποτε» η Τουρκία. «Οι Τούρκοι δεν θεωρούν τους τζιχαντιστές σπουδαία απειλή. (…) Ο πρόεδρος Ερντογάν ανησυχεί περισσότερο μήπως οι Κούρδοι έχουν αυτονομία και ασχολείται με το να ανατρέψει τον πρόεδρο Ασαντ της Συρίας».

Λόγος περί δημοκρατίας και (αν)ωριμότητας
Με την αντιπολίτευση διασπασμένη και με περιορισμένη απήχηση στο εκλογικό σώμα, το κυβερνητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) θα πλειοψηφήσει στις εκλογές ανοίγοντας τον δρόμο για επιβολή προεδρικού συστήματος διακυβέρνησης, τη μορφή του οποίου δεν έχει αποκαλύψει ο εμπνευστής της επερχόμενης αλλαγής, ο πρόεδρος Ερντογάν. «Η ωριμότητα της τουρκικής δημοκρατίας έφθασε στο απαιτούμενο επίπεδο που επιτρέπει τη μετάβαση στο προεδρικό σύστημα» δήλωσε την περασμένη Κυριακή προκαλώντας εκτός και εντός Τουρκίας σαρκαστικά σχόλια. Η δήλωση έγινε την επομένη της δήλωσης του πρωθυπουργού Αχμέτ Νταβούτογλου ότι δεν θα γίνονται ανεκτές «ούτε ένα λεπτό» οι διαδηλώσεις, της απαγόρευσης του Twitter και του YouTube και της προσαγωγής στο δικαστήριο τριών ανηλίκων «επί εξυβρίσει του προέδρου».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ