Το Ισλαμικό Κράτος αποχωρεί από πόλεις και χωριά που είχε κατακτήσει στο Ιράκ και η δυσαρέσκεια μεταξύ των υποστηρικτών του δείχνει να μεγαλώνει. Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel, είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε για αποδυνάμωση του Ισλαμικού Κράτους. Μία από τις πόλεις που πρόσφατα απελευθερώθηκαν από τον ιρακινό στρατό είναι το Τικρίτ, 180 χιλιόμετρα βόρεια της Βαγδάτης.
Στο κέντρο της πόλης παραμένει μία μικρή ομάδα μαχητών του Ισλαμικού Κράτους που κρατούν πολίτες ομήρους, ωστόσο η απομάκρυνση των δυνάμεων της ισλαμιστικής οργάνωσης από το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, θεωρείται σημαντική νίκη για το Ιράκ. Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη επιχείρηση κατά των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους μέχρι σήμερα. Μέχρι τις αρχές Μαρτίου το «χαλιφάτο» εκτεινόταν από τα τουρκικά σύνορα μέχρι 60 χιλιόμετρα έξω από τη Βαγδάτη, ωστόσο έκτοτε έχει αρχίσει να συρρικνώνεται.
«Είναι όμως πολύ νωρίς για να ερμηνεύουμε την ανακατάληψη περιοχών του Τικρίτ ως την αρχή του τέλους για το Ισλαμικό Κράτος. Οι τζιχαντιστές παραμένουν ένας σημαντικός εχθρός και η προσωρινή τους υποχώρηση από την πόλη μπορεί απλά να είναι μία κίνηση τακτικής για να κάνουν οικονομία σε μαχητές και στρατιωτικό εξοπλισμό – και για να υποδαυλίσουν την αιματηρή σύγκρουση μεταξύ σιιτών και σουνιτών. Η απελευθέρωση του Τικρίτ δεν έγινε εξάλλου υπό την καθοδήγηση του στρατού αλλά των σιιτών μαχητών. Αυτές οι πολιτοφυλακές επισήμως λογοδοτούν στην κυβέρνηση και διεξάγουν κοινές επιχειρήσεις με τον στρατό. Αλλά εξοπλίζονται και διοικούνται από τον ιρανό στρατηγό Κασέμ Σουλεϊμανί» αναφέρει το ρεπορτάζ του Spiegel.
Και προσθέτει: «Αυτό καθιστά την ανακατάληψη του Τικρίτ αμφιλεγόμενη, ειδικά για τη Δύση. Είναι μία ένδειξη ελπίδας αλλά οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές. Ο ιρακινός στρατός πρέπει να αναδιοργανωθεί έπειτα από τη σύγκρουση το περασμένο καλοκαίρι με τις δυνάμεις του ISIS και για αυτό τον λόγο οι σιιτικές πολιτοφυλακές έχουν αναλάβει τον στρατιωτικό έλεγχο του Ιράκ. Ο στρατός έχει στείλει μόλις 4000 άνδρες στο Τικρίτ, ενώ οι πολιτοφύλακες 20.000 άνδρες».
Οι συγκρούσεις μεταξύ των σουνιτών και σιιτών μετρά χρόνια στο Ιράκ. Ο πρώην πρωθυπουργός Νούρι αλ Μαλίκι έδιωξε από τα δημόσια αξιώματα όλους τους σουνίτες και προώθησε τους σιίτες πολιτοφύλακες. Ο διάδοχός του, Χαϊντέρ αλ Αμπάντι, δεσμεύθηκε να βάλει τέλος σε τέτοιες πρακτικές.Ο Αμπάντι έχει τη φήμη αδιάφθορου αλλά φαίνεται ότι δεν είναι αρκετά ισχυρός για να επιλέξει μόνος του το υπουργικό του συμβούλιο. Επιπλέον εξαρτάται από το Ιράν για τη μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Από τη μία το Ιράν στέλνει όπλα, μαχητές και αεροπορική υποστήριξη και ιρανοί αξιωματικοί εκπαιδεύουν τους ιρακινούς πολιτοφύλακες. Την ίδια στιγμή οι Φρουροί της Επανάστασης αυξάνουν την επιρροή τους στο Ιράκ και η μάχη κατά του Ισλαμικού Κράτους δημιουργεί έναν αιματηρό φαύλο κύκλο: όσο μεγαλύτερη γίνεται η απειλή από τους τζιχαντιστές τόσο πιο υπερβολικά γίνονται τα αντίποινα από τους σιίτες πολιτοφύλακες, κάτι που με τη σειρά του οδηγεί περισσότερους υποστηρικτές στην αγκαλιά του Ισλαμικού Κράτους, αφού ο πόλεμος κατά των τζιχαντιστών έχει προκαλέσει μεγαλύτερη δυσπιστία μεταξύ των σουνιτών.