Η κυβέρνηση της Κολομβίας και οι αντάρτες των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC) ανακοίνωσαν προ ημερών ότι θα προχωρήσουν από κοινού σε μια τεράστια επιχείρηση εκκαθάρισης ναρκοπεδίων, ως ένδειξη προόδου στις ειρηνευτικές συνομιλίες που διεξάγονται τα τελευταία δύο χρόνια. Σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Εκστρατείας για την Απαγόρευση των Ναρκών και της Συμμαχίας εναντίον των Πυρομαχικών Διασποράς (ICBL-CMC), η νοτιοαμερικανική χώρα παρουσιάζει τον δεύτερο μεγαλύτερο αριθμό, μετά το Αφγανιστάν, παιδιών που σκοτώνονται ή τραυματίζονται από νάρκες –57 μέσα στο 2013. Παγκοσμίως και παρά τη Συνθήκη για την Απαγόρευση των Ναρκών που υιοθετήθηκε το 1997, εκατομμύρια νάρκες και άλλα εκρηκτικά κατάλοιπα πολέμου συνεχίζουν να σκοτώνουν και να ακρωτηριάζουν ανθρώπους σε περίπου 60 κράτη.
«Θανατηφόρα κληρονομιά»


«Οι νάρκες είναι μια θανατηφόρα κληρονομιά, καθώς η διάρκεια ζωής τους είναι μεγάλη και παραμένουν για πάντα επικίνδυνες» είπε στο «Βήμα» ο Κένεθ Ράδερφορντ, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Τζέιμς Μάντισον στις Ηνωμένες Πολιτείες και διευθυντής του Center for International Stabilization and Recovery (CISR). Για τον ίδιο –ο οποίος, όπως μας είπε, τραυματίστηκε το 1993 σε ναρκοπέδιο στη Σομαλία με αποτέλεσμα να χάσει και τα δύο του πόδια –είναι εξαιρετικά σημαντικό «η διεθνής προσοχή να παραμείνει επικεντρωμένη στις μεταπολεμικές δράσεις, όπως είναι η αποναρκοθέτηση και η βοήθεια προς τα θύματα».
Ο Μάθιου Μπόλτον, καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Πέις στη Νέα Υόρκη και ειδικός σε θέματα αφοπλισμού, τόνισε μιλώντας στο «Βήμα»: «Οι νάρκες δεν μπορούν να ξεχωρίσουν έναν στρατιώτη από έναν πολίτη. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τον «φίλο» από τον «εχθρό». Η έκρηξη της νάρκης προκαλεί τρομακτικές πληγές που μολύνονται εύκολα και συχνά οι επιζώντες δυσκολεύονται να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, με κατάλληλη περίθαλψη και ψυχολογική υποστήριξη. Η πλειονότητα των θυμάτων είναι πολίτες –οι νάρκες παραμένουν στη θέση τους για πολλά χρόνια μετά το πέρας του πολέμου, επιμηκύνοντας τη βία του πολέμου σε περίοδο ειρήνης».
4.000 θύματα ετησίως


Δέκα άνθρωποι κατά μέσο όρο ακρωτηριάζονται ή χάνουν καθημερινά τη ζωή τους σε ναρκοπέδια σε όλον τον κόσμο. Αυτό αντιστοιχεί σε 4.000 θύματα ναρκοπεδίων κάθε χρόνο. Οπως μας ενημέρωσε η Αμελί Σαγέ της ICBL-CMC, χώρες όπως το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Ισραήλ, η Σομαλία, η Τουρκία, το Βιετνάμ, η Ζιμπάμπουε, η Βοσνία, η Συρία και άλλες έχουν ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουν όσον αφορά την αποναρκοθέτηση. «Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να διασφαλίσουμε τη συνέχιση της χρηματοδότησης με σκοπό την εκκαθάριση των ναρκοπεδίων, ώσπου η δουλειά να ολοκληρωθεί» μας είπε η Σαγέ.
Η Συνθήκη για την Απαγόρευση των Ναρκών ή Συνθήκη της Οτάβα έχει επικυρωθεί από 162 κράτη παγκοσμίως, ωστόσο 35 χώρες επιμένουν να μην την υπογράφουν, έχοντας το δικαίωμα να κάνουν χρήση των θανατηφόρων αυτών όπλων όποτε το θελήσουν. Η πλειονότητα των χωρών που δεν έχουν υπογράψει τη συνθήκη διατηρούν συνολικά περίπου 50 εκατομμύρια νάρκες στα οπλοστάσιά τους. Τα μεγαλύτερα αποθέματα τα έχουν η Κίνα, η Ρωσία, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ινδία και το Πακιστάν. Ωστόσο χάρη στη συνθήκη του 1997 ένας πολύ μικρός αριθμός κρατών χρησιμοποιεί πια νάρκες κατά προσωπικού, ενώ η παραγωγή και το εμπόριό τους έχουν μειωθεί αισθητά.

Μαμαντί Γκασαμά
«Θέλουμε να μας αποζημιώνουν όπως τους στρατιώτες»

Μιλάει στο «Βήμα», ο Μαμαντί Γκασαμά, 31 ετών, από τη Σενεγάλη, που τραυματίστηκε από έκρηξη νάρκης όταν ήταν έφηβος.

Πώς τραυματιστήκατε;
«Τραυματίστηκα σε ηλικία 14 ετών, το Σάββατο 23 Μαΐου το 1998 πατώντας επάνω σε μία νάρκη στο κέντρο της πόλης Ζιγκανσόρ. Την προηγούμενη ημέρα είχε γίνει επίθεση των ανταρτών σε μία κοντινή γειτονιά της πόλης και μαζί με τους φίλους μου πήγαμε να διαβάσουμε τις αφίσες που είχαν αναρτήσει σχετικά με την επίθεση. Μετά το ατύχημα άνθρωποι έτρεχαν δεξιά και αριστερά, επειδή μάλλον ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο στο κέντρο της πόλης».
Είχατε βοήθεια και μετά το ατύχημά σας;
«Ημουν τυχερός και είχα βοήθεια, αλλά αυτό δεν ισχύει για όλα τα θύματα από νάρκες. Εδώ και σχεδόν πέντε χρόνια έχει βελτιωθεί η κατάσταση, ωστόσο τα νέα θύματα αντιμετωπίζουν προβλήματα με την ιατρική τους περίθαλψη. Οι σχετικές πρωτοβουλίες συχνά τονίζουν το επείγον της υπόθεσης αλλά όχι τη διάρκειά της μέσα στον χρόνο. Ομως όταν ολοκληρωθεί η αποναρκοθέτηση στη Σενεγάλη τα θύματα πια δεν θα έχουν καμία υποστήριξη. Τα θύματα των ναρκών μεταξύ των πολιτών πρέπει να έχουν φροντίδα διαρκείας, θέλουμε να μας αποζημιώνουν και να μας φροντίζουν όπως τους στρατιώτες θύματα».


Ελλάδα
«Καθαρή» από το 2009, αλλά…

«Θα θέλαμε να δούμε την Ελλάδα να προχωράει με την ολοκλήρωση της καταστροφής των ναρκών όσο το δυνατόν πιο γρήγορα» είπε στο «Βήμα» ο Φιρόζ Αλιζάντα της Διεθνούς Εκστρατείας για την Απαγόρευση των Ναρκών και της Συμμαχίας εναντίον των Πυρομαχικών Διασποράς (ICBL-CMC). Η Ελλάδα υπέγραψε τη Συνθήκη της Οτάβα το 1997, αλλά την επικύρωσε το 2003.

«Η Αθήνα παραβιάζει τη συνθήκη από το 2008, καθώς δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την καταστροφή των αποθεμάτων της μέσα σε αυτή την προθεσμία»
είπε ο Αλιζάντα. Οπως μας εξήγησε, η Ελλάδα ξεκίνησε και πάλι τη διαδικασία καταστροφής των αποθεμάτων της το δεύτερο μισό του 2013. Η ελληνική κυβέρνηση ενημέρωσε την ICBL ότι πάνω από το μισό των ναρκών που απέμειναν μεταφέρθηκε στη Βουλγαρία για να καταστραφεί, διαδικασία που ωστόσο διεκόπη από μία φονική έκρηξη στο εργοστάσιο που στοίχισε τη ζωή σε 15 άτομα.

«Αν και η Ελλάδα το 2009 ανακοίνωσε ότι έχουν εκκαθαριστεί όλα τα ναρκοπέδιά της, η ICBL εκφράζει τις ανησυχίες της για ένα ναρκοπέδιο στη Ρόδο που πιστεύεται ότι δεν έχει εκκαθαριστεί ακόμη»
είπε ο Αλιζάντα. Και προσέθεσε: «Η Ελλάδα επίσης αρνείται να υπογράψει τη Σύμβαση για τις Βόμβες Διασποράς (CCM), υποστηρίζοντας ότι τις χρειάζεται για αμυντικούς σκοπούς». Η συνθήκη έχει υπογραφεί από τα περισσότερα κράτη της ΕΕ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ