Το πρωινό της 16ης Δεκεμβρίου επτά ένοπλοι άνδρες με στολές παραλλαγής έκαναν επιδρομή σε σχολείο για παιδιά στρατιωτικών στην πόλη Πεσάβαρ του Βορειοδυτικού Πακιστάν. Εισβάλλοντας από τάξη σε τάξη υποχρέωναν τους κατατρομαγμένους μαθητές και εκπαιδευτικούς να πουν την προσευχή τους προτού τους εκτελέσουν εν ψυχρώ. Περίπου 150 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους ως αποτέλεσμα της σφαγής, στη συντριπτική τους πλειονότητα μικρά παιδιά. Την ευθύνη για την επίθεση –την πλέον στυγερή στην πολυτάραχη ιστορία του Πακιστάν –ανέλαβαν οι Πακιστανοί Ταλιμπάν (Τεχρίκ-ε-Ταλιμπάν του Πακιστάν – TTP), οργάνωση που πλέον θεωρείται πολύ πιο αδίστακτη από τους «συναδέλφους» τους στο γειτονικό Αφγανιστάν. Η τραγωδία στην Πεσάβαρ αποδεικνύει κάτι που οι Αρχές του Πακιστάν, της χώρας-μήτρας του ταλιμπανισμού, αρνούνται να αντιμετωπίσουν: οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στις ημιαυτόνομες και κακοτράχαλες «φυλετικές περιοχές» εναντίον των εξτρεμιστών δεν θα αποφέρουν καρπούς αν η ίδια η κυβέρνηση δεν σταματήσει να αντιμετωπίζει την τρομοκρατία ως «στρατηγικό πλεονέκτημα». «Οι Πακιστανοί Ταλιμπάν έχουν απλά έναν στόχο: να ανατρέψουν την κυβέρνηση και το κράτος του Πακιστάν και να το αντικαταστήσουν με ένα αυστηρό ισλαμικό καθεστώς, παρόμοιο με αυτό που είχαν οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν τη δεκαετία του 1990» είπε στο «Βήμα» ο Μάικλ Κάγκελμαν, συνεργάτης της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Woodrow Wilson Center για τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία και ειδικός σε θέματα Πακιστάν.

«Οι λόγοι της επίθεσης στην Πεσάβαρ είναι επίσης απλοί. Θέλουν να εκδικηθούν για τις επιχειρήσεις του πακιστανικού στρατού στο Βόρειο Ουαζιριστάν. Στη διάρκεια των πρώτων μηνών των επιχειρήσεων οι Ταλιμπάν εκτοπίστηκαν και δεν μπορούσαν να εξαπολύσουν επιθέσεις αντιποίνων. Τώρα όμως είναι εμφανές ότι έχουν ανασυνταχθεί»
προσέθεσε ο Κάγκελμαν.
Την επομένη της επίθεσης η πολιτική ηγεσία του Πακιστάν διακήρυξε ότι πλέον δεν θα κάνει τον διαχωρισμό μεταξύ «καλών» και «κακών» Ταλιμπάν και ο πρωθυπουργός Ναουάζ Σαρίφ δεσμεύθηκε να συνεχίσει τις επιχειρήσεις «ώσπου να σκοτωθεί και ο τελευταίος τρομοκράτης».
«Καλοί» και «κακοί» Ταλιμπάν; Δήλωση-παραδοχή της «σχιζοφρενικής» πολιτικής την οποία ακολουθούν οι ηγεσίες του Πακιστάν τα τελευταία χρόνια απέναντι στις εξτρεμιστικές οργανώσεις που επιχειρούν από τη μία στις γειτονικές χώρες και από την άλλη στο εσωτερικό του Πακιστάν.
«Καλοί» είναι εκείνοι που δρουν κατά της διεθνούς δύναμης ISAF στο Αφγανιστάν ή των δυνάμεων ασφαλείας της Ινδίας. «Κακοί» είναι αυτοί που διεξάγουν τρομοκρατικές επιθέσεις εντός του Πακιστάν.
Τρία βήματα για την αντιμετώπιση του τέρατος
«Προκειμένου το Πακιστάν να νικήσει τους Ταλιμπάν πρέπει να κάνει τα εξής τρία πράγματα. Πρώτον, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις να διεξάγονται με τέτοιον τρόπο ώστε να ελαχιστοποιούν τα θύματα μεταξύ πολιτών στις περιοχές των Ταλιμπάν, κάτι που σημαίνει ότι γυναίκες και παιδιά δεν θα πρέπει να γίνονται στόχοι. Δεύτερον, να ενισχυθεί το κράτος δικαίου. Οι Ταλιμπάν που έχουν συλληφθεί στο παρελθόν –κάποιοι από αυτούς φορούσαν ακόμη τα γιλέκα αυτοκτονίας που δεν μπόρεσαν να πυροδοτήσουν –δεν τιμωρήθηκαν ποτέ. Για αυτό ευθύνονται η αστυνομία και οι εισαγγελείς, που συχνά είναι διαφθαρμένοι, αλλά και ο φόβος ορισμένων δικαστών να τους καταδικάσουν. Τρίτον, πρέπει το Πακιστάν να αντιμετωπίσει το ζήτημα του θρησκευτικού εξτρεμισμού»
εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ο Αφζάλ Ασράφ, συνεργάτης της βρετανικής δεξαμενής σκέψης Royal United Services Institute (RUSI) και ειδικός σε ζητήματα αντιτρομοκρατίας.
Και καταλήγει: «Ο Σαρίφ είπε ότι δεν θα γίνεται διαχωρισμός μεταξύ «καλού» και «κακού» Ταλιμπάν, που είναι πολύ σημαντική δήλωση, αλλά πρέπει να πάει και πέρα από αυτό και να πει ότι δεν υπάρχει «καλός» και «κακός» τζιχαντιστής. Προς το παρόν δεν έχει αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα» εξηγεί ο Ασράφ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ