Κανείς δεν φαίνεται ικανός να τον ρίξει. Η αντιπολίτευση είναι πολυδιασπασμένη και αδύναμη. Τα ΜΜΕ φιμωμένα και ελεγχόμενα και η δημοτικότητα του «τσάρου» πάνω από 70%. Μόνος κίνδυνος για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, και αυτός μακροπρόθεσμος, είναι η οικονομία: με τις τιμές του πετρελαίου να πέφτουν, τις δυτικές κυρώσεις να «δαγκώνουν» και το ρούβλι να χάνει την αξία του, οι Ρώσοι κάνουν προμήθειες σε είδη πρώτης ανάγκης φοβούμενοι τα χειρότερα.
Η Ρωσία φαίνεται πλουσιότερη στο χιόνι. Οπως κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες, Μοσχοβίτες κάνουν βόλτες ντυμένοι με τα γούνινα παλτά και τα καπέλα τους στις χιονισμένες λεωφόρους. Λουσμένη στα φώτα και τις γιορτινές διακοσμήσεις, η πρωτεύουσα μεταμορφώνεται σε μια παγωμένη χώρα των θαυμάτων.
Τα καφενεία της Μόσχας είναι γεμάτα από νέους Ρώσους πρόθυμους να πληρώσουν 300-400 ρούβλια (5 ευρώ) για έναν καπουτσίνο. Αλλά στα ανταλλακτήρια οι ισοτιμίες των ξένων νομισμάτων στέλνουν δυσοίωνα μηνύματα. Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες 300 ρούβλια άξιζαν περί τα 10 δολάρια. Τώρα έχουν χάσει τη μισή αξία τους.
Οι τιμές καταναλωτή έχουν αυξηθεί περίπου 8% μέσα σε έναν χρόνο. Ο πληθωρισμός αυξάνεται με τον ταχύτερο ρυθμό σε διάστημα τριών ετών. Στα καταστήματα τροφίμων, εισαγόμενα προϊόντα έχουν πέσει θύμα της ρωσικής απαγόρευσης για τα γαλακτοκομικά, το κρέας, τα φρούτα, τα πουλερικά και τα ψάρια από τη Δύση –αντίποινα της Μόσχας για τις αμερικανικές και ευρωπαϊκές οικονομικές κυρώσεις λόγω της κρίσης στην Ουκρανία.

Ακόμη και η τιμή του ψωμιού, σχεδόν ιερή στη ρωσική λαϊκή κουλτούρα, αυξάνεται. Η οικονομική εφημερίδα «Kommersant» ανέφερε ότι οι τιμές του ψωμιού θα αυξηθούν κατά 5% ως 10% στο εγγύς μέλλον, λόγω της ανόδου των τιμών στο αλεύρι, το σιτάρι, τη ζάχαρη, τις ξένες πρώτες ύλες και τα έξοδα συσκευασίας και μεταφοράς.

Πολλοί μεσήλικοι Ρώσοι, οι οποίοι έζησαν το οικονομικό χάος στις αρχές της δεκαετίας του 1990, έχουν αρχίσει να κάνουν προμήθειες σε αλάτι, σπίρτα, μακαρόνια, αλεύρι και άλλα είδη πρώτης ανάγκης.

Ο Πούτιν κατηγορεί τη Δύση για προσπάθεια να αποδυναμώσει τη Ρωσία. Και φαίνεται ότι σε γενικές γραμμές οι Ρώσοι συμφωνούν μαζί του: τα ποσοστά αποδοχής του προέδρου σπάνια πέφτουν κάτω από 75%.

Αλλά μερικοί, ειδικά στην πολιορκούμενη αντιπολίτευση της Ρωσίας, βλέπουν μια ελπίδα στα δεινά της οικονομίας: το τέλος, αργά ή γρήγορα, του καθεστώτος Πούτιν.
Σύμφωνα με αυτή την ανάλυση, η οικονομία θα βουλιάξει προκαλώντας βαθιά και μαζική δυσαρέσκεια στον λαό, η οποία θα πυροδοτήσει πολιτικές συγκρούσεις και θα οδηγήσει σε μια ειρηνική αλλαγή εξουσίας. Τουλάχιστον αυτό ελπίζουν οι αντίπαλοι του προέδρου.
Αλλά δεν είναι σαφές από πού ακριβώς θα προέλθει η πίεση. Ιστορικά, η αντιπολίτευση είναι διχασμένη και μέχρι στιγμής ο Πούτιν έχει τη συντριπτική πλειοψηφία των Ρώσων στο πλευρό του.


Διαβρωτική ύφεση

Επιπλέον, κανείς δεν πιστεύει ότι ο πρόεδρος θα αφήσει πρόθυμα την εξουσία. Πολλοί αναλυτές ωστόσο περιγράφουν με μελανά χρώματα τις προοπτικές της οικονομίας –και δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν ότι η ύφεση θα διαβρώσει σιγά-σιγά την παντοδυναμία του Πούτιν. Τον καιρό που οι τιμές του πετρελαίου βρίσκονταν σε εκρηκτική άνοδο, η Ρωσία συγκέντρωσε τεράστια ρευστότητα σε «σκληρό νόμισμα».
Μόλις πριν από έναν χρόνο τα αποθεματικά ξένου συναλλάγματος που κρατούσαν οι τράπεζές της ξεπερνούσαν τα 515 δισ. δολάρια, συμπεριλαμβανομένων εσόδων ύψους πολλών δεκάδων δισ. από εξαγωγές ενέργειας.
Τώρα τα αποθέματα έχουν αρχίσει να μειώνονται. Στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών τα συνολικά συναλλαγματικά αποθέματα συρρικνώθηκαν κατά σχεδόν 20%, σε λιγότερο από 419 δισ. δολάρια.
Η Τράπεζα της Ρωσίας έχει δαπανήσει δισεκατομμύρια σε μια προσπάθεια να στηρίξει το ρούβλι, ενώ το Κρεμλίνο έχει αρχίσει τις επιδρομές στα κρατικά επενδυτικά ταμεία για την ενίσχυση των τραπεζών και των επιχειρήσεων που επλήγησαν από τις κυρώσεις της Δύσης.

Είναι αλήθεια ότι τα 419 δισ. δολάρια που απομένουν είναι και πάλι πολλά χρήματα. Μόνο τέσσερις χώρες –η Κίνα, η Ιαπωνία, η Σαουδική Αραβία και η Ελβετία –διαθέτουν μεγαλύτερα αποθέματα σε «σκληρό νόμισμα». Αλλά οι απαιτήσεις της Μόσχας για μετρητά αυξάνονται όλο και περισσότερο. Με τις τιμές του πετρελαίου να βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας και την οικονομία να διολισθαίνει σε ύφεση, τα ταμεία δεν ανανεώνονται εύκολα.

Η Ρωσία δεν έχει πλέον πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίων της Δύσης και πασχίζει να βρει τρόπους για να πληρώσει χρέος που ωριμάζει. Παράλληλα, ο προϋπολογισμός του 2015 βασίστηκε σε τιμή πετρελαίου ύψους 100 δολ. το βαρέλι, ενώ σήμερα δεν ξεπερνά τα 70 δολάρια.

HeliosPlus