Πριν από ένα χρόνο κατέρρευσαν οι διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία σύνδεσης της Ουκρανίας με την ΕΕ με αποτέλεσμα τη διένεξη με τη Ρωσία και τον πόλεμο στο Ντονμπάς. Το «Spiegel» θεωρεί ότι σ’ αυτή την «ιστορική ήττα» της ΕΕ συνέβαλε η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ.
Χρόνια διαπραγματεύονταν η ΕΕ και η Ουκρανία αλλά στο τέλος, στις 28 Νοεμβρίου 2013, στη σύνοδο στο Βίλνιους, έγινε σαφές ότι ήταν άδικος κόπος. Όλοι κατάλαβαν ότι οι προσπάθειες προσέγγισης της Ουκρανίας με την ΕΕ είχαν αποτύχει αλλά κανείς δεν συνειδητοποίησε τότε τις επιπτώσεις αυτής της αποτυχίας: ότι θα οδηγούσε σε μια από τις μεγαλύτερες παγκόσμιες κρίσεις μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, θα επανασχεδίαζε τα σύνορα της Ευρώπης και θα έφερνε την ήπειρο στο χείλος του πολέμου.
Για την Ουκρανία, η αποτυχία στο Βίλνιους ήταν καταστροφική. Αλλά οι επιπτώσεις πηγαίνουν πολύ πέρα από τα ουκρανικά σύνορα. Είκοσι πέντε χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και 70 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Ευρώπη είναι για άλλη μια φορά διαιρεμένη. Σήμερα υπάρχει μεγαλύτερη εχθρότητα ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση απ’ όση στο τελευταίο στάδιο του ψυχρού πολέμου.
Η αντίστροφη μέτρηση προς το Βίλνιους ήταν γεμάτη λάθη και παρεξηγήσεις. Ήταν το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποτυχίας. Η Ρωσία υποτίμησε την επιθυμία των Ουκρανών να στρέψουν τη χώρα τους προς την ΕΕ. Οι Βρυξέλλες δεν έδωσαν την απαραίτητη προσοχή στη σχέση εξουσίας μεταξύ Μόσχας και Κιέβου. Το Βερολίνο δεν πήρε αρκετά σοβαρά τις ρωσικές ανησυχίες περί εισχώρησης του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην ανατολική Ευρώπη. Η περίπτωση μήπως η Μόσχα χρησιμοποιήσει στρατιωτικά μέσα για να εμποδίσει περαιτέρω εισχώρηση της Δύσης δεν απασχόλησε κανένα.
Η εξωτερική πολιτική θεωρείται επί καιρό από τα δυνατά σημεία της Μέρκελ αλλά ακόμη κι εκείνη αγνόησε τα προειδοποιητικά σημάδια. Η καγκελάριος έχει αποδειχθεί με τα χρόνια επιδέξια μεσολαβητής, ικανή να εκτονώνει τις εντάσεις και να επεξεργάζεται συγκεκριμένες λύσεις. Αλλά η διαχείριση κρίσεων δεν αρκεί για μια καλή εξωτερική πολιτική. Από την κρίση αυτή έλειψε η ευρύτερη άποψη και η ικανότητα αναγνώρισής της την ώρα που έπαιρνε σχήμα στον ορίζοντα. Αντ’ αυτών, οι αξιωματούχοι στο Βερολίνο έμοιαζαν να πιστεύουν ότι επειδή κανένας δεν επιθυμούσε τη σύγκρουση, θα μπορούσαν να την αποφύγουν. Το Βερολίνο μάλιστα ακολούθησε μια εξωτερική πολιτική αρχών η οποία κατέστησε ουσιαστικά ταμπού το να συνομιλήσει κάποιος με τη Ρωσία για την Ουκρανία.
Στη σύνοδο του Βίλνιους όμως, η Μέρκελ είπε ότι «η ΕΕ και η Γερμανία πρέπει να μιλήσουν με τη Ρωσία. Ο ψυχρός πόλεμος έχει τελειώσει». Αλλά η συνειδητοποίηση ήρθε πολύ αργά.
Ωστόσο και ο Πούτιν δεν υπολόγισε σωστά. Την ίδια τη νύχτα της συνόδου, χιλιάδες διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στο Μαϊντάν του Κιέβου. Τρεις μήνες αργότερα ο φιλορώσος πρόεδρος Βίκτορ Γιανουκόβιτς αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα και ο Πούτιν προσάρτησε τη Χερσόνησο της Κριμαίας. Μέχρι σήμερα η σύγκρουση έχει στοιχίσει την ζωή 4.000 ατόμων και η ανατολική Ουκρανία παραμένει σε πόλεμο.
Η Ρωσία και η Ευρώπη παρεξήγησαν η μία την άλλη. Συγκρούστηκαν δυο διαφορετικές κουλτούρες εξωτερικής πολιτικής: η δυτική προσέγγιση που επικεντρώθηκε στις συνθήκες και στην ακριβή διατύπωση των παραγράφων τους και η ανατολική που θεωρείται σημαντικότερο το κύρος και τα σύμβολα.