Αν και οι μουσουλμάνοι συνιστούν μόλις το 14,4% του συνολικού πληθυσμού της Ινδίας, η χώρα φιλοξενεί τον «δεύτερο μεγαλύτερο μουσουλμανικό πληθυσμό σε απόλυτους αριθμούς (σχεδόν 176 εκατομμύρια)» σύμφωνα με μια έκθεση του 2013 από το Pew Research Center.

Πρόκειται για λίγο παραπάνω από το 11% του παγκόσμιου μουσουλμανικού πληθυσμού. Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστες και σποραδικές αναφορές βρίσκει κανείς στα δυτικά μέσα ενημέρωσης για αυτή την ανθρωποθάλασσα των πιστών του προφήτη Μωάμεθ.

Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 κατά των Ηνωμένων Πολιτειών και εν μέσω του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, η μεγαλύτερη ανησυχία της Δύσης ήταν η δυνατότητα ενός τμήματος της παγκόσμιας μουσουλμανικής κοινότητας να προάγει τον εξτρεμισμό. Και τότε και σήμερα όμως οι μουσουλμάνοι της Ινδίας παραμένουν σε μεγάλο βαθμό μη ριζοσπαστικοποιημένοι. Γιατί συμβαίνει αυτό;

Αυτό εξηγείται από μια σειρά παραγόντων, ιδίως τη σχετική ανεκτικότητα και την πολυπολιτισμικότητα που χαρακτηρίζουν τον δημόσιο βίο στην ινδική υποήπειρο. Οπως τονίζει η επιθεώρηση «Economist» σε πρόσφατο άρθρο της, η συνύπαρξη και η ανάμειξη των θρησκειών έχουν βαθιές ρίζες στην περιοχή.
Κυριαρχεί ο ανθρωπισμός των «ενσωματωμένων» σούφι

«Το Ισλάμ στη Νοτιοανατολική Ασία έχει μακρά ιστορία, πάνω από 1.000 χρόνια, αλλά κυριαρχείται από τους σούφι που ενσωματώθηκαν σε μεγάλο βαθμό με μη μουσουλμάνους ινδουιστές, με πολλές κοινές πολιτισμικές πρακτικές» τονίζεται στο άρθρο.
Το μαυσωλείο Ταζ Μαχάλ, κατά κοινή ομολογία το πλέον αναγνωρίσιμο οικοδόμημα της Ινδίας διεθνώς, χτίστηκε από τον μουσουλμάνο Σαχ Τζαχάν, του οποίου η σύντροφος ήταν ινδουίστρια πριγκίπισσα.
Το 2009 ο αρθρογράφος των «New York Times» Τόμας Λ. Φρίντμαν έγραψε ότι οι μουσουλμάνοι της Ινδίας αρνούνταν να θάψουν τα σώματα βομβιστών αυτοκτονίας. «Γι’ αυτό οι μουσουλμάνοι της Ινδίας, που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη μουσουλμανική κοινότητα μετά της Ινδονησίας και αυτή με τη μεγαλύτερη δημοκρατική παράδοση, κάνουν πολύ καλό στο Ισλάμ απονομιμοποιώντας τους βομβιστές αυτοκτονίας αρνούμενοι να τους θάψουν» έγραψε. Και εξήγησε: «Το γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι της Ινδίας υιοθέτησαν αυτή τη στάση οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι ζουν και είναι το αποτέλεσμα και αισθάνονται χειραφετημένοι από μια δημοκρατική και πλουραλιστική κοινωνία. Δεν φοβούνται τους εξτρεμιστές θρησκευτικούς ηγέτες και δεν φοβούνται να μιλήσουν εναντίον του θρησκευτικού εξτρεμισμού. Γι’ αυτόν τον λόγο τόσο λίγοι, αν υπάρχουν, μουσουλμάνοι της Ινδίας έχουν γίνει μέλη της Αλ Κάιντα».

Κίνδυνος ο οικονομικός και κοινωνικός αποκλεισμός

Ωστόσο οι συνθήκες για τους μουσουλμάνους της Ινδίας δείχνουν να χειροτερεύουν. «Δεν έχει γίνει καμία σοβαρή επίσημη προσπάθεια να εκτιμηθεί η κατάσταση των μουσουλμάνων της Ινδίας μετά τη δημοσίευση το 2006 μιας έρευνας που διέταξε ο πρωθυπουργός Μανμονάχ Σινγκ» αναφέρει το άρθρο του «Economist». Σε αυτή την έρευνα «διαπιστώθηκε ότι οι μουσουλμάνοι συχνά βρίσκονται στο περιθώριο σχεδόν κάθε οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Αν και ζουν κυρίως σε αστικές περιοχές, τους αναλογεί μικρό ποσοστό θέσεων στην εργασία, στα σχολεία και στα πανεπιστήμια και στην πολιτική. Κερδίζουν λιγότερα από άλλες ομάδες, απορρίπτονται πιο συχνά από τις τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, περνούν λιγότερα χρόνια στο σχολείο και έχουν μικρότερα ποσοστά αλφαβητισμού. Λίγοι έχουν μπει στον στρατό ή στα σώματα ασφαλείας».

«Οι μουσουλμάνοι της Ινδίας έχουν τα δικά τους προβλήματα να ασχοληθούν, τα οποία πηγάζουν σε μεγάλο βαθμό από τη διάβρωση της δημοκρατίας και του πλουραλισμού» γράφει ο Πανκάζ Μίσρα, αναλυτής του Bloomberg View.
Η πρόσφατη εκλογή του πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι, ενός ινδουιστή εθνικιστή, δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τη θέση των μουσουλμάνων της Ινδίας. Πολλοί ανησυχούν ότι η προσωπική αφοσίωση του Μόντι στην ινδουιστική ταυτότητα θα υπονομεύσει την προσπάθεια που καταβάλλεται από το Νέο Δελχί για μια εθνική ιδεολογία πλουραλισμού. Αυτό, σύμφωνα με τον Μίσρα, οφείλεται εν μέρει στην ιδεοληπτική και ρατσιστική αφήγηση περί «άπιστων μουσουλμάνων», αφήγηση την οποία ασπάζονται ορισμένοι στο Νέο Δελχί και πηγάζει από τις ιστορικά κακές σχέσεις με το γειτονικό και στην πλειοψηφία του μουσουλμανικό Πακιστάν.

HeliosPlus