Το βράδυ της περασμένης Πέμπτης οι Σκωτσέζοι πήγαν για ύπνο χωρίς να γνωρίζουν σε ποια χώρα θα ξυπνούσαν την επόμενη ημέρα. Στην κυριολεξία: με την καταμέτρηση των ψήφων του κρίσιμου δημοψηφίσματος να βρίσκεται σε εξέλιξη, κανείς δεν ήξερε αν το πρωί της Παρασκευής θα έβρισκε τη Σκωτία ανεξάρτητη και το Ηνωμένο Βασίλειο διαλυμένο. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι το στρατόπεδο των ενωτικών ίσως δεν έπρεπε να ανησυχεί τόσο πολύ. Ενας ιστορικός συμβιβασμός α λα βρετανικά επετεύχθη, με τους μεν Σκωτσέζους να ψηφίζουν υπέρ της παραμονής τους στη Βρετανία, αλλά αφού εξανάγκασαν τον πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον να τους τάξει «γη και ύδωρ». Στην πραγματικότητα, ακόμη και το στρατόπεδο του «Οχι» δεν βγαίνει εντελώς χαμένο από αυτή τη διαδικασία, εκτός ίσως από τον παραιτηθέντα πρωθυπουργό της Σκωτίας Αλεξ Σάλμοντ, φανατικό υπέρμαχο της απόσχισης, που παραιτήθηκε και ουσιαστικά εγκαταλείπει την πολιτική. Ομως το Λονδίνο θα πρέπει να τηρήσει τις υποσχέσεις του για μεγαλύτερη μεταβίβαση κυβερνητικών εξουσιών προς το τοπικό κοινοβούλιο στο Εδιμβούργο. Δύσκολες υποσχέσεις, από τις οποίες δεν πρέπει να παρεκκλίνει, αν θέλει να αποφύγει επανάληψη των αποσχιστικών πρωτοβουλιών στο μέλλον.
Με το 55% των ψηφοφόρων να δηλώνει ότι επιθυμεί τη διατήρηση του υπάρχοντος status quo για τη Σκωτία, έναντι του 45% που ψήφισε υπέρ της απόσχισης, σημειώθηκε μια ξεκάθαρη νίκη του στρατοπέδου του «Ναι». Η συμμετοχή ήταν χωρίς προηγούμενο αφού ψήφισε το 84,5% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων. Ο Κάμερον γλίτωσε από έναν σχεδόν βέβαιο πολιτικό θάνατο, οι αγορές ανάσαναν και η Βρετανία παρέμεινε στους G7 και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Η θαλπωρή και η ασφάλεια που προσέφερε η «μαμά Αγγλία» στους Σκωτσέζους υπερίσχυσε της πιθανής αστάθειας που θα επέφερε η ανεξαρτητοποίηση.
Ωστόσο, τώρα ξεκινούν τα δύσκολα για τους Τόρις αφού θα κληθούν να ισορροπήσουν στο ναρκοπέδιο του συμβιβασμού: θα πρέπει να κατευνάσουν τις αντιδράσεις στο Γουεστμίνστερ για τα σχέδια εκχώρησης περισσότερων εξουσιών στη Σκωτία –αφού υπάρχουν φόβοι ότι οι άγγλοι βουλευτές θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση –αλλά και να τηρήσουν στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις υποσχέσεις τους προς τους Σκωτσέζους.
Αγγλικές ψήφοι για αγγλικούς νόμους


«Το ζήτημα διευθετήθηκε και για μια γενιά δεν μπορεί να υπάρξουν διαφωνίες ή επαναληπτικές ψηφοφορίες. Ακούσαμε την πάγια βούληση του λαού της Σκωτίας» δήλωσε ο βρετανός πρωθυπουργός το πρωί της Παρασκευής, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για το αποτέλεσμα. Ο Κάμερον πρόσθεσε ότι τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να επιλυθεί το πρόβλημα που συνοψίζεται στη φράση «αγγλικές ψήφοι για αγγλικούς νόμους»: ανακοίνωσε ότι στο μέλλον οι άγγλοι βουλευτές θα ψηφίζουν ξεχωριστά για ζητήματα όπως η φορολογία, το κράτος πρόνοιας και οι δαπάνες στην Αγγλία, παράλληλα, και στον ίδιο ρυθμό, με τη διαδικασία μεταβίβασης περισσότερων εξουσιών από το Γουεστμίνστερ προς το Χόλιρουντ.
Ο βρετανός πρωθυπουργός δεσμεύθηκε ότι εκτός από τη Σκωτία και την Αγγλία, η αποκέντρωση των εξουσιών θα πρέπει επίσης να αφορά την Ουαλλία και τη Βόρεια Ιρλανδία. Βέβαια, όπως λέγεται, ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες και πέρα από ένα αμφιλεγόμενο χρονοδιάγραμμα –ανακοινώθηκε ότι το νομοσχέδιο θα είναι έτοιμο τον ερχόμενο Ιανουάριο -, περαιτέρω λεπτομέρειες δεν δόθηκαν από τον Κάμερον.
Το μεγάλο ερώτημα είναι το εξής: ποιες θα είναι εν τέλει οι αρμοδιότητες της κεντρικής κυβέρνησης στο Λονδίνο, αν τα σημαντικά ζητήματα των δαπανών, της φορολογίας, του κράτους πρόνοιας, του ελέγχου του συστήματος Υγείας και της εκπαίδευσης βρίσκονται στα χέρια των περιφερειακών κυβερνήσεων;
Υποσχέθηκαν υπό καθεστώς πανικού


Προκειμένου να κερδίσουν στο δημοψήφισμα, ο Κάμερον μαζί τον Εντ Μίλιμπαντ των Εργατικών και τον Νικ Κλεγκ των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, μάλλον δεν σκέφτηκαν καλά όσα αναγκάστηκαν να υποσχεθούν –γιατί πολύ απλά, αν ισχύσει η ενισχυμένη αποκέντρωση εξουσιών, η μοναδική ουσιαστική αρμοδιότητα της κεντρικής κυβέρνησης στο Λονδίνο θα είναι η εξωτερική πολιτική και η άμυνα. Πέρα από τις διαπραγματεύσεις με το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας (SNP) για το τι ακριβώς θα περιλαμβάνουν οι διευρυμένες εξουσίες του Χόλιρουντ, ο Κάμερον πρέπει να βάλει στην εξίσωση και τις προθέσεις των Εργατικών και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών: θα έρθουν σε συμφωνία ή ο πρωθυπουργός θα αναγκαστεί να υπαναχωρήσει από τις υποσχέσεις του προς τους Σκωτσέζους;
Και αν έρθουν σε συμφωνία και προχωρήσει η εκχώρηση εξουσιών προς το κοινοβούλιο της Σκωτίας, θα είναι δυνατόν να υλοποιηθεί ο στόχος των «αγγλικών ψήφων για αγγλικούς νόμους», ειδικά χωρίς την ύπαρξη ξεχωριστού αγγλικού κοινοβουλίου; Το τελευταίο είναι δύσκολο να γίνει πραγματικότητα καθώς, αφού η Αγγλία φιλοξενεί το 85% του συνολικού πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου, η δημιουργία του θα υπονόμευε σοβαρά την εξουσία και το κύρος της κεντρικής κυβέρνησης. Ενας ακόμη κίνδυνος με τον οποίο βρίσκεται αντιμέτωπο το Γουεστμίνστερ είναι στις γενικές εκλογές του Μαΐου του 2015 να προκύψει μια κυβέρνηση χωρίς πλειοψηφία άγγλων βουλευτών –κάτι αρκετά πιθανό αν κερδίσει ο Μίλιμπαντ. Αν το καινούργιο σύστημα ισχύσει, οι Εργατικοί μπορεί να μην μπορούν να προωθήσουν τις πολιτικές τους, καθώς απλώς δεν θα διαθέτουν αρκετούς άγγλους βουλευτές.

Επιπτώσεις


Μήνυμα στην Ισπανία

Από τις Βρυξέλλες ως το Βερολίνο και τη Μαδρίτη, το πολιτικό κατεστημένο ανάσανε στο άκουσμα του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος στη Σκωτία. Ειδικά η Ισπανία έχει ιδιαίτερο λόγο να είναι ικανοποιημένη: τη στιγμή που οι καταλανοί βουλευτές κινούσαν τις δικές τους αρχικές διαδικασίες για διεξαγωγή δημοψηφίσματος με σκοπό την απόσχιση από την Ισπανία, τα νέα από το Εδιμβούργο δεν ήταν αυτά που ήλπιζαν. «Με την απόφασή τους οι Σκωτσέζοι απέφυγαν τις τεράστιες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες που θα επέφερε η απόσχιση» δήλωσε ο ισπανός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι. Πρόσφατα εκατοντάδες χιλιάδες Καταλανοί κατέκλυσαν τους δρόμους της Βαρκελώνης ζητώντας να ψηφίσουν για την ανεξαρτησία τους. Δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Καταλανών τίθεται υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος –με το ποσοστό υπέρ της απόσχισης να κυμαίνεται γύρω στο 50%.
Νέο δημοψήφισμα στον ορίζοντα
Στον πολιτικό ορίζοντα διακρίνεται ένα ακόμη δημοψήφισμα, μάλλον δυσχερέστερο πολιτικά και από αυτό της περασμένης Πέμπτης: το δημοψήφισμα για την παραμονή ή όχι του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον έχει δεσμευτεί ότι θα το προωθήσει εφόσον επανεκλεγεί, τον Μάιο του 2015. Κατά ορισμένους αναλυτές δεν σοβαρολογεί, απλώς θέλει να προσελκύσει ψηφοφόρους από το ευρωσκεπτικιστικό Ukip.
Μάθημα δημοκρατίας
Η συμμετοχή στο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Ψήφισε το 84,5% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, ξεπερνώντας την προηγούμενη μεγαλύτερη συμμετοχή σε εκλογική αναμέτρηση της Βρετανίας που σημειώθηκε στις γενικές εκλογές του 1950 (83,9%). Στο δημοψήφισμα για πρώτη φορά συμμετείχαν, και μάλιστα μαζικά, ανήλικοι και ανήλικες ηλικίας 16 και 17 ετών, δίνοντας ένα μάθημα δημοκρατίας.

Ντέιβιντ Μπελ
«Το Λονδίνο θα δυσκολευτεί να τηρήσει τις υποσχέσεις του»
«Στο Γουεστμίνστερ θα θέλουν αλλά πιθανώς να μην μπορέσουν να τηρήσουν τις υποσχέσεις για εκχώρηση περισσότερων εξουσιών στους Σκωτσέζους»
λέει στο «Βήμα» ο Ντέιβιντ Μπελ, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Στέρλινγκ.

Τι θα συμβεί μετά το «Οχι»; Θα κρατήσει το Γουεστμίνστερ τις υποσχέσεις του για μεγαλύτερη αυτονομία του σκωτσέζικου κοινοβουλίου;
«Δεν θα υπάρξει επιστροφή στην κατάσταση προ του δημοψηφίσματος. Δεν έχει ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο –ούτε σε αριθμούς ούτε και σε ένταση. Πιστεύω ότι θα υπάρξει θέληση από την πλευρά του Γουεστμίνστερ να κάνει πραγματικότητα τις υποσχέσεις προς τη Σκωτία αλλά υπάρχουν πολλές δυσκολίες. Πρώτον, το χρονοδιάγραμμα που έθεσαν από μόνοι τους, το οποίο είναι πολύ σφιχτό. Δεύτερον, η κάθε πλευρά κοιτάζει το δικό της συμφέρον. Οι Συντηρητικοί θα ήθελαν ένα είδος αγγλικού κοινοβουλίου, θα προτιμούσαν άγγλοι βουλευτές να αποφάσιζαν για την αγγλική παιδεία, για την αγγλική Υγεία και πάει λέγοντας. Υποστηρίζουν ότι οι σκωτσέζοι, ουαλοί και βορειοϊρλανδοί βουλευτές δεν πρέπει πλέον να έχουν λόγο σε αυτά τα ζητήματα».
Ποιοι πιστεύετε ότι είναι οι λόγοι που το στρατόπεδο του «Ναι» δεν έπεισε τους ψηφοφόρους;
«Η αβεβαιότητα κυρίως. Ο κόσμος ανησυχούσε για τις συντάξεις του, ανησυχούσε ότι θα έχανε το νόμισμά του, για πιθανές επιπλοκές στο φορολογικό σύστημα, για τα σύνορα, αν θα χρειάζονταν διαβατήριο. Ετσι η εκστρατεία υπέρ του «Οχι» πάτησε επάνω σε αυτά τα δύσκολα ερωτήματα που δεν μπορούσαν να απαντηθούν προτού ολοκληρωθεί το δημοψήφισμα. Θα μπορούσαν να απαντηθούν μετά τις διαπραγματεύσεις αν το αποτέλεσμα ήταν «Ναι». Μπορεί να κατάφερναν να κρατήσουν τη λίρα, για παράδειγμα, αλλά καθώς δεν είχαν προηγηθεί διαπραγματεύσεις με τη βρετανική κυβέρνηση για αυτό, δεν μπορούσαν να είναι σίγουροι».


Τζον Κέρτις – Μάρεϊ Πίτοκ
«Η Σκωτία υπέφερε δυσανάλογα πολύ από το ’30 ως σήμερα»

Πώς έφθασε η Σκωτία να απαιτεί την ανεξαρτησία της από την υπόλοιπη Βρετανία, ακόμη και αν τελικά το αποτέλεσμα της κάλπης απογοήτευσε τους υπέρμαχους του «Ναι»; Ερώτημα που δεν απασχολεί μόνο το βρετανικό κατεστημένο αλλά και άλλα κράτη με αποσχιστικά κινήματα. «Το Βήμα» ζήτησε τη γνώμη δύο ειδικών.

«Κατά μία έννοια πρόκειται για απόρριψη του πολιτικού κατεστημένου του Γουεστμίνστερ»
μας είπε ο Τζον Κέρτις, δημοσκόπος και καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Στραθκλάιντ στη Γλασκώβη.

«Η ειρωνεία είναι ότι αν βάλουμε στην άκρη το πετρέλαιο, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Σκωτίας βρίσκεται πολύ κοντά στο αντίστοιχο της υπόλοιπης Βρετανίας».
Επομένως, μας εξηγεί ο καθηγητής Κέρτις, δεν πρόκειται για μία περισσότερο φτωχή περιφέρεια της Βρετανίας, ωστόσο «υπέφερε δυσανάλογα πολύ λόγω της παρακμής των παραγωγικών μονάδων (από τη δεκαετία του 1930 και έπειτα), καθώς και λόγω της ανεργίας στη δεκαετία του 1980. Αυτά δεν τα ξεχνούν οι Σκωτσέζοι».
Για τον Μάρεϊ Πίτοκ, καθηγητή Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης και συγγραφέα, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «The Road to Independence? Scotland Since the Sixties» («Ο δρόμος προς την ανεξαρτησία; Η Σκωτία από τη δεκαετία του 1960»), η Σκωτία αξίωσε την ανεξαρτησία της διότι χάθηκαν οι λόγοι που αρχικά οδήγησαν στην ένωση. «Ηταν ανεξάρτητο κράτος μέχρι το 1707. Η ένωση αν και αρχικά δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής στη Σκωτία, της διασφάλισε τουλάχιστον δύο πράγματα: πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές –τις αγορές της Βρετανικής Αυτοκρατορίας – και τον έλεγχο των θεσμών της» είπε στο «Βήμα» ο καθηγητής Πίτοκ.
Και πρόσθεσε: «Στα μέσα του 20ού αιώνα η αυτοκρατορία άρχισε να αποσυντίθεται και η Σκωτία υπέφερε οικονομικά από αυτό, όπως και από την κρατικοποίηση των βιομηχανιών που είχαν τις έδρες τους κυρίως στη Νοτιοανατολική Αγγλία. Σταδιακά η Σκωτία ήλεγχε όλο και λιγότερο τους θεσμούς της. Ετσι, κατά μία έννοια, τα δύο αυτά στοιχεία, η βάση της ένωσης, διαβρώθηκαν και οι σύγχρονοι σκωτσέζοι εθνικιστές ενισχύθηκαν».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ