Στη Νορβηγία τα κοιτάσματα πετρελαίου κατάφεραν, μέσα σε μερικά χρόνια, και δημιούργησαν μια κοινωνία ισονομίας και ίσων ευκαιριών αλλά και τους πιο χαρούμενους (σσ: κατά δήλωσή τους) πολίτες του κόσμου. Αυτό ισχυρίζεται σε εκτενές του άρθρο το BBC, κάνοντας ειδική μνεία στο περίφημο Δημόσιο Επενδυτικό Ταμείο της Νορβηγίας (GPFG), που κατέχει την πρώτη θέση ανάμεσα στα μεγαλύτερα κρατικά επενδυτικά ταμεία (funds) στον πλανήτη.

Η Νορβηγία απέφυγε την «κατάρα του πετρελαίου», εξηγεί η Βρετανίδα δημοσιογράφος Σάρα Τρίνορ, διότι υπάρχει μία κουλτούρα εμπιστοσύνης στο κράτος, σε συνδυασμό με την έλλειψη διαφθοράς και την βαθιά ριζωμένη κοινωνική απέχθεια στην επίδειξη του πλούτου.
Η εν λόγω κατάρα, προφανώς, είναι η προκλητική και συχνά κακόγουστη χλιδή που συναντάται σε άλλες κοινωνίες πετρελαιοπαραγωγικών κρατών, ιδίως αραβικών. Οπου, επίσης, έχει σημειωθεί πολύ μικρή πρόοδος ως προς τον εκδημοκρατισμό και την διαφάνεια.
Το ταμείο θεσπίστηκε το 1990 αρχικά ως συνταξιοδοτικός φορέας για τους εργαζόμενους του Δημοσίου με κεφάλαια που δεν προέρχονταν από τη φορολογία των Νορβηγών αλλά από τα έσοδα που προσπορίζεται η Νορβηγία από τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων κυρίως στη Βόρεια Θάλασσα.
Στόχος του ήταν να διασφαλίσει τις συντάξεις των Νορβηγών και την ευρύτερη ευημερία στη χώρα – τότε, και τώρα, σε περιβάλλον διεθνούς δυσπραγίας και οικονομικής κρίσης. Και το έχει καταφέρει, καθώς το ταμείο περιέχει 5.11 τρισεκατομμύρια νορβηγικές κορώνες, δηλαδή πάνω από 600 δισεκατομμύρια ευρώ ! Και σύμφωνα με στοιχεία της Νορβηγίας και του ΟΟΣΑ, κατέχει σήμερα περίπου το 1% των κάθε είδους εισηγμένων σε χρηματιστήρια μετοχών παγκοσμίως !
Το ποσό αυτό ανήκει σε όλους τους περίπου πέντε εκατομμύρια Νορβηγούς, με μία θεωρητική αναλογία περίπου 123.000 ευρώ στον καθένα. Σημαντικό ρόλο προς αυτή τη κατεύθυνση έπαιξε ένας νόμος που υποχρεώνει τις κυβερνήσεις να δαπανήσουν μόλις το 4% των πόρων του ταμείου αυτού ετησίως στο εσωτερικό της χώρας – όα τα άλλα χρήματα πρέπει να επενδύονται στο εξωτερικό.

«Η Νορβηγία έπρεπε να αρχίσει να επενδύει ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων της [σε πρότζεκτ σχετικά με την εξαγωγή πετρελαίου], προτού αρχίσει να δαπανάει τα κέρδη της. Ετσι όλη η χώρα μπήκε εξαρχής σε ένα «πνευματικό μονοπάτι» για το πώς θα έπρεπε να περιμένουμε να αποδώσει ένας σχεδιασμός που θα ήταν μακροπρόθεσμος», επισημαίνει ο καθηγητής Αλεξάντερ Καπέλεν από τη Σχολή Οικονομικών της Νορβηγίας.
Και προσθέτει με νόημα: «το σύστημα προϋποθέτει, εκ μέρους του νορβηγικού λαού, τεράστια εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση. Εμπιστοσύνη για το πώς θα γίνει σωστή και λελογισμένη χρήση των κονδυλίων που εξοικονομούνται. Και αυτό γενικά ισχύει: εμείς εμπιστευόμαστε την κυβέρνησή μας και θεωρούμε, μεταξύ άλλων, πως οι φόροι που πληρώνουμε επενδύονται με σωστό τρόπο».
Κάπως έτσι η Νορβηγία διαθέτει μια εξαιρετική κοινωνική πολιτική, αλλά και μια αρκετά ομογενοποιημένη κοινωνία, χωρίς χάσμα στις τάξεις. Ο κόσμος δεν ξοδεύει αλόγιστα, δεν κάνει σπατάλες και δεν ξοδεύει χάριν κοινωνικής επίδειξης. Έμαθε να ζει λιτά, αν και όχι φτωχικά.
«Οταν έχεις εμπιστοσύνη στους κυβερνώντες, τότε η οικονομική ανάπτυξη έρχεται ευκολότερα, με αποτέλεσμα όλοι να είναι ευχαριστημένοι με το επίπεδο της διαβίωσής τους», καταλήγει ο καθηγητής Καπέλεν.
Σύμφωνα με έρευνα του νεοϋορκέζικου πανεπιστημίου Κολούμπια (2012), οι Νορβηγοί συγκαταλέγονται ανάμεσα στους πιο ευτυχισμένους πολίτες στο κόσμο (πάντα κατά δήλωσή τους) μαζί με τους Δανούς και τους Σουηδούς.