Προσπάθεια υπονόμευσης της ειρηνευτικής διαδικασίας βλέπει πίσω από την κράτηση του ηγέτη του Σιν Φέιν, Τζέρι Άνταμς, ο Μάρτιν ΜακΓκίνες, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Βορείου Ιρλανδίας και πρώην ηγέτης του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA).

Ο Άνταμς συνεχίζει να κρατείται για την υπόθεση απαγωγής και δολοφονίας της 37χρονης Τζιν ΜακΚόνβιλ από τον IRA το 1972 στο Μπέλφαστ.

Ο ΜακΓκίνες, και αυτός μέλος του Σιν Φέιν, είπε ότι η αστυνομική υπηρεσία της Βορείου Ιρλανδίας περιέχει μια «σκοτεινή πλευρά», η οποία είναι «κακόβουλη και κατηγορηματικά εχθρική απέναντι στην ειρηνευτική διαδικασία».

«Ξέρω ότι έχουμε δει αυτήν την σκοτεινή πλευρά να δοκιμάζει τις δυνάμεις της τις τελευταίες ημέρες» δήλωσε.

Πρόσθεσε ότι ο ίδιος θεωρεί τη σύλληψη του ηγέτη του Σιν Φέιν ως «ηθελημένη προσπάθεια να επηρεαστεί το αποτέλεσμα των εκλογών που πρόκειται να λάβουν χώρα σε τρεις εβδομάδες, βόρεια και νότια του νησιού».

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της κυβέρνησης της Βορείου Ιρλανδίας, Πήτερ Ρόμπινσον, αρνήθηκε ότι η σύλληψη του Άνταμς ήταν πολιτικά υποκινούμενη.

Ο Τζέρι Άνταμς πέρασε τη νύχτα υπό κράτηση και συνεχίζει να κρατείται. Πριν από την σύλληψή του το βράδυ της Τετάρτης, ο ηγέτης του Σιν Φέιν είπε ότι είναι «αθώος» όσον αφορά την υπόθεση.

Ο Άνταμς μπορεί να βρίσκεται υπό κράτηση έως και 48 ώρες (μέχρι το βράδυ της Παρασκευής), πριν ένας δικαστής κληθεί να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει να κρατείται ή εάν θα αφεθεί ελεύθερος.

Σύμφωνα με τη βρετανική αντιτρομοκρατική νομοθεσία, ένας ύποπτος μπορεί να κρατείται μέχρι και 28 ημέρες πριν του απαγγελθούν κατηγορίες.

Η σύλληψη του Τζέρι Άνταμς ακολούθησε μετά την απόκτηση από την αστυνομία συνεντεύξεων που είχαν δώσει πρώην αντάρτες του IRA, σχετικά με την υπόθεση, η οποία θεωρείται μία από τις πλέον «μαύρες» στιγμές της περιόδου των Ταραχών στη Βόρεια Ιρλανδία.

Η 37χρονη Τζιν ΜακΚόνβιλ, χήρα και μητέρα δέκα παιδιών, σύρθηκε έξω από το διαμέρισμά της υπό την απειλή όπλου μπροστά στα μάτια των παιδιών της λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1972 και έκτοτε θεωρήθηκε ως «αγνοούμενη».

Η σορός της εντοπίστηκε δεκαετίες αργότερα, το 2003 -τέσσερα χρόνια αφότου ο IRA παραδέχτηκε τη δολοφονία της θεωρώντας ότι είναι «πληροφοριοδότης».

Αν και οι συνεντεύξεις δεν έχουν νομική αξία, καθώς δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικό στοιχείο, θα χρησιμοποιηθούν από την αστυνομία για να πιέσουν τον Άνταμς να απαντήσουν σε συγκεκριμένες δηλώσεις που γίνονται στις συνεντεύξεις.