«Μακάρι να είχαμε γίνει Αργεντινή. Πέρασαν δυσκολίες, αλλά κατάφεραν να σταθούν με αξιοπρέπεια στα πόδια τους» έλεγαν μέχρι πρόσφατα κάποιοι στον ΣΥΡΙΖΑ. «Αν γίνουμε Αργεντινή, θα βυθιστούμε σε εφιαλτικές καταστάσεις» απαντούσε η ΝΔ. Η Αργεντινή «παίζει» πολύ τα τελευταία χρόνια στην ελληνική πολιτική σκηνή –τελευταία φορά αναφέρθηκε σε αυτήν ο Πρωθυπουργός σε ομιλία του προς την Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ την περασμένη Πέμπτη. «Παίζει» πολύ στην Ελλάδα επειδή, στα τέλη 2001-αρχές 2002, μαστιζόμενη από την κρίση, η Αργεντινή προχώρησε σε μονομερή στάση πληρωμών προς τους δανειστές της. Στάση την οποία οι μεν θεωρούν ένδοξη, οι δε καταστροφική.

«Θυμάμαι πως όταν η Αργεντινή προχώρησε σε αυτή την κίνηση, τα μέλη του Κογκρέσου της χώρας χειροκρότησαν όρθια»
λέει στο «Βήμα» ο Αργεντινός Γκιγέρμο Βουλετίν από το Brookings στην Ουάσιγκτον, ο οποίος διδάσκει Διεθνή Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς στις ΗΠΑ. «Δεν θα συμβούλευα καμία χώρα να κάνει στάση πληρωμών στα χρέη της. Στην περίπτωσή μας εξελίχθηκε τραγικά. Σήμερα η κυβέρνηση τυπώνει καθημερινά πέσος και τα πάντα καταρρέουν».
Την ίδια άποψη εκφράζει μιλώντας προς το «Βήμα» και ο συμπατριώτης του, Αριελ Κόρενμπεργκ, καθηγητής Οικονομικής Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο του Μπουένος Αϊρες: «Η κατάσταση της Ελλάδας και της Αργεντινής είναι τελείως διαφορετικές. Η Αργεντινή άλλωστε έκανε τη στάση πληρωμών από ανάγκη και όχι από επιλογή».
Ο κ. Κόρενμπεργκ εξηγεί ότι η Αργεντινή έχει βιώσει επανειλημμένως υπερπληθωρισμό, γεγονός που δημιούργησε στην κοινωνία μια έλλειψη εμπιστοσύνης στο ίδιο της το νόμισμα. Η οικονομία δεν παρήγαγε συνάλλαγμα και συνεπώς η Αργεντινή βρέθηκε, από το 1998, με υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Οταν ενέσκηψε η κρίση, είχε ήδη χάσει την αξιοπιστία της. Η χώρα είναι εξαρτημένη από τις εξαγωγές σε τρόφιμα, ιδίως σόγια. Η τιμή της σόγιας ήταν υψηλή, αλλά από το 2001 καταβαραθρώθηκε σε ιστορικό ναδίρ. «Η στάση πληρωμών ήταν μια έσχατη λύση ανάγκης» λέει.
Αμέσως μετά τη στάση ο πληθωρισμός σκαρφάλωσε στο 41% και η φτώχεια στο 60% του πληθυσμού, που ορμούσε στα φορτηγά-ψυγεία τα οποία μετέφεραν κρέας και λεηλατούσε σουπερμάρκετ για να φάει. Ακολούθησε μια περίοδος «κινεζικής ανάπτυξης» (5%-7%) ως το 2007, όταν ξανάρχισε η κάτω βόλτα. Σήμερα, στη δεύτερη θητεία στην προεδρία της Κριστίνα Φερνάντες ντε Κίρσνερ, η οποία τοποθετείται πιο αριστερά από τους κλασικούς περονιστές, η οικονομία της Αργεντινής είναι στα πρόθυρα κατάρρευσης.

«Η κυβέρνηση συνεχίζει να υποτιμά το πέσο για να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Από το 2011 υπάρχει μεγάλη φυγή κεφαλαίων. Το απόθεμα της κεντρικής τράπεζας της Αργεντινής σε δολάρια μειώθηκε από τα 52 δισ. το 2010 στα 28 δισ. σήμερα»
προσθέτει ο κ. Κόρενμπεργκ. Και εξηγεί: «Η κυβέρνηση έχασε τις περσινές τοπικές εκλογές και σήμερα είναι πολύ αδύναμη. Δεν έχει καμία αξιοπιστία γιατί, μεταξύ άλλων, μαγειρεύει τα στατιστικά στοιχεία. Υστερα από τα τελευταία μέτρα που πήρε, το πέσο έκανε βουτιά 20% μέσα σε μία ημέρα –η κυβέρνηση λέει μόνο 8%. Αυτό αποτελεί σύμπτωμα του ότι η οικονομική κατάσταση δεν έχει ισορροπήσει. Δεν διαθέτουμε, όμως, άλλο εργαλείο πέρα από την υποτίμηση, επειδή, αν βγούμε στις αγορές για να δανειστούμε, το επιτόκιο φθάνει το τελείως απαγορευτικό 15%». Για τη σύγκριση, οι ευρωπαϊκές χώρες δανείζονται με επιτόκιο κάτω του 5% από τις αγορές, η Ελλάδα με 2% από τον Μηχανισμό Στήριξης της ΕΕ.
Ο κ. Βουλετίν, από την πλευρά του, εξηγεί ότι «η κυβέρνηση επιχείρησε την περασμένη εβδομάδα να χαλαρώσει τους αυστηρούς περιορισμούς προκειμένου ορισμένοι να έχουν πρόσβαση σε δολάρια. Αλλά η πρόσβαση βασίζεται στο εισόδημα και όχι στην περιουσία. Για να μπορεί κάποιος να αγοράσει δολάρια πρέπει να εργάζεται (40% του πληθυσμού) και να κερδίζει πάνω από 900 δολάρια τον μήνα. Αυτό σημαίνει ότι πρόσβαση σε δολάρια θα αποκτήσει τελικά ένα 12%-15% του πληθυσμού. Αποτελεί αυτό πραγματική χαλάρωση των περιορισμών; Η κυβέρνηση προσπαθεί να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση της χαλάρωσης».
Συνεχίζοντας την απαρίθμηση των σημερινών προβλημάτων της αργεντίνικης οικονομίας, ο κ. Βουλετίν λέει ότι «η κεντρική τράπεζα δαπανά 20 εκατ. δολάρια την ημέρα, δηλαδή 600 εκατ. τον μήνα από τα αποθέματά της σε δολάρια, εν μέρει για να αποπληρωθούν χρέη και εν μέρει για εισαγωγές, κυρίως στην ενέργεια». Ο ίδιος δηλώνει απαισιόδοξος για τις προοπτικές της οικονομίας της χώρας του.

«Η κυβέρνηση κατηγορεί τις αγορές και τους καιροσκόπους που αγοράζουν δολάρια στη μαύρη αγορά. Η διάγνωσή της είναι ως συνήθως λανθασμένη. Προφανώς ο κόσμος κάνει το παν για να αποκτήσει δολάρια. Οι Αργεντινοί είναι αρκετά έξυπνοι για να γνωρίζουν ότι πρέπει να προστατευτούν από τον πληθωρισμό. Η κυβέρνηση τους κατηγορεί, αλλά αυτοί απλώς προσπαθούν να προστατεύσουν τα χρήματά τους μετατρέποντάς τα σε δολάρια, για να μην εξανεμιστούν από τον πληθωρισμό. Με την Κριστίνα Φερνάντες, ιδίως στη δεύτερη θητεία της, χάσαμε κάθε ανταγωνιστικότητα. Το μόνο που μας δίνει μια ανάσα είναι οι εξαγωγές σόγιας. Χωρίς τη σόγια θα ήμασταν χαμένοι»
λέει.
Ενα άλλο πρόβλημα που εντοπίζει ο κ. Βουλετίν είναι ότι «στην κυβέρνηση συνυπάρχουν από μαρξιστές μέχρι κεντροδεξιοί και αυτό αντικατοπτρίζεται στις αντιφατικές πολιτικές που εφαρμόζονται. Υπάρχει τεράστια αβεβαιότητα». Και καταλήγει: «Ολα τα δεινά της οικονομίας της Αργεντινής είναι αποτέλεσμα κακών πολιτικών που εφαρμόστηκαν εντός της χώρας. Μόνοι μας βγάλαμε τα μάτια μας».


Μαύρη ανάκαμψη


Πληθωρισμός: το άλλο όνομα της φτώχειας

Το 2002, αμέσως μετά τη χρεοκοπία της Αργεντινής και τη στάση πληρωμών, το 60% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. Σήμερα το ποσοστό αυτό είναι 28% αλλά ο πληθωρισμός ξεπερνά το 30% πλήττοντας περισσότερο τα κατώτερα στρώματα.

Δολάριο: το επικίνδυνο νόμισμα-σωσίβιο
Χώρα πλούσια σε φυσικούς πόρους και η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής, η Αργεντινή βρίσκεται σε έναν φαύλο κύκλο ανάπτυξης-ύφεσης. Λόγω των πολλών κρίσεων που βίωσαν στο πρόσφατο παρελθόν, οι Αργεντινοί έχουν πραγματική μονομανία με το δολάριο, που το αγοράζουν ως και 50% ακριβότερα στη μαύρη αγορά.
Μέτρα: σκληρά, όσο και αναποτελεσματικά
Από το πάγωμα των καταθέσεων για έναν χρόνο το 2002 ως τους σημερινούς περιορισμούς δύο αγορών τον χρόνο από το Internet συνολικής αξίας μέχρι 25 δολαρίων, οι Αργεντινοί υφίστανται σκληρά, όσο και επί της ουσίας αναποτελεσματικά, μέτρα για να ανακάμψει η οικονομία τους.

Ρικάρντο Σαλβατόρε: Η κυβέρνηση έχει κάνει εχθρό της τη μεσαία τάξη
Τις κοινωνικές επιπτώσεις από τα μακροχρόνια προβλήματα στην οικονομία της Αργεντινής εξηγεί στο «Βήμα» ο Αργεντινός Ρικάρντο Σαλβατόρε, καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Φλώριδας.

«Υστερα από την κρίση του 2002 και την υποτίμηση του νομίσματος, ακολούθησε μια περίοδος γοργής ανάκαμψης και ανάπτυξης το 2003-2006. Η οικονομία άρχισε να τελματώνει το 2008».
Για να αντιμετωπίσει την τελμάτωση, «το κυβερνών κόμμα ριζοσπαστικοποιήθηκε: για παράδειγμα, κρατικοποίησε την αεροπορική και την πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας. Αυτό δημιούργησε μεγάλη ανασφάλεια. Ως το τέλος του 2012, η φυγή κεφαλαίων ήταν ασταμάτητη. Η κυβέρνηση προσπάθησε να την αντιμετωπίσει πιέζοντας ή απειλώντας τις τράπεζες. Επέβαλε περιορισμούς στις εισαγωγές και ανάγκασε τους εξαγωγείς να πουλήσουν τα δολάριά τους. Ο κόσμος προσπάθησε να περισώσει ό,τι μπορούσε αγοράζοντας δολάρια αλλά η κυβέρνηση το απαγόρευσε».
Η πολιτική αυτή επιτάχυνε τον πληθωρισμό ο οποίος φτάνει σήμερα το 28%-30% τον χρόνο και κάθε μήνα χειροτερεύει. «Η κυβέρνηση τυπώνει όλο και περισσότερο χρήμα το οποίο ο κόσμος χρησιμοποιεί για ν’ αγοράζει δολάρια. Η κυβέρνηση έπαψε να τους πουλά δολάρια και σε λιγότερο από έναν χρόνο διπλασιάστηκε η ισοτιμία πέσο – δολαρίου. Αυτό ενίσχυσε περαιτέρω την αβεβαιότητα» μας λέει.

«Η κυβέρνηση αντιστάθμισε την έλλειψη επενδύσεων εν μέρει επιβάλλοντας φόρους –η φορολογία είναι πολύ υψηλή στην Αργεντινή –ή τυπώνοντας χρήμα».
Ο πληθωρισμός διέβρωσε τα εισοδήματα.

«Οι πλήρεις επιπτώσεις δεν έχουν φτάσει ακόμη στον λαό»,
λέει και δίνει ένα παράδειγμα: «Ενα από τα κορυφαία ζητήματα είναι οι επιδοτήσεις στην ενέργεια και τις συγκοινωνίες. Ο κόσμος συνήθισε τις χαμηλές τιμές. Ομως η κυβέρνηση τώρα θα τις αυξήσει». Δίνει και άλλο παράδειγμα: «Η κυβέρνηση προσπάθησε να ελέγξει τις τιμές ορισμένων βασικών αγαθών, όπως το γάλα και το αλεύρι. Απείλησε μάλιστα ότι θα δημιουργούσε πολιτοφυλακές που θα ήλεγχαν τις τιμές των σουπερμάρκετ. Το μέτρο αυτό δεν λειτούργησε. Στην πράξη το γάλα σταθερής τιμής, για παράδειγμα, εξαφανιζόταν αμέσως από τα ράφια των σουπερμάρκετ και δημιουργούνταν ελλείψεις. Εν ολίγοις, η κυβέρνηση προσπάθησε να μεταχειριστεί τον έλεγχο των τιμών για να ελέγξει την οικονομία ενώ παράλληλα τύπωνε χρήμα δημιουργώντας πληθωρισμό. Οι πολιτικές αυτές είναι αντιφατικές».

«Οι λεηλασίες του Δεκεμβρίου 2001 – αρχών 2002 οφείλονταν στη δραματική μείωση της προσφοράς χρήματος διότι οι τράπεζες μπλόκαραν τις καταθέσεις του κόσμου. Το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 20%, η ανεργία εκτοξεύτηκε. Εκείνη ήταν μια περίοδος απελπισίας και ανάγκης»
απαντάει.

«Οι πρόσφατες λεηλασίες σουπερμάρκετ»,
του Δεκεμβρίου 2013, «είχαν πολιτική σκοπιμότητα». «Οι λεηλασίες αυτές ήταν βεβαίως και προϊόν δυσαρέσκειας αλλά δεν οφείλονταν στην πείνα όπως εκείνες του 2002».
Μια από τις σημερινές επιπτώσεις αυτού του μακροχρόνιου κύκλου ανάπτυξης – ύφεσης είναι «η μαζική μετανάστευση επαγγελματιών της μεσαίας τάξης και εκπαιδευμένου δυναμικού. Η κυβέρνηση έχει κάνει εχθρό της τη μεσαία τάξη, λόγω της αύξησης της φορολογίας και της υποτίμησης του εισοδήματος. Η δυσαρεστημένη μεσαία τάξη μεταναστεύει και παίρνει μαζί της και τους τραπεζικούς της λογαριασμούς στο Μοντεβιδέο, στη Χιλή, στις ΗΠΑ».

Τα «κοράκια» των αγορών περιμένουν στη γωνία
Ακόμη κι αν η χώρα βρει λεφτά να δανειστεί, δεν θα μπορέσει να τα διαθέσει στη δοκιμαζόμενη κοινωνία

Η μονομερής στάση πληρωμών στο χρέος των 100 δισ. δολαρίων που κήρυξε η Αργεντινή το 2002 ήταν η μεγαλύτερη στην Ιστορία (οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι μέχρι σήμερα έχει ξεπεραστεί μόνο από την πρόσφατη αναδιάρθρωση χρέους 200 δισ. ευρώ της Ελλάδας). Αλλά λίγα χρόνια αργότερα, η Αργεντινή προσφέρθηκε να πληρώσει τους πιστωτές της με κούρεμα άνω του 70%. Οι περισσότεροι (το 92%) αποδέχθηκαν τη συμφωνία, εκτός από δύο αδίστακτα hedge funds, τα NML Capital και Aurelius, τα οποία κατέφυγαν στα αμερικανικά δικαστήρια ζητώντας να αποπληρωθούν στο σύνολο των 1,3 δισ. δολαρίων που δάνεισαν στη χώρα συν τους τόκους.
Η Αργεντινή υποστηρίζει ότι τα δύο hedge funds, που ανήκουν στην κατηγορία των «όρνεων» των αγορών, δεν θα πάρουν τίποτε αφού δεν δέχθηκαν να συμμετάσχουν στη συμφωνία. Η υπόθεση έχει φθάσει στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Ο Λευκός Οίκος είναι με το μέρος της Μπουένος Αϊρες. Τα δύο hedge funds προσπαθούν να κάνουν όσο δύσκολη γίνεται τη ζωή της Αργεντινής. Για παράδειγμα, κατάσχεσαν το αργεντίνικο πολεμικό πλοίο «Libertad», που είχε πιάσει λιμάνι στην Γκάνα στα τέλη του 2012, ζητώντας «λύτρα» 20 εκατ. δολ. Το πλοίο κρατήθηκε για δύο μήνες ώσπου δικαστήριο του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας διέταξε την Γκάνα να το ελευθερώσει.
Ακόμη κι αν η χώρα βρει λεφτά, δεν θα μπορέσει να τα διαθέσει στη δοκιμαζόμενη κοινωνία. Αν η Αργεντινή καταφέρει να δανειστεί σε δολάρια, το ποσό αυτομάτως θα «κλειδωθεί» έως ότου τελεσιδικήσει η υπόθεση με τα δύο hedge funds. Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον διότι θα θέσει ένα σημαντικό προηγούμενο στις αναδιαρθρώσεις χρέους. Πολλοί μάλιστα ψέγουν την Ελλάδα που πλήρωσε το σύνολο του χρέους των 6,6 δισ. ευρώ σε όσους αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο κούρεμα του 2012 (προκειμένου να αποφύγει τις δίκες που αντιμετωπίζει η Αργεντινή): θεωρούν ότι δυσκολεύει τις μελλοντικές αναδιαρθρώσεις χρέους καθώς οι πιστωτές μπορεί να είναι λιγότερο διατεθειμένοι να δεχθούν κούρεμα αν γνωρίζουν ότι όσοι δεν το κάνουν θα αποπληρωθούν πλήρως.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ