Είναι άραγε ένας «Θαυμαστός καινούργιος κόσμος» αυτός που ξημερώνει για την ανθρωπότητα στην αυγή του 2014; Το σίγουρο είναι ότι αν σήμερα ζούσε ο συγγραφέας του ομώνυμου δυστοπικού μυθιστορήματος βρετανός λογοτέχνης Αλντους Χάξλεϊ, θα παρατηρούσε ένα κόσμο όπου οι ΗΠΑ δεν παίζουν πια τον «θέσφατο» ρόλο τους, αυτόν του «παγκόσμιου χωροφύλακα». Αλλαξαν άρδην οι συνθήκες, λόγω της κρίσης που ξέσπασε το 2008 και ακόμη σοβεί, της κλυδωνιζόμενης από χρέη, ανεργία και λιτότητα Ευρώπης, της ιλιγγιώδους ανάπτυξης της Κίνας και της ενίσχυσης της «ρωσικής αρκούδας». Αλλαξαν επίσης λόγω της μεταφοράς του γεωστρατηγικού κέντρου βάρους στη Νοτιοανατολική Ασία και στον Ειρηνικό Ωκεανό, των νέων τεχνολογιών που επιτρέπουν την εξόρυξη δυσπρόσιτων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, αλλά και των νέων ισχυρών «παικτών», όπως τα κράτη-«κλειδιά» BRICS (αρκτικόλεξο για τη Βραζιλία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική), που και αυτά όμως πλήττονται από το ανασφαλές παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Ολα αυτά συνετέλεσαν ώστε η αμερικανική υπερδύναμη, η νικήτρια του Ψυχρού Πολέμου, να αποδεχθεί τρόπον τινά τα όριά της και να αναδιπλωθεί, στρατιωτικά και οικονομικά. Δίπλα της συναντά επίδοξους ανταγωνιστές. Για παράδειγμα, όπως αποδεικνύεται και από τις πρόσφατες στρατιωτικές επεμβάσεις στη Λιβύη και μετά στο Μάλι, όλοι θέλουν ένα κομμάτι από την υποσαχάρια Αφρική που αναδύεται σαν σύγχρονο Ελντοράντο, με πολύτιμους φυσικούς πόρους.
Στο Ανατολικό Κονγκό οι ΗΠΑ προσπαθούν να εδραιωθούν σε περιοχές που ελέγχονται από τους εθνικιστές αντάρτες Μ23, όπου υπάρχει θησαυρός μεταλλευμάτων. Το Πεκίνο ήδη ρίχνει χρήμα στην Αφρική για τη δημιουργία δρόμων, λιμανιών και σιδηροδρομικών δικτύων, φτηνιάρικες «χάντρες»-ανταλλάγματα για την εγκαθίδρυση μιας στυγνής νεοαποικιοκρατίας σε συνεργασία με τις διεφθαρμένες τοπικές ελίτ.

«Το 2013, για πρώτη φορά από τη βιομηχανική επανάσταση του 19ου αιώνα, οι αναδυόμενες οικονομίες παρήγαγαν την πλειονότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών στον πλανήτη. Οι κάτοικοι των προηγμένων οικονομιών μπορεί να αντιπροσωπεύουν ένα ισχυρό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά πλέον είναι λιγότερο σημαντικοί οικονομικά απ’ ό,τι η μάζα των ανθρώπων που ζουν στις φτωχές χώρες και στις χώρες μεσαίου εισοδήματος»
σημειώνουν χαρακτηριστικά οι Κρις Γκάιλς και Κέιτ Αλεν των «Financial Times».
Και κάπως έτσι το λεξικό του διεθνολόγου έχει αποκτήσει έναν νέο όρο: την «πολυπολικότητα», δηλαδή το ότι υπάρχουν περισσότεροι από δύο πόλοι ανάπτυξης. Από τη μία η Αμερική, από την άλλη η Κίνα, στη μέση η Ευρωπαϊκή Ενωση και διάφοροι περιφερειακοί «παίκτες». Για να παραφράσουμε και το γνωστό κλισέ του 1980, πλέον δεν θα «φταρνίζονται» οι ΗΠΑ, αλλά θα φταρνίζεται η Κίνα, προκαλώντας «κρυολόγημα» στην παγκόσμια οικονομία.
Αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο είναι που φοβούνται οι Αμερικανοί και επιχειρούν να μετατοπίσουν το οικονομικό και στρατιωτικό κέντρο βάρους προς τη Νοτιοανατολική Ασία. Τα φαντάσματα των σινοϊαπωνικών πολέμων ξύπνησαν και ξεκίνησε η νέα διαμάχη για την ηγεμονία στον Ειρηνικό Ωκεανό. Κίνα και Ιαπωνία ερίζουν για τα διαφιλονικούμενα νησιά Σενκάκου μεταξύ Κίνας, Ιαπωνίας και Ταϊβάν με σημαντικά υποθαλάσσια κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οποιος από τους δύο διεκδικητές επικυρώσει την ηγεμονία του επί των νησιών θα «πετάξει» τον αντίπαλό του από την περιοχή. «Η Κίνα είναι πλέον η δεύτερη μεγαλύτερη χώρα παγκοσμίως σε στρατιωτικές δαπάνες και, αν μπορέσει να συνεχίσει αυτόν τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, θα φθάσει τα επίπεδα των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ μεταξύ του 2015 και του 2028» εκτιμά το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS).

«Θεωρώ πως αυτή που θα επηρεαστεί περισσότερο από την «πολυπολικότητα» είναι η Ευρώπη, που για δεκαετίες ολόκληρες εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις της Ουάσιγκτον. Πλέον η ΕΕ θα πρέπει να αποφασίσει είτε να ακολουθήσει τις πολιτικές των ΗΠΑ, ως πιστή σύμμαχος, είτε να τραβήξει τον δικό της, όλο και πιο ανεξάρτητο δρόμο»
λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Ρίτσαρντ Γουίτμαν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Κεντ της Βρετανίας.
Και κρούει ταυτόχρονα τον κώδωνα του κινδύνου για τα ενδεχόμενα γεωπολιτικά ρίσκα στον Ειρηνικό: «Υπάρχει όντως μια –δυστυχώς σοβαρή –πιθανότητα στην περιοχή αυτή στο μέλλον να λάβει χώρα μια στρατιωτική σύγκρουση ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα εμπλεκόμενα κράτη. Αυτό δεν σημαίνει πως η Ευρώπη διατρέχει άμεσο κίνδυνο, αφού είμαστε «εξωτερικοί παρατηρητές», αλλά η αλήθεια είναι πως η κατάσταση μπορεί, στην απευκταία αυτή περίπτωση, να περιπλακεί, καθώς η Ευρωπαϊκή Ενωση εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα, σε οικονομικό και εμπορικό επίπεδο».
Σε υποχώρηση οι BRICS


Οταν η Goldman Sachs το 2001 επινοούσε τον όρο BRIC για να περιγράψει μία από τις πιο ισχυρές επενδυτικές ομάδες χωρών του μέλλοντος, δεν γνώριζε ότι μία δεκαετία μετά τα τέσσερα συν ένα αυτά κράτη (Βραζιλία, Ρωσία, Iνδία και Κίνα με τη μετέπειτα προσθήκη της Νότιας Αφρικής) δεν θα εξακολουθούσαν να αποτελούν το ίδιο γερά «χαρτιά» στον τομέα της ανάπτυξης. Το ΑΕΠ της Βραζιλίας αναπτύχθηκε μόλις κατά 1% το 2012 και δεν αναμένεται να αναπτυχθεί πάνω από 2% για το 2013, η οικονομία της Ρωσίας δεν αναμένεται να αναπτυχθεί πέραν του 1,5%-2% το 2013, η ανάπτυξη στην Ινδία βρέθηκε στο 4% για το ίδιο έτος, από το αστρονομικό 11% το 2011, ενώ και στην Κίνα, την πιο μεγάλη οικονομία από όλες, η ανάπτυξη σημείωσε επιβράδυνση στο 7,8% μέσα στο 2013 –και για πρώτη φορά υποχώρησε κάτω από το 10%. Κοντολογίς, όλες τους κάνουν πολύ λιγότερα βήματα προόδου από το αναμενόμενο.
Επίσης πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι και μεταξύ τους διαφωνούν. Στη διήμερη σύνοδο κορυφής των BRICS στο Ντέρμπαν της Νοτίου Αφρικής, τον Μάρτιο του 2013, συζητήθηκε το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κοινής αναπτυξιακής τράπεζας και ενός κοινού «Ταμείου Αντικρίσης», ως αντίβαρων στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το Πεκίνο πρότεινε να διαμορφωθεί η συμμετοχή στο κεφάλαιο των νέων οργανισμών βάσει της αναλογίας του ΑΕΠ κάθε χώρας. Με την κινεζική οικονομία ωστόσο να είναι, για παράδειγμα, τέσσερις φορές μεγαλύτερη από τη ρωσική και την ινδική, οι «κόκκινοι καπιταλιστές» θα είχαν τον πλήρη έλεγχο και το σχέδιο εγκαταλείφθηκε.
Οι πόλοι του νέου κόσμου τελούν ακόμη υπό διαμόρφωση και ο παγκοσμιοποιημένος χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός –κάτι ξέρουν και οι δεμένες με τα μνημόνια χώρες της ευρωζώνης –μπορεί να γίνει μπούμερανγκ για λαούς και κυβερνώντες.

Οι νέοι πλούσιοι


Ανάπτυξη χωρίς την Ευρώπη

Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι ως το 2017 στις δέκα χώρες με το μεγαλύτερο ποσοστό της παγκόσμιας ανάπτυξης δεν θα υπάρχει καμία ευρωπαϊκή, ενώ συνολικά η ΕΕ θα αντιστοιχεί μόλις στο 5,7% της παγκόσμιας ανάπτυξης. Η Ινδία και η Κίνα θα καλύπτουν σχεδόν το ήμισυ της διεθνούς οικονομικής επέκτασης. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ότι το 2018 το ποσοστό της παγκόσμιας παραγωγής που θα αντιστοιχεί στις αναδυόμενες οικονομίες θα ενισχυθεί στο 55%, από 36% που είναι σήμερα.
Μετακινείται το κέντρο βάρους

Το McKinsey Global Institute επισημαίνει ότι αλλάζει το κέντρο βάρους της παγκόσμιας οικονομίας. Το 1950 βρισκόταν στα βόρεια της Ιρλανδίας στο μέσον του Βόρειου Ατλαντικού. Στη συνέχεια, όταν άρχισε να «απογειώνεται» οικονομικά η Ιαπωνία, το κέντρο βάρους απομακρύνθηκε από τις ΗΠΑ προς Ανατολάς, ενώ το 2025 εκτιμάται ότι θα βρίσκεται στο Νοβοσιμπίρσκ, στη Σιβηρία.
Κίνα και επισιτιστική αποικιοκρατία

Οι Ουκρανοί είναι φτωχοί, αλλά πολλά από τα χωράφια τους θρέφουν τους Κινέζους! Ο κινεζικός κολοσσός Xinjiang Production συμφώνησε με τη φιλορωσική κυβέρνηση του Κιέβου να καλλιεργήσει τεράστιες εκτάσεις που σταδιακά θα καλύψουν το 9% της αρόσιμης γης της Ουκρανίας –μια απέραντη καλλιεργήσιμη έκταση ίση με το Βέλγιο.
Η Ασία εξοπλίζεται σαν αστακός

Το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών (IISS) αναφέρει πως το 2012-13 οι αμυντικές δαπάνες των κρατών της Ασίας για πρώτη φορά ξεπέρασαν αυτές της Ευρώπης. Οι κινεζικές αμυντικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 8,3% ανάμεσα στο 2011 και το 2012, ενώ την ίδια στιγμή οι αμυντικές δαπάνες των ευρωπαϊκών κρατών-μελών του NATO συρρικνώθηκαν στα επίπεδα του 2006. (Στη φωτογραφία το πρώτο αεροπλανοφόρο της Κίνας, το «Λιαονίνγκ»).
Στα βήματα της Γερμανίας του 19ου αιώνα
«Η Κίνα δεν πρόκειται στο εγγύς μέλλον να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ»

Διανύουμε μια μεταβατική περίοδο, η οποία θυμίζει τα τέλη του 19ου αιώνα στην Ευρώπη με την άνοδο της τότε νεογέννητης (ιδρύθηκε το 1871) Γερμανίας, μόνο που στη θέση του Βερολίνου βρίσκεται το ανερχόμενο Πεκίνο, λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Ιαν Τέιλορ, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Σεντ Αντριους του Ηνωμένου Βασιλείου. Ωστόσο εκτιμά ότι η πρωτοκαθεδρία της Αμερικής στην παγκόσμια σκακιέρα δεν απειλείται ακόμη.


Αυτή η περιλάλητη «πολυπολικότητα» με ποιον τρόπο θα επηρεάσει το διεθνές γεωπολιτικό στερέωμα;
«Οι αντιπαλότητες και το κλίμα ανταγωνισμού ανάμεσα σε μεγάλες δυνάμεις θα αυξηθούν, ενώ οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν πάση θυσία να αυξήσουν την επιρροή τους, η οποία τα τελευταία χρόνια ολοένα και μειώνεται. Η Κίνα διαθέτει υψηλή αυτοπεποίθηση σε όλα τα επίπεδα και προετοιμάζεται να διεκδικήσει σημαντικό ρόλο στα παγκόσμια τεκταινόμενα. Αλλωστε, αν κάτι είναι ιστορικά αποδεδειγμένο, αυτό είναι το ότι όταν μια νέα μεγάλη δύναμη αρχίζει να ανεβαίνει, τότε είναι που δημιουργούνται προβλήματα. Λόγου χάρη, στα τέλη του 19ου αιώνα η άνοδος της Γερμανίας προκάλεσε ένταση στη γειτονική της Γαλλία και κατόπιν στη Μεγάλη Βρετανία, μια κατάσταση που κορυφώθηκε με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οπότε μάλλον διανύουμε μια μεταβατική περίοδο. Πιστεύω πάντως ότι η Κίνα δεν πρόκειται, στο εγγύς μέλλον, να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ, αφού δεν διαθέτει ούτε το οικονομικό ούτε το στρατιωτικό υπόβαθρο για να γίνει η υπ’ αριθμόν 1 διεθνής δύναμη».

Η παγκόσμια στρατιωτική και οικονομική επιρροή των ΗΠΑ πιστεύετε ότι θα μειωθεί ακόμη περισσότερο;
«Αυτό θα εξαρτηθεί από το ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ. Αυτό που ωστόσο θεωρώ πως δεν πρόκειται να αλλάξει είναι η ολοένα και πιο μειωμένη στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο εξωτερικό. Πιστεύω ότι ο επόμενος πρόεδρος θα συνεχίσει το έργο του Ομπάμα και το στρατιωτικό «κουτσούρεμα», αφού αυτό συμφέρει στην τρέχουσα χρονική συγκυρία τις ΗΠΑ, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο. Οπότε θεωρώ ότι η Αμερική σταδιακά θα είναι ολοένα και λιγότερο διατεθειμένη να αναλάβει τον ρόλο του «παγκόσμιου χωροφύλακα»».

Κάποιες χώρες, όπως η Κίνα, γίνονται ολοένα και πιο ισχυρές
«Πετρέλαιο και φυσικό αέριο αιτία των διενέξεων στον Ειρηνικό»

Ο Ειρηνικός Ωκεανός δεν είναι πια μια «αμερικανική λίμνη» και η Ουάσιγκτον αδυνατεί πλέον να επιτύχει μόνη της οποιονδήποτε διεθνή στόχο της, λέει μιλώντας στο «Βήμα» ο Ρίτσαρντ Κάπλαν, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.


Ποιοι είναι οι κίνδυνοι από τη μετατόπιση του στρατιωτικού κέντρου βάρους στη Νοτιοανατολική Ασία;
«Αυτή τη στιγμή στην περιοχή της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας υπάρχουν τουλάχιστον επτά εδαφικές διενέξεις ανάμεσα στην Κίνα και σε έξι άλλα κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας. Πολλές εξ αυτών μπορεί να μοιάζουν ασήμαντες αλλά οφείλοναι στη διαμάχη για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στην περιοχή αυτή και τον στρατηγικό έλεγχο των θαλασσίων οδών. Και μπορεί αυτή η περιβόητη αντίληψη του Ειρηνικού Ωκεανού ως μιας «αμερικανικής λίμνης» να είναι αναχρονισμός από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αλλά οι ΗΠΑ έχουν έντονη παρουσία στην περιοχή και τις ενδιαφέρει πολύ ο συσχετισμός δυνάμεων».

Η παγκόσμια στρατιωτική και οικονομική επιρροή των ΗΠΑ φθίνει;
«Η επιρροή των ΗΠΑ θα συνεχίσει να είναι φθίνουσα, αντιμετωπίζοντας και την άνοδο της Κίνας, που την επόμενη δεκαετία θα είναι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Οπότε το ερώτημα είναι: Η Κίνα θα αποδεχθεί το υπάρχον στάτους κβο ή θα γίνει η επόμενη μεταρρυθμιστική δύναμη; Κατ’ εμέ, θα επιλέξει το πρώτο, να κινηθεί συντηρητικά, καθώς έχει επωφεληθεί πάρα πολύ από την υπάρχουσα κατάσταση».

Ζούμε ήδη μέσα σε ένα πολυπολικό γεωστρατηγικό περιβάλλον;
«Σαφώς. Οι ΗΠΑ παραμένουν το πιο ισχυρό κράτος στο κόσμο, αλλά πλέον μπορούν να επιτύχουν τους στόχους τους μόνο με τη συνδρομή άλλων χωρών. Και αυτό επειδή πολλές από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ (από την κλιματική αλλαγή ως την τρομοκρατία) είναι αποκύημα της παγκοσμιοποίησης και της αλληλεξάρτησης με άλλα κράτη».

Οι ΗΠΑ αποχωρούν δικαιωμένες ή χαμένες από την εμπλοκή τους στο Αφγανιστάν;
«Το Αφγανιστάν είναι ένα από τα πολλά κράτη ή περιοχές που έλαβαν μεγάλα χρηματικά ποσά για ανοικοδόμηση. Ωστόσο, μετά από 12 χρόνια οι ΗΠΑ αποχωρούν έχοντας χάσει λεφτά και αφήνοντας πίσω ένα διεφθαρμένο καθεστώς με αδύναμη οικονομία που εξαρτάται από τη διεθνή βοήθεια. To Αφγανιστάν είναι παράδειγμα προς αποφυγήν παρά υπόδειγμα νεοαποικιοκρατίας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ