Με δυο χρόνια φυλάκιση απειλείται ο γλύπτης που φιλοτέχνησε έργο από τσιμέντο το οποίο παρουσιάζει ένα στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού να βιάζει μια έγκυο γυναίκα. Το θέμα του γλυπτού _ οι βιασμοί γυναικών που διέπραξαν οι Σοβιετικοί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο _ ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών στον Γκντανσκ, όπου τοποθετήθηκε, τόσο από Ρώσους αλλά όσο και από Πολωνούς.
Ο καλλιτέχνης, ο 26χρονος πολωνός Γιέρζι Μπόχνταν Σούμτσικ, επιθυμούσε να παρουσιάσει την τραγωδία και τον πόνο των θυμάτων βιασμού. Όμως σήμερα βρίσκεται υπό έρευνα από τις πολωνικές αρχές, με την κατηγορία της προτροπής για ρατσιστική ή εθνικιστική βία, παρά το γεγονός ότι το γλυπτό στήθηκε μόνο για μια νύχτα. Το τοποθέτησε ο καλλιτέχνης, χωρίς να λάβει άδεια, στο Γκντανσκ δίπλα σε ένα σοβιετικό άρμα μάχης το οποίο αποτελεί μνημείο της κομμουνιστικής εποχής προς τους άντρες του Κόκκινου Στρατού που απελευθέρωσαν την πόλη αυτή της βόρειας Πολωνίας από τους ναζί το 1945.
Το τσιμεντένιο γλυπτό παρουσιάζει ένα στρατιώτη, που φαίνεται ότι είναι Ρώσος από το κράνος του, να γονατίζει ανάμεσα στα πόδια μιας γυναίκας σε προχωρημένη εγκυμοσύνη η οποία είναι ξαπλωμένη στο έδαφος. Ο στρατιώτης κρατάει τα μαλλιά της με το αριστερό του χέρι ενώ με το δεξί βάζει ένα πιστόλι στο στόμα της. Ο τίτλος του έργου είναι «Komm, Frau» που σημαίνει «Ελα, γυναίκα» στα γερμανικά.
Η αστυνομία αφαίρεσε το γλυπτό λίγες ώρες μετά την τοποθέτησή του, οι οποίες όμως στάθηκαν αρκετές για να ξεσπάσουν οργισμένες αντιδράσεις. Ο ρώσος πρέσβης στη Βαρσοβία Αλεξάντερ Αλεξέγεφ δήλωσε «βαθιά οργισμένος» και κατηγόρησε τον Σούμτσικ ότι «με την ψευτο-τέχνη του βεβήλωσε τη μνήμη των 600.000 σοβιετικών στρατιωτών που έδωσαν την ζωή τους στον αγώνα για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της Πολωνίας». Ο ρώσος πρέσβης απαίτησε την «αρμόζουσα αντίδραση» των πολωνικών αρχών.
Η υπόθεση πυροδότησε διαμάχη στα μέσα ενημέρωσης και στο ίντερνετ, με την αντίθετη πλευρά να υποστηρίζει ότι το γλυπτό δεν αποτελεί προσβολή προς τους σοβιετικούς στρατιώτες αλλά ενσαρκώνει την σιωπηρή κραυγή των θυμάτων. Πολλοί τόνισαν την σεξουαλική βία που καταγράφεται σε όλους τους πολέμους απ’ όλες τις πλευρές.
Οι σοβιετικοί στρατιώτες βίαζαν τακτικά γυναίκες, ιδίως τους τελευταίους μήνες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στο Γκντανσκ, τα θύματά τους ήταν κυρίως Γερμανίδες αλλά και Ρωσίδες και Πολωνέζες που ήταν κρατούμενες των ναζί _ η πόλη του Γκντανσκ, Ντάντσιγκ στα γερμανικά, είχε κυρίως γερμανικό πληθυσμό τότε.
Στη Ρωσία, τα εγκλήματα που διέπραξε ο Κόκκινος Στρατός στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου παραμένουν μέχρι σήμερα ένα θέμα ταμπού.
Η αλήθεια είναι ότι παρόμοια εγκλήματα διέπραξαν όλες οι πλευρές. Τα τρία εκατομμύρια των γερμανών στρατιωτών που πέρασαν τα σοβιετικά σύνορα το 1941 διέπραξαν τέτοιες θηριωδίες που ήταν επόμενο να φθάσει η ώρα των αντιποίνων όταν ο Κόκκινος Στρατός προέλασε στη Γερμανία.
Πολλά από τα θύματα βιασμού αναγκάζονταν να κάνουν άμβλωση ή κολλούσαν σύφιλη ενώ τα περισσότερα από τα μωρά που γεννιόντουσαν μετά από μια τέτοια πράξη τα εγκατέλειπαν.
Ο Στάλιν εμφανώς ανεχόταν τους βιασμούς ως μέθοδο ανταμοιβής των στρατιωτών του και τρομοκρατίας των Γερμανών.
Τραγική ειρωνεία αποτελεί η περίπτωση του βερολινέζου δικηγόρου που κατάφερε να σώσει την ζωή της εβραίας συζύγου του από τους ναζί για να την δει θύμα ομαδικού βιασμού από σοβιετικούς στρατιώτες.
Ανάμεσα στις λίγες απτές μαρτυρίες είναι η επιστολή άντρα του Κόκκινου Στρατού προς την οικογένειά του το 1945: «Δεν μιλούν λέξη ρωσικά, αλλά αυτό κάνει τα πράγματα πιο εύκολα. Δεν χρειάζεται να τις πείσεις. Απλώς τις σημαδεύεις με το πιστόλι και τους λες να ξαπλώσουν. Υστερα κάνεις την δουλειά σου και φεύγεις».