Πισωγύρισμα πολλών δεκαετιών πραγματοποιεί τις τελευταίες εβδομάδες η Αίγυπτος, με την κατάσταση στη χώρα να εκτραχύνεται ακόμη περισσότερο αντί να εξομαλύνεται. Τόσο η αποφυλάκιση του έκπτωτου δικτάτορα Χόσνι Μουμπάρακ όσο και το ενδεχόμενο να τεθεί εκτός νόμου η Μουσουλμανική Αδελφότητα προλειαίνουν το έδαφος, σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, για μια επιστροφή της Αιγύπτου στο «ένοχο» παρελθόν της –με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Το «καμπανάκι» είχε χτυπήσει από τις 3 Ιουλίου, όταν ο επικεφαλής του αιγυπτιακού στρατού Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι ανέτρεψε τον πρόεδρο Μοχάμεντ Μόρσι, υποστηρίζοντας ότι προέβη στην κίνηση αυτή για να αποτρέψει τον κίνδυνο η χώρα να οδηγηθεί σε εμφύλια σύρραξη. «Η εγκατάλειψη της συνταγματικής τάξης δεν είναι μια βιώσιμη λύση και η ανατροπή του Μόρσι αποτελεί ένα μεγάλο πισωγύρισμα για τη δημοκρατία στην Αίγυπτο» είχε πει από τότε ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γκίντο Βεστερβέλε. Και δεν είχε άδικο: η χώρα αντί να κάνει βήματα προς τα εμπρός… οπισθοδρομεί σε κάθε επίπεδο –πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό. Στο ίδιο μήκος κύματος εκινείτο και η δήλωση των Αδελφών Μουσουλμάνων, πως «η στρατιωτική επέμβαση (της 3ης Ιουλίου) αποτελεί ένα ακόμη προσχεδιασμένο βήμα για την παλινόρθωση του καθεστώτος Μουμπάρακ».
Δυστυχώς, όλα τα στοιχεία δείχνουν πως όντως συντελείται μια επιστροφή στο πολιτικό παρελθόν της χώρας: την Τετάρτη, αιγυπτιακό δικαστήριο έδωσε εντολή για την αποφυλάκιση του Χόσνι Μουμπάρακ, γεγονός που αναμένεται να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά που ήδη καίει στην Αίγυπτο μετά το πραξικόπημα εναντίον του Μόρσι. Ο 85χρονος Μουμπάρακ, ο οποίος είχε ανατραπεί το 2011 και είχε καταδικαστεί πέρυσι σε ισόβια κάθειρξη για τον θάνατο 800 διαδηλωτών, πρόκειται να τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό –κίνηση που αποτελεί προσπάθεια της μεταβατικής κυβέρνησης να διασκεδάσει τις αρνητικές εντυπώσεις και να περιορίσει τις αντιδράσεις από την αποφυλάκισή του. Φυσικά, η απόφαση πάρθηκε, όπως τόνισε η σχετική ανακοίνωση, «στο πλαίσιο του νόμου περί εκτάκτου ανάγκης που έχει επιβάλει η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων», μια κατάσταση στην οποία η χώρα είχε πολύ καιρό να περιέλθει και ήταν σχεδόν ξεχασμένη στη λήθη του χρόνου.
Και φυσικά εκκρεμεί ακόμη το ζήτημα κατά πόσο θα τεθεί ή όχι εκτός νόμου η Μουσουλμανική Αδελφότητα (πρόταση που εγείρει το ενδεχόμενο σύλληψης εκατοντάδων μελών της ισλαμικής οργάνωσης), κάτι που θα επιδείνωνε ακόμη περισσότερο την ήδη τεταμένη κατάσταση.

«Ενα τέτοιο σενάριο, μαζί με την προ ημερών σύλληψη του πνευματικού της ηγέτη Μοχάμεντ Μπαντί, θα αυξήσει τις εντάσεις, αφού έτσι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι θα γίνουν μια οργάνωση που θα λειτουργεί περιθωριακά και σε καθεστώς παρανομίας, όπως δηλαδή γινόταν από τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής της, το 1928, μέχρι σχετικά πρόσφατα. Ανησυχητικό είναι επίσης το ενδεχόμενο οι υποστηρικτές της οργάνωσης να καταφύγουν σε τρομοκρατικές ενέργειες, κάτι που θα ήταν εξαιρετικά δυσάρεστο, αφού η οργάνωση ήταν ανέκαθεν εναντίον της βίας»
σημειώνει στο «Βήμα» ο κ. Ταμίρ Σούκαρι, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Sierra στην Καλιφόρνια.
Ταυτόχρονα, όπως έγινε γνωστό από δικαστικές πηγές, απαγγέλθηκε στον Μόρσι μια νέα κατηγορία, αυτή της «συνέργειας σε δολοφονία και βασανιστηρίων σε βάρος διαδηλωτών», σχετικά με τις διαδηλώσεις που είχαν σημειωθεί έξω από το προεδρικό μέγαρο τον περασμένο Δεκέμβριο. «Δεν πρέπει να υποτιμάμε τον ρόλο που έπαιξε το «βαθύ κράτος Μουμπάρακ», δηλαδή τα απομεινάρια που άφησε πίσω του ο έκπτωτος πρόεδρος της χώρας: ανώτεροι αξιωματικοί της αστυνομίας, δημόσιοι υπάλληλοι, γραφειοκράτες, ακόμη και γνωστοί επιχειρηματίες εταιρειών τηλεπικοινωνίας όπως ο Ναγκίμπ Σαβίρις. Ολοι αυτοί ουδέποτε απέκοψαν τον ομφάλιο λώρο τους με το κράτος και μέχρι και σήμερα εργάστηκαν σκληρά προκειμένου να διασφαλίσουν πως ο Μόρσι θα εκδιωχνόταν από την εξουσία» καταλήγει ο κ. Σούκαρι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ