Η Πίνκι είναι μια 35χρονη Φιλιππινέζα που ζει σε μια παραγκούπολη, λίγο έξω από την πρωτεύουσα της χώρας Μανίλα, μαζί με τον σύζυγό της και τα πέντε τους παιδιά. Το σπίτι της είναι άθλιο, οι συνθήκες διαβίωσης κακές, αλλά ελπίζει πως σύντομα θα καταφέρει να προσφέρει στα παιδιά της ένα καλύτερο μέλλον στη δεύτερη πατρίδα της: τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Η Πίνκι ανήκει σε μια ξεχασμένη κατηγορία πολιτών: του λεγόμενους Αμερασιάτες.
Είναι δηλαδή ένα από τα χιλιάδες παιδιά, καρπούς συνήθως παράνομου έρωτα ανάμεσα σε αμερικανούς στρατιώτες που υπηρετούσαν επί δεκαετίες στις βάσεις των ΗΠΑ στη ΝΑ Ασία –ιδίως στις Φιλιππίνες –και μιας γηγενούς Ασιάτισσας.
Η μητέρα της Πίνκι, Μέρλι Ντάετ, μια Φιλιππινέζα που πλησιάζει τα 60 της, ερωτεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 τον αμερικανό ναύτη Τζίμι Εντουαρντς. Δεν ήταν πόρνη ούτε εκδιδόταν με σκοπό να βγάλει τα προς το ζην, αλλά ήταν μια νεαρή κοπέλα που αγάπησε έναν πολίτη ξένης χώρας.
Ο 22χρονος Τζίμι την αγάπησε κι εκείνος. Προσπάθησε να την παντρευτεί, αλλά σύμφωνα με τον στρατιωτικό κώδικα για να τελεστεί ο γάμος έπρεπε πρώτα να δώσει τη συγκατάθεσή του ο διοικητής του υποψήφιου γαμπρού, στη συγκεκριμένη περίπτωση ένας αμερικανός πλοίαρχος. Αυτό δεν συνέβη ποτέ. Οπότε, μετά την επιστροφή του Εντουαρντς στις ΗΠΑ, η Μέρλι έμεινε στη Μανίλα αγκαλιά με την κόρη τους, την Πίνκι, η οποία δεν γνώρισε τον πατέρα της για δεκαετίες.
Το 2005 η USA Bound, μια οργάνωση που αναλάμβανε να εντοπίζει παιδιά αμερικανών στρατιωτών στην Ασία, ειδοποίησε τον Εντουαρντς για την ύπαρξη της Πίνκι. Ο τότε 53χρονος στρατιωτικός μετέβη στις Φιλιππίνες και βρήκε την «ξεχασμένη» κόρη του να ζει σε συνθήκες ανέχειας. Της υποσχέθηκε πως θα τη βοηθούσε να πάρει την αμερικανική υπηκοότητα.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία των ΗΠΑ, κάθε παιδί που ο ένας του γονέας είναι αμερικανός υπήκοος δικαιούται την αμερικανική υπηκοότητα.
Αυτό έχει ήδη συμβεί με χιλιάδες παιδιά που γεννήθηκαν τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 στο Βιετνάμ, το Λάος, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και τη Νότια Κορέα.
Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν ισχύει για τους φιλιππινέζους Αμερασιάτες (στα αγγλικά «Amerasians» –η πατρότητα του όρου ανήκει στην αμερικανίδα συγγραφέα Περλ Μπακ), καθότι ο αμερικανικός νόμος ζητεί από τα παιδιά να προσκομίσουν τα δικαιολογητικά της καταγωγής του πατέρα τους ως την ηλικία των 18 ετών. Και αφού ο στρατός των ΗΠΑ αποχώρησε από τη χώρα το 1992 κι έχουν περάσει πάνω από είκοσι χρόνια, σχεδόν κάθε φιλιππινέζος Αμερασιάτης έχει χάσει την προθεσμία –και το δικαίωμα να διεκδικήσει την αμερικανική υπηκοότητα.
Η Πίνκι δεν είναι μόνη. Αλλα 250.000 παιδιά αμερικανών στρατιωτικών με Φιλιππινέζες περιμένουν μια ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ τους. Υπάρχει ιστορικό προηγούμενο: πρόκειται για τη λεγόμενη Αμερασιατική Πράξη του 1982, που επέτρεπε σε όσα παιδιά αμερικανών στρατιωτών γεννήθηκαν στο Βιετνάμ, το Λάος, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και τη Νότια Κορέα να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ.
Κάποια μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου προσπάθησαν τα προηγούμενα χρόνια να διορθώσουν αυτή τη διάκριση εις βάρος των φιλιππινέζων Αμερασιατών. Ο γερουσιαστής από τη Χαβάη Ντάνιελ Ινούγε, που πέθανε πέρυσι, προσπάθησε σε δύο περιπτώσεις, το 1997 και το 2001, να περάσει ένα νομοσχέδιο που θα έδινε το ίδιο δικαίωμα σε παιδιά που γεννήθηκαν από αμερικανό πατέρα και φιλιππινέζα ή γιαπωνέζα μητέρα. Ομως το νομοσχέδιο απορρίφθηκε και τις δύο φορές με τη λογική πως «οι Αμερασιάτες στις Φιλιππίνες και στην Ιαπωνία δεν ήταν καρπός παράνομης πορνείας, αλλά η σύλληψή τους έγινε σε καιρό ειρήνης».
Σήμερα οι ελπίδες για τη λύση αυτού του ανθρωπιστικού προβλήματος φουντώνουν ξανά. Προ ημερών η Γερουσία ψήφισε νομοσχέδιο της κυβέρνησης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα (που είναι και ο ίδιος παιδί ενός κενυάτη φοιτητή και μιας αμερικανίδας υπηκόου) που θα δώσει την ευκαιρία σε εκατομμύρια άτομα που διαμένουν στις ΗΠΑ παράνομα να αποκτήσουν την αμερικανική υπηκοότητα. Οι Αμερασιάτες εκτιμούν ότι κάποια στιγμή θα ανοίξει και για αυτούς ο δρόμος για την αναγνώριση –και, ενδεχομένως, για μια καλύτερη ζωή.

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 29 Μαΐου 2013

HeliosPlus