Είναι, χωρίς αμφιβολία, γερο-πρωταθλητής της επιβίωσης. Ενας από τους τελευταίους δεινοσαύρους του παλαιοπολιτικού «Τζουράσικ Παρκ» της Ιταλίας, εκείνου του εκκωφαντικά διεφθαρμένου συστήματος που κατέρρευσε τη δεκαετία του ’90 από τον μεγασεισμό της επιχείρησης «Καθαρά Χέρια» και τις αποκαλύψεις για την απέραντη «δωροδοκιούπολη».
Τώρα ο 80χρονος γερουσιαστής Φράνκο Μαρίνι ακούει το όνομά του να προτείνεται –φανερά ή πίσω από κλειστές πόρτες σε κομματικά παζάρια –για το ύπατο αξίωμα: την προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας. Τον προτείνει ο Πιερ Λουίτζι Μπερσάνι του Δημοκρατικού Κόμματος, τον δέχεται ο δεξιός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, δεν έχει αντίρρηση ο τεχνοκράτης που έγινε πολιτικός Μάριο Μόντι.
Ενας… αριστεροδεξιός παντός καιρού είναι ο Μαρίνι. Γεννημένος κοντά στη Λ’ Ακουιλα το 1933, με σπουδές Νομικής, ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τα κοινά τοποθετούμενος αμέσως στα δεξιά του γηπέδου: το 1950 έγινε μέλος της Χριστιανικής Δημοκρατίας.
Ασχολήθηκε με τον συνδικαλισμό σε αγρίως πολωμένο κλίμα, την εποχή που τα περισσότερα συνδικάτα ήταν «φρούρια» του πανίσχυρου Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Το 1985 εξελέγη επικεφαλής της συντηρητικής εργατικής συνομοσπονδίας CISL και λίγο αργότερα πέρασε και τυπικά στην απέναντι όχθη: από εκπρόσωπος των εργαζομένων έγινε υπουργός Εργασίας το 1991 στην κυβέρνηση του δικαστικώς αποδεδειγμένα συνεργάτη της Μαφίας, του σήμερα 94χρονου (επίσης γερουσιαστή) Τζούλιο Αντρεότι.
Οταν το κομματικό σύστημα βούλιαξε αύτανδρο λόγω της διαφθοράς, ο Μαρίνι παραδόξως επέζησε. Βρέθηκε στο πέλαγος με τη δική του «βάρκα»: το 1997 έφιαξε το μικρό κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα, που δεν μακροημέρευσε, αν και ο ίδιος το 1999 εξελέγη ευρωβουλευτής. Ποτέ δεν ακούστηκε τίποτα για συμμετοχή του σε σκάνδαλα, μίζες, καταχρήσεις ή για δεσμούς με το οργανωμένο έγκλημα.
Ακολούθησε η μεγάλη στροφή προς την Κεντροαριστερά. Διαβλέποντας ότι η πολιτική του επιβίωση θα ήταν αδύνατη εκτός ενός μεγάλου πολυσυλλεκτικού συνασπισμού, ο Μαρίνι επιλέγει να γίνει το δεξιό «άκρο» πρώτα στην κεντρώα συμμαχία της «Μαργαρίτας» (2002-2007) και ύστερα στην κεντροαριστερή συμμαχία του Δημοκρατικού Κόμματος (από το 2007 ως σήμερα) στην οποία η «Μαργαρίτα» προσχώρησε και απορροφήθηκε.
Στις 29 Απριλίου 2006 ο Μαρίνι εξελέγη πρόεδρος της Γερουσίας. Το τρένο της πιο μεγάλης ευκαιρίας (μέχρι πρότινος…) στην καριέρα του σταμάτησε μπροστά του στις 30 Ιανουαρίου 2008. Εκείνη την ημέρα τον κάλεσε στο Κυρηνάλιο ο πρόεδρος Ναπολιτάνο και του επέδωσε διερευνητική εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως. Ως «κεντροαριστερός» ο Μαρίνι την περιέφερε επί τέσσερις ημέρες στον «Καβαλιέρε» και στον ακροδεξιό Τζιανφράνκο Φίνι ώσπου την επέστρεψε άπραγος ομολογώντας δημοσίως ότι «είναι αδύνατον να προκύψει οποιαδήποτε συμφωνία, ιδίως για μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου».
Τον Απρίλιο του 2008 εξελέγη για τελευταία φορά γερουσιαστής με το Δημοκρατικό Κόμμα. Στις πρόσφατες εκλογές, τον Φεβρουάριο του 2013, απέτυχε να επανεκλεγεί. Συνεπώς ενδεχόμενη προεδροποίησή του ισοδυναμεί με «ανάκληση εξ εφέδρων» ενός ηλικιωμένου, σχετικά μικρού βεληνεκούς, ιταλού πολιτικού που συμβολίζει το παρελθόν.
Φαίνεται όμως ότι στην παρούσα φάση για την κυβερνητική ελίτ που κλονίζεται από την επέλαση του «αντισυστημικού» Κινήματος Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο ο δεξιών καταβολών και κεντροαριστερών επιλογών πρώην συνδικαλιστής, πρώην υπουργός και πρώην πρόεδρος της Γερουσίας συνιστά μια καλή προσωρινή λύση.
Ως πότε; Το πιθανότερο ως τις ερχόμενες εκλογές, οι οποίες, όπως όλα δείχνουν, δεν θα αργήσουν.
Η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να διαπραγματευθεί με τους δανειστές και τις Βρυξέλλες τη διαχείριση του βουνού του ιταλικού δημοσίου χρέους καθώς καραδοκούν οι αδηφάγες «αγορές» και ήδη τα επαχθή όσο και αναποτελεσματικά μέτρα λιτότητας έχουν εξοργίσει μεγάλο τμήμα του εκλογικού σώματος. Αρα η παρουσία στο Κυρηνάλιο ενός πρωταθλητή των συμβιβασμών, δηλαδή ενός ανθρώπου σαν τον Μαρίνι, χρειάζεται στους «συστημικούς» ιταλούς πολιτικούς, οι οποίοι απειλούνται ξανά –για δεύτερη φορά μέσα σε 20 χρόνια –να… εξαϋλωθούν.
Ολα αυτά βεβαίως υπό την αίρεση ότι οι διακομματικές ισορροπίες θα εκφραστούν στο πρόσωπο του Μαρίνι και όχι κάποιου άλλου, εξίσου «βολικού», ως προϊόν συμβιβασμού, προέδρου Δημοκρατίας.

HeliosPlus