Hταν ο πιο αμφιλεγόμενος και ιδεαλιστής ηγέτης στη Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια. Η 14χρονη ηγεσία του στη Βενεζουέλα οδήγησε σε σημαντική ανάδειξη της Aριστεράς στη Νότια Αμερική, αλλά η «σοσιαλιστική επανάσταση του 21ου αιώνα» ήταν ιδιαίτερα προσωποποιημένη και συνδεδεμένη με τον χαρισματικό λαϊκιστή. Ετσι, δεν είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστεί μετά τον θάνατό του, ούτε στη Βενεζουέλα ούτε στην ευρύτερη περιοχή.

Και αυτό «παρά την προθυμία των Βενεζουελανών να του δώσουν και τέταρτη θητεία στην προεδρία της χώρας. Τον Οκτώβριο, ο Ούγκο Τσάβες επανεξελέγη. Το ποσοστό των ψήφων μειώθηκε στο 55%, αλλά πρέπει να σημειωθεί ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία, ήταν τόσο άρρωστος που δεν κατάφερε να παρευρεθεί ούτε στην ορκωμοσία του τον Ιανουάριο. Ο θάνατός του αφήνει τους συμπατριώτες του χωρίς έναν ηγέτη, ο οποίος παρά τα ελαττώματά του, είχε την εμπιστοσύνη τους», γράφουν οι Financial Times.

Ποια είναι λοιπόν η πραγματική παρακαταθήκη του; Τι αφήνει πίσω του; Σίγουρα, ένα κοινωνικό έργο που έβγαλε από τη φτώχεια πολλούς Βενεζουελανούς. Για να διατηρήσει τη λαϊκή υποστήριξη, ο Τσάβες εκμεταλλεύθηκε τα κέρδη από το πετρέλαιο για να εφαρμόσει σειρά κοινωνικών προγραμμάτων για τη στέγαση, τη σίτιση και την υγεία των φτωχών. Αλλοι κοινωνικοί δείκτες, όπως τα ποσοστά αλφαβητισμού αυξήθηκαν επίσης επί της προεδρίας του.

Στο πολιτικό πεδίο, ο Τσάβες και το κίνημά του νίκησε εύκολα μια αντιπολίτευση, που ήταν πολυδιασπασμένη και ανίκανη να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα της Βενεζουέλας.
Το πολιτικό του όραμα μεταφράστηκε στην εξωτερική πολιτική με μια επιθετικά αντιιμπεριαλιστική πολιτική, με συχνές φραστικές επιθέσεις κατά των ΗΠΑ.
Αυτό φάνηκε καθαρά στις προεδρικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2012 τις οποίες κέρδισε, παρά την άνοδο της αντιπολίτευσης. Χάρη στην κοινωνική πολιτική του, ο Τσάβες είχε πάντα την αφοσίωση των πιο φτωχών στρωμάτων της κοινωνίας, αλλά και μέρους της μεσαίας τάξης.
Αλλά η κυβέρνησή του απέτυχε να αντιμετωπίσει κάποια κοινωνικά προβλήματα, όπως η υψηλή εγκληματικότητα. Η βία θερίζει στη χώρα, που έχει ένα από τα πιο υψηλά ποσοστά ανθρωποκτονιών παγκοσμίως.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι ο πληθωρισμός, που καλπάζει μετά την υποτίμηση του νομίσματος, παρά την υψηλή τιμή του πετρελαίου.

Το τρίτο είναι η κυβερνητική διαφθορά, η ευνοιοκρατία και ο νεποτισμός, κατηγορίες τις οποίες αρνείται η οικογένεια Τσάβες.

Τέλος, υπάρχει το ζήτημα της κακοδιαχείρησης των κρατικών πόρων, που είναι αποτέλεσμα της πολιτικοποίησης της γραφειοκρατίας, της δικαιοσύνης και των κρατικών επιχειρήσεων.
Οποιος και αν διαδεχθεί τον Ούγκο Τσάβες, είτε προέρχεται από το κόμμα του ή από την αντιπολίτευση, θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα, αλλά χωρίς να διαθέτει την αναμφίβολα χαρισματική προσωπικότητά του, χάρη στην οποία ο Κομαντάντε της Βενεζουέλας είχε υψηλή δημοτικότητα επί χρόνια.
Οταν συμβεί αυτό, θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στα 200 χρόνια της ιστορίας της χώρας.