Το νεοναζιστικό Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα (NPD) στη Γερμανία προσπαθεί να αποφύγει να καταβάλει το πρόστιμο – μαμούθ των 1,27 εκατομμυρίων ευρώ που του επέβαλε δικαστήριο για παρατυπίες στα οικονομικά του. Το κόμμα κάνει τα πάντα για να εμφανιστεί σαν θύμα διακρίσεων στο κοινοβούλιο, και να μην πληρώσει, τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Τα οικονομικά του NPD είναι στο «κόκκινο» εδώ και χρόνια. Η δικαστική απόφαση που του επέβαλε το πρόστιμο για λογιστικές, και φορολογικές παρατυπίες μπορεί να το οδηγήσει στην χρεοκοπία. Ηταν μια «καμπάνα» που του καταφέρει βαρύτατο πλήγμα, την ώρα που καταβάλλονται προσπάθειες για την απαγόρευση του νεοναζιστικού κόμματος.
Λόγω αυτής της κίνησης το NPD ξοδεύει περί τα 400.000 ευρώ κάθε χρόνο για νομικούς συμβούλους. Αν χάσει την κρατική επιχορήγηση που δίνεται στα κόμματα δεν θα καταφέρει να επιβιώσει, γράφει στο Spiegel online.
Το αντι-σημητικό, ρατσιστικό και ξενοφοβικό NPD εισέπραξε 1,32 εκατ. ευρώ από την κρατική επιχορήγηση, το 2011.
Αυτά τα χρήματα αναλογούν στο 41,9% των συνολικών εσόδων του κόμματος. Την ίδια χρονιά, τα χρέη του NPD ανέρχονταν σε 950.000 ευρώ.
Οι ακροδεξιοί εξτρεμιστές του κόμματος υπέστησαν άλλο ένα πλήγμα την Κυριακή, στις τοπικές εκλογές στην Κάτω Σαξωνία, όπου δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το κατώφλι του 1% ώστε να συνεχίσουν να λαμβάνουν την κρατική επιχορήγηση.
Κάποιοι Γερμανοί πολιτικοί εμφανίζονται διχασμένοι για το αν θα πρέπει να ζητήσουν την απαγόρευση του NPD, καθώς φοβούνται ότι μια ενδεχόμενη νέα δικαστική εμπλοκή του θέματος θα ισχυροποιούσε, αντί να αποδυναμώσει, τους νεοναζιστές.
Το NDP, που ιδρύθηκε το 1964 και αυτοχαρακτηρίζεται «πατριωτική δύναμη», θεωρείται ευρέως ρατσιστικό, και αντισημιτικό κόμμα, το οποίο διατηρεί στενούς δεσμούς με βίαιες νεοναζιστικές οργανώσεις.
Ενα πρώην υψηλόβαθμο μέλος του διατηρούσε δεσμούς με έναν τρομοκρατικό πυρήνα, τα μέλη του οποίου δολοφόνησαν τουλάχιστον οκτώ Τούρκους, έναν Έλληνα και μία γυναίκα αστυνομικό το διάστημα 2000-2007.
Η κυβέρνηση Μέρκελ διστάζει να κινήσει τη διαδικασία δικαστικής απαγόρευσης του NPD, επειδή φοβάται ότι το κόμμα μπορεί να προσφύγει αρχικά στο Ανώτατο Δικαστήριο της Γερμανίας και κατόπιν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και να πετύχει την άρση της απαγόρευσης.
Για να τεθεί εκτός νόμου το NPD η κυβέρνηση πρέπει να αποδείξει ότι, ακόμη και αν το κόμμα δεν συνηγορεί ανοιχτά υπέρ της βίας, απειλεί τη δημοκρατία τηρώντας μια «ενεργά επιθετική, μαχητική» στάση απέναντι στο κράτος.
Το 2003 η προσπάθεια απαγόρευσης του NPD απέτυχε όταν αποκαλύφθηκε ότι πληρωμένοι πληροφοριοδότες και πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών είχαν διεισδύσει στην ιεραρχία του.
Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα γιατί δεν μπορούσε να καθορίσει σε ποιο βαθμό οι πράκτορες είχαν επηρεάσει τις ενέργειες του κόμματος. Ταυτόχρονα, οι γερμανικές αρχές τότε ήταν απρόθυμες να δημοσιοποιήσουν την ταυτότητα των πρακτόρων αυτών.