Μοιάζει παράξενο, στην εποχή του κυβερνοπολέμου και των επιθέσεων με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, κι όμως το νεότερο μέτωπο στην αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας είναι μια τροπική θάλασσα, όπου η διάθεση για την εκμετάλλευση των πλούσιων αποθεμάτων της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο έχει πυροδοτήσει μια διαμάχη που θυμίζει τη «διπλωματία της κανονιοφόρου» του 19ου αιώνα.
Η κυβέρνηση Ομπάμα μπλέχτηκε για πρώτη φορά στα επικίνδυνα νερά της Θάλασσας της Νότιας Κίνας τον προηγούμενο χρόνο, όταν η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Ρόνταμ-Κλίντον δήλωσε – κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης γεμάτης ένταση μεταξύ των κρατών της Ασίας στο Ανόι – πως η Ουάσιγκτον θα ενώσει τις δυνάμεις της με το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και όλες εκείνες τις χώρες οι οποίες αντιστέκονται στα σχέδια του Πεκίνου να κυριαρχήσει στη συγκεκριμένη θαλάσσια περιοχή. Η Κίνα, όπως ήταν φυσικό, εξοργίστηκε από αυτό, το οποίο θεωρήθηκε απροκάλυπτη αμερικανική εμπλοκή σε ένα ζήτημα το οποίο δεν την αφορά. Οσο όμως κι αν θυμίζει τον 19ο αιώνα ή τον Ψυχρό Πόλεμο, η αντιπαράθεση στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας ανοίγει την αυλαία για έναν νέο τύπο ναυτικής σύρραξης που ήδη προωθείται σε διάφορα σημεία τριβής από τη Μεσόγειο Θάλασσα ως τον Αρκτικό Ωκεανό: ο συνδυασμός οικονομικών δυνάμεων που διψάνε για καύσιμα και ενεργειακού πλούτου που μπορεί πλέον να αξιοποιηθεί «συνωμοτούν» για την πρόκληση νέων συγκρούσεων για τον έλεγχο των θαλασσών – για ένα νέο υδάτινο Μεγάλο Παιχνίδι.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούν τη «διπλωματία της κανονιοφόρου» – όρος που χρησιμοποιείται για την επίτευξη πολιτικών στόχων μέσω της ορατής επίδειξης ναυτικής ισχύος – στην Ασία τουλάχιστον από το 1853, όταν ο ναύαρχος Μάθιου Πέρι οδήγησε τον στόλο του στον Κόλπο του Τόκιο, υποχρεώνοντας την Ιαπωνία να ανοίξει τις αγορές της στο διεθνές εμπόριο. Στις μέρες μας όμως οι Κινέζοι είναι που αναπαράγουν μιαν ασιατική εκδοχή του Δόγματος Μονρόε, προκειμένου να υλοποιήσουν τις αυτοκρατορικές φιλοδοξίες τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ