Ετοιμη για μια ακόμη στρατιωτική «παρέμβαση» στην Δυτική Αφρική, στο βόρειο Μάλι αυτη τη φορά, εμφανίζεται η γαλλική κυβέρνηση, με τις «πλάτες» και των ΗΠΑ.

Η απόφαση μιας ετερόκλητης συμμαχίας βεδουίνων Τουαρέγκ και ισλαμιστών μαχητών της ομάδας «Άνσαρ» να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία της «Αζαουάντ», όπως αποκαλούν στη γλώσσα τους το βόρειο Μάλι, ανοιγει ξανά την όρεξη του Νικόλα Σαρκοζί, ο οποίος σύμφωνα με τους αναλυτές βρίσκεται σε δεινή θέση και θα επιθυμούσε όσο τίποτε έναν δυναμικό και νικηφόρο «μίνι-πόλεμο» πριν τις κάλπες.

Πράγματι, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Αλέν Ζιπέ δήλωσε σήμερα πως η Γαλλία είναι έτοιμη να παράσχει υλικοτεχνική υποδομή σε μια «ειρηνευτική» αποστολή της Οικονομικής Ένωσης Δυτικό- Αφρικανικών Κρατών (ECOWAS) στο Μάλι, προκειμένου να «προστατεύσει την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα» της χώρας- δηλαδή να κατανικήσει τους αντάρτες. Όμως πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι ο φιλοπόλεμος Σαρκοζί, που χρησιμοποιεί την ισλαμοφοβία ως τελευταίο χαρτί γιά να παραμείνει στο Μεγαρο των Ηλυσίων, «δεν πρόκειται να δειξει αυτοσυγκρατηση» και, όπως και στην περίπτωση της Λιβύης, θα διατάξει περιορισμένη έστω εμπλοκή Γάλλων στρατιωτικών και γαλλικών πολεμικών μέσων στις μάχες κατά των «ισλαμιστών», για ευνόητους πολιτικούς λόγους.

Πιο συγκρατημένη, αλλά εξίσου ουσιαστική αναμένεται πως θα είναι και η στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ, οι οποίες έσπευσαν να απορρίψουν αμέσως το διάγγελμα ανεξαρτητοποίησης των Τουαρέγκ, υπερτονίζοντας την διασύνδεση ορισμένων μαχητών του «Εθνικού Κινήματος για την Απελευθέρωση της Αζαουάντ» (MNLA) με την αλ Κάιντα του Μαγκρέμπ. Στην πραγματικότητα, η ισλαμιστική ομάδα Ανσάρ Ντίνε, που συμμετέχει στην εξέγερση κατά των κυβερνητικών δυνάμεων διαχώρισε την θέση της από την ανακήρυξη του νέου «κράτους», ξεκαθαρίζοντας ότι δικός τους στόχος είναι η δημιουργία ισλαμικού κράτους υπό το καθεστώς της σαρίας σε ολόκληρη την περιοχή…

Να σημειωθεί εδώ ότι η ένωση ECOWAS αποτελεί δημιούργημα της Ουάσιγκτον και των Παρισίων, που την έχουν αξιοποιήσει συχνά στο παρελθόν για πολεμικές ενέργειες που οι μεγάλες δυνάμεις δεν ήθελαν να αναλάβουν οι ίδιες όπως η «παρέμβαση»- εισβολή στην Λιβερία το 1990 και τη Σιέρα Λεόνε το 1997. Οι πιο ισχυρές δυνάμεις στην ECOWAS είναι η Σενεγάλη και η Ακτή Ελεφαντοστού, δυο πάμφτωχες, «ημιδημοκρατικές» (sic) χώρες – σύμμαχοι της Γαλλίας, στις οποίες το Παρίσι διατηρεί στρατιωτικές βάσεις και οι γαλλικές εταιρείες έχουν μεγάλα συμφέροντα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της …δημοκρατικής λειτουργίας στην γαλλιστί «Cote d’Ivoire», ήταν βέβαια η «παρέμβαση» των Γάλλων αλεξιπτωτιστών το 2011 που συνέβαλε στην ανατροπή του πρώην προέδρου Λοράν Γκμπαγκμπό και την αντικατάσταση του με τον νέο «εκλεκτό», τον Αλασάν Οαταρά. Ο οποίος Οαταρά, συμπτωματικά, σήμερα είναι πρόεδρος της ECOWAS και πρωταγωνιστεί στις προετοιμασίες για την επέμβαση στο Μάλι! Όπως δήλωσε ο πρόεδρος Οαταρά, η Ένωση σκοπεύει να «χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα στη διάθεση της για να θέσει τέρμα στην εξέγερση» των Τουαρέγκ. Από όλες τις γειτονικές με την εστία της κρίσης χώρες, πάντως, μόνον η Αλγερία προειδοποίησε για τους «ανεξέλεγκτους κινδύνους» μιας ξένης επέμβασης.


Γκάζι και ουράνιο

Επισήμως, η εξέγερση των Τουαρέγκ θέτει σε κίνδυνο στρατηγικά συμφέροντα της Γαλλίας στο Μάλι και την Δυτική Αφρική συνολικά μια περιοχή που το Παρίσι εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σαν τμήμα της σφαίρας γεωπολιτικής επιρροής του. Η αλήθεια είναι πως η ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Σαχάρας, και ιδιαίτερα των αφιλόξενων περιοχών οπού ζουν οι Τουαρέγκ στο βόρειο Μάλι, τον Νίγηρα και την νότια Λιβύη, κρύβει μεγάλο ενδιαφέρον για τις ενεργειακές εταιρείες, αφού κάτω από την έρημο πιστεύεται πως κρύβονται μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου, αλλά και ουρανίου, το οποίο θέλουν οι Γάλλοι για την τροφοδοσία της πυρηνικής τους βιομηχανίας. Πως όμως να πλησιάσουν τον άγριο, ακυβέρνητο, παραδοσιακά ληστοκρατούμενο αυτό τόπο οι ξένες εταιρείες;

Αν και το Μάλι ανεξαρτητοποιήθηκε από την Γαλλία το 1960, στην πραγματικότητα παρέμεινε ένα τυπικό μετά-αποικιακό «προτεκτοράτο», με διαδοχικές ξενοκίνητες στρατιωτικές κυβερνήσεις να εναλλάσσονται στην εξουσία, ενώ ο γεωργικός και ορυκτός πλούτος της χώρας γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από γαλλικές και άλλες δυτικές εταιρείες.

Οι αντάρτες δεν αποφάσισαν ξαφνικά την ανεξαρτητοποίηση της Αζαουάντ: είχε προηγηθεί στις 22 Μαρτίου το στρατιωτικό πραξικόπημα στην πρωτεύουσα Μπαμακό, που ανέτρεψε τον επί χρόνια εκλεκτό των Γάλλων «πρόεδρο» Αμαντού Τουμανί Τουρε, ο οποίος κατηγορήθηκε από τον στρατό πως είχε διακόψει την μισθοδοσία των μονάδων και έχει ουσιαστικά εγκαταλείψει την μάχη κατά των αυτονομιστών Τουαρέγκ στο βορρά.

Στη θέση του «καμένου», για τους πρώην προστάτες του, δικτάτορα Τουρέ, ανήλθε ένας λοχαγός, ο Αμαντού Σανογκό, ο οποίος όλως τυχαίως εκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ για έξη συναπτά έτη – από το 2004 ως το 2010! Ενώ όμως ο Σανογκό προσπαθεί να αναδιατάξει τις δυσαρεστημένες μονάδες του, οι Τουαρέγκ εκμεταλλεύτηκαν το κενό εξουσίας και – ενισχυμένοι από ομάδες έμπειρων πολεμιστών που τάχθηκαν στο πλευρό του Καντάφι και μετά το πέρας του πολέμου στη Λιβύη διέσχισαν την έρημο παίρνοντας μαζί τους βαρέα όπλα, όπως αντιαεροπορικά πολυβόλα, από τις λιβυκές αποθήκες – κατέλαβαν χωρίς μεγάλη αντίσταση πόλεις με συμβολική αλλά και στρατηγική σημασία, όπως το μυθικό Τιμπουκτού και την Καντίλ.

Δικαίως λοιπόν στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η κρίση στο βόρειο Μάλι είναι «παιδί» του πολέμου στην Λιβύη, σε μια περιοχή του κόσμου όπου τα τεχνητά σύνορα ελάχιστο ρολο παίζουν στην σκληρή καθημερινότητα των ντόπιων φυλών της ερήμου. Από αυτή την άποψη, η σχεδόν βέβαιη νέα πολεμική περιπέτεια των Γάλλων στην δυτική Αφρική δεν είναι παρά η φυσική συνέχεια των άγριων συγκρούσεων που έλαβαν χώρα πριν λίγους μήνες στην πρώην «Τζαμαχιρία», με αποτέλεσμα την ανατροπή και δολοφονία του Μουαμάρ Καντάφι και τον θάνατο δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων, στην πλειοψηφία τους αμάχων.