O Νικολό Μιλανέζε

«Αλληλεγγύη της κοινότητας όλων των ευρωπαίων πολιτών, και δημοκρατική εκπροσώπηση μέσω υπερεθνικών, ευρωπαϊκών κομμάτων, είναι αυτό που χρειάζεται, πάνω απ’ όλα η ΕΕ, για να βγει πιο δυνατή από την κρίση χρέους», λέει μιλώντας στο «ΒΗΜΑ» ο Νικολό Μιλανέζε, συνιδρυτής και πρόεδρος της European Alternatives, προοδευτικής οργάνωσης της Κοινωνίας των Πολιτών, με ιδέες που ασκούν επιρροή στις Βρυξέλλες.


– Πιστεύετε ότι «η Ευρώπη ως κοινότητα πολιτών» (όπως την ονειρεύθηκαν ο Ζαν Μονέ και οι άλλοι πατέρες της ενωμένης Ευρώπης), όχι μόνο σαν οικονομική οντότητα ή συνασπισμός εθνικών κρατών, είναι εφικτή σήμερα;
«Πιστεύω ότι για τους ανθρώπους στην ήπειρό μας, η ενωμένη Ευρώπη ίσως είναι μία από τις τελευταίες μορφές κοινότητας που είναι ακόμη εφικτή, όσο απίθανο και αν ακούγεται τώρα αυτό. Η ΕΕ είναι μία από τους λίγους πολιτικούς παίκτες, που είναι εν δυνάμει αρκετά μεγάλοι και ισχυροί στα συμφραζόμενα της παγκοσμιοποίησης, για να επιτρέψει τον σχηματισμό μιας γνήσιας κοινότητας πολιτών βασισμένης σε αξίες, η οποία θα κοιτάζει προς τον έξω κόσμο, θα είναι ποικιλότροπη, και την ίδια στιγμή ανοιχτή σε εσωτερική οργάνωση, αλληλεγγύη, αμοιβαία υποστήριξη και πολιτισμική ανανέωση.
Το εναλλακτικό σενάριο θα ήταν μικρές τοπικές κοινότητες, κλειστές σε όλους τους ξένους, και ανίκανες να δράσουν σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, ώστε να επηρεάζουν παγκόσμιες αποφάσεις, έρμαια σε μια θάλασσα από ισχυρούς παγκόσμιους παίκτες, είτε αυτοί είναι επιχειρήσεις, είτε κράτη.»

– Πώς θα μπορούσε να οικοδομηθεί μια τέτοια κοινότητα των ευρωπαϊκών λαών;
«Θα χρειαζόταν, πάνω απ’ όλα, η συντονισμένη προσπάθεια των ίδιων των Ευρωπαίων. Ακριβώς όπως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν δημιουργήθηκε μόνο από πολιτικούς και γραφειοκράτες δημοσίους υπαλλήλους, αλλά επίσης από χιλιάδες πράξεις ευεργεσίας και αλληλεγγύης από ευρωπαίους πολίτες, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι δεν θα έπρεπε να ξαναγίνει πόλεμος μεταξύ τους. Αυτή η νέα πολιτισμική επανάσταση και ανανέωση θα πρέπει να συνοδευθεί από βαθιά αλλαγή στους θεσμούς της ΕΕ, προς μια πιο δημοκρατική αντιπροσώπευση.»

– Ποιά ερμηνεία δίνετε στο γεγονός ότι στη διάρκεια της κρίσης είδαμε διχαστικά, λαϊκίστικα στερεότυπα, π.χ. ανάμεσα σε Γερμανούς και Ελληνες, αντί για δείγματα αλληλεγγύης ανάμεσα «στους λαούς της Ευρώπης»;
«Το πιο σοκαριστικό για πολλούς από εμάς, τους εκ πεποιθήσεως ευρωπαϊστές, ήταν η επανεμφάνιση λαϊκίστικων στερεοτύπων για άλλα έθνη, και οι κυνικές επιθέσεις ανάμεσα στους λαούς της Ευρώπης: οι Ελληνες είναι «τεμπέληδες» και «θα έπρεπε να πουλήσουν την Ακρόπολη για να ξεπληρώσουν τα χρέη τους», έγραψαν κάποιες γερμανικές εφημερίδες. Οι Γερμανοί είναι «αυταρχικοί και θέλουν να επιβάλουν ένα νέο Ράιχ», γράφουν έντυπα σε μεσογειακές χώρες… και ούτω καθεξής.
Η ενωμένη Ευρώπη παρουσιάστηκε επί πολύ καιρό, σε πολλούς ανθρώπους, επί τη βάσει μιας αμιγώς οικονομικής λογικής, με στόχο πώς θα γίνουν πιο πλούσιοι οι πολίτες της. Αυτή ήταν βεβαίως η λογική που κυριάρχησε σε όλες τις εκφάνσεις των δυτικών κοινωνιών μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και επομένως είναι ακόμη πιο δύσκολο να την αποδομήσει κανείς.

Αλλά η ελεύθερη, ανταγωνιστική αγορά δεν αρκεί για να δημιουργήσει αλληλεγγύη μεταξύ των ανθρώπων. Η λογική της οικονομικής ενοποίησης, είναι μια λογική συνεργασίας στο όνομα ιδίων συμφερόντων: για όσο διάστημα η συμμετοχή στην ευρωπαϊκή συνεργασία φαινόταν να προσφέρει την υπόσχεση της ευημερίας για αρκετούς ανθρώπους, η σιωπηλή συναίνεση που απαιτείτο για την περαιτέρω προώθηση αυτής της συνεργασίας ήταν εξασφαλισμένη.

Τώρα που απειλείται αυτή η ευημερία, ο καθένας αρχίζει να υπολογίζει από την αρχή το προσωπικό του συμφέρον. Οι αγανακτισμένοι, και η μεσαία τάξη, αναρωτιούνται αν τους συμφέρει πραγματικά η συνέχιση της ευρωπαϊκής
συνεργασίας.
Ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαχείριση της κρίσης χρέους επιδείνωσε την κατάσταση: οι Ελληνες αναγκάστηκαν, με πολύ προφανή τρόπο, να υποφέρουν άγρια λιτότητα και να πληρώσουν βαρύ προσωπικό τίμημα. Οι Γερμανοί, πάλι, νιώθουν ότι τους ζητούν να «πληρώσουν» για προβλήματα άλλων χωρών, ενώ δεν έπαιξαν ρόλο στη δημιουργία αυτών των προβλημάτων. Τόσο οι Ελληνες όσο και οι Γερμανοί εξαναγκάζονται να νιώθουν «ηττημένοι» σε κάποιου είδους ανταγωνισμό.»
– Ποιά είναι, κατά τη γνώμη σας, τα πιο σημαντικά προβλήματα ως προς τη δημοκρατική αντιπροσώπευση και την κοινωνική ισότητα στην ΕΕ σήμερα;
«Μέχρι προσφάτως, η Ευρώπη φαινόταν σαν ένας χώρος με μια εν δυνάμει καταστροφική ανικανότητα να φανταστεί νέους τρόπους για να κάνει πολιτική, και να αναδιατάξει την κοινωνία, για να μπορούμε να ζούμε και οι 27 χώρες-μέλη μαζί. Ευτυχώς, η οικονομική κρίση και γεγονότα όπως η Αραβική Ανοιξη άνοιξαν τα μάτια σε κάποιους ευρωπαίους πολίτες για να δουν τη δυνατότητα, την ανάγκη, για πολιτικούς νεωτερισμούς, και πειραματισμούς.
Αυτό έγινε ανάγκη για πολλούς επειδή τίποτε δεν μπορεί πια να θεωρηθεί δεδομένο: ούτε η ευημερία, ούτε η δημοκρατία, ούτε η ανεκτικότητα, ούτε η αλληλεγγύη. Δυστυχώς, τα περισσότερα εθνικά πολιτικά κόμματα παραμένουν γαντζωμένα στην παλαιά τάξη πραγμάτων, σε πλήρη αποσύνδεση από αυτά τα νέα κινήματα και ανίκανα να συμμετέχουν χωρίς να φανούν δόλια, επειδή έχουν χάσει κάθε επαφή με τη βάση. Αλλά προς το παρόν, τα κινήματα πολιτών που αναζητούν κάτι καινούργιο είναι μειοψηφία. Η πρόκληση για την πολιτική στην χτυπημένη από την κρίση ΕΕ είναι να παρουσιάσει μια πειστική, μεγαλόπνοη πολιτική, με έναν τρόπο που θα εμπνεύσει τους πολίτες, και δεν θα τους φαίνεται ρηχή.»

– Πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο;
Ο μόνος τρόπος είναι να ανταποκριθεί αυτή η νέα πολιτική στις γνήσιες επιθυμίες των πολιτών για αλλαγή, να συνδυαστεί με λύσεις που θα δώσουν διέξοδο στα συναισθήματα της αδικίας και της αγανάκτησης, και να πείσει ότι δεν υπάρχουν σύνορα στο τι μπορούν να επιτύχουν άνθρωποι που συνεργάζονται.
Η Ευρώπη και τα επιτεύγματα της ΕΕ θα πρέπει να γίνουν μέρος αυτού του αγώνα, αλλά δυστυχώς, ο καρπός της συνεργασίας παρουσιάζεται συχνά σαν δηλητηριασμένος. Το πραγματικό δηλητήριο είναι αυτό το ψέμα, και το ψέμα ότι η πολιτική είναι αδύνατη, επειδή οι δυνάμεις εναντίον της είναι πολύ ισχυρές – αυτό ρίχνει τους ανθρώπους στην αγκαλιά των λαϊκιστών και των αντιδραστικών.

– Πιστεύετε ότι το κοινό νόμισμα μπορεί να επιζήσει χωρίς περισσότερη δημοσιονομική και πολιτική ενοποίηση στο εγγύς μέλλον;
«Κάποιες μορφές δημοσιονομικής ενοποίησης έχουν ήδη υιοθετηθεί: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορεί να εγκρίνει εθνικούς προϋπολογισμούς προτού κατατεθούν στα εθνικά κοινοβούλια, το χρέος θα είναι κοινό μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας… και στις προτάσεις για τη νέα Συνθήκη, συζητείται πλαφόν στο έλλειμμα και αυτόματες κυρώσεις για τις χώρες που θα το υπερβαίνουν. Επιπλέον, εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις στην Ευρώπη δεν έχουν αποκλείσει ρητώς και κατηγορηματικώς την έκδοση ευρω-ομολόγων ή την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε ρόλο πιστωτή εσχάτης ανάγκης. Αλλά η δημοσιονομική ενοποίηση, από μόνη της, είναι απλώς ζήτημα πειθαρχίας, είτε αυτή η πειθαρχία απαιτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από τα πιο ισχυρά μέλη της ΕΕ, ή από τις αγορές που επιτίθενται στις πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης. Για να μην επιβιώσει απλώς, αλλά για να ζήσει πραγματικά το ευρώ ως κοινό νόμισμα των λαών της Ευρώπης, χρειάζεται, κατά τη γνώμη μου, ένα είδος πολιτικής ενοποίησης: πρέπει να υπάρξει απόφαση των λαών για την οικονομική κατεύθυνση της Ευρώπης, και όχι υποταγή στις επιταγές των αγορών ή στην οικονομική ορθοδοξία.»

– Λέτε ότι μια κοινή ευρωπαϊκή οικονομία είναι αδύνατη χωρίς γνήσια ευρωπαϊκή δημοκρατία. Θα συμφωνούσατε με την ιδέα ότι η θεραπεία για το λεγόμενο «δημοκρατικό έλλειμμα» στην ΕΕ θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη δημιουργία ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων;
«Πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται για την ευρωπαϊκή οικονομία, όπως λαμβάνονται για κάθε άλλη οικονομία, και δεν είναι ιδεολογικώς ουδέτερες – απηχούν ένα σύστημα αξιών και προτεραιοτήτων. Ακόμη και η απόφαση να αφήσει κανείς την αγορά να αποφασίζει για τα πάντα είναι πολιτική απόφαση. Τα κρίσιμα ερωτήματα είναι: ποιός λαμβάνει τις αποφάσεις, ποιά νομιμοποίηση έχει, και ποιές αξίες υποστηρίζει.
Πιστεύω ότι το μέλλον μιας ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία θα είναι βιώσιμη για τους Ευρωπαίους και θα στηρίζει μια αξιοπρεπή ευρωπαϊκή κοινωνία, απαιτεί τη δημιουργία υπερεθνικών πολιτικών κομμάτων, που θα είναι σε θέση να παρουσιάσουν διαφορετικά οράματα για το κοινό καλό. Απαιτεί επίσης δημιουργία δημοκρατικών θεσμών με δικαιοδοσίες λήψεως αποφάσεων, στους οποίους το καθένα από αυτά τα πολιτικά κόμματα θα μπορεί να παρουσιάζει το πρόγραμμά του, και στους οποίους οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με διαφάνεια.»