Ο Τόμι Σμιθ, ο αθλητής που συγκλόνισε συθέμελα το ολυμπιακό κίνημα και τον κόσμο ολόκληρο με την περιβόητη σιωπηλή διαμαρτυρία του στο Μεξικό πριν από 40 χρόνια, μιλάει για το τότε και το σήμερα σε μια κατάθεση ψυχής.

Tο 1968 είναι μια ταραγμένη χρονιά για την Αμερική. Ο πόλεμος στο Βιετνάμ μαίνεται, ο Μπόμπι Κένεντι και ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ δολοφονούνται και η μάχη για τα πολιτικά δικαιώματα και τις φυλετικές διακρίσεις απλώνεται στις αμερικανικές πόλεις. Το γεγονός όμως που θα συγκλονίσει την παγκόσμια κοινή γνώμη θα συμβεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού: ο Τόμι Σμιθ, χρυσός ολυμπιονίκης στα 200 μ., και ο Τζον Κάρλος, που κατέλαβε την τρίτη θέση στο ίδιο αγώνισμα, παραλαμβάνουν τα μετάλλιά τους φορώντας μαύρες κάλτσες. Θα παραμείνουν σκυφτοί και σιωπηλοί σε όλη τη διάρκεια ανάκρουσης του αμερικανικού εθνικού ύμνου με τις γροθιές υψωμένες, φορώντας μαύρα γάντια – η εικόνα που θα άλλαζε μια για πάντα τους Ολυμπιακούς Αγώνες αλλά και τον κόσμο ολόκληρο.

Επειτα θα αντιμετωπίσουν μεγάλες αντιδράσεις στο εσωτερικό. Η Ολυμπιακή Επιτροπή των ΗΠΑ θα τους ανακαλέσει την επόμενη ημέρα. Δεν τους ζητήθηκε να επιστρέψουν τα μετάλλιά τους διότι αυτό θα μείωνε τη συνολική συγκομιδή μεταλλίων των Αμερικανών σε σχέση με τους Σοβιετικούς. Αν και παγκόσμιοι ρέκορντμεν, οι αθλητικές τους καριέρες θα βυθιστούν. Επειτα από απειλές κατά της ζωής τους, χιλιάδες γράμματα μίσους και κατηγορίες για συμμετοχή στους Μαύρους Πάνθηρες, θα εγκαταλείψουν τον στίβο και θα καταφύγουν στον επαγγελματικό αθλητισμό, στο αμερικανικό ποδόσφαιρο.

Η προσωπική ιστορία του Τόμι Σμιθ μοιάζει με σενάριο της ζωής μιας ολόκληρης γενιάς Αφροαμερικανών: Γεννήθηκε στο Τέξας και δούλεψε από μικρό παιδί στις φυτείες καλαμποκιού των λευκών? πήγε σχολείο στη Νότια Καλιφόρνια όπου οι μαύροι παρακολουθούσαν μαθήματα χωριστά από τους λευκούς? μπήκε στο κολέγιο μόνο χάρη σε μια αθλητική υποτροφία.

Μέσα από την κολεγιακή μόρφωση συνειδητοποιεί ότι πρέπει να βγει μπροστά και να μιλήσει για τα δικαιώματα των μαύρων. Σπάει το ένα μετά το άλλο τα παγκόσμια ρεκόρ στα σπριντ και επιλέγεται στην ολυμπιακή ομάδα των ΗΠΑ για το Μεξικό. Παράλληλα, συμμετέχει ενεργά στο περίφημο Ολυμπιακό Σχέδιο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, μια οργάνωση που έχει σκοπό να αναδείξει τον ρατσισμό και να διαμαρτυρηθεί. Μέντοράς του ο καθηγητής Κοινωνιολογίας Χάρι Εντουαρντς, η ψυχή, όπως τον αποκαλούν, της «σιωπηλής διαμαρτυρίας». Η αρχική σκέψη του Εντουαρντς για μποϊκοτάζ από την πλευρά των μαύρων αθλητών δεν γίνεται πράξη και οι αθλητές αποφασίζουν να αγωνιστούν, επιλέγοντας να διαμαρτυρηθούν στην απονομή. Ο Σμιθ θα αντιληφθεί την κρισιμότητα του αγώνα και θα κερδίσει τα 200 μ. κάνοντας ρεκόρ 19.83΄΄. «Ημουν εκεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό και όχι για να βγάλω δολάρια» θα πει αργότερα.

Ο Σμιθ είναι σήμερα 64 χρόνων. Δίνει διαλέξεις σε πανεπιστήμια και μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ της Τζόρτζια και του Λος Αντζελες. Τον συναντήσαμε λίγο πριν από μία πτήση του. Με τη βαριά, νότια προφορά του, μας έδωσε απαντήσεις για το τότε, το σήμερα, την πολιτική και τον αθλητισμό, τον Ομπάμα, τις σχέσεις του με τον Κάρλος και το πώς ο ίδιος αντιλαμβάνεται την υστεροφημία του…

Μιλώντας σήμερα, 40 χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μεξικού, τι πιστεύετε ότι σας ώθησε σε αυτή την πράξη;

«Πιστεύω ότι ήταν ένας συνδυασμός από δύο πράγματα: υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα. Αντιλαμβανόμουν τη σημασία της θέσης μου, καθώς βρισκόμουν στην κορυφή σε αθλητικό επίπεδο, όχι όμως και σε πολιτικό. Ενιωσα όμως ότι ήταν πολύ σημαντικό να γνωστοποιήσω σε ολόκληρο τον κόσμο τις αδικίες που υφίσταντο οι μαύροι στην Αμερική εκείνη την εποχή. Η κυβέρνηση τους αντιμετώπιζε ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και τα πολιτικά τους δικαιώματα ήταν περιορισμένα. Ημουν κι εγώ άλλωστε ένας από αυτούς και είχα νιώσει όλη αυτή την αδικία όσο μεγάλωνα στο Τέξας και έβλεπα τι έπρεπε να τραβήξουν οι δικοί μου για να αναθρέψουν μια οικογένεια 12 παιδιών ενώ ταυτόχρονα δούλευαν σκληρά στις φυτείες των λευκών. Οσο μεγάλωνα συνειδητοποιούσα ότι οι ατομικές ελευθερίες καταπατούνται λόγω ρατσιστικών συμπεριφορών από τους λευκούς στην Αμερική και, όταν απέκτησα μόρφωση και καλύτερη αντίληψη της κατάστασης, αποφάσισα ότι έπρεπε να κάνω κάτι, να αντιδράσω ως νέος άνθρωπος της μαύρης κοινότητας, χρησιμοποιώντας πια ως πολιτική πλατφόρμα το γεγονός ότι ήμουν ο γρηγορότερος άνθρωπος στον κόσμο».

Παρ’ όλα αυτά, η πράξη σας αυτή απαιτούσε μεγάλα αποθέματα θάρρους. Μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για την Αμερική της δεκαετίας του ’60, δεχόσασταν απειλές κατά της ζωής σας, γράμματα μίσους και περιφρόνηση. Από πού αντλήσατε όλο αυτό το θάρρος;

«Οι γονείς μου μας δίδαξαν ότι θα υπάρξουν στιγμές στη ζωή τόσο τρομακτικές, που θα φοβηθούμε μέχρι θανάτου. Ετσι ακριβώς το έλεγαν, “Θα φοβηθείς μέχρι θανάτου”. Εκεί όμως θα πρέπει να σταθείς δυνατός και να κερδίσεις. Ελεγαν ότι πρέπει να κάνεις κάτι σωστό, αλλιώς θα τα κάνεις όλα λάθος. Εγώ αυτό το αντιλαμβανόμουν ως εξής: ότι θα πρέπει να υπερασπίζεσαι κάποιες αρχές και να πολεμάς για αυτές. Βέβαια, η μητέρα μου και ο πατέρας μου ήταν δυο άνθρωποι αγράμματοι, δυο άνθρωποι που δούλευαν νυχθημερόν στις καλλιέργειες. Δεν είχαν την πολιτική σκέψη που είχα αναπτύξει εγώ στο κολέγιο. Αλλά μου έδωσαν τις βασικές αρχές και τη χριστιανική πίστη που με ενέπνευσαν σε όλη μου τη ζωή. Οτι αξίζει να θυσιάσεις τα συμφέροντά σου για να υπηρετήσεις τις αξίες σου. Και πρέπει να παραμείνεις πιστός στις αξίες αυτές, ανεξάρτητα από το τι σκέφτονται οι άλλοι και ανεξάρτητα από τις αρνητικές σκέψεις των άλλων ανθρώπων».

Δεν φοβόσασταν;

«Φυσικά και φοβόμουν! Από το 1967 ως και τον Δεκέμβριο του 1968 φοβόμουν για τη ζωή μου κάθε μέρα. Δεν υπήρξε στιγμή που να μην ένιωθα τον κίνδυνο».

Και πότε φοβηθήκατε περισσότερο;

«Αναμφίβολα τη στιγμή επάνω στο βάθρο, με τα χιλιάδες βλέμματα των θεατών στραμμένα επάνω μου».

Μπορείτε να θυμηθείτε τις σκέψεις σας επάνω στο βάθρο εκείνη τη στιγμή;

«Ολόκληρος ο κόσμος πρόσεξε το σκυφτό κεφάλι, τις μαύρες κάλτσες, το σηκωμένο χέρι και τη σφιχτή γροθιά. Είδαν και το γάντι που κάλυπτε τη σηκωμένη γροθιά. Η γροθιά συμβόλιζε την ενδυνάμωση των μαύρων. Πολλοί χρησιμοποιούν τη λέξη δύναμη (power), εγώ χρησιμοποιώ τη λέξη ενδυνάμωση (empowerment). Γιατί η λέξη ενδυνάμωση αναφέρεται σε ανθρώπους που έχουν δύναμη. Οι κάλτσες συμβολίζουν τη φτώχεια. Τη φτώχεια που έπρεπε να υπομείνουν οι Αφροαμερικανοί. Το κεφάλι μου ήταν σκυμμένο γιατί προσευχόμουν. Προσευχόμουν στον Θεό και του ζητούσα να με προστατεύσει. Μετέθεσα έτσι την ευθύνη στον Θεό, όχι στον Τόμι Σμιθ. Ηταν Εκείνος που με βοήθησε να φτάσω μέχρις εκεί, χωρίς τη δική Του βοήθεια δεν θα τα είχα καταφέρει. Ναι, φοβόμουν και φοβόμουν πολύ. Αλλά αυτός ο φόβος πήγαζε από την περηφάνια και την ευθύνη που ένιωθα μέσα μου ότι κουβαλούσα με την πράξη μου αυτή».

Πολλά λέγονται για τις σκέψεις που υπήρχαν ανάμεσα στους αφροαμερικανούς αθλητές της ολυμπιακής ομάδας των ΗΠΑ να μποϊκοτάρουν τους αγώνες του Μεξικού. Ηταν άλλωστε και η αρχική ιδέα του εμπνευστή της κίνησής σας Χάρι Εντουαρντς. Ποιο ήταν το παρασκήνιο και γιατί δεν επικράτησε τελικά αυτή η άποψη;

«Πολλοί άνθρωποι νομίζουν ότι ο Τόμι Σμιθ έδρασε μόνος του. Δεν είναι έτσι, από πίσω μου βρίσκονταν όλοι οι μαύροι αμερικανοί αθλητές των Αγώνων του 1968, ήταν μια ομαδική προσπάθεια. Το Ολυμπιακό Σχέδιο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ήταν η ομπρέλα κάτω από την οποία λειτούργησε όλη η προσπάθειά μας. Οι περισσότεροι από τους αθλητές ειδοποιήθηκαν και ενημερώθηκαν για τις αρχές και τους στόχους της κίνησής μας. Ρωτήσαμε πολλούς από αυτούς για το αν θα ήθελαν να λάβουν μέρος σε μια κίνηση που θα ενημέρωνε τον κόσμο για τις ρατσιστικές πρακτικές ενάντια στους μαύρους Αμερικανούς. Φυσικά κάποιοι απάντησαν ότι δεν θέλουν να έχουν καμία σχέση με εμάς, άλλοι ήταν μέλη του αμερικανικού στρατού και αυτό θα τους στοίχιζε την καριέρα, ενώ άλλοι απλώς ήθελαν να βγάλουν λεφτά από τα μετάλλια που θα κατακτούσαν… Το τελευταίο βέβαια το θεωρούσα ηλίθιο, αλλά αυτός ήταν ο τρόπος που σκέφτονταν οι περισσότεροι. Ωστόσο, εμείς ήμασταν μια ομάδα ανθρώπων που θέλαμε να βγούμε μπροστά και να εκδηλωθούμε. Η σκέψη για μποϊκοτάζ τέθηκε σε ψηφοφορία και απορρίφθηκε. Ηταν τόσο απλό».

Εχω την αίσθηση, πάντως, ότι η κίνησή σας είχε τελικά σημαντικότερα αποτελέσματα από ό,τι θα είχε πετύχει ένα μποϊκοτάζ.

«Ακούστε, εγώ ήμουν χαρούμενος που δεν πέρασε η πρόταση για μποϊκοτάζ, γιατί ναι, ήθελα να αγωνιστώ! Αλλά ήμουν έτοιμος να θυσιάσω την επιθυμία μου, αν αυτό αποφάσιζε η πλειονότητα των αθλητών. Αλλά δεν το επέλεξαν. Οσο για το ποια κίνηση θα είχε τη μεγαλύτερη επιρροή, χωρίς αμφιβολία πιστεύω ότι κάναμε το σωστό και αγωνιστήκαμε. Η επιλογή αυτή ήταν σίγουρα η καλύτερη για τον Τόμι Σμιθ. Δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους των υπολοίπων, αλλά, κατά τη γνώμη μου, πήραμε τη σωστή απόφαση».

Υπήρξε κάποια στιγμή τα τελευταία 40 χρόνια που να μετανιώσατε για την απόφασή σας να διαμαρτυρηθείτε με αυτόν τον τρόπο;

«Κάθε φορά που σκέφτομαι το παρελθόν, έρχονται στο μυαλό μου τα πρόσωπα του πατέρα μου και της μητέρας μου στις φυτείες βαμβακιού στο Τέξας. Δεν μετανιώνω για τίποτε. Οταν η σκέψη μου περνάει σε ένα άλλο επίπεδο, “Αν δεν το είχα κάνει, τι θα είχε συμβεί”, απλώς αντιλαμβάνομαι ότι οι γονείς μου με μεγάλωσαν με έναν συγκεκριμένο τρόπο, έγινα αυτός που έγινα και δεν μετανιώνω για τον τρόπο που μεγάλωσα».

Εσείς αγωνιστήκατε στα 200 μ. στον στίβο και τρέχατε μόνος σας. Θεωρείτε ότι, αν διαγωνιζόσασταν σε ομαδικό αγώνισμα, θα είχατε τη δυνατότητα να εκφραστείτε με αυτόν τον τρόπο;

«Αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση, δεν μου την έχει υποβάλει ποτέ κανείς. Ο Λι Εβανς ήταν επίσης σπρίντερ και αγωνιζόταν στη σκυταλοδρομία. Ο Λι είχε ενεργό συμμετοχή στο Ολυμπιακό Σχέδιο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, ίσως και περισσότερη από εμένα. Αλλά την ώρα της απονομής δεν μπόρεσε να εκφραστεί όπως εγώ. Βλέπετε, στα ομαδικά αγωνίσματα η ευθύνη μοιράζεται σε όλους. Θα πρέπει όλοι να συμφωνούν με την κίνησή σου. Ετσι, αυτό που ο Λι έκανε ήταν απλώς να φορέσει μαύρες κάλτσες και ένα μαύρο καπέλο, που έβγαλε κατά τη διάρκεια της ανάκρουσης του εθνικού ύμνου».

Υπό αυτή την έννοια, μάλλον νιώθετε τυχερός που αγωνιζόσασταν σε ατομικό άθλημα…

«Ξέρετε, ήταν και ο Τζον Κάρλος στο βάθρο και κοιτάξτε τι έκανε. Τι έχετε να πείτε λοιπόν για αυτό; Μπορεί την ώρα του αγώνα να είσαι μόνος, καθώς πρόκειται για ένα ατομικό, όπως λέμε, αγώνισμα, επάνω στο βάθρο όμως τυχαίνει να λειτουργείς ως ομάδα, ειδικά όταν κάποιος βρίσκεται δίπλα σου. Καταλαβαίνω τι εννοείτε, με ρωτάτε, αν, για παράδειγμα, ήμουν μέλος μιας ομάδας ποδοσφαίρου ή μιας ομάδας μπάσκετ, πώς θα εκφραζόμουν; Νομίζω ότι θα έκανα το καλύτερο δυνατό. Αλλά δεν ήμουν ποτέ σε αυτή τη θέση, άρα δεν μπορώ να πω και μην ξεχνάτε ότι τέσσερις άλλοι άνθρωποι θα έπρεπε να συντονιστούν μαζί μου ακριβώς σε ό,τι είχα επιλέξει να κάνω».

Ενα από τα θέματα που απασχολούν ιδιαίτερα τον διεθνή Τύπο είναι η σχέση σας με τον Τζον Κάρλος, τον άνθρωπο με τον οποίο σταθήκατε μαζί στο βάθρο 40 χρόνια πριν. Αντιλαμβάνομαι ότι ο καθένας υποστηρίζει τη δική του εκδοχή για την ιστορία. Διάβαζα όμως πρόσφατα τις δηλώσεις του μέντορά σας Χάρι Εντουαρντς, που σας παρομοίαζε με δύο γέρους καθισμένους σε ένα μπαρ, που καβγαδίζουν για πολεμικές ιστορίες μία ώρα προτού πεθάνουν… Δεν νιώθετε ότι με την ένταση αυτή επισκιάζετε μια ιστορική στιγμή με τεράστια συμβολική σημασία;

«Είναι ενδιαφέρον αυτό που λέτε. Αυτό που υποστηρίζουν τα μέσα ενημέρωσης και αυτό που οι περισσότεροι πιστεύουν είναι ότι ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος δεν συμπαθούν ο ένας τον άλλον. Ελάτε τώρα! Κοιτάξτε, ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι. Εγώ αγαπώ τον Τζον Κάρλος. Είναι συνάνθρωπός μου. Αλλά έχουμε τις διαφορές μας. Τώρα, από πού προέρχονται οι διαφορές μας; Είναι από τα βιβλία μας, είναι για το φυλετικό θέμα; Εγώ δεν βλέπω σύγκρουση μεταξύ μας. Βλέπω διαφορετικές απόψεις και αυτό είναι άλλωστε που διαφοροποιεί τους ανθρώπους και τους κάνει πιο δυνατούς. Αυτή είναι και η δύναμη της κοινωνίας μας, να συνεργαζόμαστε, να κουβεντιάζουμε και να κοιτάμε μπροστά. Τώρα, σε σχέση με το σχόλιο που κάνατε για τον Χάρι Εντουαρντς. Προφανώς, αυτή είναι η δική του άποψη. Θεωρεί ότι γεράσαμε και ότι μαλώνουμε χωρίς λόγο. Αντίθετα, υπάρχουν λόγοι, αλλά αυτοί οι λόγοι δεν είναι αρκετά σοβαροί για να μας χωρίσουν».

Εσείς νιώθετε χαρούμενος που είχατε τον Τζον Κάρλος δίπλα σας εκείνο το βράδυ στο Μεξικό 40 χρόνια πριν;

«Φυσικά. Αναρωτιέμαι πώς θα είχαν εξελιχθεί τα πράγματα αν δεν υπήρχε ο Τζον. Κάναμε μαζί την κίνηση αυτή και θα ήθελα η Ιστορία και οι νέοι άνθρωποι να μάθουν ότι ο Τζον Κάρλος και ο Τόμι Σμιθ στάθηκαν εκεί ο καθένας ξεχωριστά για έναν κοινό σκοπό. Και το κάναμε για τις επόμενες γενιές».

Σε ό,τι αφορά τον Αυστραλό Πίτερ Νόρμαν, τον ασημένιο Ολυμπιονίκη εκείνης της κούρσας, του είχατε μιλήσει για την πράξη σας προτού ανεβείτε μαζί στο βάθρο;

«Ξέρετε, ο Πίτερ Νόρμαν πέθανε πριν από δύο χρόνια και τόσο εγώ όσο και ο Τζον ταξιδέψαμε στην Αυστραλία και σταθήκαμε δίπλα στο φέρετρό του. Ο Νόρμαν εκείνες τις στιγμές έδειξε τη δική του ευαισθησία για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Φόρεσε μια κονκάρδα που του έδωσε ο Τζον Κάρλος θέλοντας να επισημάνει ότι συμφωνεί με την κίνησή μας. Πίσω στο 1954 οι μαύροι δεν μπορούσαν να αποκτήσουν υπηκοότητα στην Αυστραλία. Ο Πίτερ λοιπόν στάθηκε στο ύψος του. Στάθηκε στα δικά του πόδια, όχι στα πόδια του Τόμι ή του Τζον, σύμφωνα με τις δικές του αντιλήψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα».

Γίνεται μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με τα όρια αθλητισμού και πολιτικής και το κατά πόσον μπορεί ένας αθλητής να θέσει πολιτικά ζητήματα στην αθλητική αρένα. Μπορώ να φανταστώ ποια είναι η δική σας γνώμη στο θέμα, παρ’ όλα αυτά έχετε την αίσθηση ότι σήμερα είναι όλο και λιγότεροι οι αθλητές παγκόσμιας κλάσης που κάνουν κινήσεις αντίστοιχες με τη δική σας;

«Ο αθλητισμός έχει σήμερα γεμίσει με τρέλα, βλακεία και άγνοια. Και όλα αυτά εξαιτίας του δολαρίου που είναι παντοδύναμο! Ολοι στοχεύουν στα χρήματα. Αλλά παθιάζονται με αυτά και αυτό είναι η πηγή του κακού. Μπορεί και να πουλήσεις την ψυχή σου για ένα δολάριο, αν πραγματικά πιστέψεις ότι το δολάριο είναι πιο σημαντικό από την ψυχή σου. Επίσης, η έλλειψη αθλητικού ακτιβισμού οφείλεται και σε κάτι άλλο: στην έλλειψη παιδείας. Τα νέα παιδιά σταματάνε το σχολείο ή αποφασίζουν να μη σπουδάσουν για να κάνουν αθλητισμό. Πάντοτε πιστεύω ότι η παιδεία πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα στον άνθρωπο ανεξάρτητα από το πόσα χρήματα βγάζει».

Αλλά, πίσω στην ερώτηση για την ανάμειξη της πολιτικής στον αθλητισμό, ποια είναι η άποψή σας; Ποια θα ήταν η αντίδρασή σας αν βλέπατε αντίστοιχες κινήσεις στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου;

«Νομίζω ότι κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, εξαρτάται από το άτομο και τι ακριβώς κάνει. Δεν θα πω σε κανέναν αθλητή στο Πεκίνο να φορέσει κάτι για να διαμαρτυρηθεί. Ούτε όμως θα τον αποτρέψω. Αυτό που θα τον συμβούλευα θα ήταν, προτού φορέσει οτιδήποτε, να αντιληφθεί την ευθύνη που φέρει εκείνη τη στιγμή και να αναρωτηθεί το πού, το πώς και το γιατί! Και να δει ποιος στέκεται δίπλα του. Οχι πίσω του, γιατί, πιστέψτε με, αν ξανακοιτάξεις πίσω, μπορεί να έχουν φύγει όλοι! Το θέμα είναι ποιος στέκεται δίπλα σου. Αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσεις, αν αποφασίσεις να κάνεις μια συμβολική πράξη, ανεξάρτητα από το ποια θα είναι αυτή, ότι είναι υποχρέωσή σου να την υποστηρίξεις. Ομως το Πεκίνο είναι διαφορετική περίπτωση από το Μεξικό».

Γιατί;

«Διότι στο Πεκίνο έχουμε να κάνουμε με ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ στη δική μας περίπτωση ήταν θέμα πολιτικών δικαιωμάτων. Είχε να κάνει με την Αμερική και την ανοχή της στις ρατσιστικές συμπεριφορές. Την ανισότητα. Και το Σύνταγμα, που υποτίθεται ότι εγγυόταν ίσες ευκαιρίες για όλους».

Εσείς θα επικροτούσατε την κίνηση ενός αθλητή να διαμαρτυρηθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Πεκίνου για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

«Σίγουρα θα έλεγα ότι ο άνθρωπος αυτός σκέφτεται! Και μετά θα του έλεγα, “Θα σε σύρουν στη λάσπη! Είσαι έτοιμος για αυτό;”».

Ενα ζήτημα που συζητείται ακόμη περισσότερο σήμερα στον αθλητισμό είναι το θέμα του ντόπινγκ. Τι νομίζετε ότι οδηγεί μεγάλους αθλητές, όπως η Μάριον Τζόουνς για παράδειγμα, στη χρήση απαγορευμένων ουσιών;

«Η άγνοια. Η Μάριον Τζόουνς δεν ήταν χαζή. Ηταν απλώς θέμα άγνοιας. Διότι, αν γνώριζε τι θα επακολουθούσε μετά την αποκάλυψη της χρήσης απαγορευμένων ουσιών, θα είχαμε μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Δεν ήταν χαζή, γι’ αυτό και μετά έριξε το σφάλμα στον εαυτό της. Από την άλλη, πολλοί αθλητές δεν έχουν αντιληφθεί ότι πλέον δεν έχει σημασία αν είσαι ή όχι ο γρηγορότερος άνθρωπος στον κόσμο, ο μηχανισμός του αντιντόπινγκ δεν κοιτάει ποιος είσαι και αν τρέχεις γρήγορα ή όχι. Αν έχεις κάνει κάτι λάθος, αργά ή γρήγορα θα πιαστείς».

Ας επιστρέψουμε στην πολιτική, στις επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ. Πιστεύετε ότι το φυλετικό θέμα και το γεγονός ότι ο Μπαράκ Ομπάμα είναι Αφροαμερικανός θα παίξουν ρόλο στην τελική έκβαση του αποτελέσματος;

«Κοιτάξτε, η μεγαλύτερη παρεξήγηση ξεκινάει από το γεγονός ότι οι άνθρωποι τον κρίνουν για το χρώμα του δέρματός του και όχι για το ποιος πραγματικά είναι. Πολλοί άνθρωποι δεν ασχολούνται με τίποτε άλλο παρά μόνο με το χρώμα του. Εγώ πάλι λέω ότι δεν έχει σημασία το χρώμα του δέρματος αλλά η ποιότητα και το περιεχόμενο του χαρακτήρα του».

Σας αρέσει ο Μπαράκ Ομπάμα;

«Αν μου αρέσει; Μου αρέσει η πολιτική του ατζέντα. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά. Ούτε πρόκειται να βγω έξω και να πω “Ο Ομπάμα είναι cool επειδή είναι μαύρος”. Ο Ομπάμα είναι ένας προεδρικός υποψήφιος που απλώς τυχαίνει να είναι μαύρος!».

Παρ’ όλα αυτά, πολλοί στην Ευρώπη πιστεύουν ότι, αν εκλεγεί, θα πρόκειται για σημαντικό βήμα στο φυλετικό ζήτημα και ότι η ιστορία και η προσωπική του διαδρομή θα αποτελέσουν παράδειγμα προς μίμηση για ολόκληρη την αφροαμερικανική κοινότητα στις ΗΠΑ.

«Κι όμως, εδώ πρόκειται για μια διαδικασία. Δεν πρέπει να βλέπουμε αυτόν τον άνθρωπο απλώς ως μαύρο. Προφανώς και είναι μοντέλο προς μίμηση. Αλλά είναι αυτό αρκετό; Οχι βέβαια. Η πολιτική ατζέντα που θα φέρει στην Αμερική, αν εκλεγεί, θα είναι πολύ πιο σημαντική από το ίδιο το γεγονός της εκλογής ενός μαύρου για πρώτη φορά στην Ιστορία».

Σήμερα θα μπορούσε κανείς να βρει κάποιο νόημα στη δική σας χειρονομία;

«Νομίζω ότι η αλλαγή, η συνεχής αλλαγή του συστήματος, είναι το νόημα της κίνησής μου, γι’ αυτό παραμένει ακόμη και σήμερα επίκαιρη. Η ανάγκη για κοινωνική αλλαγή είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση και ελπίζω να εξακολουθεί να συμβαίνει, να ανατρέπεται δηλαδή το status quo».

Υστερα από 40 χρόνια, πώς θα θέλατε να σας θυμούνται οι επόμενες γενιές; Ως έναν μεγάλο αθλητή ή έναν σπουδαίο ακτιβιστή;

«Ως ανθρωπιστή. Εναν ανθρωπιστή που πάλεψε για την ίση μεταχείριση των ανθρώπων. Αυτό άλλωστε ήταν και η πρόθεση του Θεού».

H συνέντευξη που έδωσε ο Τόμι Σμιθ τον Αύγουστο του 2008 στο ΒΗΜagazino