Την Πέμπτη 29 Οκτωβρίου οι 27 αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης δείπνησαν όλοι μαζί στο μέγαρο Μπρεϊντέλ, στην «Ευρωλάνδη» («Εuroland») των Βρυξελλών. Συζήτησαν κυρίως για την επικείμενη Σύνοδο της Κοπεγχάγης για το Κλίμα και, λιγότερο, για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για την οποία θα αποφασίσουν οριστικά την ερχόμενη Πέμπτη, 19 Νοεμβρίου.

Μια θέση στην οποία ο Χέρμαν βαν Ρομπάι, ο 62χρονος χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός του Βελγίου, έχει μεγάλες πιθανότητες, όπως φημολογείται, να εκλεγεί ομόφωνα. Και μάλιστα χωρίς ποτέ του να ανακοινώσει επισήμως υποψηφιότητα.

«Ο Χέρμαν… ποιος;» αναρωτιέται όλη η Ευρώπη. Ο ίδιος ο κ. Βαν Ρομπάι, περιβαλλόμενος από τους διπλωματικούς συμβούλους του, περπατάει στους μεγάλους διαδρόμους του Μπραϊντέλ, ανάμεσα σε εκατοντάδες δημοσιογράφους απ΄ όλα τα μέρη του κόσμου. Περιορίζεται απλώς στο να διακόπτει τις ερωτήσεις με ευγένεια και να διαβεβαιώνει ότι το ζήτημα ουδέποτε ετέθη επισήμως. Ανθρωπος χαμηλών τόνων, ο πρώην μαθητής κολεγίου Ιησουιτών και απόφοιτος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβέν, όπου έκανε και τη διδακτορική διατριβή του στα Οικονομικά, θα μπορούσε να κάνει, δίχως αμφιβολία, «θαύματα» αν έκανε καριέρα στο Βατικανό.

Εχει πάθος με την τέχνη της διπλωματίας, ενώ διακρίνεται επίσης για τη μετριοπάθεια και τη λιτότητά του, γεγονός που δικαιολογεί την εμμονή του με τα γιαπωνέζικα χαϊκού, μια ποιητική τέχνη που συνίσταται στο να περικλείεις πολλά διαφορετικά νοήματα μέσα σε λίγες λέξεις. Τ η δεκαετία του ΄80 ένας γελοιογράφος τον είχε ζωγραφίσει σαν καθολικό μοναχό, με ένα κατάμαυρο ράσο. Η γελοιογραφία ήταν ταιριαστή, όχι μόνο επειδή ο κ. Βαν Ρομπάι είναι ο συγγραφέας της μελέτης «Χριστιανισμός: μια μοντέρνα σκέψη», αλλά και επειδή, κατά την πρώτη κυβερνητική θητεία του, ως υπουργού Οικονομικών του Βελγίου, έμεινε προσκολλημένος με θρησκευτική, θα έλεγε κανείς, ευλάβεια στο πάθος του: την εξισορρόπηση των δημοσίων οικονομικών.

Ο ίδιος αναδείχθηκε ως ένα είδος «φωνής των Φλαμανδών» απέναντι στις Βρυξέλλες, προερχόμενος από μια γενιά πολιτικών που κατηγορήθηκε ότι οδήγησε το κράτος στην υπερχρέωση και ότι θυσίασε το μέλλον της γι΄ αυτό που οι Φλαμανδοί αποκαλούν «πολιτική πτυχώσεων»: να διατηρούνται δηλαδή ίσες αποστάσεις απέναντι σε Φλαμανδούς και Βαλλόνους, Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλιστές, εργοδότες και συνδικάτα. Οι Βέλγοι βέβαια μοιάζουν να εκτιμούν το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός τους κατάφερε, ύστερα από ενάμιση χρόνο συνεχούς οικονομικής κρίσης, να γαληνεύσει, μέσα σε διάστημα ρεκόρ, το εσωτερικό της πατρίδας τους. Εν τούτοις πολλοί σπεύδουν να σχολιάσουν ότι πίσω από τον άκακο αέρα αυτού του σοβαρού συντηρητικού και βαθιά θρησκευόμενου διανοουμένου κρύβεται μια ψυχρή αποφασιστικότητα. Και μάλιστα χωρίς κάποιο σαφές πολιτικό όραμα ικανό να συνεπάρει τις μάζες.

Οπως όμως υπογραμμίζει με νόημα και ο πολιτικός αναλυτής Ζαν Μισέλ ντε Βέλε, από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών, «η Ευρώπη βρίσκεται σε μια χρονική στιγμή όπου έχει ανάγκη από έναν διαχειριστή, όχι έναν οραματιστή».