Διπλαμπαρωμένη πριν από 20 χρόνια, η ρωσοκινεζική μεθόριος- μια διακεκομμένη γραμμή 4.192 χιλιομέτρων- είναι, όταν τη δει κανείς με φακό, το θέατρο ενός ατελείωτου πηγαινέλα. Είκοσι μία «πόρτες» διαφεντεύουν την επικοινωνία του σλαβικού κόσμου με τον ασιατικό. Μία από αυτές, ο μικρός μεθοριακός σταθμός του Πογκρανίτσνι, στην καρδιά μιας δασικής κοιλάδας σε απόσταση 200 χλμ. από το Βλαδιβοστόκ, δεν σταματάει ποτέ να λειτουργεί, 12 ώρες την ημέρα, επιτρέπει σε τουρίστες, επιχειρηματίες, φοιτητές να περάσουν στην απέναντι πλευρά.

Από το 2001, οι ρώσοι και κινέζοι κάτοικοι των παραμεθόριων επαρχιών δεν χρειάζονται θεώρηση για να περνούν τα σύνορα, υπό την προϋπόθεση ότι ταξιδεύουν σε ομάδες. Για περίπου 5.000 ρούβλια (103 ευρώ), οι κάτοικοι του Βλαδιβοστόκ αγοράζουν ένα τουριστικό πακέτο για το Σουίφενχε, μια πόλη 200.000 κατοίκων, που είναι η πρώτη κινεζική πόλη αμέσως μετά τα σύνορα και ένας πραγματικός ναός της κατανάλωσης.

Τα τελευταία 20 χρόνια, ο πληθυσμός της Σουίφενχε αυξήθηκε δέκα φορές. Ξενοδοχεία, ταξιδιωτικά γραφεία, εμπορικά κέντρα ξεπήδησαν παντού με τα χρήματα των ρώσων τουριστών. «Είναι δύσκολο να μην αγαπούμε την Κίνα! Θα πάμε για ψώνια, για να φροντίσουμε τον εαυτό μας, για να σπουδάσουμε. Οι νέοι μας μαθαίνουν κινεζικά, μπαίνουν πιο συχνά στο αεροπλάνο για να πάνε στο Πεκίνο παρά στη Μόσχα» λέει ο Αντρέι Καλατσίνσκι , πανεπιστημιακός από το Βλαδιβοστόκ και «ψυχή» του Συνδέσμου Ρωσοκινεζικής Φιλίας.

Ο Αντρέι θυμάται από τότε που ήταν μικρός, ότι οι δύο λαοί είχαν εχθρικές σχέσεις. Το 1969, το Πεκίνο και η Μόσχα βρέθηκαν δύο βήματα πριν από την ένοπλη σύγκρουση. Συγκρούσεις ξέσπασαν μεταξύ συνοριακών φρουρών κατά μήκος των ποταμών Αμούρ και Ουσούρι. Από τότε, οι διαφορές έχουν αμβλυνθεί. Αφήνοντας πίσω τη μεταξύ τους αντιπαλότητα, η Κίνα και η Ρωσία εξομάλυναν τις σχέσεις τους μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης. Κατά περίεργο τρόπο, η Ρωσία επέστρεψε στον μεγάλο γείτονά της, το μικρό νησί Ταμπάροφ και το μισό του νησιού Μπαλσόι Ουσουρίσκ στον Αμούρ. «Η Κίνα δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως απειλή» αναφέρει ο πανεπιστημιακός. Απόδειξη αυτού, ο γιος του Αντρέι που σπουδάζει στο Πεκίνο- και «είναι ενθουσιασμένος».

Από τη ρωσική πλευρά, τα περισσότερα σχολεία και πανεπιστήμια προσφέρουν μαθήματα στην κινεζική γλώσσα. «Στο παρελθόν, τα ιαπωνικά ήταν η γλώσσα του μέλλοντος, σήμερα είναι τα κινεζικά» μας διαβεβαιώνει η Λίζα. Η έντονα βαμμένη μελαχρινούλα, με τα τακούνια των τεσσάρων εκατοστών, παρακολουθεί μαθήματα κινεζικής γλώσσας στο Κέντρο Κομφούκιος. Συχνά ταξιδεύει προς την άλλη πλευρά. Τι της αρέσει περισσότερο εκεί; «Οι μοντέρνες πόλεις και το γεγονός ότι τα πάντα είναι προσιτά για την τσέπη». Στο Βλαδιβοστόκ, οι κτηματομεσίτες έχουν αναλάβει αυτή τη μικρή αγορά και προσφέρουν διαμερίσματα και βίλες στο Σουίφενχε, τη Χουνταούν ή την Νταλιάν. Η αναζήτηση για το «ανατολικό σπίτι των ονείρων σας» μπορεί να γίνει και μέσω του Ιnternet (www. vostdom.ru).

«Τα έξοδα είναι λιγότερα, η ποιότητα των υπηρεσιών είναι καλύτερη από τη Ρωσία» υποστηρίζει ο Σουέι Χουεϊλίν, εκδότης μιας εφημερίδας μικρών αγγελιών στο Βλαδιβοστόκ. Γέννημα του Σουίφενχε, εγκαταστάθηκε στη Ρωσία δύο χρόνια μετά την εξέγερση στην πλατεία Τιανανμέν. Αν και δεν ήταν αντιφρονών, ο Σουέι, φοιτητής τότε στο Πεκίνο, ήταν μέλος του κινήματος. Το 1991, η Ρωσία, που μόλις είχε απαλλαγεί από τον σοβιετικό ολοκληρωτισμό, ήταν για εκείνον η γη της ελευθερίας και της υπόσχεσης. Βλέποντας ότι δεν είχε μέλλον στην Κίνα, έκανε το μεγάλο άλμα προς το Βλαδιβοστόκ, το λιμάνι της ρωσικής Απω Ανατολής στον Ειρηνικό. Ποτέ του δεν είχε δει θάλασσα. Αμέσως του άρεσαν όλα, «η πόλη, οι άνθρωποι, ο πολιτισμός», όπως επίσης και η γυναίκα που έγινε αργότερα σύζυγός του. Το ζευγάρι έχει δύο κόρες. Ο Σουέι είναι ρώσος υπήκοος, οι κόρες του επίσης. Συχνά πηγαίνουν να μείνουν στους παππούδες στο Σουίφενχε. Ο πατέρας τους θέλει να «αισθάνονται άνετα και στις δύο πλευρές». Στην πραγματικότητα, οι μεικτοί γάμοι είναι σπάνιοι. «Οι παραδόσεις μας είναι πολύ διαφορετικές» παραδέχεται.

Η αντίθεση είναι μεγάλη ανάμεσα στους δύο κόσμους. «Εδώ, τα πάντα είναι στάσιμα. Εκεί, τα πάντα κινούνται» εξηγεί ο Σουέι. Τα δημογραφικά στοιχεία είναι εντυπωσιακά. Στη ρωσική πλευρά, υπάρχουν 7 εκατ. κάτοικοι για ολόκληρη τη Σιβηρία και την Απω Ανατολή. Στην απέναντι πλευρά, 148 εκατ. Κινέζοι ζουν στις επαρχίες Χεϊλοντζιάνγκ και Τζιλίν. Ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από τον πληθυσμό της Ρωσικής Ομοσπονδίας141,9 εκατ. κάτοικοι την 1η Απριλίου.Η δημογραφική πίεση και η έντονη οικονομική παρουσία δημιουργούν άραγε ανησυχία; Στη Μόσχα, ίσως, αλλά όχι στο Βλαδιβοστόκ. «Ο ρωσικός λαός δεν φοβάται τους Κινέζους. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι άνθρωποι που είναι στην εξουσία, φοβούνται. Οι άνθρωποι εδώ γνωρίζονται μεταξύ τους, επικοινωνούν. Οταν οι άνθρωποι γνωρίζονται μεταξύ τους, δεν υπάρχουν παρανοήσεις» λέει ο Αλεξέι, υπάλληλος σε πρακτορείο ταξιδίων.

Στην πόλη, αναζητούμε απελπισμένα τα πλήθη των Κινέζων, αυτά που για τη Μόσχα θεωρούνται ότι αποτελούν απειλή για την ακεραιότητα της Ρωσίας. Πού είναι; Στην αγορά. Τα τελευταία χρόνια, η Απω Ανατολή και η Σιβηρία έχουν πλημμυρίσει με προϊόντα «made in China». Στο Βλαδιβοστόκ, στην Ουσουρίσκ, στο Χαμπαρόβσκ, τεράστια παζάρια προσφέρουν στον κόσμο όλα όσα δεν είναι σε θέση να παράξει η περιοχή, που κληρονόμησε τα στρατιωτικά εργοστάσια της Σοβιετικής Ενωσης: ρούχα, παπούτσια, ηλεκτρονικά είδη, ηλεκτρικές συσκευές, κρέας, φρούτα και λαχανικά. Σχεδόν όλες οι μικρές επιχειρήσεις είναι στα χέρια των Κινέζων.

Η παρουσία τους είναι ανεκτή. Παίρνουν επιχειρηματικές θεωρήσεις, αλλά όχι άδεια εργασίας. Αυτό το ημιπαράνομο νομικό καθεστώς τούς καθιστά εύκολη λεία για τους αστυνομικούς και υπαλλήλους, που είναι πάντοτε πρόθυμοι να «εξυπηρετήσουν»- με το αζημίωτο φυσικά.

Το Κρεμλίνο ανησυχεί για την κινεζική εμπορική διείσδυση
ΠΡΙΝαπό τρία χρόνια, το Κρεμλίνο εξέφρασε την ανησυχία του για την κινεζική κυριαρχία στο λιανεμπόριο. Σήμερα, ο νόμος προϋποθέτει την ύπαρξη ρώσων πωλητών. Νωρίς το πρωί, στους δρόμους της αγοράς του Σπορτίβνι, γύρω από το ερειπωμένο παλιό στάδιο του Βλαδιβοστόκ, οι κινέζοι έμποροι προσλαμβάνουν υπαλλήλους. Καθώς τα εργατικά χέρια είναι λιγοστά, οι έμποροι έχουν βρει ένα κόλπο. Η νομοθεσία αναφέρει «υπαίθριες αγορές»: έτσι λοιπόν τα κιόσκια έχουν αποκτήσει στέγη…

Σε αυτή την ασιατική Ρωσία που δεν παράγει πολλά πράγματα, η μεταπώληση κινεζικών προϊόντων, ιαπωνικών αυτοκινήτων, οικοδομικών υλικών από τη Νότια Κορέα είναι η μεγαλύτερη εμπορική δραστηριότητα. «Εμείς δεν έχουμε βιομηχανία, οι μεικτές επιχειρήσεις είναι λίγες. Η παραγωγή είναι πολύ ακριβή εδώ και σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να συναγωνιστούμε την Κίνα. Πρόκειται για το εργαστήριο του κόσμου και εμείς παρέχουμε τις πρώτες ύλες» αναφέρει ο Μιχαήλ Τέρσκι, διευθυντής του Κέντρου Στρατηγικών Ερευνών του Ειρηνικού.

Οι κινέζοι επιχειρηματίες δεν είναι πάντοτε ευπρόσδεκτοι. Ο Χου Ρονγκμάο, πρόεδρος του ομίλου Shimao, πλήρωσε τον λογαριασμό. Εχει επενδύσει σε ένα μεγάλο ρωσοκινεζικό έργο, την κατασκευή μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου στα σύνορα.

Οι Κινέζοι είχαν μεγάλα σχέδιαένα τεράστιο ξενοδοχείο χτίστηκε στο άψε σβήσε. Μόλις όμως ετοιμάστηκαν τα πέντε αστέρια, εγκαινιάστηκαν κιόλας, δεν ετέθη πλέον ζήτημα ελεύθερης ζώνης, η ρωσική πλευρά αποδεσμεύτηκε. Η διαφθορά και η αδιαφάνεια είναι σαν τα εμβόλια που έχουν στόχο να ανοσοποιήσουν την περιοχή από τον ανταγωνισμό. «Ενα εχθρικό περιβάλλον αποθαρρύνει τον ανταγωνισμό. Αν οι κανόνες είναι διαφανείς, τότε θα έρθουν οι άλλοι. Δεν είμαι καθόλου υπέρ» παραδέχεται ο Μιχαήλ Τέρσκι. «Το να δω Κινέζους, Κορεάτες ή Γιαπωνέζους να έρθουν εδώ για να κάνουν δουλειές δεν μου δίνει καμία ιδιαίτερη χαρά».