Το Κουρδικό και η αναχαίτιση του πολιτικού Ισλάμ θα βρεθούν στην κορυφή της ατζέντας του νέου αρχηγού του τουρκικού Γενικού Επιτελείου, στρατηγού Γιασάρ Μπουγιούκανιτ, ο οποίος – καλώς εχόντων των πραγμάτων – αναμένεται να μείνει στο «τιμόνι» των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων για τα επόμενα δύο χρόνια.


Σύμφωνα με τον στρατηγό Μπουγιούκανιτ, η Τουρκία θα αναγκαστεί στο εγγύς μέλλον να επιβιώσει σε «μια δύσκολη γεωγραφία», αντιμέτωπη με δύο σοβαρές απειλές: η πρώτη είναι το Κουρδικό (διαμελιστικές τάσεις, σύμφωνα με την επίσημη φρασεολογία των τούρκων αξιωματούχων) «που στοχεύει στο να διαταράξει την ενότητα και ακεραιότητα του τουρκικού έθνους» και η δεύτερη το πολιτικό Ισλάμ «που αποσκοπεί στην ακύρωση των επιτευγμάτων του κοσμικού κράτους».


Σε μήνυμά του με αφορμή τον εορτασμό της τουρκικής νίκης στον Μικρασιατικό Πόλεμο, στις 30 Αυγούστου, ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ υποστήριξε ότι η λύση στα προβλήματα αυτά βρίσκεται στο «κεμαλικό σύστημα σκέψης, το οποίο θεμελιώνεται πάνω στον κεμαλικό εθνικισμό και στον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους, στηρίγματα και τα δύο», όπως είπε, για το μέλλον της Τουρκίας. Το μήνυμά του, βαθιά πολιτικό και καθόλου στρατιωτικό, έδωσε το στίγμα των προθέσεών του.


Ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ έχει έντονο πολιτικό προφίλ. Ο διεθνής Τύπος έσπευσε να τον χαρακτηρίσει «γεράκι» και «κουρδοφάγο». Οι φίλοι του τον αποκαλούν πραγματιστή. Γνωρίζει το Κουρδικό πολύ καλά. Από το 1996, οπότε προήχθη σε αντιστράτηγο, ανέλαβε επικεφαλής αρχικά του 7ου Σώματος Στρατού στο Ντιγιαρμπακίρ, στην «καρδιά» της σπαρασσόμενης από τις συγκρούσεις με το ΡΚΚ Νοτιοανατολικής Τουρκίας. Στη συνέχεια ανέλαβε τη διεύθυνση επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου, απ’ όπου συντόνιζε ολόκληρη τη στρατιωτική δράση κατά των ανταρτών, προτού διοριστεί το 2000 υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου και το 2004 αρχηγός του στρατού ξηράς. Ολα αυτά τα χρόνια ασχολήθηκε με το Κουρδικό από πολύ υψηλές θέσεις. Η προηγηθείσα προϋπηρεσία του στα στρατηγεία του ΝΑΤΟ, στη Μονς και στη Νάπολη, του προσέφερε πλούσια εμπειρία στις πληροφορίες, έναν τομέα νευραλγικής σημασίας για την πάταξη του κουρδικού κινήματος.


Οι Ηνωμένες Πολιτείες φρόντισαν να ρίξουν γέφυρες προς τον στρατηγό Μπουγιούκανιτ μήνες προτού αναλάβει το Γενικό Επιτελείο. Του επεφύλαξαν θερμή υποδοχή τον περασμένο Νοέμβριο στην Ουάσιγκτον. Δημοσιεύματα του Τύπου την εποχή εκείνη ήθελαν τον Μπουγιούκανιτ να επιζητεί την πολιτική υποστήριξη των ΗΠΑ στα μελλοντικά του σχέδια, προκαλώντας την οργίλη αντίδραση του ιδίου. Η έγκυρη τουρκάλα αναλύτρια Γιασεμίν Τσονγκάρ εκτιμά ότι η Ουάσιγκτον θεωρεί τον στρατηγό Μπουγιούκανιτ «αξιόπιστο σύμμαχο», όπως και τον διάδοχό του στο επιτελείο των χερσαίων δυνάμεων, στρατηγό Ιλκέρ Μπασμπούγ, ο οποίος φέρεται να διατηρεί ιδιαίτερα θερμές σχέσεις με τον επικεφαλής του μεικτού Γενικού Επιτελείου των ΗΠΑ, στρατηγό Πίτερ Πέις. Η γενική εκτίμηση είναι ότι η Ουάσιγκτον ελπίζει σε καλύτερη συνεργασία με το «δίδυμο» Μπουγιούκανιτ – Μπασμπούγ, εν όψει κρίσιμων εξελίξεων σε σχέση με το Ιράν, το Ιράκ και τον Λίβανο.


Οσον αφορά, τέλος, τις ευρωτουρκικές σχέσεις, στο παρελθόν ο στρατηγός Μπουγιούκανιτ είχε παρέμβει δημοσίως και στη συζήτηση για την ενταξιακή πορεία της Αγκυρας στην ΕΕ, τονίζοντας ότι «οι ένοπλες δυνάμεις δεν μπορούν να είναι κατά της ΕΕ γιατί η ΕΕ αποτελεί γεωπολιτική και γεωστρατηγική αναγκαιότητα για τον εκσυγχρονισμό που επιθυμούσε ο Ατατούρκ». Εσπευσε όμως να θέσει σαφή όρια στις υποχωρήσεις που μπορεί να κάνει η Τουρκία, ειδικά όσον αφορά τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, επισημαίνοντας ότι αυτές δεν θα πρέπει να ενθαρρύνουν τη δράση των ισλαμιστικών ή φιλοκουρδικών κύκλων.


Το ΡΚΚ και τα «Γεράκια»


Ενας εχθρός από τα παλιά ήλθε να πλήξει τον τουρκικό τουρισμό εφέτος: οι κούρδοι αυτονομιστές. Μια σχετικά νέα οργάνωση, τα «Γεράκια για την Απελευθέρωση του Κουρδιστάν» (ΤΑΚ), είχε προειδοποιήσει από την αρχή της τουριστικής περιόδου, τον περασμένο Απρίλιο, ότι θα πλήξει τουριστικούς στόχους της Τουρκίας και ζητούσε από τους ξένους να μην επισκεφθούν τη χώρα. Τις απειλές αυτές ήλθαν να επιβεβαιώσουν οι επιθέσεις αυτής της εβδομάδας σε Κωνσταντινούπολη, Μαρμαρίδα, Αττάλεια και Μερσίνα, που άφησαν πίσω τους τρεις νεκρούς και 47 τραυματίες.


Η οργάνωση φέρεται να έχει ιδρυθεί το 2004. Βασικός στόχος της είναι να αποτελέσει μια μετωπική οργάνωση που πραγματοποιεί επιθέσεις αντεκδίκησης, με πρακτικές αντάρτικου πόλεων. Επικεντρώνει τη δράση της στα αστικά κέντρα και στα τουριστικά θέρετρα της Δυτικής Τουρκίας. Στην ιδρυτική τους διακήρυξη τα μέλη της ΤΑΚ δηλώνουν και ότι προέρχονται από τις τάξεις του ΡΚΚ, το οποίο όμως κατηγορούν σήμερα για ανεπάρκεια όσον αφορά τις «αγωνιστικές του πρακτικές».


Τουρκικές πηγές θεωρούν την ΤΑΚ μυστικό παρακλάδι του ΡΚΚ, που λαμβάνει απευθείας εντολές από το όρος Καντίλ, στο Βόρειο Ιράκ. Εκεί δηλαδή όπου έχει οχυρωθεί ο κύριος όγκος των δυνάμεων των κούρδων ανταρτών μετά τη σύλληψη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν το 1999, έπειτα από 15 χρόνια συγκρούσεων με τις τουρκικές δυνάμεις. Ο ακριβής αριθμός των ενόπλων του ΡΚΚ σήμερα δεν είναι γνωστός. Πρόχειρες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 5.000 αντάρτες.


Η σύλληψη του Οτσαλάν ήταν σημείο καμπής για την οργάνωση, καθώς έφερε στην επιφάνεια τις υποβόσκουσες εσωτερικές διαφωνίες. Σε μια προσπάθεια να δώσει νέα δυναμική στο κίνημα, η οργάνωση άλλαξε έκτοτε δομές και ονομασίες, ενώ καθ’ υπόδειξη του ίδιου του Οτσαλάν εγκατέλειψε το αίτημα για πλήρη ανεξαρτησία. Παρέμεινε ωστόσο πιστή στις αρχές του μαρξισμού και του κουρδικού εθνικοπατριωτισμού. Κατά την πολύχρονη παρουσία του στο Βόρειο Ιράκ το ΡΚΚ φάνηκε να αποκτά ερείσματα και στην περιοχή, όπου ιδρύθηκε το «αδελφό» Κόμμα Δημοκρατικής Λύσης στο Κουρδιστάν (PCDK), το κλείσιμο του οποίου επιδιώκει τώρα η αυτόνομη κουρδική κυβέρνηση του Βορείου Ιράκ, κατόπιν τουρκικών και αμερικανικών πιέσεων. Επίσης στο Ιράκ δημιουργήθηκε από διαφωνούντα στελέχη του ΡΚΚ το Πατριωτικό Δημοκρατικό Κόμμα (PWK).


Εντός της Τουρκίας το φιλοκουρδικό μπλοκ εκφράζεται – στον βαθμό που επιτρέπει η αυστηρή τουρκική νομοθεσία – από το Κόμμα Δημοκρατικής Κοινωνίας (DTP), στο οποίο προσχώρησαν τα περισσότερα στελέχη του Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (DEHAP). Σήμερα στο κίνημα διακρίνονται τέσσερις τάσεις: α) Αυτοί που προσεγγίζουν το πρόβλημα με πραγματισμό και χαρακτηρίζονται φιλελεύθεροι, β) Οι νοσταλγοί, που παραμένουν πιστοί στο πνεύμα του 1984 και στις ιδρυτικές αρχές του ΡΚΚ, γ) Η διασπορά των εξορίστων στην Ευρώπη και δ) Ο ίδιος ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν.