Ο Μουζαφέρ Τεκίν είναι τούρκος απότακτος λοχαγός. Εως πρόσφατα ελάχιστοι τον γνώριζαν. Μετά την επίθεση όμως στο τουρκικό Συμβούλιο της Επικρατείας στην Αγκυρα, έγινε στη χώρα του πασίγνωστος. Κατηγορήθηκε για σχέσεις με το «βαθύ κράτος» της Τουρκίας, η κοινή γνώμη της οποίας συγκλονίζεται για μία ακόμη φορά από τις αποκαλύψεις για τη δράση των παρακρατικών μηχανισμών. Το θέμα, εκτός από τις πολιτικές προεκτάσεις του στο εσωτερικό της Τουρκίας, παρουσιάζει και έντονο ελληνικό ενδιαφέρον, καθώς ο Τεκίν και οι εθνικιστικοί κύκλοι στους οποίους ανήκει συνδέονται με την TMT, την τουρκική παρακρατική οργάνωση στην Κύπρο, και με τις επιθέσεις κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου.


Το όνομα του Μουζαφέρ Τεκίν ακούστηκε όταν δημοσιεύθηκε στον τουρκικό Τύπο η πληροφορία πως είχε συχνές τηλεφωνικές επαφές με τον δράστη της επίθεσης κατά των τούρκων δικαστικών, φερόμενο ισλαμιστή δικηγόρο Αλπαρσλάν Αρσλάν. Τότε ο Μουζαφέρ Τεκίν εξαφανίστηκε, «φιλοξενήθηκε» στην έπαυλη ενός στελέχους των ειδικών δυνάμεων, για να βρεθεί λίγες ημέρες αργότερα τραυματισμένος από μαχαίρι στο στήθος, ύστερα από απόπειρα… αυτοκτονίας, σύμφωνα τουλάχιστον με την επίσημη εκδοχή.


Ο Τεκίν είχε πάρει μέρος στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, συνδέεται με την TMT και πηγαινοερχόταν συχνά στα Κατεχόμενα, συμμετέχοντας σε εκστρατείες υποστήριξης του κατοχικού ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς, από τα χέρια του οποίου μάλιστα έχει λάβει και ένα μετάλλιο.


Στις τελευταίες «προεδρικές εκλογές» στην κατεχόμενη Κύπρο η υπογραφή του βρισκόταν σε μια δημόσια έκκληση που ετοίμασαν τούρκοι εθνικιστές, υπό τον τίτλο «στηρίζουμε την εθνική μας υπόθεση και τον Ραούφ Ντενκτάς». Στην έκκληση αυτή ο Τεκίν έβαλε την υπογραφή του ως «αξιωματικός εν αποστρατεία», παρά το γεγονός ότι είχε διωχθεί απαξιωμένος από το στράτευμα τη δεκαετία του ’80, την περίοδο της χούντας του στρατηγού Εβρέν, επειδή συμμετείχε σε μια μαφιόζικου τύπου επίθεση κατά ενός εστιατορίου.


Το ελληνικό ενδιαφέρον για τον πρώην λοχαγό δεν τελειώνει εδώ. Ο ίδιος συμμετείχε στα επεισόδια που προκάλεσαν οι Γκρίζοι Λύκοι στην Κωνσταντινούπολη κατά την τελετή καθαγιασμού των υδάτων τα Θεοφάνια και συνδέεται με τον δικηγόρο Κεμάλ Κεριντσίζ, ο οποίος πρωτοστατεί σε όλες τις ενέργειες των Γκρίζων Λύκων κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο τελευταίος, πρόεδρος της οργάνωσης «Εθνική Δύναμη» (Milli Guc), ζητεί την απομάκρυνση του Πατριαρχείου από το Φανάρι και σύμφωνα με την εθνικοπατριωτική «Yenicag» έχει καταθέσει εναντίον του Πατριάρχη Βαρθολομαίου μηνυτήρια αναφορά για τη λειτουργία στα ερείπια του ναού του Αγίου Ιωάννη στην Πέργαμο, καθώς, όπως υποστηρίζει, παραβιάστηκε η συνθήκη περί ανταλλαγής πληθυσμών και άρα η τουρκική νομοθεσία.


Στην τηλεφωνική ατζέντα του Τεκίν βρισκόταν και η Σεβγκί Ερενερόλ, εκπρόσωπος του αυτοαποκαλούμενου «Τουρκορθόδοξου Πατριαρχείου», το οποίο ίδρυσε κατ’ εντολήν των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών ο σχισματικός ιερέας παπά-Ευτύμ (Καραχισαρίδης), ο οποίος συμμετείχε στο εθνικιστικό κίνημα του Κεμάλ κατά των Ελλήνων στη διάρκεια του Μικρασιατικού Πολέμου και στη συνέχεια, μαζί με τους δύο γιους του, αφιέρωσε τη ζωή του στη δράση εναντίον του Φαναρίου και στην υφαρπαγή τεράστιας αξίας κοινοτικών ακινήτων και ναών της ελληνικής μειονότητας της Κωνσταντινούπολης. H κυρία Ερενερόλ είναι σταθερά παρούσα σε όλες τις εκδηλώσεις των τούρκων εθνικιστών κατά του Πατριαρχείου.


Ο Μουζαφέρ Τεκίν ήταν, σύμφωνα με τις πληροφορίες του τουρκικού Τύπου, συμφοιτητής στη Σχολή Πολέμου με τον ταγματάρχη Τζεμ Ερσεβέρ, ιδρυτή και επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών της Χωροφυλακής (με στρατιωτική δομή και στελέχωση στην περίπτωση της Τουρκίας), ευρύτερα γνωστής ως JITEM, η οποία πρωταγωνίστησε στην εκστρατεία εξόντωσης κούρδων αντιφρονούντων στον πόλεμο με το PKK και κατηγορήθηκε για σωρεία έκνομων ενεργειών. Την ύπαρξη της υπηρεσίας αρνείται η επίσημη Τουρκία, ενώ ο ταγματάρχης Ερσεβέρ έπεσε θύμα ανεξιχνίαστης δολοφονίας, όταν αποκαλύφθηκε η δράση της JITEM.


Στο σπίτι του βρέθηκε η «Κόκκινη Βίβλος», με το απόρρητο κείμενο του «Δόγματος Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας». Σύμφωνα με τη «Radikal», βρέθηκε επίσης ένα φυλλάδιο με τίτλο «Εγχειρίδιο πληροφοριών και αντάρτικου», έκδοση του «Κινήματος Ενωμένων Πατριωτικών Δυνάμεων», μέλος του οποίου είναι ο Τεκίν.


Το κίνημα αυτό θεωρείται ότι ανήκει στο «κλίμα» της «Κόκκινης Μηλιάς», της συμμαχίας που συγκεντρώνει στους κόλπους της τόσο εθνικιστές (ulkucu / milliyetci) της Δεξιάς όσο και εθνικιστές που αυτοπροσδιορίζονται αριστεροί (ulusalci: πατριωτικός κεμαλικός εθνικισμός).


Στο πλέγμα των «περίεργων» σχέσεων που αποκαλύπτονται πίσω από την επίθεση κατά των δικαστικών, η «Hurriyet» ενέπλεξε και έναν στρατηγό, τον οποίο δεν κατονόμασε μεν, αλλά ανέφερε τα αρχικά του. Ο συντηρητικός Τύπος προχώρησε ένα βήμα παραπάνω και αναγνώρισε τον στρατηγό αυτόν στο πρόσωπο του υποστρατήγου Ντογού Σιλαχτσίογλου, πρώην επικεφαλής των τεθωρακισμένων στην Κωνσταντινούπολη. H «βεντέτα» του Σιλαχτσίογλου με τον ισλαμιστικό χώρο είναι παλιά. Ανήκε στον σκληρό πυρήνα των στρατιωτικών που έφεραν εις πέρας το 1997 την επιχείρηση απομάκρυνσης (βελούδινο πραξικόπημα για πολλούς) της τότε κυβέρνησης του ισλαμιστή πρωθυπουργού Νετζμετίν Ερμπακάν. Είχε προηγηθεί, στις 28 Φεβρουαρίου του ίδιου έτους, αυστηρή προειδοποίηση του γενικού επιτελείου ότι θα προασπιστεί πάση θησεία το κοσμικό καθεστώς της χώρας. Ο Σιλαχτσίογλου αρθρογραφεί σήμερα στην κεμαλιστική «Cumhuriyet», η οποία υπήρξε πρόσφατα στόχος τριπλής βομβιστικής επίθεσης.


Στις ίδιες «παρέες» των παρακρατικών αναφέρονται και τα ονόματα του πρώην αστυνομικού διευθυντή Ιμπραχίμ Σαχίν και του απόστρατου ταξιάρχου Βελί Κιουτσούκ, με τους οποίους ο Τεκίν διατηρούσε καλές σχέσεις, ιδιαίτερα με τον πρώτο.


Ολες αυτές οι περίπλοκες διασυνδέσεις παραπέμπουν στη δράση της «Εργκενεκόν», όπως άλλωστε διαπιστώνει και η «Hurriyet» της 24ης Μαΐου. Πρόκειται για έναν μυστικό παρακρατικό μηχανισμό από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, αντίστοιχο της ιταλικής Gladio, που προβλεπόταν να δραστηριοποιηθεί για να αναχαιτίσει τον «εσωτερικό εχθρό» σε περίπτωση που επικρατούσαν κομμουνιστικές δυνάμεις. Στη συνέχεια όμως μάλλον χρησιμοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει διαφορετικούς πολιτικούς στόχους, κυρίως στο Κουρδικό, στην αντιμετώπιση του πολιτικού Ισλάμ και στην Κύπρο. Σύμφωνα με τις ελάχιστες πληροφορίες που έχουν έλθει τη δημοσιότητα, η «Εργκενεκόν» (η μυθική κοιτίδα των Τούρκων στην Κεντρική Ασία) συγκροτήθηκε τη δεκαετία του ’60 και συμπεριέλαβε στους κόλπους της στρατιωτικούς, μέλη των δυνάμεων ασφαλείας, γραφειοκράτες, επιχειρηματίες, δημοσιογράφους, συνδικαλιστές, στελέχη μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.ά., ορισμένοι από τους οποίους, συν τω χρόνω, άρχισαν να αυτονομούνται και να εξυπηρετούν δικά τους παράνομα συμφέροντα, χάρη στην κάλυψη που τους παρείχε η συνεργασία τους με το «βαθύ κράτος». Στον παρακρατικό αυτόν μηχανισμό ανέλαβαν «εργολαβικά» την εκτέλεση αποστολών γνωστά ονόματα της μαφίας των ακροδεξιών Γκρίζων Λύκων. Μέχρι στιγμής οι αποκαλύψεις αφορούν κυρίως τη δεξιά πτέρυγα του παρακρατικού αυτού μηχανισμού. Φημολογείται όμως ότι υπάρχει και αριστερή. Το περιοδικό «Aksiyon» μάλιστα είχε δημοσιεύσει πριν από αρκετά χρόνια πληροφορίες ότι υπήρξε διείσδυσή του σε οργάνωση της ένοπλης Αριστεράς που τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 εκπαίδευε τα μέλη της στην κοιλάδα Μπεκάα του Λιβάνου.


Μετά τις αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών δημιουργήθηκε στην Τουρκία κλίμα πολιτικής πόλωσης και αναμονής ανάλογο με εκείνο που δημιουργήθηκε το 1996 με το σκάνδαλο του Σουσουρλούκ, τότε που αποκαλύφθηκε το πλέγμα των σχέσεων της ακροδεξιάς μαφίας με το κράτος. Ηδη γίνεται λόγος για ένα νέο σκάνδαλο, το οποίο στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο από το δεύτερο επεισόδιο του Σουσουρλούκ, σε μια στιγμή μάλιστα που κορυφώνεται η σύγκρουση κεμαλιστών – ισλαμιστών, το Κουρδικό φουντώνει και κυοφορούνται αλλαγές στις ένοπλες δυνάμεις εν όψει της αποστρατείας τον Αύγουστο του αρχηγού του γενικού επιτελείου Χιλμί Οζκιόκ.