Η ΜΟΣΑΝΤ, η μυστική υπηρεσία του Ισραήλ, τροφοδοτεί τα τελευταία 50 χρόνια έναν αστείρευτο κύκλο φημολογίας, συνωμοσιολογίας και δέους. Από το 1951, οπότε ιδρύθηκε από τον Μπεν Γκουριόν, ως και πριν από μερικά χρόνια η Μοσάντ παρήγε θρύλους. Τα τελευταία όμως χρόνια έχει αρχίσει να περνάει μια πρόδηλη κρίση. Η πρόσφατη σύλληψη των δύο ισραηλινών πρακτόρων στην Κύπρο δεν είναι, π.χ., ένα τυχαίο γεγονός. Αντιθέτως, αποτελεί ένα ακόμη φιάσκο που έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά θεαματικές αποτυχίες τής πάλαι ποτέ πανίσχυρης υπηρεσίας.


* Η απαγωγή του Αϊχμαν


Η Μοσάντ ιδρύθηκε την 1η Απριλίου 1951 και ο τότε πρωθυπουργός της χώρας δήλωσε ότι θα ήταν αφιερωμένη «στο κράτος μας, το οποίο βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας από τη γέννησή του. Η συλλογή πληροφοριών θα είναι η πρώτη γραμμή της άμυνάς μας». Ο πρώτος διάσημος κατάσκοπός της ήταν ο Ελι Κόεν, ο οποίος κατάφερε να διεισδύσει στα ανώτατα κυβερνητικά κλιμάκια της Συρίας εξασφαλίζοντας πολύτιμες στρατιωτικές πληροφορίες στην υπηρεσία του. Ο Κόεν ανακαλύφθηκε μετά από διετή δράση και κρεμάστηκε δημόσια στο κέντρο της Δαμασκού.


Το 1960 η ισραηλινή υπηρεσία έγινε διάσημη διεθνώς όταν ανακάλυψε και απήγαγε τον Αντολφ Αϊχμαν από την Αργεντινή για να δικασθεί στο Ισραήλ. Ηταν μια συγκλονιστική επιχείρηση βάσει της οποίας εδραιώθηκε η αντίληψη ότι η Μοσάντ λειτουργεί με τους δικούς της όρους όπου θέλει, χωρίς την έγκριση των τοπικών αρχών.


Στις αρχές πάλι της δεκαετίας του 1960 ένας άλλος πράκτορας της Μοσάντ κατάφερε να διαβρώσει το δίκτυο γερμανών επιστημόνων οι οποίοι είχαν αναλάβει να κατασκευάσουν πυραύλους για λογαριασμό της αιγυπτιακής κυβέρνησης. Ο Γούλφανγκ Λοτζ ανακάλυψε πολλά μυστικά του προγράμματος ενώ με βάση τις πληροφορίες που έδωσε πράκτορες της Μοσάντ απείλησαν να δολοφονήσουν τους γερμανούς επιστήμονες αναγκάζοντάς τους να εγκαταλείψουν το εγχείρημα.


Το 1968, μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών, ο Ντε Γκωλ επέβαλε απαγόρευση στην πώληση εξοπλισμών στο Ισραήλ. Η ενέργειά του είχε ως αποτέλεσμα να μπλοκαρισθεί η παράδοση πέντε πυραυλακάτων οι οποίες είχαν κατασκευασθεί και ήταν σταθμευμένες στο λιμάνι του Σέρμπουργκ. Αυτό δεν σταμάτησε τη Μοσάντ από το να οργανώσει μια τζεϊμσμποντική επιχείρηση για την κατάληψή τους. Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1969 μια επίλεκτη ομάδα ανδρών της Μοσάντ μπήκε στα ναυπηγεία και σε λίγη ώρα βρίσκεται καθ’ οδόν προς τη Χάιφα, όπου τους περίμενε θριαμβευτική υποδοχή. Ο συνδυασμός της ισραηλινής ευρηματικότητας και της αλαζονείας είχε φέρει για μία ακόμη φορά αποτελέσματα.


Οι επιτυχίες της Μοσάντ μεταφράζονταν συχνά και σε ανθρώπινα θύματα. Οι εκτελεστές της υπηρεσίας είχαν αποκτήσει διεθνώς φήμη αποτελεσματικών αλλά και ψυχρών ρομπότ. Μια απόκρυφη ιστορία θέλει έναν εξ αυτών να τρώει σάντουιτς ενόσω περίμενε το θύμα του, να τον εκτελεί έξω από ξενοδοχείο στο Φάληρο και να συνεχίζει κατόπιν το γεύμα του. Τέτοιου τύπου φήμες για τους άνδρες και τις γυναίκες της Μοσάντ είχαν κυκλοφορήσει από την ίδια την υπηρεσία σε μια προσπάθεια προβολής της εικόνας μιας πανίσχυρης και άτρωτης υπηρεσίας. Ενα ειδικό άλλωστε τμήμα της, το λεγόμενο LΑΠ, ασχολείται ειδικά με τις επιχειρήσεις ψυχολογικού πολέμου. Αλλες πάλι οφείλονται στους ελάχιστους πράκτορές της οι οποίοι αποφάσισαν να σπάσουν τον όρκο σιωπής που έχουν δώσει, όπως έκανε ο Βίκτορ Οστρόφσκι, που ζει εδώ και 10 χρόνια στον Καναδά. Ο Οστρόφσκι αποκάλυψε στο βιβλίο που εξέδωσε το 1990 τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η Μοσάντ και ιδιαίτερα ορισμένοι από τους εκτελεστές της.


Η διεθνής κοινή γνώμη είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει τον Απρίλιο του 1988 το πώς λειτουργεί η ισραηλινή υπηρεσία όταν θέλει να εκδικηθεί τους θανάσιμους εχθρούς της. Μια ομάδα κομάντος της αποβιβάστηκε στην Τύνιδα και δολοφόνησε τον υπαρχηγό του Γιάσερ Αραφάτ, τον Αμπού Τζιχάντ, τον οποίο θεωρούσαν πρωτεργάτη των πλέον πολύνεκρων τρομοκρατικών ενεργειών. Δύο χρόνια αργότερα οι εκτελεστές της Μοσάντ δολοφόνησαν στις Βρυξέλλες τον Τζέραλντ Μπουλ, τον καναδό επιστήμονα που είχε αναλάβει να κατασκευάσει ένα εξαιρετικά σύγχρονο πυροβόλο μεγάλου βεληνεκούς για τη Βαγδάτη.


* Η δολοφονία του Ράμπιν


Σήμερα η Μοσάντ είναι μια εντελώς διαφορετική υπηρεσία από εκείνη της δεκαετίας του 1950. Το όνομα του αρχηγού της ήταν π.χ. κρατικό μυστικό και η δημοσίευσή του από τα μέσα ενημέρωσης μπορούσε να επιφέρει βαριές ποινές. Η πολιτική αυτή άλλαξε όταν το 1996 ανακοινώθηκε ότι τη θέση του αρχηγού θα ανελάμβανε ο στρατηγός Ντάνι Γιάτομ. Η βασική όμως αρχή της δεν έχει αλλάξει, ότι δηλαδή «το Ισραήλ θα χτυπήσει όπου και όποτε θέλει τους εχθρούς του».


Η έδρα της υπηρεσίας βρίσκεται στο Τελ Αβίβ και, σύμφωνα με δημοσιευμένες πληροφορίες, έχει περί τους 1.200-1.500 εργαζομένους. Τα τελευταία όμως χρόνια, ειδικά μετά τη δολοφονία του πρωθυπουργού Γιτζάκ Ράμπιν, τον Νοέμβριο του 1995, η Μοσάντ αμαυρώθηκε από έντονες φήμες για ανάμειξή της στην εσωτερική πολιτική σκηνή. Το ερώτημα κατά πόσον γνώριζε την ύπαρξη σχεδίου για τη δολοφονία του Ράμπιν ή αν ο δολοφόνος εργαζόταν για λογαριασμό της στο παρελθόν απασχολεί ακόμη και σήμερα τις στήλες των μεγάλων ισραηλινών εφημερίδων.


Την ίδια στιγμή βετεράνοι παρατηρητές των ισραηλινών υποθέσεων αναρωτιούνται κατά πόσον η Μοσάντ περνάει μια μορφή κρίσης μέσης ηλικίας με έκδηλες επιπτώσεις στην αποτελεσματικότητά της. Αφορμή για τη φιλολογία αυτή στάθηκε αρχικά η εκ λάθους δολοφονία ενός αθώου αλγερινού σερβιτόρου στη Νορβηγία το 1973 μπροστά στην έγκυο γυναίκα του καθώς έβγαιναν από έναν κινηματογράφο. Οι ισραηλινοί πράκτορες νόμιζαν ότι επρόκειτο για τον Αλί Αχμάντ Σαλαχέμ που εθεωρείτο ο αρχηγός της ομάδας-ελίτ 17 της PLO καθώς και ο εγκέφαλος πίσω από τη δολοφονία των ισραηλινών αθλητών στους Ολυμπιακούς του Μονάχου δύο χρόνια πριν.


Οι νορβηγικές αρχές συνέλαβαν τρεις άνδρες της Μοσάντ που φυλακίστηκαν για λίγα χρόνια ενώ πριν από λίγους μήνες ο εισαγγελέας του Οσλο εξέδωσε ένταλμα σύλληψης για τον αρχηγό της αποστολής, τον 70χρονο συνταξιούχο πράκτορα Μάικλ Χαράρι. Πρόκειται για έναν από τους πλέον διάσημους εκτελεστές της Μοσάντ, στενό φίλο του δικτάτορα του Παναμά Μανουέλ Νοριέγκα και δραστήριο έμπορο όπλων στη Λατινική Αμερική.


Την ίδια χρονιά, το 1973, η Μοσάντ δεν κατάφερε να προβλέψει έγκαιρα την επίθεση που εξαπέλυσαν η Συρία και η Αίγυπτος εναντίον του Ισραήλ. Η ευθύνη για εκείνο το φιάσκο επιρρίφθηκε στις στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών.


* Η υπόθεση Πόλαρντ


Το 1985 η Ουάσιγκτον συγκλονίστηκε από την αποκάλυψη μιας υπόθεσης ισραηλινής κατασκοπείας εις βάρος του αμερικανικού Πενταγώνου. Ο Τζόναθαν Πόλαρντ συνελήφθη από το FBI ενώ επιχειρούσε να μπει στο προαύλιο της ισραηλινής πρεσβείας για να ζητήσει άσυλο. Ο αμερικανοεβραίος κατάσκοπος είχε δώσει πολύτιμες και άκρως απόρρητες πληροφορίες στους προϊσταμένους του που τους επέτρεψαν να παρακολουθούν τις αμερικανικές επικοινωνίες διεθνώς καθώς και να γνωρίζουν όλο το δίκτυο συλλογής πληροφοριών από τη Σοβιετική Ενωση.


Ο Πόλαρντ καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά ως σήμερα η ισραηλινή κυβέρνηση προσπαθεί με κάθε τρόπο να πετύχει την απελευθέρωσή του. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου σχεδόν το κατάφερε πρόσφατα, όταν το έθεσε ως όρο για την υπογραφή της συμφωνίας με τους Παλαιστινίους. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες αντέδρασαν όμως έντονα και ο αρχηγός της CIA Τζορτζ Τένετ έφθασε στο σημείο να απειλήσει με παραίτηση. Η απελευθέρωση του Πόλαρντ ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή, αν και θεωρείται βέβαιον ότι οι Ισραηλινοί θα συνεχίσουν να πιέζουν για την απελευθέρωσή του. Μία από τις βασικές αρχές τους είναι άλλωστε η προστασία των πρακτόρων της Μοσάντ που έχει παραγάγει και την περίφημη διαπίστωση ότι «κάθε κατάσκοπος είναι ένας πρίγκιπας για το Ισραήλ».


Το 1991 η Μοσάντ έκανε μία ακόμη αποτυχημένη επιχείρηση. Τέσσερα στελέχη της συνελήφθησαν από κύπριο αστυνομικό ενώ προσπαθούσαν να παγιδεύσουν τις τηλεφωνικές γραμμές της ιρανικής πρεσβείας στη Λευκωσία. Η Κύπρος αποτελεί έναν από τους σημαντικούς σταθμούς της Μοσάντ και χρησιμεύει συχνά ως πεδίο εκπαίδευσης για τους νέους πράκτορές της.


Την ίδια περίπου περίοδο ένας πράκτοράς της διοχέτευε εσκεμμένα λανθασμένες πληροφορίες και εκτιμήσεις για τις προθέσεις και τα σχέδια της Συρίας έναντι του Ισραήλ. Ο πράκτορας αυτός έπεισε με τις πληροφορίες του τον πρωθυπουργό Ράμπιν ότι η Δαμασκός ετοίμαζε επίθεση εναντίον του Ισραήλ ενώ αντιθέτως επεδίωκε την εξεύρεση συμβιβασμού.


Η ανάκριση που διεξήχθη αργότερα ανακάλυψε ότι ο επικεφαλής του τμήματος αναλύσεων της Μοσάντ (και κατοπινός σύμβουλος του σημερινού πρωθυπουργού Νετανιάχου) Σαμπτάι Σαβάντ συμμετείχε στην παραποίηση των αναλύσεων για τη Συρία σε μια προσπάθεια να σαμποτάρει την προσέγγιση των δύο χωρών. Η υπόθεση αυτή ανέδειξε το σοβαρό πρόβλημα που έχει δημιουργήσει η μεταφορά του βαθύτατου πολιτικού και κομματικού διχασμού της χώρας στο εσωτερικό της μυστικής υπηρεσίας. Στην «τέχνη» των μυστικών υπηρεσιών δεν υπάρχει άλλωστε μεγαλύτερο αμάρτημα από την παραποίηση εκτιμήσεων με βάση προσωπικά, ιδεολογικά κριτήρια και συμφέροντα.


* Η χειρότερη στιγμή


Τον Σεπτέμβριο του 1997 ήλθε η χειρότερη ίσως στιγμή στην ιστορία της υπηρεσίας όταν προσπάθησε να δολοφονήσει στο Αμμάν τον επικεφαλής του πολιτικού τμήματος της οργάνωσης Χαμάς Χαλίντ Μεσάαλ. Οι εκτελεστές έκαναν μια ένεση με δηλητήριο στον Παλαιστίνιο αλλά για κακή τους τύχη συνελήφθησαν από ιορδανούς αστυνομικούς. Ο βασιλιάς της Ιορδανίας Χουσεΐν δεν μπορούσε να συγκρατήσει την οργή του όταν πληροφορήθηκε την ενέργεια της Μοσάντ που εξελίχθηκε σε πρώτης τάξεως φιάσκο. Ζήτησε από την ισραηλινή κυβέρνηση να δώσει αμέσως το αντίδοτο που έσωσε τη ζωή του στελέχους της Χαμάς ενώ διαμαρτυρήθηκε έντονα και στην Ουάσιγκτον για τις δραστηριότητες των ισραηλινών υπηρεσιών που λειτουργούσαν αποσταθεροποιητικά για το καθεστώς του, που είναι και το πλέον φιλικό προς τις ΗΠΑ και το Ισραήλ στην ευρύτερη περιοχή.


Το φιάσκο αυτό έφερε στη δημοσιότητα τις βαθύτερες διαμάχες που κρύβονταν στους σκοτεινούς διαδρόμους της υπηρεσίας. Μια σειρά γραφειοκρατικά στελέχη ζήτησαν την άμεση αποπομπή του αρχηγού της Ντάνι Γιάτομ, ο οποίος αναγκάστηκε τελικά να υποβάλει την παραίτησή του. Στα γραφεία των ισραηλινών εφημερίδων κυκλοφορούσαν ανώνυμες επιστολές ηγετικών στελεχών της Μοσάντ που κατηγορούσαν τον Γιάτομ για ερασιτεχνισμό και απίστευτα λάθη.


Μόλις ολοκληρώθηκε η ανάκριση για το τι πήγε λάθος με την επιχείρηση αυτή, μια νέα υπόθεση ήλθε να επιδεινώσει την κρίση αυτοπεποίθησης που κλονίζει τη Μοσάντ. Τον περασμένο Φεβρουάριο οι ελβετικές αρχές συνέλαβαν πράκτορές της ενώ προσπαθούσαν να παγιδεύσουν τα τηλέφωνα ενός στελέχους της οργάνωσης Χεζμπολάχ στην κατοικία του σε προάστιο της Βέρνης. Το νέο φιάσκο στο έδαφος μιας χώρας που έχει παραδοσιακά στενές σχέσεις με το Ισραήλ έκανε το ποτήρι της δυσφορίας της κοινής γνώμης να ξεχειλίσει προκαλώντας την παραίτηση του αρχηγού της Μοσάντ Ντάνι Γιάτομ.


Το ηθικό του προσωπικού της έχει φθάσει, σύμφωνα με τον βετεράνο αναλυτή Αμίρ Ορεν, στο ναδίρ καθώς η επιχείρηση του Αμμάν έδειξε ότι οι πράκτορες της Μοσάντ έχουν χάσει την τεχνική αρτιότητα και ικανότητα να περνούν απαρατήρητοι. Οι αποτυχίες, όπως το φιάσκο της Λεμεσού, αντανακλούν πιθανότατα τη γενικότερη κρίση που μαστίζει την ισραηλινή κοινωνία, τον διχασμό γύρω από το Παλαιστινιακό και τα πάθη ανάμεσα στα υπερθρησκευτικά στοιχεία και στην κοσμοπολίτικη ελίτ.


Οπως και να έχει το πράγμα, η Μοσάντ κλείνει 47 χρόνια ζωής και τα συμπτώματα της κρίσης της μέσης ηλικίας είναι κάτι παραπάνω από φανερά. Το μυστικό δίκτυο «Τρίαινα» Οι κίνδυνοι από τη συνεργασία της Μοσάντ με την τουρκική υπηρεσία πληροφοριών



28 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1958. Ενα αεροσκάφος της ισραηλινής εταιρείας El Al είναι σταθμευμένο στο αεροδρόμιο της Αγκυρας. Η επίσημη δικαιολογία είναι ότι το αεροσκάφος παρουσίασε τεχνικά προβλήματα και έκανε αναγκαστική προσγείωση στην Τουρκία. Ο πραγματικός λόγος; Το αεροπλάνο μετέφερε ανώτατα κρατικά στελέχη του Ισραήλ που είχαν αποστολή την υπογραφή ενός μυστικού πρωτοκόλλου συνεργασίας ανάμεσα στις μυστικές υπηρεσίες του Ισραήλ και της Τουρκίας.


Μεταξύ των VIP που αποβιβάστηκαν μυστικά ήταν ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπεν Γκουριόν, η υπουργός Εξωτερικών Γκόλντα Μεΐρ, ο σύμβουλος του ισραηλινού ηγέτη για θέματα μυστικών υπηρεσιών Ρούβεν Σιλόα και ο αρχηγός του ισραηλινού στρατού. Η αντιπροσωπεία συναντήθηκε με τον τούρκο πρωθυπουργό Αντνάν Μεντερές και διαπραγματεύθηκε μια άκρως απόρρητη συμφωνία ανάμεσα στη Μοσάντ και στην τουρκική Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας, όπως ονομαζόταν τότε ακόμη η ΜΙΤ, η υπηρεσία πληροφοριών της Αγκυρας.


Η συνεργασία των μυστικών υπηρεσιών Ισραήλ και Τουρκίας δεν είναι, σε καμία περίπτωση, μια καινούργια υπόθεση. Από το τέλος του 1958 συμμετείχαν σε ένα άκρως απόρρητο δίκτυο με την ονομασία «Τρίαινα» («Trident»). Ο τρίτος εταίρος ήταν η περιβόητη μυστική υπηρεσία του Ιράν, η Σαβάκ. Οι αρχηγοί των τριών υπηρεσιών συναντιόνταν κάθε εξάμηνο και συντόνιζαν τις δραστηριότητές τους. Η Αγκυρα έδινε στο Ισραήλ πληροφορίες που συνέλεγε από τη Συρία και άλλες αραβικές χώρες, ενώ οι άνδρες της Μοσάντ εκπαίδευαν τους τούρκους πράκτορες και τα όργανα του Σάχη σε μεθόδους αντικατασκοπίας και ανακρίσεων. Κοινός στόχος ήταν βεβαίως η συλλογή πληροφοριών για τις δραστηριότητες των Σοβιετικών στη Μέση Ανατολή.


* Οι σχέσεις με τους Κούρδους


Η «Τρίαινα» ήλθε στη δημοσιότητα από… ένα λάθος. Οι υπάλληλοι της CIA στην αμερικανική πρεσβεία της Τεχεράνης δεν πρόλαβαν να κάψουν ή να περάσουν από τα ειδικά μηχανήματα καταστροφής μυστικά έγγραφα προτού οι φανατικοί ιρανοί ισλαμιστές φοιτητές καταλάβουν το κτίριο το 1979. Ανάμεσα στα άθικτα έγγραφα που βρήκαν ήταν μια έκθεση της CIA για τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες η οποία περιέγραφε λεπτομερώς το δίκτυο «Τρίαινα». Αυτή η άκρως απόρρητη έκθεση τυπώθηκε και κυκλοφόρησε από τους ιρανούς φοιτητές. Αποτελεί δε σήμερα μια από τις «βίβλους» για όσους ασχολούνται διεθνώς με θέματα μυστικών υπηρεσιών.


Το δίκτυο Τουρκίας – Ιράν – Ισραήλ ήταν, εν μέρει, αποτέλεσμα αμερικανικής επιρροής. Η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο έβλεπαν με τρόμο τον Νάσερ να καλλιεργεί έναν παναραβικό εθνικισμό, που θα μπορούσε να βλάψει σοβαρά τα δυτικά συμφέροντα στην περιοχή. Επεισαν λοιπόν το Ισραήλ να συνάψει «στρατηγικές» σχέσεις με το Ιράν και την Τουρκία στα βόρεια σύνορά του καθώς και με την Αιθιοπία στον Νότο.


Η οργάνωση ΡΚΚ κατηγόρησε πρόσφατα τις ισραηλινές μυστικές υπηρεσίες ότι έδωσαν πληροφορίες στην Αγκυρα για τις κινήσεις του ηγέτη της οργάνωσης Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Εκπρόσωποι του ΡΚΚ θεωρούν μάλιστα σχεδόν βέβαιο ότι ο εντοπισμός του Οτσαλάν στη Μόσχα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη Μοσάντ.


Κανένας δεν μπορεί να αποδείξει αν η συνεργασία ΜΙΤ και Μοσάντ έχει φθάσει σ’ αυτό το σημείο. Η ιστορική ειρωνεία του πράγματος είναι όμως ότι οι ισραηλινές υπηρεσίες είχαν συνάψει μια στενή στρατηγική σχέση με τους Κούρδους από τη δεκαετία του ’60.


Η σύλληψη της ιδέας ανήκε στον Ρούβεν Σιλόα, ο οποίος έπαιζε παράλληλα τον ρόλο του συνδέσμου με την Τουρκία. Ο Σιλόα ήταν ένας πραγματικός θρύλος γιατί ανήκε στο σιωνιστικό δίκτυο κατασκόπων που λειτουργούσε πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ίδρυση του Ισραήλ. Με το πρόσχημα δημοσιογραφικών αποστολών ταξίδευε στο Κουρδιστάν, όπου γνώρισε καλά τον τοπικό πληθυσμό και τον χρησιμοποιούσε για δικές του επιχειρήσεις. Μέσα από την εμπειρία του αυτή σχημάτισε τη θεωρία για την ανάγκη συμμαχίας με όλες τις μη αραβικές μειονότητες στη Μέση Ανατολή.


* Στα βουνά του Ιράκ


Στο βιβλίο «Κάθε κατάσκοπος και πρίγκιπας» για την ιστορία της Μοσάντ αναφέρεται το πώς ισραηλινοί στρατιωτικοί εκπαίδευαν κούρδους αντάρτες οι οποίοι έδιναν τη μάχη της αυτονομίας από το καθεστώς της Βαγδάτης τη δεκαετία του ’60. Ο Αρίεβ Λόβα, ένας ισραηλινός πολιτικός και θρυλικός άνθρωπος των παρασκηνίων στον αγώνα της ανεξαρτησίας του Ισραήλ, είχε οργώσει τα βουνά στα σύνορα Ιράκ-Τουρκίας για να βοηθήσει τους κούρδους αντάρτες. Ως αντάλλαγμα οι Κούρδοι βοήθησαν 3.000 περίπου Εβραίους να φύγουν κρυφά από το Ιράκ για να εγκατασταθούν στο Ισραήλ. Οι μυστικές σχέσεις Κούρδων και Ισραηλινών συνεχίστηκαν ως τη δεκαετία του ’80. Διπλωματικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι όλα άλλαξαν από τη στιγμή που το Τελ Αβίβ αποφάσισε να δώσει μεγάλη σημασία στη σχέση του με την Αγκυρα και τη σταθεροποίηση του πολιτικού συστήματός της. «Αυτό που κυρίως ανησυχεί τους Ισραηλινούς» ανέφερε χαρακτηριστικά αμερικανός αναλυτής «είναι το ενδεχόμενο αποσταθεροποίησης της Τουρκίας είτε λόγω της ανόδου των ισλαμιστών είτε λόγω του Κουρδικού προβλήματος. Οι ισραηλινές υπηρεσίες θα κάνουν ό,τι μπορούν προκειμένου να βοηθήσουν την Αγκυρα να αντιμετωπίσει τα δύο αυτά ζητήματα».


Οι σχέσεις των υπηρεσιών Ισραήλ και Τουρκίας έχουν ενταθεί από το 1996, οπότε υπεγράφη η συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών. Το περιεχόμενο της συμφωνίας στον τομέα των μυστικών υπηρεσιών δεν είναι γνωστό.


Η καλύτερη έρευνα που έχει ως τώρα διεξαχθεί από ανοικτές πηγές βρίσκεται στο βιβλίο του βετεράνου αναλυτή για τα τουρκικά θέματα Μάνου Ηλιάδη με τον τίτλο «Οι τουρκικές μυστικές υπηρεσίες και η ΜΙΤ». Κατά τον συγγραφέα, ορισμένες από τις επιτυχίες των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων εναντίον του ΡΚΚ την άνοιξη του 1996 οφείλονται σε πληροφορίες που πήραν από τη Μοσάντ. Δημοσίευμα της έγκυρης ισραηλινής εφημερίδας «Xaaretz» υποστήριζε ότι επήλθε μια συμφωνία: η Αγκυρα θα επέτρεπε σε ισραηλινές ομάδες να συλλέξουν πληροφορίες κατά μήκος των συνόρων με το Ιράκ, το Ιράν και τη Συρία και ως αντάλλαγμα οι Ισραηλινοί θα βοηθούσαν στις τουρκικές επιχειρήσεις εναντίον κουρδικών οργανώσεων στα τουρκοσυριανά σύνορα.


Ο κ. Ηλιάδης και άλλοι έγκυροι αναλυτές εκτιμούν ότι το Ισραήλ έδωσε πληροφορίες που συνέλεξε από τον κατασκοπευτικό δορυφόρο OFEQ-3, o οποίος βρίσκεται σε λειτουργία από το 1995 και μπορεί να συγκεντρώσει εικόνες μεγάλης ευκρινείας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.


Η πρόσφατη υπόθεση της σύλληψης των ισραηλινών πρακτόρων στην Κύπρο έχει προβληματίσει τις κυπριακές και τις ελληνικές αρχές για το πόσο μακριά φθάνει η συνεργασία Μοσάντ και ΜΙΤ σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Πρόκειται για ένα σημαντικό ερώτημα καθώς ο τομέας του intelligence, της συλλογής δηλαδή πληροφοριών, μπορεί να αλλάξει καθοριστικά τη στρατηγική εξίσωση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο γενικότερα.