Tο κτίριο δεν έχει κάποιου είδους ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, ενώ το κουδούνι γράφει «Solar». Οι γείτονες στην υποβαθµισµένη περιοχή του κέντρου της Αθήνας, ανάµεσα σε ρηµαγµένα κτίρια, σε λιγοστά µπαρ και σε σκονισµένους δρόµους, υπέθεταν ότι επρόκειτο για κάποια εταιρεία σχετική µε την ηλιακή ενέργεια, για µία από τις ελληνικές επιχειρήσεις που πίστεψαν ότι η περιοχή θα γινόταν αντίστοιχη του λονδρέζικου Σόχο µετά το 2004. Οι υπάλληλοι της BlackRock που δούλευαν εκεί δεν επιτρεπόταν να φορούν ή να φέρουν οτιδήποτε µπορεί να έχει πάνω τον λογότυπο της εταιρείας για την οποία εργάζονταν. Ηταν υποχρεωµένοι να απαντούν πως ναι, πράγµατι, η δουλειά τους έχει σχέση µε θερµοσίφωνες ή απλώς να αποφεύγουν εκείνους που ρωτούσαν.

Είναι σπάνιο στελέχη εταιρείας που ασχολείται µε την ηλιακή ενέργεια να κυκλοφορούν παντού µε θωρακισµένα τζιπ και συνοδεία 18 ένοπλων φρουρών. Ωστόσο η αποστολή της BlackRock στην Ελλάδα της κρίσης από τον Ιούνιο του 2011 ως τον περασµένο Φεβρουάριο ήταν επικίνδυνη. Είχαν αναλάβει κάτι που ένας τεχνοκράτης θα σηµείωνε ως «µελέτη και αξιολόγηση των χαρτοφυλακίων δανεισµού των τραπεζών». Μια περισσότερο κατανοητή εκδοχή υπαγορεύει ότι η BlackRock και η διαδικασία της αξιολόγησης την οποία τής ανέθεσε η Τράπεζα της Ελλάδος καθορίζουν τα κεφάλαια που θα χρειαστούν οι 18 ελληνικές τράπεζες για τα επόµενα τρία χρόνια. Ως εκ τούτου, καθορίζει σε µεγάλο βαθµό τη συνολική ρευστότητα στη χτυπηµένη από την κρίση ελληνική αγορά.

Η BlackRock ιδρύθηκε το 1988 στη Γουόλ Στριτ της Νέας Υόρκης, έναν χρόνο αφότου έκανε πρεµιέρα η κινηµατογραφική «Wall Street» του Ολιβερ Στόουν. Μία από τις αρχές της επενδυτικής τράπεζας, ακόµη από τις πρώτες ηµέρες της, ήταν να παραµένει χαµηλών τόνων. Εκτοτε έχουν περάσει 24 χρόνια και η επιχείρηση έχει αναδειχθεί στην κορυφή της διαχείρισης περιουσίας στην Αµερική. Το ποσό των κεφαλαίων που διαχειρίζεται είναι ξεκάθαρα αστρονοµικό – 3,51 τρισ. δολάρια –, µα ακόµη παραµένει κύριο µέληµά της το να ξεφεύγει από τα «ραντάρ». Τα καµώµατα της BlackRock δεν τροφοδοτούν τα πρωτοσέλιδα των εφηµερίδων ανά τον κόσµο και σίγουρα κανείς δεν την έχει χαρακτηρίσει «γιγάντιο καλαµάρι τυλιγµένο γύρω από το πρόσωπο της ανθρωπότητας», όπως σηµείωσε το περιοδικό «Rolling Stone» για την Goldman Sachs που κατοικοεδρεύει στην ίδια οδό του Μεγάλου Μήλου.

Τον ∆εκέµβριο του 2009 απορρόφησε την Barclays Global Investors, αµέσως µετά την κρίση του 2008 που θεωρητικά την είχε πληγώσει, και πλέον εξυπηρετεί πελάτες από περισσότερες από 60 χώρες παγκοσµίως. «Αν όχι το πιο επιδραστικό, η BlackRock είναι ένα από τα πιο επιδραστικά χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα στον κόσµο σήµερα» έχει δηλώσει ο Ραλφ Σλόστεϊν, επίσης τραπεζίτης της Γουόλ Στριτ.

Ο πιο ιδιοσυγκρασιακός από τους ιδρυτές της φίρµας είναι σίγουρα ο – σηµερινός διευθύνων σύµβουλός της – Λάρι Φινκ. Το περιοδικό «Vanity Fair» δηµοσίευσε το προφίλ του (έκτασης 6.000 λέξεων) τον Απρίλιο του 2010 υπό τον τίτλο «Η αξίας 12 τρισ. δολαρίων σκιά του Λάρι Φινκ». «Ο Λάρι Φινκ είναι στο κέντρο του τροχού του αµερικανικού καπιταλισµού» είχε δηλώσει στο περιοδικό συνεργάτης του από το παρελθόν. Ως το 2010 η BlackRock επέβλεπε τα 130 δισ. δολάρια τοξικών δανείων που έλαβε η κυβέρνηση των ΗΠΑ ως µέρος της πώλησης της Bear Stearns και της διάσωσης της AIG. Επίσης, η BlackRock παρακολουθούσε τους ισολογισµούς δύο ακόµη φιρµών µε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίση του 2008, της Fannie Mae και της Freddie Mac – µε συνολική αξία 5 τρισ. –, και παρέχει καθηµερινά εκθέσεις αξιολόγησης του ρίσκου της Οµοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης σε σχέση µε τα κεφάλαια για την επανεκκίνηση της αγοράς real estate των ΗΠΑ.

Η εµπειρία της BlackRock στην αντιµετώπιση διεθνών οικονοµικών κρίσεων δεν σταµατά εκεί. Προτού το κλιµάκιο της BlackRock φτάσει στην Αθήνα, είχε µόλις διεκπεραιώσει την αµέσως προηγούµενη αποστολή του, που ήταν η αξιολόγηση έξι ιρλανδικών τραπεζών, λιγότερων από τις µισές που κλήθηκε να αξιολογήσει στην Ελλάδα, ενώ έχει συνεργαστεί και µε το βρετανικό υπουργείο Οικονοµικών.

Η εµπειρία της Ιρλανδίας λέγεται ότι ήταν εκείνη που έκρινε το αποτέλεσµα του σχετικού διαγωνισµού για την αξιολόγηση των ελληνικών τραπεζών που προκήρυξε πέρυσι η Τράπεζα της Ελλάδος. Εκτός από την BlackRock, έλαβαν µέρος στον διαγωνισµό η Oliver Wyman, η Alvarez & Marsal και η περίπου συνονόµατη της νικήτριας Blackstone, η οποία υπήρξε µητρική της BlackRock στο ξεκίνηµα της τελευταίας. Οι εκπρόσωποι του ελληνικού θεσµού υπερτονίζουν το ότι η BlackRock ήταν η µοναδική από τις υποψήφιες εταιρείες που είχε αξιολογήσει τραπεζικό σύστηµα σε παρόµοια συγκυρία. Εννοούν την «αποστολή του ∆ουβλίνου», την οποία τους είχε αναθέσει η ιρλανδική κεντρική τράπεζα τον Ιανουάριο του 2011 και έφεραν εις πέρας τρεις µήνες αργότερα. Εκεί, η BlackRock, που συµµετείχε ως τρίτος στα stress tests, εντόπισε απώλειες από δανεισµό ύψους 27,7 δισ. ευρώ για τρία χρόνια.

Η αλήθεια είναι ότι η αξιολόγηση των τραπεζικών συστηµάτων είναι µια δουλειά που δεν κάνει ακριβώς η BlackRock, αλλά η θυγατρική της, BlackRock Solutions. Και πάνω σε αυτή τη λεπτοµέρεια κάποιοι εντόπισαν το παράδοξο και βρήκαν πεδίο δόξης λαµπρό προκειµένου να κατακεραυνώσουν τον αµερικανικό κολοσσό. Το ερώτηµα που θέτουν είναι ηθικού τύπου και συχνά-πυκνά αναφέρονται στη δεοντολογία. Στις ΗΠΑ η φίρµα – η οποία δηλώνει τα περισσότερα έσοδά της από τη διαχείριση χρηµάτων για επενδυτές και άλλα ιδρύµατα – έχει δεχθεί κριτική επειδή πουλάει και αγοράζει κάποια από τα ίδια ασφάλιστρα τα οποία το τµήµα της BlackRock Solutions αξιολογεί για την κυβέρνηση. Η πρόσβαση σε τέτοιου είδους πληροφορίες, καθοριστικές για το πώς θα κινηθεί η αγορά, φέρνει στον νου την ελληνική λαϊκή έκφραση «Γιάννης κερνάει, Γιάννης πίνει». Ενώ υπάρχουν απαντήσεις εκ µέρους της επιχείρησης – και αυτές συνοψίζονται στο «υπάρχουν εσωτερικοί µηχανισµοί που αποτρέπουν κάτι τέτοιο» –, πολλοί διστάζουν να δηλώσουν ικανοποιηµένοι από αυτές.

«Φανταστείτε να συµβουλεύετε την Ελλάδα και να έχετε πρόσβαση στα εσωτερικά θέµατά της και να συνειδητοποιείτε µε περισσότερο βάσιµη σιγουριά ότι τα πράγµατα θα πάνε προς µια συγκεκριµένη κατεύθυνση και όχι προς κάποια άλλη» έχει δηλώσει σχετικά ο Ρόµπερτ Τζάροου, καθηγητής Οικονοµικών του Πανεπιστηµίου Cornell σε σχετικό αφιέρωµα των «New York Times». «Πώς θα µπορούσε κάποιος να µην αποφασίζει τις επενδύσεις που θα κάνει για λογαριασµό των πελατών του µε βάση τέτοια σπάνια πληροφόρηση;».

Ωστόσο, όσο έντονη κριτική ασκείται στην BlackRock για το «διπλό παιχνίδι» που επιµένει να παίζει, τόσο λιγοστοί είναι όσοι δεν της αναγνωρίζουν εξαιρετική αναλυτική ικανότητα και επιτυχία στα πρότζεκτ που αναλαµβάνει. Η ορθή αξιολόγηση των αναγκών των τραπεζών είναι ένα δύσκολο επίτευγµα – µε µεγαλύτερα κεφάλαια από τη χρυσή τοµή η αγορά επαναπαύεται, ενώ µε λιγότερα αφυδατώνεται.

Στην ελληνική περίπτωση, οι άνθρωποί της κατάφεραν να περάσουν από κόσκινο 10 εκατοµµύρια δάνεια µέσα σε περίπου τρεις µήνες. Τι ανακάλυψαν; Το πόρισµα υπάρχει και το έχει στην κατοχή της η Τράπεζα της Ελλάδος. Εκείνο που έχει διαρρεύσει – συγκεκριµένα το ανακοίνωσε ο αντιπρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς Πάνος Ρουµελιώτης σε εκδήλωση στο τέλος Ιουνίου – είναι το ποσό των 30 δισ. Τόσο υπολόγισε η BlackRock τις απώλειες από τις επισφάλειες για τα επόµενα τρία χρόνια, µε βάση τη µελέτη που διενήργησε στα βιβλία των ελληνικών τραπεζών. Το πόρισµα δεν έχει φτάσει στο Κοινοβούλιο και αυτό είχε προκαλέσει την αντίδραση 44 βουλευτών του ΠαΣοΚ, ανάµεσά τους ο Γρηγόρης Νιώτης, ο Πάνος Μπεγλίτης και η Ροδούλα Ζήση, τον περασµένο Φεβρουάριο.

Ωστόσο, υπάρχουν κάποια συµπεράσµατα των ανθρώπων που επί µήνες ανέλυαν την κατάσταση της ελληνικής οικονοµίας όπως αποτυπωνόταν στην κατάσταση των ελληνικών τραπεζών. Μάλιστα, τα συµπεράσµατα ήταν αναπάντεχα θετικά: Η Τζέσικα Ταν και ο Τσαρλς Χατάµι, δύο από τους day-to-day µάνατζερ της BlackRock στην Ελλάδα, δήλωσαν ότι εξεπλάγησαν από την ποιότητα των δεδοµένων καθώς και από τα αποτελέσµατα της αξιολόγησής τους. Οι περισσότερες τράπεζες, δήλωσαν στους «New York Times», δεν δάνειζαν αψήφιστα, όπως έκαναν οι τράπεζες των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του µπουµ του real estate.

«Η αγορά του δανεισµού στην Ελλάδα είναι σχετικά νέα και υπήρχε πειθαρχία στην προσέγγιση των τραπεζών» δήλωσε τον περασµένο Μάρτιο ο Κρεγκ Φίλιπς, ο επικεφαλής της αποστολής της BlackRock στην Αθήνα. «Αντίθετα µε άλλες χώρες, ο έλληνας καταναλωτής δεν είναι φορτωµένος µε χρέη». Παρεµπιπτόντως, ο επικεφαλής της οµάδας έχει κρεµασµένη στο γραφείο του µια αφίσα της ταινίας «Ο Εξορκιστής» του Γουίλιαµ Φρίντκιν.

Εξορκιστές ή όχι, οι άνθρωποι της BlackRock συγκέντρωσαν πληροφορίες σχετικά µε εκατοµµύρια δάνεια και χρησιµοποίησαν τα δεδοµένα για να δηµιουργήσουν µια προβολή της πιθανότητας ζηµιάς στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Οι τράπεζες διαµόρφωσαν ειδικές αίθουσες για την BlackRock και της επέτρεψαν πρόσβαση σε πληροφορίες όπως τα ιστορικά ενεχύρων και πληρωµών.

Σύµφωνα µε πολλά δηµοσιεύµατα, η BlackRock και οι τράπεζες συγκρούστηκαν σε κάποια σηµεία. Για παράδειγµα, η BlackRock ήθελε να µηδενίσει ως επισφαλή όλα τα δάνεια µε εγγυήσεις τρίτων, καθώς παρουσίαζαν µεγαλύτερο ρίσκο από εκείνα που είχαν εµπράγµατες εγγυήσεις. Οι τράπεζες είχαν ενστάσεις, όµως στο τέλος υπήρξε λίγος χώρος για διαφωνία: τα δάνεια µετρήθηκαν ως µηδενικά.

Σύµφωνα µε δηµοσιεύµατα, η δουλειά στην Ελλάδα τιµολογήθηκε από την BlackRock προς περίπου 17 εκατ. δολάρια. Το κτίριό της όπου λειτουργούσε η «Solar» ερήµωσε και οι δεκάδες τραπεζικοί ελεγκτές που παρίσταναν τους εµπόρους ηλιακών πάνελ επέστρεψαν στη Γουόλ Στριτ της Νέας Υόρκης. Ως την επόµενη παγκόσµια οικονοµική κρίση.