Η επιτυχία της ταινίας που το 2006 αναβίωσε την εικόνα του Τζέιμς Μποντ (το «Casino Royale» του Μάρτιν Κάμπελ) δεν άνοιξε τις πόρτες μόνο στην καριέρα του τελευταίου μέχρι σήμερα 007, του Ντάνιελ Κρεγκ, αλλά και σε εκείνη του ηθοποιού που υποδύθηκε τη νέμεσή του. Στα 41 του τότε, ο ηθοποιός Μαντς Μίκελσεν, ήδη μεγάλο όνομα στην πατρίδα του, τη Δανία, γευόταν για πρώτη φορά τη χαρά της διεθνούς αναγνώρισης.

Αποδείχθηκε, όμως, αρκετά έξυπνος ώστε να μην επιτρέψει στα μυαλά του να πάρουν αέρα, όπως είχα καταλάβει από την πρώτη συνάντησή μας στο Λονδίνο για εκείνη την ταινία. Το «Casino Royale» δεν είχε προβληθεί ακόμη στις αίθουσες, αλλά η επιτυχία της ταινίας έμοιαζε δεδομένη – το αντιλαμβανόσουν στην ατμόσφαιρα. Ο Μίκελσεν, ωστόσο, καταπληκτικός στον ρόλο του Λε Σιφρ (η σκηνή που βασανίζει τον Κρεγκ χτυπώντας τα γεννητικά του όργανα με κόμπους σχοινιών ανήκει πλέον στην ανθολογία του κινηματογραφικού σαδισμού), ήταν προσεκτικός και συγκρατημένος.

«Η επιτυχία είναι πάντα ευπρόσδεκτη, αλλά η μεγαλύτερη επιτυχία είναι να έχεις δουλειά» μου είχε πει τότε ο Μίκελσεν. «Ιδίως όταν έχεις στόματα να θρέψεις». Παντρεμένος με τη συμπατριώτισσα και συνάδελφό του Χάνε Γιάκομπσεν, ο Μίκελσεν (γεννημένος στην Κοπεγχάγη στις 22 Νοεμβρίου 1965) είναι πατέρας δύο παιδιών και το γεγονός αυτό υπήρξε το μεγαλύτερό του εμπόδιο όταν πριν από τρία χρόνια έπαιξε στην ενδεχομένως καλύτερη μέχρι σήμερα ταινία του, το υποψήφιο εφέτος για το Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας «Κυνήγι» του Τόμας Βίντερμπεργκ: είναι η ιστορία ενός παιδαγωγού που, χωρίς καλά καλά να καταλάβει τι έχει συμβεί, νιώθει τη γη να χάνεται κάτω από τα πόδια του όταν η κοινότητα στην οποία ζει και εργάζεται τον υποψιάζεται για παιδοφιλία. Και σαν να μην έφτανε αυτό, όλα έχουν ξεκινήσει από το ψέμα της ανήλικης κόρης του καλύτερού του φίλου.

«Δεν ξέρω τι συμβαίνει στη δική σας χώρα, πάντως στη Δανία έχουμε δύο ταμπού» μου είχε πει στις Κάννες ο Μίκελσεν, λίγες μέρες προτού κερδίσει στο τέλος του φεστιβάλ το βραβείο ερμηνείας για το «Κυνήγι». «Τη θρησκεία και τα παιδιά. Αυτά τα θέματα έχουν γίνει πλέον τόσο εύθραυστα, που κυριολεκτικά δεν μπορούμε ποτέ και πουθενά να τα κουβεντιάσουμε». Διότι, όπως εξήγησε αμέσως μετά, «στη Δανία, δεν υπάρχει ο όρος “παιδική φαντασία”, όταν στη μέση προκύπτει κατηγορία για παιδοφιλία. Οποια και αν είναι η αλήθεια, η κοινωνία θα πιστέψει ότι το παιδί δεν λέει ψέματα».

Από εκεί, άλλωστε, ξεκινά ο εφιάλτης του ήρωα της ταινίας. Ο νηπιαγωγός κατηγορείται αμέσως για κάτι που δεν έκανε, διότι η διευθύντρια του παιδικού σταθμού δεν εξετάζει καθόλου την περίπτωση ότι το κορίτσι για κάποιους λόγους ενδεχομένως να είπε ψέματα. Δέχεται a priori την κατηγορία. Ο Μίκελσεν φάνηκε επιφυλακτικός ακόμη και στην εκδοχή ότι όλα αυτά που συμβαίνουν στο «Κυνήγι» ίσως είναι απόρροια της γενικότερης παράνοιας που επικρατεί στους καιρούς μας. Συμφώνησε, αλλά όχι εντελώς. «Εν προκειμένω η παράνοια είναι μια καλή λέξη για την περίπτωση, αλλά δεν ξέρω πόσο ταιριάζει. Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι στην περίπτωση αυτή υπάρχει ένα παιδί στη μέση. Αν ο ίδιος άνθρωπος, ο παιδαγωγός, είχε κατηγορηθεί ότι λήστεψε μια τράπεζα, η αντίδραση της κοινής γνώμης θα ήταν εντελώς διαφορετική. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πως αντιδρά μια κοινωνία όταν υπάρχουν παιδιά στη μέση». Και καθότι πατέρας και ο ίδιος, δεν ήταν καθόλου σίγουρος για το πώς θα αντιδρούσε αν το δικό του παιδί βρισκόταν στη θέση του παιδιού της ταινίας στην οποία συμμετείχε.

Στις μέρες μας ο Μαντς Μίκελσεν βρίσκεται και πάλι στα πράγματα. Οπως είπαμε, το «Casino Royale» άνοιξε πόρτες στην καριέρα του και μία από αυτές ήταν της τηλεόρασης. Πρωταγωνιστεί στην τηλεοπτική σειρά «Hannibal», όπου υποδύεται σε νεότερη ηλικία τον Χάνιμπαλ – The Cannibal – Λέκτερ που έγινε διάσημος στον κινηματογράφο από τον Αντονι Χόπκινς. Η σειρά που αναφέρεται στην σχέση του ψυχίατρου με τον κυνηγό του, τον πράκτορα του FBI Γουίλ Γκράχαμ (Χιου Ντάνσι), έχει κάνει εξαιρετικά νούμερα τηλεθέασης και είναι από τις πιο δημοφιλείς αυτή την εποχή. Ομως ο Μίκελσεν δεν έχει κόψει τους δεσμούς του με την Ευρώπη. Και είναι και γουρλής, διότι το όνομά του συνδέεται συχνά με τα Οσκαρ, όπως συνέβη με το δανέζικο φιλμ εποχής «Ο έρωτας της βασίλισσας», το οποίο υπήρξε η επίσημη συμμετοχή της Δανίας στα Οσκαρ του 2012 και μπήκε στην τελική πεντάδα! Η ταινία που σκηνοθέτησε ο Eλληνοδανός Νικολάι Αρσέλ αναφέρεται σε μια διάσημη ιστορία της δανέζικης παράδοσης. Το βιβλίο του Μποντίλ Στέενσεν Λεθ διδάσκεται στα σχολεία, όπου ο ίδιος ο Αρσέλ άκουσε για πρώτη φορά την ιστορία ενός πολύ παράξενου ερωτικού τριγώνου: στη Δανία του 18ου αιώνα η νεαρή βασίλισσα ερωτεύεται κρυφά τον γιατρό της αυλής, έναν γερμανό μετανάστη, ο οποίος είναι επίσης φίλος και σύμβουλος του ψυχικά διαταραγμένου συζύγου της. Ο Μίκελσεν υποδύεται τον γιατρό – και είναι θαυμάσιος.

Στο πρόσφατο «Michael Kohlhaas» του Αρνό Ντε Παγιέ υποδύεται τον ομώνυμο ήρωα, έναν εύπορο έμπορο αλόγων στη Σεβέν του 16ου αιώνα, ο οποίος πέφτει θύμα αδικίας της εξουσίας και αποφασίζει να αντισταθεί οργανώνοντας έναν προσωπικό στρατό με τον οποίο σκορπά τη φωτιά και τον όλεθρο προκειμένου να δικαιωθεί. Πριν από λίγο καιρό η ταινία προβλήθηκε στο 15ο Φεστιβάλ Γαλλοφωνίας της Αθήνας και απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας.

Ηθοποιός που αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στους ρόλους του, ο Μίκελσεν έζησε για αρκετά μεγάλο διάστημα δίπλα σε άλογα, προκειμένου να βιώσει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να εμπορεύεσαι άλογα σε περασμένους αιώνες. Ωστόσο, η πιο δύσκολη αποστολή του σε αυτή την ταινία ήταν η γλώσσα, όπως μας είπε πέρυσι στις Κάννες, όπου η ταινία του Ντε Παγιέ διαγωνίστηκε για τον Χρυσό Φοίνικα. «Οποιον ηθοποιό και αν ρωτήσετε, θα σας πει ότι δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να μιλάς μια γλώσσα που δεν είναι η μητρική σου. Και τα γαλλικά μου ήταν πολύ σκουριασμένα». Οσο για το μήνυμα της ταινίας, η αλήθεια είναι ότι ο Μίκελσεν δεν αναζητεί μηνύματα στον κινηματογράφο. «Δεν είναι αυτός ο ρόλος της τέχνης» εξηγεί. «Μια ταινία δεν είναι απαραίτητο να μας διδάξει κάτι και σίγουρα δεν μπορεί να υπερασπιστεί όλα τα αθώα θύματα του κόσμου. Αν το κάνει, δεν έχω αντίρρηση, όμως δεν είναι αυτός ο στόχος μου. Γιατί, αν ήταν, θα ήμουν πολιτικός ή δάσκαλος και όχι ηθοποιός».

Παραδέχεται, ωστόσο, ότι μια ταινία δεν παύει να διηγείται μια ιστορία. «Και για μένα η καρδιά αυτής της ιστορίας στο “Michael Kohlhaas” είναι το πώς η εμμονή με τη δικαιοσύνη μπορεί να οδηγήσει στην αδικία και στην τύφλωση. Παρουσιάζει έναν άνδρα ο οποίος χάνει τα πάντα εξαιτίας ενός ιδανικού. Αντιστοίχως, αυτό που για παράδειγμα προσπαθήσαμε να πούμε στο “Κυνήγι”, είναι το πώς ορισμένες φορές η απέραντη αγάπη μπορεί να μετατραπεί σε απέραντο φόβο».

Η ταινία «Michael Kohlhaas» διανέμεται στις αίθουσες εντός του Απριλίου από τη Seven.

* Δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑmen Απριλίου 2014