Εφυγε για τη Γερμανία ξαφνικά πριν από πέντε χρόνια. Εκτοτε, είχε εκεί μια σύντομη αλλά περιεκτική πορεία στα βερολινέζικα θέατρα. «Γύρισα για τον καιρό, εκεί έχει πολλή μαυρίλα και προτιμώ να είμαι καλύτερα ψυχολογικά από το να βγάζω περισσότερα λεφτά. Είναι όμως στρωμένα τα πράγματα για εμένα στο Βερολίνο και έχω την ασφάλεια να ξέρω ότι ανά πάσα στιγμή μπορώ να ξαναφύγω. Είμαι τυχερός. Μέσα σε πέντε χρόνια έγιναν πράγματα που δεν φανταζόμουν ούτε στα πιο τρελά όνειρά μου, είμαι καλυμμένος, ήταν πολύ πυκνή περίοδος αυτή».
Από τις 11 Νοεμβρίου θα παίζεται στο Από Μηχανής Θέατρο, σε δική του μετάφραση και σκηνοθεσία, και με πρωταγωνιστές τον Ακι Βλουτή και τη Μίνα Αδαμάκη, το «Πάρτι γενεθλίων» του Χάρολντ Πίντερ. «Με τον Πίντερ πάντα είχα κόλλημα, από τη Δραματική Σχολή ακόμη», σχολιάζει, «και όταν μου πρότειναν να σκηνοθετήσω κάτι στο Από Μηχανής Θέατρο είπα «γιατί να μην κάνω αυτό το έργο, το οποίο λατρεύω». Στην πορεία αποδείχτηκε ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη επιλογή, εκφράζει τη σημερινή κατάσταση που ζούμε με πολύ ιδιαίτερο τρόπο. Το θέμα του είναι η σχέση θύτη- θύματος, πώς εναλλάσσονται αυτοί οι ρόλοι και πώς μπορείς να δημιουργήσεις στον άλλον το αίσθημα του φόβου και της ενοχής».
Η ζωή στην Ελλάδα δεν είναι, φυσικά, εύκολη: «Αυτό που με κάνει έξω φρενών από τότε που είμαι εδώ είναι ότι βλέπω ανθρώπους με καμένους εγκεφάλους, αδρανείς, κουρασμένους, αποχαυνωμένους, χωρίς καμία δύναμη να προσπαθήσουν για οτιδήποτε. Βέβαια, ίσως το λέω εκ του ασφαλούς, γιατί τα πολύ δύσκολα χρόνια δεν ήμουν στην Ελλάδα». Γιατί είχε φύγει ωστόσο; Βρέθηκε σε επαγγελματικό αδιέξοδο; «Οχι, ήταν προσωπικό το τέλμα. Είχα δουλειά, είχα προτάσεις, είχα πάρει δύο βραβεία. Ομως τα θέατρα στα οποία μπορούσα να κάνω από αξιοπρεπές θέατρο και πάνω ήταν πέντε, το πολύ, και 20 χρόνια συνεργαζόμουν με αυτά, είχε χαθεί το κίνητρο, τους ήξερα όλους καλά, γνώριζα τα υπέρ και τα κατά, δεν είχα πια πάθος. Εμπαινα και στα 40, φοβόμουν ότι θα αποκτούσα τη λογική «έλα μωρέ, θα αράξουμε τώρα» και δεν το άντεχα. Ερχόταν και η κρίση φυσικά, όμως τελικά εκείνο που με έπεισε να φύγω ήταν η σκέψη ότι σε έναν χρόνο θα γινόμουν 40 και αν δεν έφευγα τότε, δεν θα έφευγα ποτέ».
Τώρα που επέστρεψε έχει καθόλου την εντύπωση ότι στο ελληνικό θέατρο κάποια πράγματα βελτιώθηκαν εν τη απουσία του; «Νομίζω πως έχουμε πάει πολύ πίσω. Και ως αποτέλεσμα καλλιτεχνικό και από άποψη συνθηκών. Ως ηθοποιός δύσκολα ζεις σήμερα από τη δουλειά σου, το επάγγελμα έχει γίνει χόμπι και άρα οι δουλειές δεν είναι επαγγελματικές. Η Παιδεία πάει από το κακό στο χειρότερο, επομένως ούτε ηθοποιοί ούτε σκηνοθέτες καλύτεροι βγαίνουν. Βλέπω ένα τρελό πισωγύρισμα. Υπάρχει και τρομερή εκμετάλλευση, με πρόσχημα την κρίση, ακόμη και από εκείνους που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα πράγματα. Είναι τραγικό, γιατί χάνεται ο πολιτισμός. Ολα γίνονται μια πολυτέλεια που δεν γίνεται να την έχουμε».
Ο ίδιος πάντως έχει γεμάτο πρόγραμμα, καθώς από τον Ιανουάριο του 2017 θα υπογράφει τη σκηνοθεσία στο έργο του Τζέφρι Χάτσερ «Το στρίψιμο της βίδας», το οποίο θα ανέβει στο Θέατρο Ανεσις. Πρόκειται για τη διασκευή του ομώνυμου αριστουργηματικού μυθιστορήματος τρόμου του Χένρι Τζέιμς, με τη Θάλεια Ματίκα και τον Ιάσονα Παπαματθαίου, σε μια παράσταση για δύο πρόσωπα.