«Τι δεν πάει καλά στην Ελλάδα; Ρωτήστε έναν entrepreneur». Τον παραπάνω τίτλο επιφύλαξαν οι «New York Times» της 29ης Ιανουαρίου για το story μιας εγχώριας ιστορίας «φάλτσας» επιχειρηματικότητας, που αντανακλά τα εμπόδια τα οποία συναντά ένας νέος επιχειρηματίας στην Ελλάδα. Και προτού ασχοληθεί κάποιος με τον προβληματισμό αν πράγματι ένας entrepreneur γνωρίζει τι πήγε στραβά για την Ελλάδα, είναι σκόπιμο να διασαφηνιστεί τι σημαίνει entrepreneur.

Αν συμβουλευτούμε το λεξικό, στο λήμμα της λέξης entrepreneur θα βρούμε το τεχνοκρατικό «εργολάβος» και το ουδέτερο «επιχειρηματίας». Ωστόσο οι τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων δεκαετιών επιφύλαξαν στη λέξη εντελώς διαφορετική μοίρα. Χρησιμοποιείται κυρίως εκεί όπου συναντάται η αφρόκρεμα των επιχειρηματιών του web, στη Silicon Valley των ΗΠΑ. Είναι πράγματι ο επιχειρηματίας, μα σίγουρα όχι ο επιχειρηματίας «από τζάκι».

Είναι νεαρός, συνήθως ασχολείται με το web, είναι αυτοδημιούργητος και βασίζει τον (όποιο) πλούτο του στις ιδέες του και στην επίμονη δουλειά. Είναι η ιδιότητα που δηλώνει ο Τζάστιν Τίμπερλεϊκ (ως ιδρυτής του Napster στο Social Network του Ντέιβιντ Φίντσερ), όταν το one night stand του τον ρωτά «πού δουλεύεις» το επόμενο πρωί. Είναι μια έννοια από το lifestyle του μέλλοντος.

Οι άνθρωποι που δηλώνουν entrepreneurs δεν έχουν πάντοτε την τύχη του Μαρκ Ζούκερμπεργκ, του ιδρυτή του Facebook που σκιαγραφεί η ταινία. Δεν είναι όλοι τους 25 ετών, αν και συνήθως είναι κοντά στα 30. Δεν ονειρεύονται πάντοτε να γίνουν δισεκατομμυριούχοι, μα είναι πρόθυμοι να διακινδυνεύσουν την ασφάλειά τους. «Βασικό στοιχείο του entrepreneur είναι ότι κινητοποιείται από το ρίσκο, αυτό τον εμπνέει και εμπνέει εξίσου τον κάθε συνεργάτη του» σχολιάζει η δρ Βενετία Κουσία, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας συμβούλων επιχειρήσεων Manpower.

«Η Ελλάδα έχει πολύ καλό δυναμικό, πολλούς ανθρώπους που είναι εξαιρετικοί στις δουλειές τους και ακαδημαϊκά επαρκείς. Κάποιοι μπορεί να πήραν το μεταπτυχιακό τους ως έξτρα προσόν για να προσληφθούν στο Δημόσιο ή ως μέσο πίεσης για έναν μεγαλύτερο μισθό» λέει ο Σταύρος Μεσσίνης, συνιδιοκτήτης του CoLab. Το CoLab είναι ένας χώρος που άνοιξε δοκιμαστικά τον περασμένο Νοέμβριο και, τύποις, παρέχει ενοικιαζόμενες θέσεις εργασίας. Ωστόσο ο χώρος έχει σαφή χαρακτήρα.

Απευθύνεται στην αθηναϊκή κοινότητα των entrepreneurs, όσων έχουν μια ιδέα για μια start-up επιχείρηση στο web – ώσπου εκείνη να «πάρει μορφή». Λειτουργεί στην οδό Ερμού και ο έτερος ιδιοκτήτης, Σπύρος Καπετανάκης, σχολιάζει: «Μπορείς να αγοράσεις εξοπλισμό, να αγοράσεις πελάτες, αλλά δεν μπορείς να αγοράσεις μια κοινότητα ανθρώπων. Εκείνο που παρέχει αυτός ο χώρος είναι γρήγορο Internet, καφέ, αλλά και καλούς developers, προγραμματιστές, τους marketeers, ανθρώπους που δεν μπορείς να βρεις απλώς πηγαίνοντας με το λάπτοπ σου να δουλέψεις σε ένα café».

Πρόκειται για μια ιδέα που γεννήθηκε στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης που αγκάλιασε η αντίστοιχη κοινότητα στην Ελλάδα, του Start up Weekend, που έλαβε χώρα στο Κέντρο Καινοτομίας της Microsoft στην πλατεία Μαβίλη. Εκεί οι συμμετέχοντες είχαν ένα Σαββατοκύριακο προκειμένου να συντάξουν ολοκληρωμένο business plan για ιδέες που θα ανακοίνωναν το απόγευμα της Παρασκευής. Και δεν πρόκειται για τη μοναδική αντίστοιχη εκδήλωση στην Ελλάδα. Από το 2007 διοργανώνεται σταθερά το Open Coffee, μια μηνιαία casual συνάντηση νεαρών επιχειρηματιών του web για καφέ, συμπάθεια και δικτύωση.

Ακόμη υπάρχουν τα αντίστοιχα events Mashable, καθώς και άλλες εκδηλώσεις μικρότερης εμβέλειας, όπως ήταν το Hackathon της 14ης Φεβρουαρίου, ένας διαγωνισμός που έλαβε χώρα στο CoLab και οι συμμετέχοντες καλούνταν να δημιουργήσουν γρήγορα μια εφαρμογή για Google Android κινητά, με θέμα στο κλίμα της ημέρας: «Love is in the air».

Κάποιος μπορεί – εύλογα – να αναρωτηθεί αν οι εγχώριοι entrepreneurs του web κάνουν κάτι περισσότερο από το να συναντώνται τακτικά και να ανταλλάσσουν απόψεις και μπιλιέτα. Ασφαλώς, κανένα Facebook ή Twitter ετούτου του κόσμου δεν έχει (ακόμη;) αθηναϊκές καταβολές, μα οι συναντήσεις έχουν γεννήσει ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες.

H περισσότερο γνωστή είναι το Openfund, που προέκυψε από την ομάδα του Open Coffee και είναι ένας ελληνικός επενδυτής που χρηματοδοτεί start-up εταιρείες. Αντίστοιχα, υπάρχει το νεοσύστατο Coop Fund. Και ακόμη δεκάδες μικρές εταιρείες με αξιοσημείωτες επιτυχίες, όπως είναι η ομάδα που δημιούργησε το Athensbook, τη δημοφιλή εφαρμογή-οδηγό της Αθήνας για το iPhone, η Great Apps, που δημιούργησε την εφαρμογή iSteam που έφτασε να είναι η δημοφιλέστερη στον σχετικό πίνακα της Apple, η ομάδα που δημιούργησε το οDesk και αρκετές ακόμη αντίστοιχες περιπτώσεις.

Σε πρόσφατο αφιέρωμα του αμερικανικού περιοδικού «Details», στο (ολίγον αυθαίρετο) γράφημα για την πορεία μιας τυπικής start-up εταιρείας, κάθε επιτυχημένο αντίστοιχο εγχείρημα καταλήγει στο κουτί με την ένδειξη «Πουλήστε». Οπου «πουλήστε» εννοείται «πουλήστε την εταιρεία σας». Και, πράγμwατι, πολλές από τις κραταιές επιχειρήσεις στο web που αναδείχθηκαν από start-up επιχειρηματικά οικοσυστήματα έχουν πωληθεί από τους ιδρυτές τους.

Η Weblogs inc (η πρώτη μεγάλη εταιρεία παραγωγής περιεχομένου, που το μοιράζει σε ειδικά blogs) πουλήθηκε στην America On Line το 2005. Το YouTube πουλήθηκε στην Google. Ο Ρούπερτ Μέρντοκ αγόρασε το MySpace. «Στον αντίποδα υπάρχει η έννοια του επιχειρηματία, ο οποίος πιο σπάνια θα αναζητήσει χρηματοδότη και στρατηγικά επενδύει σε ένα μοντέλο επικερδούς επιχείρησης με αυξανόμενο αποθεματικό, το οποίο θα χρηματοδοτήσει τελικά το δικό του business development» παρατηρεί ο Γιάννης Δοξαράς, μέλος των Niobium Labs, μιας start-up εταιρείας που δραστηριοποιείται στον χώρο του mobile marketing και των εφαρμογών προς επιχειρήσεις.

Ωστόσο, όσο και αν ο όρος entrepreneur έχει συνδεθεί με τις επιχειρήσεις του web, η έννοιά του αρχίζει να γίνεται ολοένα και πιο πλατιά, ώστε να περικλείει τις επιχειρήσεις που είναι φιλικές στη νέα, ευέλικτη εποχή. Είτε πρόκειται για «πράσινες» επιχειρήσεις είτε για επιχειρήσεις που στηρίζονται σε ασυνήθιστες, καινοτόμες ιδέες. Πράγματι, η καινοτομία είναι μία ακόμη λέξη-κλειδί, αν θέλουμε να μιλήσουμε για νέα επιχειρηματικότητα.

Μια καλή λίστα με έλληνες entrepreneurs συνέταξε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου στην ομιλία του στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης το περασμένο φθινόπωρο. Μίλησε για παραδείγματα υγιούς επιχειρηματικότητας και πέρα από τις περιπτώσεις στον χώρο της νέας τεχνολογίας ανέφερε την περίπτωση των προϊόντων ομορφιάς του Κορρέ και της Apivita, καθώς και το ultra premium ελαιόλαδο «λ». Πράγματι, στον νέο κόσμο των entrepreneurs χωρούν επιχειρηματίες με δραστηριότητες που καταργούν δεδομένα επιχειρηματικά μοντέλα και είναι περισσότερο φιλικές – προς το περιβάλλον, προς τους συνεργάτες τους και τελικά προς τους καταναλωτές.

Ακόμη όμως και όταν ο Πρωθυπουργός αναφέρεται κολακευτικά σε ξεχωριστά παραδείγματα επιχειρηματιών, είναι ο entrepreneur που γνωρίζει τι πήγε στραβά στην Ελλάδα; «Από την Ελλάδα λείπουν σημαντικοί κρίκοι ενός start-up οικοσυστήματος» παρατηρεί ο Γιάννης Δοξαράς.

«Οι κυριότεροι από αυτούς είναι η χρηματοδότηση στα αρχικά στάδια μιας επιχειρηματικής ιδέας και τέλος το ταλέντο. Κακά τα ψέματα, 25 χρόνια κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας έχουν διαμορφώσει λανθασμένες προσλαμβάνουσες στους νέους και η επιλογή “σταδιοδρομίας” στο Δημόσιο έχει μειώσει τις φιλοδοξίες σε πολλούς από αυτούς» καταλήγει. «Ο,τι ίσχυε μέχρι σήμερα δεν ισχύει πλέον. Οσοι περιμένουν να επιστρέψουμε σε μια εποχή όπως τη γνωρίζαμε κάνουν λάθος» προσθέτει η κυρία Κουσία, σκιαγραφώντας το μεγάλο ελληνικό στοίχημα του άμεσου μέλλοντος.