Βρέθηκα την περίοδο των Χριστουγέννων με μια πολύ καλή μου φίλη που διατηρεί ένα οινοποιείο στην περιοχή της Τοσκάνης. Πίναμε, τρώγαμε και περιγράφαμε τις ξεχωριστές καθημερινότητές μας. Ωστόσο το μυαλό μου αδυνατούσε να χωνέψει τα αλλεπάλληλα επαγγελματικά ταξίδια που ήταν υποχρεωμένη να κάνει κατά τη διάρκεια του χρόνου. Πόσω μάλλον που τα τελευταία χρόνια έχουν προστεθεί στο ημερολόγιο των οινοπαραγωγών προορισμοί με αγοραστικό ενδιαφέρον όπως η Κίνα, η Ιαπωνία, η Κορέα και η Ινδία. Βλέποντας τον προβληματισμό ζωγραφισμένο στο πρόσωπό μου, έδωσε με τον ξεχωριστό, άμεσο τρόπο που τη διακρίνει την απάντηση: «Μα πώς θα γίνει, πρέπει να βάλω μια μορφή, μια προσωπικότητα, μια ιστορία στο μπουκάλι…».

Ιστορίες σε μπουκάλι

Δούλευα για μέρες στο μυαλό μου την απάντηση και κατέληξα πως σε μεγάλο ποσοστό δεν πίνουμε μόνο το περιεχόμενο (το «ζουμί», θέλοντας να γίνω πιο κυνικός) της φιάλης, τουναντίον κατά κάποιον τρόπο αγοράζουμε και την ιστορία, την προσωπικότητα των ανθρώπων που κρύβονται πίσω από την ετικέτα. Πρακτικά, όταν αγοράζουμε το κρασί για το τραπέζι της καθημερινής από το μαγαζί της γειτονιάς μας, κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό. Οσο όμως ανεβαίνει ο πήχης της ποιότητας, τόσο αυξάνεται και η ανάγκη για συζήτηση περί περιοχής, συντελεστών, το βιογραφικό σημείωμα του κρασιού όπως συνηθίζεται να λέμε.

Βλέποντας τα πράγματα από τη σκοπιά του επαγγελματία, παραδέχομαι πως το βιογραφικό του κρασιού αποτελεί αιώνιο φετίχ στα χέρια όλων των οινοχόων της υφηλίου. Κάποιες φορές το θέμα ξεπερνά τα όρια της λογικής με τον εκάστοτε γνώστη να εξιστορεί με τις ώρες τις ιδιαιτερότητες του γενεαλογικού δέντρου της οικογένειας των παραγωγών τη στιγμή της επιλογής του κρασιού, κάνοντας τους δυνητικούς αγοραστές να αισθάνονται άβολα. Αλλες φορές πάλι, ακόμη και η γειτνίαση ή η συγγένεια με κάποια «μυθική» προσωπικότητα ή οίκο της περιοχής γίνεται εργαλείο της τεχνικής των πωλήσεων: ο τάδε αμπελώνας που βρίσκεται ακριβώς δίπλα από τον δείνα, ή ο τάδε παραγωγός που υπήρξε ανιψιός του δείνα μεγαλοπαράγοντα της περιοχής.

Παραγωγοί και σταρ

Στον τομέα της παραγωγής η αναγνωρισιμότητα είναι ουσιαστικά θέμα δύο ταχυτήτων. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οικογένειες ή οίκοι που καταθέτουν τα διαπιστευτήριά τους μέσα από την πορεία του χρόνου και ανεπαίσθητα φτάνει κάποια στιγμή που χαρακτηρίζονται ως ιστορικοί ή και μυθικοί από τους πιο ενθουσιώδεις συλλέκτες. Συνήθως έχουν προηγηθεί δραστηριότητες πολλών δεκαετιών και ο χρόνος έχει σημαδέψει για τα καλά τη δουλειά τους. Εναλλακτικά, υπάρχουν άνθρωποι που δραστηριοποιούνται σε πιο δημοφιλείς χώρους και αναπάντεχα στρέφουν την επαγγελματική τους ρότα στην αμπελουργία. Ποδοσφαιριστές, ηθοποιοί, τραγουδιστές, σκηνοθέτες, οδηγοί της Formula 1, σχεδιαστές μόδας είναι κάποια από τα επαγγέλματα που παράτησαν αρκετοί «διάσημοι» θέλοντας να ασχοληθούν με τη γη. Το ερώτημα που τίθεται είναι τι τους ώθησε σε μια τέτοια απόφαση-στροφή στην καριέρα τους και αν τελικά πρέπει να υπάρχει σύνδεση της πρώτης πετυχημένης σταδιοδρομίας με τη δεύτερη. Δεν είμαι σε θέση να ξέρω αν o Μπραντ Πιτ προτιμάει να περπατάει στα αμπέλια της Προβηγκίας από το κόκκινο χαλί των Οσκαρ, ούτε αν ο Κλιφ Ρίτσαρντ τα καταφέρνει εξίσου καλά στους αμπελώνες της Πορτογαλίας όσο στη μουσική. Κατά γενική ομολογία, οι celebrities-οινοπαραγωγοί με την έναρξη των εργασιών τους απορροφούν υπερβολική δημοσιότητα, αλλά την ιστορικότητα που αποκτούν κτήματα και οικογένειες με βαθύ αποτύπωμα στον χρόνο και στον τόπο δεν την έχουν ούτε καν ακουμπήσει – τουλάχιστον μέχρι στιγμής.

Λαμπερά ή λαμπρά κρασιά;

Πριν από χρόνια, για τις ανάγκες της συγγραφής ενός βιβλίου έπρεπε να συντονίσω την επίσκεψη ενός συγγραφέα σε κάποιο κτήμα της Πελοποννήσου. Θυμάμαι πως επέλεξα αρχικά τα πέντε πιο ποιοτικά κτήματα της περιοχής και ξεκίνησα τις επαφές. Κάποιοι δεν απάντησαν ποτέ, κάποιοι άλλοι μου έδιναν την εντύπωση πως η φιλοξενία τους είχε να κάνει και με κάποιου τύπου ανταποδοτικότητα. Χωρίς να γίνομαι φλύαρος, καταλήξαμε στο Κτήμα Μερκούρη, που έχει ευγενικούς ανθρώπους, ιστορικό αρχείο, σπουδαία κρασιά και αποτελεί το πιο μαγικό, το πιο όμορφο κτήμα στον ελληνικό αμπελώνα. Οσο κλισέ και αν ακούγεται, κάποια πράγματα δεν είναι τυχαία. Ας πίνουμε ό,τι μας αρέσει, ό,τι θεωρούμε ποιοτικό, ό,τι μας ταιριάζει τελοσπάντων. Μερικές φορές όμως ας καλομαθαίνουμε τον εαυτό μας πίνοντας και κρασιά για τα οποία αξίζει να συζητάμε.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2015.