Οταν ο Μιχάλης Νουρλόγλου μου είπε ότι ξεκίνησε να μαγειρεύει γιατί ήθελε να τραβήξει την προσοχή, άκουσα την καλύτερη απάντηση που θα μπορούσα να επιθυμήσω. Αφενός γιατί έχω βαρεθεί τους αμέτρητους σεφ που επικαλούνται τις γευστικές παιδικές μνήμες των μανάδων τους – θαρρείς και όλες οι κατά τα άλλα άξιες σεβασμού και θαυμασμού κυρίες δούλευαν στην μπριγάδα του Μισέλ Ρου! – και αφετέρου γιατί ένας τέτοιος λόγος συνεπάγεται μεγάλη αφοσίωση και πάθος.

Από την άλλη, βέβαια, ο ισχυρισμός ότι η εν λόγω προσπάθεια ξεκινά από το αβγό, από την αρχή – όπως υποδηλώνει το όνομα Ab ovo – δεν με πείθει. Και αυτό γιατί ο ιδιαίτερα ταλαντούχος σεφ έχει σπάσει πολλά αβγά σε απαιτητικότατες κουζίνες όπως της Σπονδής και του Pil Poul, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις ισχυρότατες βάσεις που έχει θέσει στην επαγγελματική του προσωπικότητα και κατάρτιση.

Πάντως η δική μας βραδιά από αβγό ξεκίνησε – μια φίνα εκδοχή του καγιανά –, πρελούδιο σε ένα υπέροχο μενού που κράτησε αιχμάλωτες τις αισθήσεις μας από την αρχή ως το τέλος. Και σίγουρα πρώτη από όλες την όρασή μας, αφού ο Μιχάλης πραγματικά ζωγραφίζει σε κάθε πιάτο, βασισμένος στην ιδιαίτερα υψηλή τεχνική του.
Το περιβάλλον του Abovo είναι σκουρόχρωμο, μοδάτο και με εξαιρετικές ισορροπίες που θα εξυπηρετήσουν εξίσου καλά τις απαιτήσεις ενός μπαρ αλλά και ενός εστιατορίου γαστρονομικών απαιτήσεων. Ομως ούτε το εσωτερικό ούτε η όμορφη θέα προς το Κεφαλάρι δεν μπορεί να τραβήξει το βλέμμα από το περιεχόμενο των πιάτων του. Τα οποία είναι λιγότερα από 20, δίνοντας την εντύπωση ότι ο κατάλογος είναι περιορισμένος, όμως κάθε, μα κάθε πιάτο φαντάζει (και είναι στην πράξη) τόσο ενδιαφέρον που σίγουρα αυτός ο αριθμός είναι ικανός να «αντέξει» πολλαπλές επισκέψεις.



ο Μιχάλης Νουρλόγλου

Ακόμη καλύτερη εντύπωση πάντως μου έκανε η απουσία των εύκολων πλην άνοστων υλικών (όπως για παράδειγμα το μισητό φιλέτο) και η αντικατάστασή τους με ψαγμένες όσο και πεντανόστιμες επιλογές, όπως το διάφραγμα και ο βοδινός λαιμός, πιάτα τα οποία φυσικά επιλέξαμε και αμφότερα ήταν ανάμεσα στα κορυφαία της βραδιάς.
Βέβαια η λίστα δεν σταματά στο κρέας αφού ο τόνος με σαλάτα αβοκάντο, τσορίθο και γουασάμπι, το σοταρισμένο φουαγκρά με σέσκουλο, κεράσι και τζίντζερ, το μοσχαρίσιο ταρτάρ με παγωτό μουστάρδας, αλλά και το καπνιστό χέλι με πουρέ παντζάρι (που παρεμπιπτόντως θύμιζε crime scene σε επεισόδιο του «Dexter»!) διεκδικούν με ίσες πιθανότητες μια θέση ανάμεσά τους.

Μοιραία κάποιες πινελιές «ξέφυγαν» από τους γαστρονομικούς πίνακες, όπως για παράδειγμα η υπερβολική γλύκα που προσέδιδαν οι αγκινάρες Ιερουσαλήμ στο καλκάνι ή η βαριά αίσθηση την οποία δεν απέφυγαν τα μικρά σε μέγεθος γλυκάδια.

Ομως ο σεμνός σεφ μπορεί να ακούει και να ζωγραφίζει ταυτόχρονα! Και ενώ δημιουργεί το εντυπωσιακό μπανάνα σπλιτ μπροστά στα μάτια σας χρησιμοποιώντας μαρέγκες, θρυμματισμένα μπισκότα, μαρμελάδες, υγρό άζωτο, κρέμα βανίλια και άλλα χρώματα ή ηρεμεί το τραπέζι με την «ήσυχη» μπάρα σοκολάτας με αλμυρή καραμέλα, ταυτόχρονα δουλεύει τις αδυναμίες του ανεβάζοντας τον πήχη της αρτιότητας μέρα με την ημέρα.

Μάλιστα, αυτή η αρτιότητα είναι και προσιτά τιμολογημένη, ιδιαίτερα αν κάποιος προτιμήσει το μενού γαστρονομίας των €42, όπου έχει την ευχέρεια να επιλέξει 2 πρώτα πιάτα, 2 κυρίως και 1 επιδόρπιο από τον κατάλογο χωρίς κανέναν περιορισμό. Το διακριτικό όσο και επεξηγηματικό σέρβις και η μικρή αλλά με ιδιαίτερα έξυπνες επιλογές λίστα συμπληρώνουν ένα πακέτο που δεν πρόκειται να απογοητεύσει κανέναν φίλο του καλού φαγητού.

Η κάρτα δίνει το στίγμα του Abovo ως Honest Gastronomy. Στην αρχή ομολογώ ότι δυσκολεύτηκα να καταλάβω τι μπορεί να σημαίνει αυτή η Ειλικρινής Γαστρονομία. Ομως η δουλειά του Μιχάλη Νουρλόγλου μού έκανε εύκολες τις απαντήσεις. Ειλικρινής Γαστρονομία είναι να βάζεις όλο σου το πάθος σε αυτό που κάνεις, να μην εφησυχάζεις ποτέ, να δέχεσαι την κριτική, να προσφέρεις πιάτα που να κερδίζουν σε όλα τα επίπεδα και να ζητάς ένα λογικότατο τίμημα για τον κόπο σου. Το Abovo φέρνει στο πιάτο αυτά που υπόσχεται στο χαρτί και επαναπροσδιορίζει την υψηλοτάτου επιπέδου προσιτή γαστρονομία… από το αβγό!

Abovo: Κολοκοτρώνη 37 (1ος όροφος), Κηφισιά, τηλ. 210 8015 325