Επιτρέψτε μου να σας αποκαλύψω μια αδυναμία μου που δεν έχει σχέση με το φαγητό: λατρεύω τους σκύλους, και ιδιαίτερα τους κυνηγετικούς. Οχι επειδή είμαι κυνηγός, αλλά επειδή θαυμάζω τη σβελτάδα και τη χάρη των κινήσεών τους. Χάρη σε αυτή την αδυναμία έχω κάνει γνωριμίες με πολλούς λάτρεις του «καλύτερου φίλου του ανθρώπου». Συνήθως δεν γνωριζόμαστε με τα ονόματά μας, συστηνόμαστε ως «γονείς» της Λούνας ή της Μπέλας ή του Νταβέλη.

Ετσι, όταν είδα μια μέρα τον Μπόι, ένα από τα ωραιότερα κυνηγόσκυλα που έχω απαντήσει, έξω από τα γραφεία της εφημερίδας, χάρηκα ιδιαίτερα. Αλλά τι γύρευε ο Μπόι στη γωνία Μιχαλακοπούλου και Παπαδιαμαντοπούλου; Την απορία μου έλυσε ο «μπαμπάς» του, ο Παναγιώτης Γεροδήμος, όπως μου συστήθηκε εκείνη την ημέρα. Ιδιοκτήτες, μαζί με τον αδελφό του Γιώργο, μιας σειράς επιτυχημένων εστιατορίων στη Μύκονο και στην Αθήνα, οι αδελφοί Γεροδήμου αποφάσισαν να ομορφύνουν τη γειτονιά μας με το Pata Negra, το οποίο μέρα με την ημέρα έπαιρνε σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μας. Σε γήινους τόνους, με κόκκινες πινελιές και πολλά φυτά, το εστιατόριο άνοιξε πριν από λίγες ημέρες και σπεύσαμε να δούμε αν η ωραία εξωτερική εμφάνιση είχε και… περιεχόμενο. {{{ moto }}}

Οπως πιθανόν μπορείτε να φανταστείτε, η καρδιά ενός εστιατορίου χτυπά στην κουζίνα και αυτή ζητήσαμε να δούμε προτού καθήσουμε για φαγητό. Κρίνοντας από το περιεχόμενο των μεγάλων επαγγελματικών ψυγείων του, το Pata Negra (μαύρος χοίρος στα ιταλικά) έδειχνε αποφασισμένο να επιβεβαιώσει το όνομά του. Οι μαύροι χοίροι αποτελούσαν την κορωνίδα των προμηθειών του εστιατορίου, που θέλει να μας προσφέρει κρέατα ελευθέρας βοσκής. Δίπλα τους άφηναν να σιτέψει το μοσχάρι, ενώ παραδιπλανό ψυγείο φιλοξενούσε κόκορες, χήνες και πάπιες, όλα φερμένα απευθείας από τους μικρούς παραγωγούς που οι ιδιοκτήτες έχουν ανακαλύψει. Οι μαύροι χοίροι είναι μια αρχαία ελληνική ράτσα χοίρων η οποία αργεί να ωριμάσει και έτσι είχε εγκαταλειφθεί για πολλά χρόνια και κινδύνευσε να εξαφανιστεί. Ωστόσο, έχει αρχίσει και πάλι να αναβιώνει. Δεν θα είναι, όμως, ένα ακριβό έδεσμα; «Οχι! Γιατί αγοράζουμε όλα μας τα κρέατα απευθείας από τους παραγωγούς» εξήγησε ο κ. Γεροδήμος. Το έδεσμα δεν ήταν ακριβότερο, ήταν όμως απείρως νοστιμότερο απ’ ό,τι δοκιμάσαμε εδώ και πολύ καιρό. Αρτυμένο μόνο με αλάτι και πιπέρι και ψημένο στη σχάρα, το φιλέτο μαύρου χοίρου, το οποίο ήρθε συνοδευόμενο από ψητά λαχανικά με σος γιαουρτιού, αποδείχθηκε η εκπλήρωση των ονείρων του κάθε καλοφαγά. Εξαιρετικά νόστιμη και η σαλάτα του Καίσαρα που παρήγγειλε η μονίμως σε δίαιτα σύζυγός μου. Με ψητό κοτόπουλο και λίγο μπέικον, αποτέλεσε ένα χορταστικό μεσημεριανό. Το βέβαιον είναι ότι θα ξαναπάμε στο Pata Negra, και όχι μόνο επειδή είναι κοντά μας.

Σημείωση: Ξέρω ότι οι Ελληνες δεν αγαπούμε το αίμα στα φιλέτα μας. Σας προκαλώ, όμως, να ζητήσετε το φιλέτο του μαύρου χοίρου έστω και ελαφρώς ροζ. Θα με θυμηθείτε! Αν, πάλι, επιμείνετε να ψηθεί μέχρι… θανάτου, μην ακούσω γκρίνιες. Η ελεύθερη διαβίωση των ζώων δίνει κρέατα νοστιμότερα μεν, ελαφρώς σκληρότερα δε.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET το Σάββατο 17 Μαΐου 2014.