Πολλοί, όταν µιλούν για τον Λαζάρου, επισηµαίνουν τα πλείστα όσα χαρίσµατα του ιδιοφυούς αυτού σεφ, όπως επίσης και τα όσα έχει συνεισφέρει στην ελληνική γαστρονοµία: το ότι πρωτόβαλε στο Βαρούλκο «δεύτερα» ψάρια (η περίφηµη πεσκανδρίτσα) µεταµορφώνοντάς τα εν µιά νυκτί σε «πρώτα», το ότι συνέβαλε τα µέγιστα στην άνθηση της νέας ελληνικής κουζίνας κατακτώντας και ένα αστέρι Michelin, το ότι δηµιούργησε µια τηλεοπτική περσόνα που άλλαξε τη σχέση του µεγάλου κοινού µε τους σεφ και πολλά άλλα ακόµη. Και όλα αυτά, βεβαίως, είναι σωστά και υπογραµµίζουν τη µεγάλη συµβολή του Λαζάρου. Αυτό, όµως, που θα ήθελα να επισηµάνω εγώ είναι το φυσικό, σπάνιο χάρισµα που διακρίνει τον σεφ: την αίσθηση της νοστιµιάς. Μου έχουν µείνει αξέχαστα πολλά από τα µύρια πιάτα απίστευτης νοστιµιάς που έχω δοκιµάσει κατά καιρούς στο Βαρούλκο, αλλά αυτό που θα µείνει ανεξίτηλο στη µνήµη µου είναι τα τηγανητά συκωτάκια και κεφτεδάκια που έφτιαξε αυτοσχεδιάζοντας σε µια γιορτή. Εκεί κατάλαβα πως πρόκειται για έναν µεγάλο σεφ µε βαθύτατη την αίσθηση της νοστιµιάς. Και αυτή θεωρώ ότι είναι η µεγάλη συµβολή του, ότι µπόλιασε την ελληνική γαστρονοµία µε µπόλικη νοστιµιά. Είθε οι συνταγές του στο ΒΗΜΑ Gourmet να γεµίσουν το περιοδικό µ’ αυτή τη νοστιµιά.