Η σύνταξη, ολοκλήρωση και δημιουργία ενός ελκυστικού μενού δεν είναι εύκολη υπόθεση. Χρειάζεται ισορροπία, τόσο στις γεύσεις που θα πρέπει πάντα να εναρμονίζονται με την εποχικότητα των πρώτων υλών όσο και στην ποικιλία των πιάτων, πρώτων, σαλατικών και κυρίως.

Σε όλη αυτή την -πολυσύνθετη ομολογουμένως- αποστολή, σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιος ο οποίος θα ξεχαστεί, θα αδικηθεί και εκ του αποτελέσματος θα φανεί στο τέλος πως θα «ξεπεταχθεί». Και αυτός ο κάποιος στο 95% των περιπτώσεων είναι το επιδόρπιο.

Βρισκόμενη στο Μιλάνο για λίγες μέρες πριν από καιρό, γνώριζα από φίλους οι οποίοι με φιλοξενούσαν πως θα επισκεπτόμασταν δύο από τα καλύτερα -και όχι απαραίτητα ακριβότερα- εστιατόρια της πόλης. «Σε αυτό θα φας το νοστιμότερο ριζότο με σαφράν και στο άλλο το θεΐκότερο τιραμισού που έχεις δοκιμάσει ποτέ», μου είχαν τάξει.

Οφείλω να ομολογήσω πως περίμενα με ανυπομονησία περισσότερο το δεύτερο (και ανταμείφθηκα). Όχι γιατί ανήκω στην ομάδα του «καλύτερο να τρώω γλυκά παρά φαγητό», το αντίθετο θα έλεγα. Κυρίως γιατί οι στατιστικές μου σε εστιατόρια ανά την Ελλάδα, έχουν καταγράψει πως ο επίλογος δεν τυγχάνει της προσοχής που του αξίζει, κάτι που θεωρώ μέγα σφάλμα για την προβολή και ανάδειξη ενός σωστού μενού.

Και εξηγούμαι: τα πρώτα πιάτα δεν κρίνονται ποτέ υπό ιδανικές συνθήκες για πολλούς λόγους. Είτε γιατί ξεκινώντας ένα γεύμα -λογικά- πεινάμε και ως γνωστόν «η πείνα είναι το καλύτερο μπαχαρικό» οπότε μάλλον μας εμποδίζει να δούμε τα πράγματα αντικειμενικά (εκτός κι αν είναι εντελώς χάλια το πιάτο!), είτε γιατί στο τέλος οι γευστικές μνήμες των επιλογών μας που άνοιξαν τον χορό ενός τραπεζιού έχουν εξασθενήσει και αντικατασταθεί από τις πιο πρόσφατες.

Προσωπικά θεωρώ ότι το κύριο πιάτο αναδεικνύεται ή κατατροπώνεται από την ποιότητα του γλυκού. Αν το κύριο πιάτο είναι μέτριο και το γλυκό καλύτερο, η εντύπωση που παραμένει είναι αυτή της τελευταίας απόλαυσης, οπότε αναφέρονται σε μικρότερη κλίμακα τα τυχόν μειονεκτήματα του κύριου. Αντίθετα, ένα καλό κύριο πιάτο χάνει κατά πολύ όταν το ακολουθεί ένα μέτριο ή κακό επιδόρπιο. Φυσικά, όταν και τα δύο είναι εξίσου καλά, ε, τότε μιλάμε για το απόλυτο γαστρονομικό τζάκποτ!

Εστιατόρια δηλαδή όπως π.χ. το Ανετον του Βασίλη Καλλίδη όπου εκτός των άλλων έχω φάει το καλύτερο παγωτό χαλβά με τριμμένο μπισκότο. Στο Whispers Of Wine ξεκινάω πάντα από το τέλος παραγγέλνοντας την βελούδινη μους σοκολάτας ενώ στο Π-Box του Χριστόφορου Πέσκια την πιο μοντέρνα και ανάλαφρη εκδοχή του ρυζόγαλου.

Και στα τρία αυτά μαγαζιά γνωρίζω πως το φαγητό βρίσκεται σε ένα σταθερά υψηλό επίπεδο αλλά και πως έχει δοθεί σε ΟΛΟ το μενού η απαιτούμενη προσοχή και δημιουργικότητα που του (και μας) αξίζει.