«Αποκρουστικό», «ανόητο», «σκουπίδι», «πολύ κακό». Οι κριτικοί λογοτεχνίας διαφόρων έγκριτων εντύπων δεν έχουν εκφραστεί τις περασµένες ηµέρες µε τους πιο κολακευτικούς χαρακτηρισµούς για το σύντοµο µυθιστόρηµα του Σον Πεν µε τίτλο «Bob Honey Who Just Do Stuff» (από την Atria Books) που εκδόθηκε πρόσφατα και, κρίνοντας από τα αποσπάσµατα που έχουν παραθέσει στα άρθρα τους, µπορεί και να έχουν υπάρξει ελαφρώς εγκρατείς. Μια πρώτη εκδοχή του βιβλίου κυκλοφόρησε ως audiobook (και µάλιστα διετίθετο δωρεάν) το 2016, αλλά τότε ο ηθοποιός και σκηνοθέτης είχε δηλώσει µε παιγνιώδη, αινιγµατική διάθεση ότι εκείνος απλώς το διάβαζε στην ηχητική εκδοχή του και ότι ο συγγραφέας του ήταν ένας τύπος ονόµατι Πάπι Παράια, τον οποίο γνώρισε κάποια στιγµή στη Φλόριδα.
Το λογοτεχνικό πόνημα αφηγείται –με πολύ στρυφνή γλώσσα και επιτηδευμένες, λόγιες εκφράσεις –την ιστορία του Μπομπ Χάνι, ενός 56χρονου Αμερικανού, ο οποίος μπορεί να είναι πολυταξιδεμένος επιχειρηματίας, επαγγελματίας δολοφόνος μερικής απασχόλησης που σκοτώνει ηλικιωμένους με ματσόλα, σπιτόγατος με ψευδαισθήσεις ή κάποιος συνδυασμός των παραπάνω. Στο οπισθόφυλλό του, ο Σαλμάν Ρούσντι δηλώνει πως υποπτεύεται ότι «ο Τόμας Πίντσον και ο Χάντερ Σ. Τόμσον θα λάτρευαν αυτό το βιβλίο», χωρίς να διευκρινίζεται κάπου αν ο ισχυρισμός αυτός ενέχει μια δόση ειρωνείας. Ο κεντρικός ήρωας γράφει ένα εχθρικό γράμμα σε έναν επινοημένο πρόεδρο των ΗΠΑ που θυμίζει έντονα τον Ντόναλντ Τραμπ, μισεί την πρώην σύζυγό του και εμπλέκεται σεξουαλικά με μία νεαρή γυναίκα που είναι παντελώς άτριχη εξαιτίας της γενικευμένης αλωπεκίας από την οποία πάσχει.
Υπάρχουν διάφορα σημεία στα οποία ο Πεν μοιάζει να εξωτερικεύει τις δικές του σκέψεις μέσω του πρωταγωνιστή του βιβλίου, με πιο χαρακτηριστικό ίσως το ποίημα που έχει συμπεριλάβει στον επίλογό του. «Κάποτε, κρίσιμες συζητήσεις/ μας κρατούσαν σε εγρήγορση/ Ηταν όντως προς το συμφέρον μας/ Να ποδοπατήσουμε τον Τσάρλι Ρόουζ;», αναφέρει κάπου και, παρακάτω, συνεχίζει: «Πού πήγε όλο το γέλιο/ Είσαι εκεί έξω, Λούις Σι Κέι;». Θα άξιζε να υπενθυμίσουμε ότι τόσο ο Τσάρλι Ρόουζ όσο και ο Λούις Σι Κέι έχουν κατηγορηθεί για σεξουαλική παρενόχληση. Υπάρχει φυσικά και σκεπτικισμός για το κίνημα #MeToo: «Και τι είναι αυτό με το «Me Too»;/ Αυτόν τον παιδαριώδη όρο/ Είναι η σταυροφορία ενός νηπίου;/ Υποβαθμίζει τον βιασμό, το slutshaming και το γυναικείο δικαίωμα ψήφου στο απερίσκεπτο παιχνίδι ενός παιδιού;/

Μια πλατφόρμα για να μένουν ατιμώρητοι όσοι κατηγορούν;». Οι αποστροφές αυτές έχουν ήδη προκαλέσει αντιδράσεις, όπως και η συνέντευξη που έδωσε στο περιοδικό «Time» πριν από μερικές ημέρες λέγοντας πάνω-κάτω τα ίδια πράγματα.

Στην εµφάνισή του στο τηλεοπτικό σόου του Κόναν Ο’ Μπράιαν που πραγµατοποιήθηκε µετά την κυκλοφορία του βιβλίου ο κάτοχος δύο βραβείων Οσκαρ δήλωσε πολύ ώριµος και επιτυχηµένος για να νοιάζεται για τις άσχηµες κριτικές: «Είµαι 57 ετών και έχω θερµαινόµενη πισίνα, µπορείτε να πείτε ό,τι θέλετε». Δεν θα την αποκαλούσαµε και την πιο εκλεπτυσµένη αντίδραση, όµως η αλήθεια είναι πως καλύτερα να δείχνει αδιαφορία γιατί τις φορές που ενεπλάκη µε πάθος σε δηµόσιες κόντρες επέδειξε παντελή έλλειψη χιούµορ. Και κάτι η αµφιλεγόµενη προσωπική του ζωή (οι καβγάδες του µε την κάποτε σύζυγό του Μαντόνα είχαν αφήσει ιστορία), κάτι η ακτιβιστική του δράση και οι σχέσεις του µε ηγέτες σαν τον Ούγκο Τσάβες ή τον Φιντέλ Κάστρο, κάτι οι αριστερού προσήµου πολιτικές απόψεις του, ο Σον Πεν έχει βρεθεί συχνά στο στόχαστρο των αµερικανικών ΜΜΕ. Η ανοιχτή επιστολή που είχε στείλει πριν από αρκετά χρόνια στους δηµιουργούς της σειράς «South Park» επειδή θεώρησε ότι υπερέβησαν τα όρια της σάτιρας απέναντι στο πρόσωπό του υπήρξε µνηµείο σοβαροφάνειας, ενώ η υπερβολική υπεράσπιση του Τζουντ Λο σε τελετή απονοµής βραβείων επειδή φάνηκε να µην καταλαβαίνει την πλάκα που έκανε ο παρουσιαστής Κρις Ροκ δεν συγκαταλέγεται στις καλύτερες στιγµές του.
Η ροπή του προς το ποµπώδες ύφος γραφής είχε φανεί και σε άρθρο του –το οποίο ξεκινούσε µάλιστα µε µια ρήση του Μισέλ ντε Μοντέν –που είχε δηµοσιευθεί στο περιοδικό «Rolling Stone» το 2016 µε θέµα τη µυστική συνάντησή του µε τον Χοακίν Γκουζµάν Λοέρα, γνωστό ως El Chapo, µεξικανό βαρόνο του εµπορίου ναρκωτικών και έναν από τους πλέον καταζητούµενους ανθρώπους στον πλανήτη. Η ιστορία αυτή είχε και συνέχεια, καθώς το περασµένο φθινόπωρο οι δικηγόροι του Πεν είχαν επανειληµµένα ειδοποιήσει το Netflix ότι το ντοκιµαντέρ «The Day I Met El Chapo» («Η µέρα που συνάντησα τον Ελ Τσάπο») που προβαλλόταν στη συνδροµητική πλατφόρµα θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του πελάτη τους, υπαινισσόµενο ότι βοήθησε τις αµερικανικές αρχές ώστε να προχωρήσουν στη σύλληψή του. Σε επιστολή τους µάλιστα δήλωναν, λίγο δραµατικά οµολογουµένως, πως «το αίµα θα είναι στα χέρια τους» εάν συµβεί οτιδήποτε στον Πεν.
Η εφηµερίδα «The Guardian» αναρωτήθηκε πριν από µερικές ηµέρες σε άρθρο αν ο Σον Πεν αποτελεί πλέον τον «πιο αφόρητο σελέµπριτι» και πολλοί θα απαντούσαν καταφατικά, όµως οι ωραίες γυναίκες εξακολουθούν να γοητεύονται από την προσωπικότητά του. Πέραν των πρώην συζύγων του, της Μαντόνα και της Ρόµπιν Ράιτ δηλαδή, από τη ζωή του έχουν περάσει η Σκάρλετ Τζοχάνσον, η Σαρλίζ Θερόν και τώρα τελευταία οι φήµες λένε ότι εθεάθη επανειληµµένως µε την Αµπερ Χερντ (πρώην του Τζόνι Ντεπ και του Ελον Μασκ). Ισως να τις ρίχνει µε τη θερµαινόµενη πισίνα…

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 7 Απριλίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ