Τώρα που οι ύμνοι και οι διθύραμβοι της επετείου καταλάγιασαν, τώρα που το μελάνι στέγνωσε, τα έντυπα στάλθηκαν στην ανακύκλωση και οι ιστοσελίδες στράφηκαν σε άλλα ζητήματα καυτής επικαιρότητας έως την έλευση της καθιερωμένης ετήσιας παρουσίασης των νέων μοντέλων, είναι η ώρα να αποτιμήσουμε πιο ψύχραιμα τη δεκαετία του iPhone.

Οταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά, στις 29 Ιουνίου 2007, το ντελίριο αρθρογράφων τεχνολογίας και επίδοξων αγοραστών για τις στιλπνές επιφάνειές του είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε να ανακηρύσσεται «τηλέφωνο του Ιησού» και να σημειώνονται πωλήσεις 500.000 έως 1.000.000 συσκευών την πρώτη ημέρα της διαθεσιμότητάς του. Δέκα χρόνια αργότερα ο Μπράιαν Μέρτσαντ, συγγραφέας της βιογραφίας του με τίτλο «The One Device: The Secret History of the iPhone» (εκδ. Little, Brown and Company), που κυκλοφόρησε στις 20 Ιουνίου, ούτε λίγο ούτε πολύ το αποκαλεί «το προϊόν που σηματοδοτεί το απόγειο του καπιταλισμού από καταβολής του». (Ξεχάστε, δηλαδή, την ατμομηχανή, τον ηλεκτρικό λαμπτήρα, τον υπολογιστή. To iPhone είναι ο κολοφώνας του πολιτισμού του ίδιου.)

Αφήνοντας κατά μέρος την υπερβολή, η πιο νηφάλια προσέγγιση των πραγμάτων θα υποδείκνυε μια σειρά από εξιδανικευμένες όψεις της ιστορίας του. Δεν βλέπουμε εδώ την παραγωγή μιας νέας τεχνολογίας εκ του μηδενός, αλλά τη σύνθεση υπαρχουσών σε καινοτόμο αποτέλεσμα. Δεν διάγουμε αποκλειστικά μια «επανάσταση του iPhone», αλλά μια επανάσταση των smartphones. Δεν έχουμε έναν νέο Εντισον στο πρόσωπο του Στιβ Τζομπς, αλλά την κοινή συνισταμένη της συνεργασίας πλήθους ανθρώπων.
Ας ξεκαθαρίσουμε το τοπίο εξαρχής. Μέτρο της μοναδικής επιτυχίας του iPhone δεν είναι τόσο ο απίστευτος αριθμός του ενός δισεκατομμυρίου συσκευών που έχει πουλήσει ως σήμερα, όσο το γεγονός ότι ξεπέρασε τις προσδοκίες των κατασκευαστών του. «Σήμερα η Apple θα επανεφεύρει το τηλέφωνο» δήλωνε με αυτοπεποίθηση ο Στιβ Τζομπς στην περίφημη παρουσίαση της 9ης Ιανουαρίου 2007. Αν και χαρακτήριζε διαρκώς το προϊόν του επαναστατικό, το περιέγραφε μάλλον συντηρητικά: «ένα iPod, ένα τηλέφωνο, μια συσκευή επικοινωνίας με το διαδίκτυο». Αποδείχθηκε ότι το «3 σε 1» ήταν δραματικά μετριοπαθής εκτίμηση.
Το CNBC παραθέτει έναν κατάλογο τεχνολογιών που το iPhone αντικατέστησε ή επηρέασε δραστικά στα χρόνια της ύπαρξής του: χάρτες, mp3 players, αριθμομηχανές, ημερολόγια, σημειωματάρια, ξυπνητήρια, φωτογραφικές μηχανές, βιβλία, πιστωτικές κάρτες. Κάποιες από αυτές, όπως τα mp3 players, χάθηκαν πάνω στο άνθος της ηλικίας τους, τη στιγμή που είχαν αρχίσει να διαδίδονται ευρύτατα· κάποιες άλλες, όπως οι φωτογραφικές μηχανές ή τα βιβλία, ανθίστανται πεισματικά και στην πραγματικότητα κινδυνεύουν λιγότερο απ’ όσο πιστεύουν οι αρθρογράφοι για ζητήματα τεχνολογίας.

Πολλοί από τους τελευταίους συχνά αντιμετωπίζουν ως ιεροσυλία την υπόδειξη ότι υπάρχουν πράγματα που οι εφαρμογές του iPhone δεν μπορούν να αντικαταστήσουν επάξια. Ωστόσο, δεν αμφιβάλλει κανείς ότι τα 2,2 εκατομμύρια apps, με τα οποία έχει κανείς τη δυνατότητα να συνθέσει μουσική, να μετατρέψει το τηλέφωνό του σε πυξίδα ή να χειριστεί τους διακόπτες του ηλεκτρικού ρεύματος, το κατέστησαν πρότυπο πολυχρηστικού εργαλείου.

Ντιζάιν, ευελιξία, ποιότητα ήταν οι ιδιότητες που εκτόξευσαν την αξία της Apple στην οικονομική στρατόσφαιρα και εξύψωσαν τον ίδιο τον Τζομπς στο επίπεδο της κοσμικής αγιότητας. Με εισοδήματα 215 δισεκατομμυρία δολάρια το 2016, εκ των οποίων τα 45 αποτελούν καθαρό κέρδος, η εταιρεία βρίσκεται σήμερα στον κολοφώνα της δόξας της. Η μάλλον θα βρεθεί εκεί προς τα τέλη του 2017, όταν οι χρηματιστηριακές προβλέψεις τη θέλουν να ξεπερνά το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια σε μετοχική αξία (σήμερα φτάνει μόλις τα 750 δισεκατομμύρια).
Η φρενίτιδα της αγοράς (1 δισεκατομμύριο συσκευές αγοράστηκαν μεταξύ 2007 και 2016) έκανε τον ιδιοκτήτη της Apple Τ-shirt, σύμβολο επιχειρηματικότητας και σύγχρονο ιππότη της ανθρώπινης εφευρετικότητας. Το θυμίαμα των επαίνων του Τζομπς ως κορυφαίου οραματιστή του βέλτιστου ανθρώπινου μέλλοντος κατευθυνόταν καθημερινά στα κοινωνικά μέσα, για να κορυφωθεί με τον θάνατό του στις 5 Οκτωβρίου 2011: η επίσημη βιογραφία από τον διάσημο βιογράφο Γουόλτερ Αϊζακσον, εκ των προτέρων προγραμματισμένη να κυκλοφορήσει στις 24 Οκτωβρίου, έγινε για λίγο καιρό η βίβλος κάθε λάτρη του Στιβ, πουλώντας 3 εκατομμύρια αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τους «New York Times».
Πίσω από την αψεγάδιαστη εικόνα των γραφείων στον αριθμό 1 της οδού Απειρου Βρόχου στο Κουπερτίνο της Καλιφόρνιας, όπου σχεδιάζεται το μέλλον, υπάρχει μια λιγότερο λαμπερή πραγματικότητα. Αρχής γενομένης, φυσικά, από τον πόλεμο των πατεντών με τον έτερο κολοσσό Samsung από το 2011: οι αλληλομηνύσεις για κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας και προσβολή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας σε δικαστήρια ανά τον κόσμο είχαν φτάσει τις 50 το 2012 και σήμερα δύσκολα μπορεί κανείς να παρακολουθήσει ποιος χρωστάει περισσότερα σε ποιον και πόσα. Ενα μέρος της υπόθεσης θα ξεκαθαρίσει όταν τα ομοσπονδιακά δικαστήρια των ΗΠΑ θα αποφανθούν εκ νέου για το πρόστιμο των 400 εκατομμυρίων δολαρίων που είχε επιδικαστεί αρχικά στην Apple και το οποίο αναπέμφθηκε σε αυτά από το Ανώτατο Δικαστήριο τον Δεκέμβριο του 2016.
Αλλά το στοιχείο που επίσης υποδεικνύουν το μπέρδεμα και οι αντεγκλήσεις είναι πως η τεχνολογία που μας έδωσε το iPhone και τα λοιπά smartphones δεν εμφανίστηκε από το πουθενά. «Στην πραγματικότητα, δεν θεωρώ το iPhone τόσο επινόηση όσο συλλογή τεχνολογιών και επιτυχία στο επίπεδο του έξυπνου πακεταρίσματός τους» έλεγε στον Μπράιαν Μέρτσαντ ο Κρις Γκαρσία, επιμελητής του Μουσείου Ιστορίας των Υπολογιστών στο Mountain View της Καλιφόρνιας.

Το λειτουργικό σύστημα iOS, για παράδειγμα, αποτέλεσε μετατροπή εκείνου που η Apple εξέλισσε επί δεκαετίες για τους υπολογιστές της. Η τεχνολογία Multitouch, που επιτρέπει τη μεγέθυνση της οθόνης με τη χρήση δύο δακτύλων, είχε ήδη επινοηθεί από έναν διδάκτορα του Πανεπιστημίου του Ντέλαγουερ. Οταν, το 2004 –στη φάση της αργής ανάκαμψής της μετά τη φυγή του Στιβ Τζομπς το 1985 και την επάνοδό του στο τιμόνι το 1997 -, η Apple αναζητούσε την επόμενη επιτυχία μετά το iPod, στην ατμόσφαιρα της εποχής πλανιόταν πλήθος δυνατοτήτων –έλειπε η σύλληψη μιας συνολικής ιδέας προς τη σωστή κατεύθυνση.

«Το εννοιολογικό πλαίσιο των έξυπνων κινητών, το τι φαντάζονταν οι άνθρωποι ότι μπορούν να κάνουν με έναν φορητό υπολογιστή, υπήρχε πολύ πριν από το iPhone» γράφει ο Μέρτσαντ. Οσο για την ιδέα ενός smartphone, αυτή κυκλοφορούσε ενσαρκωμένη σε οθόνες ήδη από τη δεκαετία του ’90: το Ericsson R380 είχε μια οθόνη αφής, συσκευές της Nokia διέθεταν εφαρμογές και έπαιζαν μουσική, η εταιρεία InfoGear είχε παρουσιάσει το 1998 το Internet Touchscreen Telephone και πριν απ’ όλα αυτά η ΙΒΜ είχε λανσάρει –το 1994 –το Simon, κάτι σαν ακουστικό σταθερού με οθόνη αφής και δυνατότητες PDA, προσωπικού ψηφιακού οδηγού.
Η ομάδα των ειδικών που βρέθηκαν στις απαρχές του iPhone ξεκίνησε, κατά τον Μέρτσαντ, από την ανάγκη αποσύνδεσης της τεχνολογίας των υπολογιστών από το πληκτρολόγιο και το ποντίκι –η επιλογή μεταξύ ταμπλέτας και τηλεφώνου έγινε από τον Στιβ Τζομπς. Κι αυτό γιατί στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η «επανάσταση των smartphones» βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Το 2005 τα PDAs, προγονική μορφή μεταξύ tablet και κινητών, πουλούσαν 14,9 εκατομμύρια συσκευές.
Μεταξύ 2006 και 2007 είχαν αγοραστεί 184 εκατομμύρια έξυπνα κινητά παγκοσμίως –τα 11,7 εκατομμύρια από αυτά ήταν BlackBerry και το πεπρωμένο τους ήταν να κυριαρχήσουν βραχυπρόθεσμα στην αγορά, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο Μπαράκ Ομπάμα δεν αποχωριζόταν το δικό του στην προεδρική εκστρατεία του 2008. Σήμερα εταιρείες έρευνας αγοράς όπως οι eMarketer και Newzoo υπολογίζουν ότι οι χρήστες smartphone σε όλο τον κόσμο κυμαίνονται μεταξύ 2,4 και 2,6 δισεκατομμυρίων –και έως το 2020 αναμένεται μια έκρηξη αγορών που θα τους εκτινάξει στα 3,6 δισεκατομμύρια.
Αν θεωρεί κάποιος ότι οι αριθμοί αυτοί επιβεβαιώνουν το αφήγημα του Στιβ Τζομπς ως μοναδικού οραματιστή μιας νέας μορφής επικοινωνίας, αυτό συμβαίνει κυρίως εξαιτίας της κουλτούρας της Apple και της ειδωλολατρίας του ηγέτη της. Η ταύτιση της εταιρείας με το πρόσωπο του Τζομπς υπήρξε εξαιρετικά επιτυχημένη στρατηγική προβολής, που απέδιδε ιδανικά ικανοποιώντας την ανάγκη του κοινού. Ταυτόχρονα δημιουργούσε συνθήκες προσωπολατρίας (υπήρχαν τόσοι «τύποι που ντύνονταν σαν τον Στιβ», γράφει ο Μέρτσαντ, που κάποιοι στην Apple δυσκολεύονταν να διακρίνουν τον κανονικό) και απέκρυπτε το πλήθος των ανθρώπων πίσω από τις καινοτομίες.
Ως προς τη σύλληψη και την επεξεργασία των ιδεών, ο Μέρτσαντ περιγράφει μια πολύ διαφορετική εικόνα από αυτήν ενός σύγχρονου Εντισον. Μόνο η ομάδα που ασχολήθηκε με τη Multitouch τεχνολογία, για παράδειγμα, απαρτιζόταν από οκτώ άτομα, ενώ ο συνολικός αριθμός εκείνων που εργάστηκαν στα αρχικά στάδια του iPhone ήταν 20 έως 25. Κομβικό ρόλο στη διαδικασία έπαιξε ο Τζόνι Αϊβ, ο κορυφαίος ντιζάινερ της εταιρείας, όχι τόσο για τις άψογες απέριττες γραμμές που επέλεξε, αλλά γιατί απέτρεψε την ομάδα από το να προσεγγίσει τον Τζομπς νωρίς: «Αν πετύχαινες τον Στιβ σε κακή μέρα», έλεγε στον Μέρτσαντ ο Μπράιαν Χούπι, από τους πρώτους μηχανικούς υπολογιστών που εργάστηκαν στο project, «όλα όσα τού έδειχνες ήταν σκατά και σου έλεγε «μην το ξαναδώ ποτέ αυτό»».
Οταν ο ενθουσιασμένος Aϊβ έκρινε ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου, το καλοκαίρι του 2003, η αντίδραση του Τζομπς ήταν αρνητική: «Δεν εντυπωσιάστηκε καθόλου. Δεν έβλεπε καμία αξία στην ιδέα». Για να πειστεί χρειάστηκαν ατέλειωτες συζητήσεις με τον Μάικ Μπελ, αντιπρόεδρο της εταιρείας, και μια συζήτηση στρογγυλής τραπέζης ανάμεσα στον ίδιο, στον Αϊβ και τον Στιβ Σάκομαν, έναν άλλο αντιπρόεδρο. Αν και δημοσίως ο Τζομπς άφηνε να εννοηθεί ότι η πατρότητα πολλών ιδεών γύρω από το iPhone ήταν δική του εξαρχής, στην πραγματικότητα η συνεισφορά του υπήρξε περισσότερο αυτή του άριστου διευθυντή ορχήστρας, εκείνου που έδινε τις κατευθύνσεις, ήλεγχε το τέμπο και λειτουργούσε ως ηγεμόνας που αποφάσιζε, επιδοκίμαζε, απέρριπτε, ενίοτε διαιρούσε και βασίλευε. Μέθοδος απαιτητική για τους ανθρώπους («Το iPhone είναι ο λόγος για τον οποίο χώρισα» σχολίαζε στο βιβλίο ένα από τα βασικά στελέχη της ομάδας), αποτελεσματική για το προϊόν.
Εξι χρόνια μετά τον θάνατο του Στιβ Τζομπς, το 2011, το iPhone έχει πια απογαλακτιστεί από τον άνθρωπο που με θαυμαστή τελειομανία τού έδωσε μορφή και χαρακτηριστικά. Στη δεύτερη δεκαετία της ζωής του το γκάτζετ μπορεί να απομακρυνθεί και από τη σημερινή όψη του. Ο Ντέιβιντ Πιρς περιέγραφε στις 27 Ιουνίου στο «Wired» μελλοντικές υπερανθεκτικές συσκευές λεπτότητας μιας σημερινής οθόνης μόνο. Αλλά η σημαντικότερη επίδραση για τον ίδιο είναι άλλη: «Η δεκαετία του iPhone άλλαξε δραστικά την ανθρώπινη συμπεριφορά. Συνηθίσαμε να γράφουμε σε οθόνες, να τις παίρνουμε παντού μαζί μας και να τις χρησιμοποιούμε για τα πάντα».
Συνηθίσαμε επίσης να προσηλωνόμαστε επίμονα στην επιφάνειά τους και να μας απασχολεί περισσότερο από το γύρω μας περιβάλλον, ανθρώπινο ή μη. Σύμφωνα με έρευνα των Πανεπιστημίων Ιντιάνα και Περντιού, το 2012 το 89% των προπτυχιακών φοιτητών κατεχόταν από το σύνδρομο των «ψευδών δονήσεων» –την απατηλή αίσθηση ότι το κινητό τους ειδοποιεί για κάτι. Από την άλλη πλευρά, τον Μάρτιο του 2017 ο «Independent» σημείωνε ότι επιστήμονες στις ΗΠΑ και στη Μεγάλη Βρετανία συσχετίζουν με την έκρηξη των smartphones τη μείωση την τελευταία δεκαετία κατά 50% της χρήσης αλκοόλ, τσιγάρου και ναρκωτικών από παιδιά ηλικίας 11-15 ετών. Οι ψυχολόγοι του κοντινού μέλλοντος ας ετοιμάζονται για την αναζήτηση των αποτυπωμάτων του iPhone και των συναδέλφων του στα γεωλογικά στρώματα του ανθρώπινου ψυχισμού.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Ιουλίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ