Δύο είναι οι πραγματικά κρίσιμες στιγμές στη σχεδόν εικοσαετή ηγετική καριέρα του Βλαντίμιρ Πούτιν. Η πρώτη στις 16 Αυγούστου 1999, όταν διορίστηκε από τον Μπόρις Γέλτσιν πρωθυπουργός της Ρωσικής Ομοσπονδίας: ήταν ο πέμπτος σε 18 μήνες, άγνωστος στο ευρύ κοινό, και φαινόταν ότι θα έχει την τύχη των προηγούμενων. Αντίθετα, παίζοντας το χαρτί του ανένδοτου στον Δεύτερο Πόλεμο της Τσετσενίας και υπερισχύοντας στις ανακτορικές ίντριγκες του Κρεμλίνου, διαδέχθηκε τον Γέλτσιν στην προεδρία μετά την αιφνίδια αποχώρησή του από την πολιτική πέντε μήνες αργότερα. Το δεύτερο σταυροδρόμι υπήρξε ο Δεκέμβριος του 2011, όταν δεκάδες χιλιάδες Ρώσοι διαδήλωναν στη Μόσχα κατηγορώντας τον για νοθεία στις βουλευτικές εκλογές. Πρωθυπουργός ξανά τότε, στη μεσοβασιλεία που του επέβαλε το ρωσικό Σύνταγμα απαγορεύοντάς του τρίτη συνεχή θητεία, ο Πούτιν φάνηκε να χάνει προς στιγμήν τον βηματισμό του.
Τη χρονιά των Αγανακτισμένων, της Αραβικής Ανοιξης και του Occupy Wall Street, ωστόσο, ο τσάρος του Κρεμλίνου όχι μόνο κατάφερε να επιβιώσει πολιτικά αλλά και να επανεκλεγεί πρόεδρος τον επόμενο Μάρτιο. Μετατρέποντας και τις δύο φορές μια κρίση σε ευκαιρία για τον ίδιο πέτυχε κάτι που διακρίνει τους ικανούς από τους απλώς επαρκείς ηγέτες –να δει το μέλλον. Και αν στην πρώτη περίπτωση αυτό ήταν υπόθεση κυρίως της στενής κλίκας των ανθρώπων του Μπόρις Γέλτσιν, στη δεύτερη είχε να κάνει με την τροπή της πολιτικής ισορροπίας σε μια ολόκληρη ήπειρο. Γιατί η αντιδυτική ρητορική που υιοθέτησε από το 2012 και εντεύθεν τον κατέστησε μέσα σε μια πενταετία αγαπητό πρόσωπο στις κοόρτεις των «αντισυστημικών», από τη Μαρίν Λεπέν και τον Μπέπε Γκρίλο έως τον Νάιτζελ Φάρατζ και τον Ντόναλντ Τραμπ –σε τέτοιο βαθμό ώστε το περιοδικό «The Atlantic» να τον προσφωνεί στο τελευταίο τεύχος του «ιδεολογικό ήρωα των απανταχού εθνικιστών».
Οχι ότι ο γεννηµένος στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου (7 Οκτωβρίου 1952) πρώην πράκτορας της KGB που έκαιγε φακέλους στο Βερολίνο τη βραδιά της πτώσης του Τείχους για να μην πέσουν στα χέρια διαδηλωτών υπήρξε ποτέ υμνητής του άλλου στρατοπέδου. Η ρητορική του είχε πάντοτε αιχμές οι οποίες ερμηνεύονταν στο πλαίσιο των διαφορετικών γεωστρατηγικών συμφερόντων, κυρίως της σθεναρής αντίθεσης της Ρωσίας έναντι της επέκτασης του ΝΑΤΟ στη γειτονιά της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Το ζήτημα της εισόδου της Ουκρανίας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο μετά την έξωση του φιλορώσου προέδρου Βίκτορ Γιανουκόβιτς τον Φεβρουάριο του 2014 θεωρείται η θρυαλλίδα που άναψε τη φωτιά στις σχέσεις με τη Δύση. Πριν ωστόσο από τους αυτονομιστές της Ανατολικής Ουκρανίας, πριν από τη συγκαλυμμένη αποστολή ρωσικών στρατιωτικών τμημάτων στη γείτονα χώρα, πριν από την προσάρτηση της Κριμαίας, ο λόγος του Βλαντίμιρ Πούτιν είχε μεταλλαχθεί αποφασιστικά. Από το 2013 παρέπεμπε σε ένα σχήμα παρακμής της Δύσης, μιας Δύσης «άγονης και άφυλης». Οι «ευρωατλαντικές χώρες» απέρριπταν τις χριστιανικές αξίες που συνιστούν τη βάση του δυτικού πολιτισμού, αρνούνταν τις ηθικές αρχές, απαξίωναν τις παραδοσιακές ταυτότητες, εθνικές, πολιτισμικές, θρησκευτικές, σεξουαλικές, εξίσωναν «την οικογένεια με τις ενώσεις ατόμων του ίδιου φύλου, την πίστη στον Θεό με την πίστη στον Σατανά». Προειδοποιούσε, γράφει ο Φράνκλιν Φόερ στο «Atlantic», ότι η Δύση βάδιζε προς ένα «χαοτικό σκότος», προς μια «επιστροφή σε κατάσταση πρωτογονισμού».
Συντηρητικοί, εθνικιστές, ευρωσκεπτικιστές, λαϊκιστές, ριζοσπάστες, ακροδεξιοί, όλο το ετερόκλητο πλήθος των αμφισβητιών του πολιτικού status quo αυτής της Δύσης, ανακάλυψε έξαφνα την Αμερική –στο πρόσωπο της Ρωσίας. Οι προσεγγίσεις και οι προσλήψεις του πουτινισμού, βέβαια, πολύ απέχουν από το να είναι κοινές μεταξύ όλων των παραπάνω. Υπάρχουν στα αριστερά εκείνοι που θέλουν την εικόνα του Πούτιν ως αντίβαρο στην κορνίζα των αμερικανών και των ευρωπαίων ηγετών. Το είδαμε στην επίσκεψη του Πρωθυπουργού στη Μόσχα τον Ιούνιο του 2015 στο τελευταίο στάδιο της διαπραγμάτευσης που απέληξε δύο εβδομάδες αργότερα στο δημοψήφισμα.
Υπάρχουν στα δεξιά άλλοι που βρήκαν διαύλους επικοινωνίας στο επίπεδο των συντηρητικών αξιών τους με τον «αγαπητό μου Βλαντίμιρ», όπως τον έχει αποκαλέσει ο πρώην επικρατέστερος μελλοντικός γάλλος πρόεδρος και νυν αποδιοπομπαίος τράγος του «συζυγο-gate» Φρανσουά Φιγιόν. Υπάρχουν στο τέρμα του δεξιού φάσματος περισσότεροι ακόμη που αντλούν έμπνευση από την πολιτική ρητορική και πρακτική του Πούτιν. Ο Μάθιου Χάιμπαχ, ιδρυτής του αμερικανικού Παραδοσιοκρατικού Εργατικού Κόμματος που μάχεται υπέρ της διατήρησης της προνομιακής θέσης των λευκών στον δυτικό πολιτισμό και κατά της «αντιχριστιανικής δημοκρατίας» με σύνθημα «η παγκοσμιοποίηση είναι το δηλητήριο, ο εθνικισμός το αντίδοτο», δήλωνε τον περασμένο Δεκέμβριο στους «New York Times» πως τον θεωρεί «τον ηγέτη του ελεύθερου κόσμου».
«Χρειαζόµαστε έναν καγκελάριο σαν τον Πούτιν, κάποιον που να εργάζεται για τη Γερμανία και την Ευρώπη όπως ο Πούτιν εργάζεται για τη Ρωσία» υπερθεμάτιζε στο ίδιο άρθρο ο Ούντο Βόιγκτ, αρχηγός του νεοναζιστικού Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος (NDP). Πιο σκεπτικιστής, αλλά οπωσδήποτε δεκτικός στα μηνύματα που έρχονται από το κρύο, ο τότε αρχηγέτης του ακροδεξιού ειδησεογραφικού ιστότοπου Breitbart News και σημερινός σύμβουλος του προέδρου Τραμπ, Στίβεν Μπάνον, έλεγε το 2014: «Εμείς, η ιουδαιοχριστιανική Δύση, οφείλουμε να ακούσουμε προσεκτικά όσα λέει όσον αφορά την ισχύ της παράδοσης (…), να πολεμήσουμε για την πίστη μας κατά της νέας βαρβαρότητας που εμφανίζεται και θα εξαλείψει ολοκληρωτικά όλα όσα μας κληροδοτήθηκαν τα τελευταία 2.000-2.500 χρόνια».
Δεν χρειάζεται να πάει κανείς τόσο βαθιά στο παρελθόν για να ανιχνεύσει τον σύνδεσμο μεταξύ δυτικών ακροατηρίων, αντισυστημικών πολιτικών και πουτινικής ρητορικής. Αρκεί να αλλάξει για λίγο προοπτική. Η οικονομική ερμηνεία της ραγδαίας ανόδου του λαϊκισμού, γράφει ο Φράνκλιν Φόερ στο «Atlantic», είναι ελλιπής. Οφείλει εξίσου την απήχησή του σε πολιτισμικού χαρακτήρα αίτια: η παγκοσμιοποίηση, τα μεταναστευτικά ρεύματα, η θεσμοθέτηση προοδευτικών πολιτικών όπως ο γάμος των ομοφυλοφίλων προκάλεσαν ισχυρά αισθήματα απομάκρυνσης από τις δικές τους παραδοσιακές αξίες σε μεγάλα στρώματα πιο ηλικιωμένων, λευκών ψηφοφόρων: «Η αποξένωση και ο φόβος μιας πολιτισμικής κατάρρευσης διάβρωσαν την πίστη τους στη δημοκρατία και παρήγαγαν την επιθυμία για έναν ισχυρό ηγέτη που θα απωθήσει την επερχόμενη καταστροφή» –λέγε με Ντόναλντ Τραμπ, Γκέερτ Βίλντερς, Μαρίν Λεπέν.
Το ρωσικό think tank «Κέντρο Στρατηγικών Επικοινωνιών» είχε συστήσει ήδη από το 2013 το φλερτ με τις ανερχόμενες συντηρητικές μάζες της Δύσης προκειμένου, κατά τον τίτλο μιας μελέτης του, ο Βλαντίμιρ Πούτιν να καταστεί «ο νέος παγκόσμιος ηγέτης του συντηρητισμού». Για τον ρώσο πρόεδρο τα κέρδη είναι προφανή και σε πολλαπλά επίπεδα. Μίλησε μια γλώσσα που δεν του ήταν οπωσδήποτε ανοίκεια, προετοίμασε τη σκληροπυρηνική πολιτική που ανέβασε εκ νέου τη δημοτικότητά του στο 80% με την προσάρτηση της Κριμαίας, σφυρηλάτησε δεσμούς με εχθρούς των πολιτικών αντιπάλων που απειλούσαν μόλις πριν από δύο χρόνια να τον ρίξουν στα σκοινιά.
Το ερώτηµα, βέβαια, που θα πρέπει να τεθεί είναι τι ακριβώς αποκομίζουν όσοι δυτικοί ηγέτες συστρατεύονται μαζί του και κατά πόσο η ιδεολογική σύμπλευση με αυτόν είναι τελικά γνήσια. Αναμφίβολα, υπάρχουν κοινοί τόποι μεταξύ του Πούτιν και της Μαρίν Λεπέν ή του Ντόναλντ Τραμπ –έστω κι αν αυτοί είναι μια πηγαία αντιπάθεια για τις υφιστάμενες πολιτικές ελίτ. Ομως, όπως εκείνος πόνταρε στην άνοδο των αντισυστημικών στη βάση περισσότερο των δικών του αναγκών για εσωτερικούς εχθρούς των εχθρών του παρά σε εκείνη της εγκάρδιας ιδεολογικής μέθεξης το ίδιο πιθανόν να συμβαίνει και από την άλλη πλευρά. Ο ρώσος ηγεμόνας χρησιμοποιείται εργαλειακά από τους δυτικούς καινοφανείς αστέρες για να στείλουν μηνύματα στις ομάδες που αντιπαρατίθενται στο πλειοψηφικό consensus. Ο Τραμπ και η Λεπέν δεν ταυτίζονται απαραίτητα με τον Πούτιν, δείχνουν όμως στο κοινό τους πόσο σκληροί διαπραγματευτές, πολιτικά αδίστακτοι ή ευέλικτοι διαχειριστές εξουσίας μπορούν να αποβούν.
Αντίστοιχα, δικαιούται να ρωτήσει κανείς πόσο προσχηματικές είναι κατά βάθος οι αντιδυτικές κορόνες του Βλαντίμιρ. Οι γνώμες των ρωσολόγων διίστανται. Αρκετοί, όπως ο Ολλανδός Μαρσέλ βαν Χέρπεν, συνδέουν τον νεοαπολυταρχισμό της εσωτερικής του πολιτικής με τις αντιδραστικές κατευθύνσεις της σκέψης του θεωρώντας την εμπρηστική ρητορεία του γνήσια. Αλλοι, όπως ο Ολιβερ Μπάλοου του «Guardian», εστιάζουν στον πολιτικό του κυνισμό. «Οσοι σας λένε ότι γνωρίζουν τι συμβαίνει πίσω από τις κόκκινες πολεμίστρες του Κρεμλίνου ψεύδονται. Οσοι μιλούν δεν ξέρουν, όσοι ξέρουν δεν μιλούν» έγραφε στις 5 Μαρτίου. Για να καταλάβει κανείς γιατί ο Πούτιν αγκάλιασε αυτούς που «θέλουν να γυρίσουν το ρολόι μερικές δεκαετίες πίσω» πρέπει να ξανακοιτάξει το παρελθόν, την περίοδο που ήταν άψογος συνομιλητής της Δύσης. Ο Μπάλοου περιγράφει ένα σχήμα στο οποίο ο ρώσος ηγέτης υπήρξε συνεργάσιμος για να αποφύγει οποιονδήποτε εξωτερικό περισπασμό την εποχή μιας εσωτερικής ανόρθωσης, έπειτα ανέκρουσε πρύμναν όταν η σχετική άνοδος του βιοτικού επιπέδου μεταφράστηκε το 2011 σε πιεστικό αίτημα εκδημοκρατισμού. Για να προστατεύσει την εξουσία του και τους κλεπτοκράτες στυλοβάτες του συστήματός του προσέφυγε στο αντιδυτικό λεξιλόγιο «και αυτό αποδείχθηκε εξαιρετικά δημοφιλές σε ένα εκλογικό σώμα μεγαλωμένο επί Ψυχρού Πολέμου. Και φάνηκε επίσης ελκυστικό σε κάποιους Δυτικούς, εκείνους που νοσταλγούν τις βεβαιότητες του παρελθόντος». Η επιτυχία, ωστόσο, ξεπέρασε τις προθέσεις του: «Αυτό όμως είναι πρόβλημα για τον Πούτιν, γιατί ποτέ δεν το εννοούσε στα σοβαρά. Η αντιδυτική παράσταση είχε πάντοτε σκοπό να παίζει τον παπά, να αποπροσανατολίζει τους ρώσους εκλογείς από τη χονδροειδή ληστεία που λαμβάνει χώρα ολόγυρά τους». Ο καιροσκόπος Πούτιν του Μπάλοου μόνο για την αποσταθεροποίηση της Δύσης δεν ενδιαφέρεται, αλλιώς με ποιους θα κάνουν επικερδείς δουλειές οι προστατευόμενοι ολιγάρχες του; Αυτό που επιθυμεί διακαώς είναι μια ευρεία συμφωνία με τις ΗΠΑ και το τέλος των οικονομικών κυρώσεων. Ταπεινά, πραγματιστικά κίνητρα, τίποτα περισσότερο.
Στο τεύχος της 6ης Μαρτίου του περιοδικού «Foreign Policy», ο Τζέιμς Κέρτσικ παρουσιάζει ένα εκτεταμένο αφήγημα πολιτικής φαντασίας που επιγράφεται «The Plot Against Europe». Εμπνευσμένο από τη «Συνωμοσία κατά της Αμερικής» του Φίλιπ Ροθ, θέλει τον Βλαντίμιρ Πούτιν να επιτυγχάνει την υπονόμευση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ προκειμένου να καταλάβει στρατιωτικά την Εσθονία. Στον επίλογο ο Κέρτσικ κάνει λόγο για «εφιαλτικό σενάριο» στο οποίο συγκεντρώνει τις χειρότερες δυνατές εκβάσεις διάφορων υποθέσεων εργασίας με ποικίλους βαθμούς πιθανοτήτων.
Πιο ενδιαφέρουσα από το ίδιο το άρτιο κείμενο είναι η υποκείμενη εκτίμηση πως τελικό στόχο της πολιτικής του Πούτιν αποτελεί η εδαφική αναβίωση της Σοβιετικής Ενωσης –η πλήρης ή εν μέρει ανάκτηση των βαλτικών χωρών και της Ουκρανίας. Αγνωστο αν έχει δίκιο, γιατί τη λογική του προέδρου της Ρωσίας καλύπτει μια θεμελιώδης αδιαφάνεια. Συνηθισμένοι σε άλλου τύπου ηγέτες, εκπαιδευμένοι στην ανάγνωση άλλης κατηγορίας διαδικασιών, οι πολιτικοί αναλυτές αδυνατούν να διακρίνουν τις πραγματικές επιδιώξεις του, όπως και των θαυμαστών του. Πόσο θέλει ο Βλαντίμιρ Πούτιν να ταρακουνήσει την Ευρωπαϊκή Ενωση; Πόσο δεμένη στο άρμα του είναι η Μαρίν Λεπέν, το Εθνικό Μέτωπο της οποίας δέχθηκε δάνειο 9 εκατ. ευρώ από ιδιωτική ρωσική τράπεζα το 2014; Πόσο συγγενεύει ιδεολογικά μαζί του ο Ντόναλντ Τραμπ; Το πρόβλημά μας είναι ότι θα αναγκαστούμε να το μάθουμε στην πράξη. l

Υπαρκτός πουτινισμός
Οταν την Κυριακή 26 Μαρτίου οργανώθηκαν από το πουθενά σε 99 πόλεις της Ρωσίας οι μαζικότερες διαδηλώσεις της τελευταίας πενταετίας (εντάξει, μη φανταστείτε και πολύ μαζικές, ο ανεξάρτητος ραδιοσταθμός «Ηχώ της Μόσχας» έκανε λόγο για περίπου 60.000 άτομα μόλις), η ακαριαία αντίδραση του μηχανισμού του Βλαντίμιρ Πούτιν σίγουρα θα ενέπνευσε για άλλη μία φορά τον θαυμασμό στους θιασώτες του.

Με συνοπτικές διαδικασίες, οι 82 από τις 99 συγκεντρώσεις κρίθηκαν παράνομες, 500 διαδηλωτές συνελήφθησαν, ο 40χρονος ηγέτης της αντιπολίτευσης, Αλεξέι Ναβάλνι (φωτό), οι διαδικτυακές εκκλήσεις του οποίου κατά της διαφθοράς του πρωθυπουργού Ντμίτρι Μεντβέντεφ υποκίνησαν το φαινόμενο, προσήχθη ενώπιον του δικαστηρίου και καταδικάστηκε στα γρήγορα σε δεκαπενθήμερη φυλάκιση. Οχι ότι τα 13 εκατομμύρια views του βίντεο με τα στοιχεία περί διαφθοράς από ολιγάρχες που ανέβασε ο Ναβάλνι στο Διαδίκτυο απειλούν το ογδοντακάτι τοις εκατό της δημοτικότητας του προέδρου (εκτός αν αυτές οι αναπάντεχες δράσεις εξελιχθούν σε κύμα). Αλλά, όταν κάτι έχει συγκροτηθεί σωστά, λειτουργεί αποτελεσματικά –και είναι η αποτελεσματικότητα σε δεδομένους τομείς αυτό που οι δυτικοί λάτρεις του ρώσου προέδρου ζηλεύουν. Αλλωστε, όπως γράφουν οι «New York Times», ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης ξεκαθάρισε ότι «το Κρεμλίνο σέβεται την πολιτική στάση του λαού και το δικαίωμά του να εκφράζει τις θέσεις του».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 2 Απριλίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ