Ξεκίνησα τρομοκρατημένος όσο και συνεπαρμένος τα αεροπορικά μου ταξίδια.

Οι λιγοστοί επιβάτες, οι δύο πιλότοι και τα στοιχειά του Νοτίου Αιγαίου που κλυδώνιζαν τρελά σαν μικρή βάρκα τα ελικοφόρα άκομψα Skyvan των 12 θέσεων στην αρχή και μετά τα πιο αεροδυναμικά Dornier των 18 θέσεων. Αλλά πάντα θα θέλουμε να πετάξουμε για να δούμε τον κόσμο μας από ψηλά, «πάντα θα ‘χουμε ανάγκη από ουρανό» καθώς μονολογεί ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης. Οσο σύχναζα όλο και πιο πολύ στα ουράνια μονοπάτια, ο φόβος εξανεμιζόταν και άρχισε να με κυριεύει η μαγεία των αεροπορικών ταξιδιών. Αλλά ακόμη και στη διάρκεια της πιο σύγχρονης ταξιδιωτικής εμπειρίας, της πτήσης με το Airbus Α380-800 από το Ντουμπάι έως την Αθήνα, την ώρα που το πιο άνετο και πολυτελές ουράνιο σαλόνι έμπαινε στον ελληνικό εναέριο χώρο δίπλα από τη Ρόδο, εγώ νοσταλγούσα τα μικρά ελικοφόρα σκάφη που λες και ζωντανεύουν τον χάρτη έως τον βυθό, όταν πετούν από πάνω του.

Ταξίδι είναι και η διαδρομή και η αφετηρία. Ο φιλόσοφος της καθημερινής ζωής Αλέν ντε Μποτόν χαρακτηρίζει τα αεροδρόμια «ευφάνταστα κέντρα της σύγχρονης κουλτούρας». Ολα σε προπαιδεύουν για νέες ταξιδιωτικές εμπειρίες ή αλλιώς για καινούργιες ταξιδιωτικές αναμνήσεις. Είναι πολύ σπουδαίο η αφετηρία να σε προδιαθέτει για ταξιδιωτικές απολαύσεις. Και το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» το κάνει αυτό καθώς σε τυλίγει με τη βουή και την πολυχρωμία του κοσμοπολιτισμού και σου αλλάζει τη διάθεση. Ακόμη και αν η πτήση σου είναι εσωτερική, για το αεροδρόμιο «Βασιλιάς Πύρρος» των Ιωαννίνων, έστω κι αν την έχεις κάνει και άλλες φορές. Η πιο μεγάλη αλήθεια των ταξιδιών είναι πως η νέα ματιά πάνω σε έναν τόπο ισοδυναμεί με την ανακάλυψη ενός νέου τόπου. Ειδικά στα αεροπορικά ταξίδια, οι εκπλήξεις είναι τόσο συχνές και διαφορετικές, που κανένα δεν είναι ποτέ ίδιο. Αρκεί να είσαι προετοιμασμένος να αδράξεις την ευκαιρία.
Σε προηγούμενα αεροπορικά ταξίδια στα Ιωάννινα κέρδισαν το βλέμμα μου οι βαθιές, βαθυπράσινες χαράδρες των ψηλών βουνών που στο βάθος τους κυλούν ασημένιοι ποταμοί. Η εντυπωσιακή χαράδρα του Αράχθου, κάτω από τη φημισμένη μονή Τσούκας, έμεινε χαραγμένη στη μνήμη ως μια από τις εξαιρετικές εικόνες που κατέγραψα από το ύψος των 22.000 ποδιών. Θυμήθηκα ότι και από την ίδια τη μονή βλέπεις κάτω την κοίτη του Αράχθου σαν να είσαι σε αεροπλάνο. Ολα είναι θεαματικά εδώ, ακόμη και ο δρόμος των γλυπτών που έρχεται από το Ελληνικό. Εδώ, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που δημιούργησε ο διακεκριμένος γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης διοργανώνει κάθε καλοκαίρι συνάντηση ομοτέχνων του, οι οποίοι φιλοτεχνούν έργα που έπειτα εγκαθιστούν εκατέρωθεν του δρόμου.

Υποψιασμένος, λοιπόν
, πήρα θέση στη 18D, με θέα σε δύο παράθυρα, στη δεξιά πλευρά του αεροπλάνου Dash 8 Q400 της Olympic Air. Είναι ξεχωριστή η αίσθηση της απογείωσης. Παρότι αισθάνεσαι ότι το αεροπλάνο βάζει τα δυνατά του για να ανέβει, εσύ νιώθεις ανάλαφρος σαν πούπουλο που το πήρε και το σήκωσε ο άνεμος και το ταξιδεύει.

Η απογείωση συνεχίζεται συνήθως με μια μεγάλη στροφή. Οι ελιγμοί που κάνουν τα αεροσκάφη για να υψωθούν και να κρατήσουν τον αεροδιάδρομο που τα οδηγεί απευθείας στον προορισμό τους ή για να πιάσουν την ευθεία προσγείωσης είναι μεγαλόπρεποι. Καθώς το δικό μας έκανε την καθιερωμένη στροφή για να πετάξει επάνω από τον Κορινθιακό, πρόβαλε δεξιά η λίμνη του Μαραθώνα. Δεν της έδωσα ιδιαίτερη σημασία καθώς το βλέμμα κέρδιζε η κόστα της Στερεάς και ιδιαιτέρως το Γαλαξίδι που είναι όμορφο και από ψηλά, όσο και όταν κατεβαίνεις στο επίπεδό του. Και κάπου εκεί εμφανίστηκε η δεύτερη λίμνη, του Μόρνου, αρχίζοντας να δίνει χρώμα στη διαδρομή, γαλάζιο μέσα στα πράσινα βουνά. Τεχνητή και αυτή, όπως και οι επόμενες που θα ακολουθήσουν από αυτή την πλευρά, ως τη φυσική Παμβώτιδα.

Πάνω από τη λίμνη Καστρακίου οι γαλάζιες ροές των νερών ζωγραφίζουν πάνω στον χάρτη. Ο Ταυρωπός ποταμός έρχεται πίσω από τα όρη, αφού έχει πλημμυρίσει προηγουμένως το οροπέδιο της Νεβρόπολης για να δημιουργήσει την αθέατη από εδώ λίμνη Πλαστήρα, την καλλονή των Αγράφων, που εδώ και μερικά χρόνια απέκτησε αδελφή, τη λίμνη Σμοκόβου.

Στη λίμνη των Κρεμαστών τα νερά απλώνονται και πλημμυρίζουν κάθε κοιλότητα του έντονου ανάγλυφου, δημιουργώντας πλήθος από ακρωτήρια, κόρφους και νησάκια. Μια γαλάζια πινελιά μοιάζει να ξεφεύγει, να ελίσσεται και να απλώνεται για να δημιουργήσει τη λίμνη Καστρακίου. Πάνω από αυτό το ρευστό πανόραμα σου έρχεται στον νου ο κατά τον Αριστοτέλη «αρχηγός των φιλοσόφων», ο Θαλής, ο οποίος υποστήριξε ότι όλα γεννιούνται από το νερό και η ίδια η Γη ακόμη πλέει σαν σχεδία επάνω σε λίμνη, δίνοντας έτσι το εναρκτήριο λάκτισμα του περάσματος από τον μύθο στον λόγο ή αλλιώς στη φιλία με τη σοφία. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία, που απογειώθηκε με τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ξεκίνησε από τη Μίλητο, την πιο εμπορικά ανεπτυγμένη και ανοιχτή ελληνική πόλη της Αρχαϊκής εποχής. Ο ίδιος ο πολυταξιδεμένος Θαλής χρωστά μέρος της σοφίας του στους παλαιότερους πολιτισμούς των Βαβυλωνίων και των Αιγυπτίων με τους οποίους είχε επαφές στα ταξίδια του.

Πάνω από τον Αμβρακικό, η επικράτεια των νερών απλώνεται και κατακυριεύει τα πάντα. Μύρια σχήματα και χρώματα, και η βαθιά χαρακιά του Αράχθου που βγαίνει από τη χαράδρα του, κάτω από την ανάμνηση του περίφημου γεφυριού της Πλάκας, για να δημιουργήσει τη λίμνη Πουρναρίου δίπλα στην Αρτα. Η πόλη και η λίμνη μπαίνουν ταυτοχρόνως μέσα στο πλάνο του παραθύρου του αεροσκάφους, καθώς εγώ θυμάμαι τις επίγειες περιηγήσεις μας γύρω από αυτήν με τον ζωγράφο Βασίλη Σταύρου, ο οποίος ίδρυσε εκεί, στο Κάτω Αθαμάνιο, το Αθαμανικό Κέντρο Τέχνης με ένα σωρό σχέδια και όνειρα για τη μοναχική λειτουργία της τέχνης στους πρόποδες των Τζουμέρκων. Θυμάμαι ακόμη την επίσκεψη στη φημισμένη, βυζαντινή, Κόκκινη Εκκλησιά (13ος αιώνας), στο Παλαιοχώρι, κοντά στο Βουργαρέλι.
Και καθώς το σόου των νερών ολοκληρωνόταν με το γρήγορο πέρασμα πάνω από την Παμβώτιδα και το Κάστρο των Ιωαννίνων με θέα το Νησάκι, ένα άλλο από φυσικές λίμνες εκτυλισσόταν από την άλλη πλευρά του αεροπλάνου, που έμελλε να απολαύσω στην επιστροφή. Διάλεξα τη θέση 10D και φύγαμε. Αμβρακία, Οζερός, Λυσιμαχία, Τριχωνίδα. Τώρα στο φόντο δεν παίζουν τα ψηλά βουνά αλλά η θάλασσα, το Ιόνιο και ο Πατραϊκός. Πάντα και από παντού με συνάρπαζε το παιχνίδι του ήλιου με το πέλαγος της Τριχωνίδας. Και τώρα βλέπω μια τεράστια αντανάκλαση να γεμίζει το παράθυρο καθώς το αεροπλάνο κάνει ελιγμό πάνω από τη λίμνη. Στο βάθος φαίνονται η Λυσιμαχία και η λιμνοθάλασσα του Αιτωλικού, μια άλλη ιστορία από μόνη της. Τα σύννεφα που άρχισαν να μαζεύονται κορνιζάρουν την αντανάκλαση του Πατραϊκού μέσα στην οποία διακρίνεται η γέφυρα του Ρίου. Ενα ταξίδι φθάνει στο τέλος του αλλά ουσιαστικά δεν τελειώνει ποτέ, γιατί μέρος της βαθύτερης ουσίας του είναι η δημιουργία εμπειριών που συντείνουν στο ότι όλα μπορούν να είναι ταξίδι, όλα είναι ταξίδι, όλα ξεκινούν από το ταξίδι.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ