Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Κατσής

Πριν από αρκετό καιρό η νεανική σελίδα BuzzFeed φιλοξενούσε μεταξύ άλλων ένα θέμα ελληνικού ενδιαφέροντος με υπότιτλο «Εκατοντάδες Ελληνες περίμεναν στην ουρά με την ελπίδα να γίνουν θεοί». Η δημοφιλής αμερικανική ιστοσελίδα δεν αναφερόταν στις ουρές σε τράπεζες και εφορίες που συνειρμικά παραπέμπουν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και οι οποίες, άλλωστε, σπανίως συνδέονται με οποιουδήποτε είδους ευχές αλλά συνηθέστερα συνοδεύονται από κατάρες. Αναφερόταν στην τεράστια ουρά που είχε σχηματιστεί το βράδυ της 7ης Σεπτεμβρίου 2015 στη συμβολή των λεωφόρων Κηφισίας και Κατεχάκη, έξω από κεντρικό γυμναστήριο της Αθήνας. Εκατοντάδες άνθρωποι, στην πλειονότητά τους νέοι, ξεροστάλιασαν όλο το βράδυ προκειμένου να επωφεληθούν από μια εξαιρετικά δελεαστική προσφορά που είχε ανακοινωθεί, ενδεχομένως με την προσδοκία ότι σε αυτήν ενσωματωνόταν και η δυνατότητα ανάκτησης μιας προ πολλού απολεσθείσας αυτοπεποίθησης.

Πρόκειται για ένα απλό φωτογραφικό στιγμιότυπο πλην δηλωτικό των ακραίων αντιφάσεων και μετασχηματισμών που βιώνει η ελληνική κοινωνία. Η Ελλάδα, μια χώρα που παραδοσιακά σκόραρε στα χαμηλότερα επίπεδα των δεικτών φυσικής δραστηριότητας, γράφει ιδρωμένα χιλιόμετρα στα πάρκα και στα στάδια, συνωστίζεται στα γυμναστήρια και εκπαιδεύεται στις σχολές πολεμικών τεχνών. Προφανώς όχι όλη, αλλά το δυναμικότερο κομμάτι της, η νεολαία. Βλέπετε, η κρίση δεν μεταμορφώνει μόνο τον ψυχισμό και τη συμπεριφορά μας. Μεταμορφώνει και το σώμα μας, ώστε αυτό να καθρεφτίζει με μεγαλύτερη ευκρίνεια την εσωτερικότητά μας, αναδομώντας παράλληλα τα κατακερματισμένα τμήματα του εαυτού μας σε μια συμπαγή και στιβαρή υλικότητα. Στο παλλόμενο έδαφος οριακών κοινωνικοπολιτικών συμφραζομένων, όπου τα μεγάλα οράματα κατέρρευσαν με πολύ κρότο αποκαλύπτοντας την ευαλωτότητα της ύπαρξης και δημιουργώντας μια τραυματική συνθήκη αβεβαιότητας, το σώμα γίνεται αντικείμενο επαναπροσδιορισμού και ανασχηματισμού. «Γι’ αυτούς που έχουν χάσει την πίστη τους στις εκκλησιαστικές αυθεντίες και τις μεγάλες πολιτικές αφηγήσεις και δεν είναι πλέον εφοδιασμένοι με μια ξεκάθαρη κοσμοθεωρία ή ατομική ταυτότητα… τουλάχιστον το σώμα αρχικά εμφανίζεται να τους προσφέρει μια στέρεη βάση πάνω στην οποία μπορούν να οικοδομήσουν μια αξιόπιστη αντίληψη του εαυτού στον σύγχρονο κόσμο» γράφει ο Κρις Σίλινγκ. Παρότι ο καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ δεν γνώρισε, ούτε μελέτησε ποτέ τα ελληνικά δρώμενα, είναι σαν να γράφει για εμάς.
Ετσι, λοιπόν, στη χώρα μας το σώμα μεταβάλλεται σε δύο αντιθετικές και ακραίες κατευθύνσεις. Από τη μία τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν αύξηση της παχυσαρκίας από το 21,3% το 2010 στο 22,9% το 2014 και ένα διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό παιδικής παχυσαρκίας που τοποθετεί την Ελλάδα σε μία από τις υψηλότερες θέσεις διεθνώς. Επιπλέον, σύμφωνα με τα στοιχεία του οργανισμού έρευνας και ανάλυσης DiaΝΕΟsis, ο δείκτης σωματικής υγείας μειώθηκε τη διετία 2013-2015 με πρόβλεψη για αύξηση βάρους στον γενικό πληθυσμό εξαιτίας της κατανάλωσης θερμιδογόνων φθηνών τροφίμων σε συνδυασμό με την καθιστική ζωή. Από την άλλη, όμως, υπάρχουν χιλιάδες νέοι άνθρωποι που ζουν στο φάσμα της ανεργίας και της εργασιακής επισφάλειας, με πολύ ελεύθερο χρόνο, οι οποίοι ψάχνουν απεγνωσμένα μια οικονομική δραστηριότητα προκειμένου να διοχετεύσουν εκεί τη συσσωρευμένη δυσαρέσκειά τους και να δραπετεύσουν από την ακούσια απραξία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Γυμναστηρίων, «τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια γενική μείωση της κίνησης στα γυμναστήρια, αλλά έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των πολιτών που αναζητούν για πολλαπλούς λόγους τη δημιουργία ενός ωραίου και δυνατού σώματος. Ιδιαίτερα η νέα γενιά της Ελλάδας προσέχει σε μεγάλο βαθμό τη σωματική της δομή».
Η ροπή της νεολαίας σε μια αγχωμένη προσπάθεια τελειοποίησης του σώματος δεν είναι ελληνικό επίτευγμα. Η γενιά μας έχει κωδικοποιηθεί στη διεθνή συζήτηση ως «η γενιά του ναρκισσισμού» που μιλάει αυστηρά σε πρώτο ενικό πρόσωπο, κρεμάει την αυτοαναφορικότητά της στα social media και είναι ικανή να ερωτευτεί μόνο τον εαυτό της. Το θρυλικό εξώφυλλο του «Time» το 2013 «The Me Me Me Generation» ήταν η σαρκαστική συμπύκνωση των στατιστικών δεδομένων του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας των ΗΠΑ που φανέρωσαν ότι οι millennials καταγράφουν τρεις φορές υψηλότερα ποσοστά ναρκισσισμού από τις προηγούμενες γενιές. Ενώ πιο πρόσφατα η «Telegraph» υπερθεμάτισε επικαλούμενη εθνική έρευνα, σύμφωνα με την οποία το 46% των νεαρών Bρετανών δήλωναν ότι το fitness αποτελούσε κομμάτι της ταυτότητάς τους. Ακόμη και αν αυτές οι τοποθετήσεις εξαντλούν την αυστηρότητά τους και μας φορτώνουν λίγο παραπάνω ενοχικό βάρος που απρόθυμα κουβαλάμε, είναι μάλλον βέβαιο ότι ποτέ άλλοτε οι νόρμες της ομορφιάς, της νεότητας και της δύναμης δεν διαδραμάτιζαν τόσο σημαντικό ρόλο ώστε να ανάγονται σε μια εμμονική καθημερινότητα μετρημένη σε θερμίδες και εκατοστά μυϊκής μάζας.
Αυτή η τάση μεταφέρεται στην Ελλάδα διαθλασμένη υπό το πρίσμα της οικονομικής κρίσης, της πολιτικής ρευστότητας και της κοινωνικής έντασης. Το σώμα εδώ προσλαμβάνει αμφίσημες σημασιοδοτήσεις, είναι ταυτόχρονα πηγή άγχους αλλά και πεδίο εκτόνωσης. Σε ένα δυστοπικό περιβάλλον με διαρκείς ματαιώσεις και ψυχικές αποεπενδύσεις, το σώμα γίνεται ο έσχατος τόπος προβολής ανεκπλήρωτων φαντασιώσεων. Στους χώρους μαζικής εκγύμνασης δεν διακυβεύεται μόνο η βελτίωση της φυσικής κατάστασης, αλλά και μια ταραγμένη απόπειρα ανακούφισης της εσωτερικής ανασφάλειας. «Είναι διαφορετικά τα κριτήρια που οδηγούν τον κόσμο στο γυμναστήριο. Οι μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες έχουν πρωταρχικό σκοπό τη βελτίωση της σωματικής και ψυχικής υγείας. Οι μικρότερες ηλικίες ενδιαφέρονται κυρίως για την εμφάνιση και την κοινωνικοποίησή τους. Κατά τη διάρκεια της προπόνησης παρατηρώ ότι είναι πιο στρεσαρισμένοι. Υπάρχει μια αυξημένη νευρικότητα τόσο απέναντι στους γυμναστές όσο και μεταξύ τους. Μπορεί να τσακωθούν, για παράδειγμα, για το ποιος θα καθίσει πρώτος σε ένα μηχάνημα. Εχω δει ανθρώπους να γυμνάζονται πολύ περισσότερο από ό,τι χρειάζεται, να περνούν δύο και τρεις ώρες στο γυμναστήριο ή να κάνουν περισσότερο βάρη και όχι αερόβια άσκηση. Εμείς γενικά τους εξηγούμε ότι αυτό δεν βοηθάει και προκρίνουμε τα ισορροπημένα προγράμματα» αναφέρει στο ΒΗΜΑgazino ο Ραμί Μπαραντί, γυμναστής και personal trainer στην αλυσίδα γυμναστηρίων YAVA.
Η γυμναστική και ο ερασιτεχνικός αθλητισμός προφανώς λειτουργούν ευεργετικά για τον ανθρώπινο οργανισμό και ταυτόχρονα μπορούν να αποτελούν ένα ψυχικό καθαρτήριο, μια δραστηριότητα αποφόρτισης και ξεγνοιασιάς. Αυτό ισχύει σε συνθήκες ομαλής κανονικότητας. Οταν αυτές διασαλεύονται ανεπανόρθωτα και η αναταραχή διαπερνά οριζόντια το κοινωνικό σώμα, αχνοφέγγει μια νέα βιοπολιτική που αναδεικνύει ως κυρίαρχη αξία στο χρηματιστήριο της κοινωνικής αναγνώρισης το πρότυπο του ωραίου και δυνατού σώματος και μας μετατρέπει σε αμείλικτους επόπτες του εαυτού μας. «Ευρήματα δείχνουν ότι υπάρχει αύξηση της μέτριας και υψηλής έντασης άσκησης κατά τη διάρκεια των ετών της οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερα στα άτομα χαμηλού κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου ανεξαρτήτως φύλου ή ηλικίας. Αν και τα ευρήματα χρήζουν περαιτέρω μελέτης, φαίνεται ότι πέραν της αλλαγής της καθημερινότητας τα κίνητρα συμμετοχής σε προγράμματα άσκησης δεν είναι η ευχαρίστηση, η βίωση θετικών συναισθημάτων και η βελτίωση της φυσικής κατάστασης, αλλά κυρίως η προσπάθεια του ατόμου για μείωση του άγχους, της πίεσης και της έντασης ή η προσπάθειά του να «ξεφύγει» από μια άσχημη κατάσταση που είναι περισσότερο συχνή και εμφανής τα τελευταία χρόνια» επισημαίνει ο Νεκτάριος Σταύρου, αθλητικός ψυχολόγος και επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού.
Η εντατικοποίηση της εκγύμνασης γεννά μια νέα συμπτωματολογία στις μορφές διαταραχής της εικόνας του σώματος. Η εξάρτηση από την άσκηση ολοένα και περισσότερο καταγράφεται ως σύγχρονη μορφή παθολογίας. Μελέτη που πραγματοποιήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία σε μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έδειξε ότι το 8,5% αντιμετώπιζε προβλήματα εξάρτησης από τη σωματική άσκηση. Αρκετά συχνά πλέον απαντάται και το σύνδρομο της σωματικής δυσμορφίας, όπου ο αθλούμενος δεν συνειδητοποιεί το μυϊκό του εκτόπισμα και προσπαθεί αδιάκοπα να αυξήσει τον όγκο του. Πρόκειται για φαινομενολογία που εντοπίζεται πλέον πολύ συχνότερα στον ανδρικό πληθυσμό. Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε παλαιότερα, που η αρνητική εικόνα του σώματος και η απόκλιση από τα πρότυπα της μόδας και του λαϊφστάιλ επηρέαζαν πολύ περισσότερο τις γυναίκες, πλέον και οι άνδρες ασχολούνται ιδιαίτερα με την εικόνα τους, με επίκεντρο τη σωματική τους ρώμη. Το νέο ιδανικό που αναδύεται είναι το μυώδες μεσομορφικό σώμα, συνδεόμενο άρρηκτα πολιτισμικά με την εννοιολόγηση της αρρενωπότητας. Ο Μαρκ Μίσκιντ και οι συνεργάτες του υποστήριζαν στη βάση ερευνητικών πορισμάτων ότι το μυώδες μεσομορφικό σχήμα αξιολογείται ως πιο «αρρενωπό» και του αποδίδονται στερεοτυπικά χαρακτηριστικά, όπως «τολμηρός» ή «μαχητικός».
Αυτό το πρότυπο επιδιώκουν να υιοθετήσουν πολλοί νέοι άνθρωποι στην Ελλάδα της κρίσης μέσα από την ανατροφοδότηση της έντασης, με τα γυμναστήρια και ίσως περισσότερο τις σχολές πολεμικών τεχνών και bodybuilding να μετατρέπονται σε συμβολικές προσομοιώσεις μαχών. Στην πραγματικότητα, αυτό που συντελείται είναι μια διαδικασία σωματοποίησης της επιθετικότητας. Το ΒΗΜΑgazino φιλοξενεί μια τέτοια βιωματική μαρτυρία από τον Γ., ετών 30: «Παλιά έκανα kickboxing. Τσακώθηκα με τον δάσκαλό μου και σταμάτησα. Τώρα κάνω βάρη, αλλά θα προτιμούσα τις πολεμικές τέχνες. Το χτύπημα είναι άλλο πράγμα. Σε κάνει να αισθάνεσαι ζωντανός, σου δείχνει τον εαυτό σου και τα όριά σου στη μάχη. Δεν προσπαθείς απλά να χτυπήσεις τον άλλον. Προσπαθείς να τον ρίξεις. Βέβαια, θα βρεθεί κάποια στιγμή που θα πέσεις εσύ, γιατί θα υπάρξει κάποιος καλύτερος και δυνατότερος. Εγώ διοχέτευσα πολλή οργή στο χτύπημα κι αυτό ήταν κακό. Τα βάρη λειτουργούν, επίσης, ως εκτόνωση, αλλά σε πολύ ηπιότερο βαθμό. Υπάρχει κι εδώ μια πρόκληση που είναι η πίεση να σηκώσεις περισσότερα κιλά. Ξεχνιέμαι, όμως, από τα ζόρια της δουλειάς και όλο αυτό που συμβαίνει έξω. Αυτό μετράει» λέει ο συνομιλητής μου.
Παρόμοιες σκέψεις και συναισθήματα μοιράζονται αρκετοί νέοι. Εφευρίσκουν έναν ζωτικό χώρο έκφρασης μιας εγκλωβισμένης ενέργειας. Επανανοηματοδοτούν τη ζωή τους μέσα από το σώμα τους. Το σώμα λειτουργεί ως μέσο και μήνυμα μαζί, μεταμορφωμένο στην απειλή που δέχεται και προξενώντας τον φόβο που εισπράττει. Η κοινωνική μειονεξία υπερκαλύπτεται από τη σωματική ρώμη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο πολιτικός φορέας που κατεξοχήν πρεσβεύει την ορατότητα μέσω της βίαιης –συμβολικά και φυσικά –επιβολής, η Χρυσή Αυγή, επεδίωξε να εισχωρήσει στα γυμναστήρια και στις σχολές πολεμικών τεχνών, θεωρώντας ότι εκεί μπορεί να βρει ένα προνομιακό ακροατήριο και να αυξήσει τη διεισδυτικότητά της.
Πριν από λίγες εβδομάδες έγινε viral η ανάρτηση του θαρραλέου δασκάλου και προπονητή του αθλητικού συλλόγου White Tiger Muay Thai, Ηλία Λάμπρου. Μέσω του προσωπικού λογαριασμού του γνωστοποιούσε την ακύρωση αγώνα Κ1 αποσύροντας την αθλήτριά του επειδή μεταξύ του κοινού βρίσκονταν τα υπόδικα «πρωτοπαλίκαρα» της Χρυσής Αυγής Ηλίας Κασιδιάρης και Γιάννης Λαγός. «Επειδή ο αθλητισμός δεν μας ενώνει (και καλά κάνει), επειδή οι σχολές και τα γυμναστήριά μας δεν χωρούν τους φασίστες και τους Ναζί, δεν υπήρχε κανένας λόγος να παραμείνουμε στον ίδιο χώρο με αυτούς, νομιμοποιώντας την παρουσία τους σε δημόσιους χώρους» ανέφερε χαρακτηριστικά ο Ηλίας Λάμπρου.
Ηδη από το 2008 το Μέτωπο Νεολαίας της οργάνωσης έριξε το σύνθημα για «αγώνα στα σχολεία και στα γυμναστήρια» και η δικαστική διερεύνηση ανέδειξε πτυχές του τριγώνου γυμναστηρίων – νύχτας – Χρυσής Αυγής, με κοινή συνισταμένη τη διαμόρφωση μιας επιθετικής αρρενωπότητας που να μεταθέτει το πεδίο του κοινωνικού ανταγωνισμού στην εμφάνιση και στη δύναμη. Η ναζιστική οργάνωση, εξάλλου, εγκαθίδρυσε την παρουσία της στη δημόσια σφαίρα πάνω στο δόγμα του φόβου μέσα από μια μιλιταριστικού τύπου παράταξη «φουσκωτών» σωμάτων.
«Με έχει προσεγγίσει μαθητής μου να κάνω privé μάθημα σε ομάδα που κινείται στον χώρο της Χρυσής Αυγής, αλλά αρνήθηκα. Γενικότερα, όταν αντιλαμβάνομαι κόσμο που χρησιμοποιεί την προπόνηση για να ενδυναμωθεί για ύποπτες δραστηριότητες, τον απομακρύνω» μου λέει ο πρωταθλητής Ελλάδας στην πυγμαχία Αντώνης Γιαννούλας. Ο ίδιος διατηρεί μια σχολή πυγμαχίας στα Σεπόλια και παράλληλα υλοποιεί ένα πρόγραμμα που συνδυάζει αερόβια γυμναστική και μποξ σε γυναίκες στο Χαλάνδρι. Μέσα από τη διπλή εμπειρία του χαρτογραφεί τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν ως προς την κοινωνική διάσταση της γυμναστικής: «Στα Σεπόλια τα παιδιά είναι πολύ αγχωμένα, κάθονται περισσότερη ώρα και κάνουν σκληρή προπόνηση. Εγώ έχω ονομάσει το πρόγραμμα boxing therapy ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, γιατί θέλω να τους βοηθήσει να αποβάλουν το στρες. Πολλές φορές θέλουν γρήγορα να κάνουν γράμμωση και να πετύχουν θεαματικά αποτελέσματα. Τους εξηγώ ότι αυτό είναι λάθος, γιατί ο οργανισμός δεν μπορεί να αφομοιώσει τις απότομες αλλαγές. Στο Χαλάνδρι τα κορίτσια έρχονται με βασικό κίνητρο την αυτοάμυνα και την αυτοπροστασία. Ειδικά τα τελευταία χρόνια που τα επίπεδα φόβου και ανησυχίας έχουν χτυπήσει κόκκινο, είναι ορατή η στροφή των γυναικών στις πολεμικές τέχνες».
Αυτές οι διαπιστώσεις σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγονται ότι κάθε άνθρωπος που ασχολείται με το σώμα του και γυμνάζεται ασπάζεται το ιδεώδες του ρωμαλέου και επιβλητικού σώματος, ούτε ότι τα γυμναστήρια είναι φυτώρια παθολογικών συμπεριφορών. Κάθε άλλο. Η γυμναστική έχει μια πρωταρχική θεραπευτική δυνατότητα, μπορεί να καταλαγιάσει την αναστάτωση που όλοι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό νιώθουμε. Το κρίσιμο όριο είναι αυτό ανάμεσα στη φροντίδα του σώματος που ευνοεί την υγεία και την αυτογνωσία και στην ταύτιση με το σώμα που μπορεί να διολισθήσει σε ψυχαναγκαστικού τύπου προσκολλήσεις και στην υιοθέτηση απόλυτων προτύπων. Η αμφισβήτηση του καρτεσιανού δυϊσμού έβγαλε το σώμα από τη σφαίρα της απλής βιολογικής οντότητας και κατέδειξε τη δυναμική του και τους πολιτισμικούς προσδιορισμούς του. Το σώμα μεταπηδά από κάτι που έχουμε σε κάτι που είμαστε. Ο κοινωνιολόγος Μπράιαν Στάνλεϊ Τέρνερ ήδη από τη δεκαετία του ’90 προέβλεπε ότι οδεύουμε προς μια «σωματική κοινωνία», όπου το σώμα θα αποτελεί κομβικό σημείο πολιτικής και πολιτισμικής δραστηριότητας. Το πρόβλημα στη δική μας περίπτωση είναι ότι αυτή η δραστηριότητα είναι αποπτωχευμένη και θρυμματισμένη και δεν μπορεί να εμπνεύσει καμία αρμονία παρά μόνο ένα βασανιστικό γάντζωμα από μια καλογυαλισμένη και αψεγάδιαστη σιλουέτα που θα υποκαταστήσει κάτι από τη χαμένη μας συγκίνηση.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ