Η Κρήτη ταξιδεύει καταμεσής στη Μεσόγειο με την κουλτούρα της χαραγμένη στα γονίδιά της με Γραμμική Α και Β γραφή. Η ιερογλυφική Γραμμική Α δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί ακόμη. Η πρώτη ελληνική γραφή, η συλλαβική Γραμμική Β, έχει διαβαστεί από τον αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις, ειδικό στην ανάγνωση κωδικοποιημένων μηνυμάτων. Ετσι όπως είναι η ίδια η Κρήτη, μυστηριώδης όσο και αποκαλυπτική, σαν τον αρχέγονο όσο και σύγχρονο δίσκο της Φαιστού, ενθουσιασμένη γι’ αυτό που είναι. Κι αυτό την κάνει εξωτική και θελκτική στους περιηγητές, ανεξάντλητη πηγή ταξιδιωτικών αναμνήσεων. Η Κρήτη πάλλεται σαν τεντωμένη χορδή τόξου ή λύρας, ή σαν κλαδάκι έρωντα (δίκταμο), αυτού του θαυματουργού βοτανιού, στην άκρη του γκρεμού.

Ο τόπος, τα τοπία,
οι ιδέες, είναι αυθεντικά, αληθινά. Το είπε ο οραματιστής του Νίκος Σταμπολίδης στα εγκαίνια του εκπληκτικού Μουσείου της Αρχαίας Ελεύθερνας: «Η αλήθεια είναι το «α» στερητικό της λήθης». Κι εδώ, στην Κρήτη, συναντώνται η αλήθεια με τον Ομηρο. Πλήθος ευρημάτων από τη Νεκρόπολη της Ορθής Πέτρας μαρτυρούν ότι ο τυφλός ποιητής και όσοι πρόσθεταν τις δικές τους πληροφορίες στα έπη του, την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια», είχαν σχέση με την πραγματικότητα της εποχής από τον 9ο έως τον 6ο π.Χ. αιώνα.

Οι Σκοτεινοί Αιώνες δεν είναι πλέον και τόσο άγνωστοι και τόσο μυστηριώδεις. «Τι με κράτησε εδώ;» συνέχισε ο κ. Σταμπολίδης. «Μα τι άλλο από το να Δεις. Αλήθεια, πόσο έμοιαζε εδώ στις παρυφές του Ψηλορείτη, εντός της εμβέλειας του Ιδαίου Αντρου, εκείνος ο Ανωγειανός «Κουρήτης», καθώς χόρευε για το κέφι του μετά τα εγκαίνια, με τους Κουρήτες που φρουρούσαν το πρώτο μνημείο των πεσόντων υπέρ βωμών και εστιών της πατρίδας! Γιατί έτσι τίμησαν εδώ τα θυρανοίξια του Μουσείου της Ελεύθερνας, με ένα παραδοσιακό γλέντι, όπως θα έκαναν σε γάμο, γιορτή αγίου ή βάπτιση παιδιού, με πιλάφι, βραστά κρέατα, λύρες και χορό. Το είπε και ο άριστος κ. καθηγητής: «Μην τα δείτε αυτά μόνο ως ωραία τέχνεργα, αλλά ως κομμάτια ζωής».

Μερικά χιλιόμετρα μετά το νέο μουσείο, κοντά στις Μαργαρίτες, το χώμα και η λεπίδα δίνουν ακόμη γην και ύδωρ για να πλαστούν πήλινα αγγεία ή αγγειά, και ξύλα για τα καμίνια, όπως έκαναν πάντα. Ο Κωνσταντίνος, ο Γιώργος, η Μαρινίκη και οι άλλοι κεραμείς των Μαργαριτών, πλάθουν πολιτισμό, καθώς χρησιμοποιούν χώμα, νερό και φωτιά για να φτιάξουν ένα χρηστικό αντικείμενο που όμως το πλουμίζουν και το βάφουν για να είναι και ωραίο. Μάλιστα, μόνο εδώ χρησιμοποιούν τον πλοκό, ένα «πινέλο» από ακατέργαστο μαλλί προβάτου, στερεωμένο στην άκρη ενός ξύλου.
Αν μπείτε στο Ρέθυμνο από τη Μεγάλη Πόρτα, θα ακούσετε να λαλεί το ευφρόσυνο ξύλο της Κρήτης, η λύρα. Ο Γιώργος Παπαλεξάκης κουρδίζει τη λύρα που μόλις τελείωσε και παίζει ακουμπώντας τη στο γόνατό του σαν μικρό παιδί που το κανακεύουν. Πίσω στο ηχείο σκαλίζει συνήθως μια πέρδικα, αυτό τον εκφράζει πιο πολύ από τα άλλα σχέδια. Μια καλή λύρα πρέπει μεταξύ των άλλων προσόντων της να έρχεται εύκολα και σωστά στο χέρι του λυράρη. Γι’ αυτό δεν γίνεται ένας δεξιοτέχνης οργανοποιός να μην είναι καλός λυράρης. Κι ο Γιώργος είναι. Αυτή, βέβαια, είναι η χιλιοστή φορά που δοκιμάζει τη λύρα που έφτιαξε, αλλά είναι η τελική πρόβα. Σε λίγο την αφήνει και πιάνει ένα αιωνόβιο μαντολίνο που του έφεραν για επισκευή. Είναι κι αυτό έτοιμο και οι μελωδίες του μας ακολουθούν στον λαβύρινθο της μεσαιωνικής πολιτείας του Ρεθύμνου, στη σκιά της Φορτέτζας.

Αναγεννησιακές γραμμές και μουσουλμανική αρχιτεκτονική ζωγραφίζουν μια από τις πλέον αισθαντικές παλιές πόλεις. Τα εγκαταλελειμμένα χαμάμ, οι μνημειακές θύρες των σπιτιών με τα λατινικά ρητά, η κρήνη Rimondi με τους τρεις κρουνούς-κεφαλές λιονταριών, ο Ναός της Κυρίας των Αγγέλων, το τέμενος Νερατζέ, το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο που στεγάζεται στον Ναό του Αγίου Φραγκίσκου και φυσικά το βενετσιάνικο λιμανάκι (φωτό) με τον λιμενοβραχίονα και τον φάρο στο χρώμα του ήλιου που δύει στη Μεσόγειο. Σε όλα αυτά δίνουν ζωή οι άνθρωποι, αυτοί που σεργιανούν και αυτοί που ζουν ριζωμένοι εδώ, όπως ο κύριος Γιώργος που ταχυδακτυλουργικά ανοίγει δεκαετίες τώρα φύλλο μπακλαβά και φτιάχνει κανταΐφι μέσα στο σπίτι του 1609 που έχει πάνω από την πόρτα του τη ρήση «Διά της αρετής λαμπρύνεται ο οίκος». Ο κ. Γιώργος, όμως, και η κυρία Κατερίνα έχουν το δικό τους πιστεύω: «Είναι να αγαπάς τη δουλειά σου και να την κάνεις με μεράκι». Η κυρία Μαρία πλάθει όντως με μεράκι ζώα, δράκους, πουλιά και ένα σωρό άλλα γλυκά κουλούρια, στον φούρνο του γιου της, Κώστα.
Τα σπίτια της πολιτείας είναι εσωστρεφή, αλλά αυτή η «Αυλή» (www.avli.gr) διαχέει την ατμόσφαιρα της κρητικής φιλοξενίας στις σουίτες και στο εστιατόριό της. Η Κατερίνα Ξεκάλου σκέφτεται όπως μια άξια και αρχοντική παραδοσιακή νοικοκυρά. Πώς οι καλεσμένοι θα αισθανθούν άνετα, ποια θα είναι η διαδοχή των πιάτων, πώς θα ταιριάξει όλα τα γούστα. Η συνταξιδιώτις μου μού ψιθυρίζει στο αφτί.

«Η Κατερίνα σέβεται το φαγητό όπως κι εσύ». Οχι μόνο το σέβεται, λέω εγώ, αλλά και το φιλοσοφεί. Αυτό, νομίζω, είναι το μέλλον της ελληνικής γαστρονομίας, τα πειράγματα με σεβασμό στην παραδοσιακή διατροφή, ταυτόσημο με το μέλλον της παράδοσης. Οι λέξεις «χόντρος», «χοχλιοί», «αίγα», «σύζουμα» ακούγονται εδώ και χιλιάδες χρόνια και θα ήταν ευχής έργον να συνεχίσουν να ακούγονται άλλα τόσα. Το πρωί, λοιπόν, η Πελαγία, μόλις 20 ετών, ετοιμάζει χόντρο (αλεσμένο σιτάρι) ελαφρά μαγειρεμένο σε γάλα, φέτα, άνηθο, μέντα και λάιμ, σφουγγάτο, την παραδοσιακή κρητική ομελέτα με ανθότυρο, κολοκύθια, διακοσμημένη με δροσουλίτη, ένα χόρτο που «στάζει» δροσιά, σφακιανή πίτα γεμιστή με μυζήθρα και αρτυμένη με μέλι, καρύδια και ένα κλωναράκι μαντζουράνας. Το βράδυ η Αριστέα, η Εύα και ο Γιώργος μαγειρεύουν φουριάρικο (ελευθέρας βοσκής) κατσικάκι με πετιμέζι, ανθόγαλο, κλωνάρια θυμαριού και ολόκληρες πατατούλες οφτές, χειροποίητο ραβιόλι με γέμιση χανιώτικης κρεατότουρτας, τυρί μαλάκα και άρωμα δυόσμου, αρνάκι σιγομαγειρεμένο στους χυμούς του με πίκλες αγκινάρας, παντζάρι, κολοκύθι, καρότο και κρεμμύδι, σε ελαφριά σάλτσα λεμονιού, κολοκυθοανθούς με θαλασσινά, μαγιονέζα ούζου και εμουλσιόν άνηθου. Κάπως έτσι θα είναι, νομίζουμε, το μέλλον του παρελθόντος μας.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ