Ο Μπιλ Γκέιτς είναι έτοιμος να πιει ένα ποτήρι νερό. Αλλά για τον 60χρονο πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου, κάτοχο 78,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση της λίστας των προυχόντων από το «Forbes», ακόμη και μια τέτοια απλή κίνηση είναι απατηλά απλή. Κάποια από τη συνοδεία του επεμβαίνει, του αφαιρεί τα γυαλιά, του φτιάχνει τα μαλλιά του. Μια άλλη τού προσθέτει επιπλέον μέικ απ. Οταν γεμίζει τελικά το ποτήρι του με νερό βρύσης και πίνει μια γουλιά, ένας φωτογράφος του Ιδρύματος Γκέιτς απαθανατίζει τη σκηνή. Το στιγμιότυπο γίνεται viral στο Διαδίκτυο γιατί αυτό που πίνει ο Κροίσος του 21ου αιώνα στο βίντεο που ανέβηκε στις 5 Ιανουαρίου 2015 δεν είναι τυχαίο ύδωρ, είναι ανακυκλωμένο από ανθρώπινα περιττώματα, προϊόν τοπικού εργοστασίου επεξεργασίας αποβλήτων του Σιάτλ, το οποίο εφαρμόζει μια πρωτοποριακή, οικονομικότερη μέθοδο καθαρισμού χρηματοδοτημένη από τον ίδιο. Μέσω του Ιδρύματός του ο Γκέιτς προωθεί ένα σχέδιο παρόμοιων φθηνών εργοστασίων (1,5 εκατ. δολάρια το κόστος) προκειμένου να λύσει το πρόβλημα του πόσιμου νερού στις αναπτυσσόμενες χώρες –άλλη μια νίκη για τον μεγιστάνα φιλάνθρωπο. Δεν πρόκειται για μοναχική πρωτοβουλία: το Ιδρυμα τροφοδοτεί με 650 εκατ. δολάρια τεχνολογίες βελτίωσης της υγιεινής, χορηγεί 100 εκατ. δολάρια για την αγροτική ανάπτυξη των χωρών της Αφρικής και έχει παραχωρήσει 6,6 δισ. δολάρια στην έρευνα για την αντιμετώπιση του AIDS, της φυματίωσης και της ελονοσίας. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα μπροστά στο μεγάλο όνειρο του Μπιλ Γκέιτς: να στρέψει την παγκόσμια οικονομία προς τις καθαρές πηγές ενέργειας και να αποτρέψει την κλιματική αλλαγή.
Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος του παραπάνω άθλου, αντάξιου αναμφίβολα του Σούπερμαν, αρκεί να αναφέρει ότι το συνολικό κόστος της παγκόσμιας υπερθέρμανσης έως το 2200 υπολογίστηκε το 2009 –από μια ομάδα εμπειρογνωμόνων υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ινστιτούτου για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη και του Ινστιτούτου Γκράνθαμ για την Κλιματική Αλλαγή του Imperial College –σε 3.290 τρισ. δολάρια. Σε αυτόν τον άθλο ο Μπιλ Γκέιτς προσήλθε σχετικά αργά. Την εποχή που γινόταν συνώνυμο της Σίλικον Βάλεϊ, επαναστατικοποιούσε τη χρήση των προσωπικών υπολογιστών με τα Windows και απέβαινε το πρότυπο κάθε κοινωνικά απροσάρμοστου νεαρού με υψηλό IQ θα τον άκουγε κανείς να κηρύττει το ευαγγέλιο της καινοτομίας, όχι όμως και να ορθοτομεί τον λόγο της κλιματικής αληθείας. Ο Μπιλ Γκέιτς τού σήμερα, βέβαια, δεν είναι ο Μπιλ Γκέιτς τού χθες. Κάποτε, η κυριαρχία της Microsoft επί της αγοράς ήταν τέτοια ώστε η Ευρωπαϊκή Ενωση να μάχεται νομικά τις μονοπωλιακές της τάσεις και αντίπαλοι όπως ο Στιβ Τζομπς να σχολιάζουν δηκτικά «το πρόβλημα με τον Μπιλ είναι ότι θέλει να κρατά για τον εαυτό του μία δεκάρα για κάθε δολάριο που περνάει από τα χέρια του».

Προ μηνών, ο Μπιλ Γκέιτς έκανε το αδιανόητο: ήπιε νερό από ανακυκλωμένα ανθρώπινα περιττώματα μαζί με τον ιδιοκτήτη της πρωτοποριακής μονάδας, Πίτερ Τζάνικι, με στόχο να διαφημίσει την πρωτοβουλία του να λύσει το παγκόσμιο ζήτημα του πόσιμου νερού. Την ίδια επανάσταση θέλει να φέρει σύντομα και στον χώρο της ενέργειας. Πηγή: The Gates notes

Σήμερα που η Microsoft υπολείπεται της Apple σε εταιρική αξία 30 ολόκληρα δισεκατομμύρια δολάρια (80 έναντι 119), το πρώην μεγάλο αφεντικό και νυν σύμβουλος τεχνολογίας είναι οπωσδήποτε πιο ταπεινός. Και ολιγαρκής, σύμφωνα με τον Τζεφ Γκούντελ, ο οποίος έγραφε στο «Rolling Stone» τον Μάρτιο του 2014 ότι για τα μέτρα αυτού του πλούτου ο βίος του είναι σχεδόν σπαρτιατικός: «Tρία σπίτια, ένα αεροπλάνο, κανένα γιοτ». Σίγουρα κοστίζουν πολύ λιγότερο από τα 28 δισ. με τα οποία έχει προικίσει το Ιδρυμα Μπιλ και Μπελίντα Γκέιτς, ίσως λιγότερα και από τα 2 δισ. που ανακοίνωσε τον περασμένο Ιούνιο ότι προορίζει για την έρευνα στον τομέα των καθαρών πηγών ενέργειας.

«Ο κόσμος χρειάζεται ένα ενεργειακό θαύμα» έγραφε στο μπλογκ του στις 25 Ιουνίου 2014. Μεταξύ 2010 και 2040 υπολογίζεται ότι οι παγκόσμιες ανάγκες θα αυξηθούν κατά 50%. «Απαιτούνται μαζικές καινοτομίες στην έρευνα και την ανάπτυξη τεχνολογιών καθαρής ενέργειας» υπογράμμιζε, για να επισημάνει στη συνέχεια ότι στις ΗΠΑ ο συγκεκριμένος τομέας καρκινοβατεί. Μόνο το 0,42% των ιδιωτικών επενδύσεων κατευθύνεται προς τα εκεί, μόλις το 2% των δημοσίων. Σε μια συγκριτική λίστα, η Αμερική καταλαμβάνει την 11η θέση στον κόσμο, πίσω από την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Φινλανδία και την Πορτογαλία. Εντός του 2015, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, εκταμιεύτηκαν 5,2 δισ. δολάρια από τον προϋπολογισμό, ποσό χαμηλότερο από εκείνο που δαπανά ετησίως το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας στην έρευνα κατά του καρκίνου, σημείωνε ο Μπράντον Κέιμ στο περιοδικό «The Atlantic». Το ποσό που υποσχέθηκε ο Μπιλ προφανώς δεν θα αλλάξει άμεσα τη μορφή του κόσμου. Είναι, όμως, μία δήλωση προθέσεων και ένας τρόπος να πιέσει την αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει τη δική της συμμετοχή: «Ρεαλιστικά μιλώντας», έλεγε στον Τζέιμς Μπένετ σε μια μεγάλη συνέντευξη στο τεύχος Νοεμβρίου του «Atlantic», «μπορεί να μη δούμε κάτι παραπάνω από τον διπλασιασμό της κυβερνητικής χορηγίας, προσωπικά, όμως, θα ήθελα να τη δω να τριπλασιάζεται, να φτάνει τα 18 δισ. δολάρια μόνο για τη βασική έρευνα».
Δεν είναι η μόνη αποστροφή του που προσφέρεται για σχόλια. Πρώτον, επισημαίνει, μην περιμένετε τη λύση στο πρόβλημα της ενέργειας από την ελεύθερη αγορά: η ενέργεια δεν είναι τομέας «για να κάνει κανείς περιουσία. Ακόμη και αν βρείτε μια νέα πηγή ενέργειας που κοστίζει όσο οι σημερινές και εκπέμπει μηδενικό διοξείδιο του άνθρακα, θα είναι αβέβαιη σε σχέση με τις ήδη δοκιμασμένες που λειτουργούν σε τεράστια κλίμακα και έχουν ξεπεράσει τα προβλήματα των ρυθμιστικών αρχών. Και ό,τι επινοήθηκε στην ενέργεια χρειάστηκε περισσότερα από είκοσι χρόνια προτού τεθεί σταδιακά σε χρήση, άρα το κίνητρο επένδυσης είναι πολύ περιορισμένο». Δεύτερον, μην υποτιμάτε τον κρατικό παράγοντα: «Ναι, οι κυβερνήσεις είναι κάπως ανίκανες. Αλλά ο ιδιωτικός τομέας είναι γενικά ανίκανος. Σε πόσες εταιρείες ποντάρουν οι επενδυτές επιχειρηματικών κεφαλαίων για να τις δουν να αποτυγχάνουν; Οι περισσότερες επενδύσεις, με διαφορά, έχουν χαμηλές αποδόσεις. Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, η έρευνα και η ανάπτυξη που χρηματοδοτούνται από την αμερικανική κυβέρνηση όρισαν την τεχνολογία αιχμής σε κάθε πεδίο». Τρίτον, μην αναμένετε τη σωτηρία μόνο από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: δεν έχουμε λύσει ακόμη το πρόβλημα της μετάδοσης ούτε της συσσώρευσης ήλιου και ανέμου. «Η ενεργειακή οικονομία πέρα από τις πηγές που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα θα είναι ένα μείγμα». Πώς θα φτάσουμε στο επιθυμητό μείγμα; «Με κρατική επιχορήγηση δεκάδων προσεγγίσεων και στη συνέχεια με επενδύσεις σε startup εταιρείες δισεκατομμυρίων που θα προέρχονται από ανθρώπους όπως εγώ, οι οποίοι μπορούν να αναλάβουν μεγάλα ρίσκα». Ο ίδιος είναι αισιόδοξος, γιατί (ναι, το ξέρετε) πιστεύει στην καινοτομία.
Για κάποιους, όπως ο Μπράντον Κέιμ, ο Γκέιτς είναι ειλικρινής: δεν έχει αυταπάτες για μια μαγική λύση, μιλάει για συνεργασία κράτους και ιδιωτών, επισημαίνει ότι η πρωτοβουλία για την εξαφάνιση των ρύπων ανήκει στους μεγάλους της Γης –τις ΗΠΑ, την ΕΕ, την Κίνα. Στηρίζεται σε έναν συνδυασμό δικής του χρηματοδότησης και lobbying, στον δρόμο άλλων εύπορων που ηγήθηκαν παρόμοιων εκστρατειών στο παρελθόν: της Μέρι Λάσκερ που πίεσε για τη θέσπιση εθνικής νομοθεσίας στην έρευνα κατά του καρκίνου το 1971, του Πολ Αλεν, συνιδρυτή της Microsoft που συνέβαλε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 στην ομοσπονδιακή έρευνα στον τομέα της νευροεπιστήμης. Ηδη, στον απόηχο της συνέντευξής του, η κυβέρνηση Ομπάμα συγκάλεσε μια ημερίδα κυβερνητικών στελεχών, επενδυτών και ερευνητών για να συζητήσουν πιθανούς στόχους.
Για άλλους, πιο δύσπιστους, ο Μπιλ Γκέιτς επηρεάζει μεν τη συζήτηση περί κλιματικής αλλαγής αλλά για να την αποπροσανατολίσει. Από τον Μάρτιο του 2015 ο βρετανικός «Guardian» διεξάγει μια καμπάνια συλλογής υπογραφών ώστε να πειστεί το Ιδρυμα Γκέιτς να εγκαταλείψει τις επενδύσεις του σε επιχειρήσεις ορυκτών καυσίμων (BP, ExxonMobil, Shell, σύμφωνα με τα δημόσια γνωστά στοιχεία). Παρά τις περισσότερες από 235.000 υπογραφές, ο Γκέιτς υπεκφεύγει σε ένα ζήτημα που αντιτίθεται στις διακηρύξεις του, έγραφε στο «Salon» στις 7 Νοεμβρίου ο Αλεξ Λενφέρνα, προσθέτοντας το ερώτημα αν αυτό συμβαίνει γιατί το Ιδρυμα δέχεται τεράστιες δωρεές από τον Γουόρεν Μπάφετ, μεγαλοεπενδυτή στον χώρο των ορυκτών καυσίμων, ή επειδή ο Γκέιτς προτιμά να προωθήσει τη δική του πυρηνική TerraPower από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η απάντηση κρύβεται ίσως στην ίδια τη βιογραφία του Μπιλ: nerd, τεχνοκράτης, επιχειρηματίας, φιλάνθρωπος, θα ήθελε να τα συνδυάσει όλα. Την υστεροφημία του κοινωνικά ευαίσθητου, τη ματαιοδοξία του πρωτοπόρου σε ένα ολότελα νέο τοπίο οικονομίας, τη γοητεία να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τη γέννηση μιας νέας μείζονος τεχνικής ανακάλυψης, το χρήμα, γιατί όχι; Εχοντας αφήσει πίσω του τα καθημερινά προβλήματα των καθημερινών ανθρώπων, ο Μπιλ Γκέιτς μπορεί να καταπιαστεί με τα υπεράνθρωπα που του υποβάλλει η υπερδύναμη του πλούτου.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ