Παρασυρμένη και εγώ από το ρίγος της εθνικής διπολικότητας, μάλωνα με μια φίλη στο τηλέφωνο για το δημοψήφισμα, καθώς την επόμενη ημέρα θα βάζαμε σε διαφορετικό σημείο τον σταυρό. Εκείνη είναι ένα κορίτσι που φημίζεται για την αυτοσυγκράτησή του και, αφού είχαμε εξαντλήσει κάθε απόθεμα επιχειρηματολογίας ώστε να μεταπείσει η μία την άλλη, ξαφνικά σπάει και ξεσπάει από την άλλη άκρη της γραμμής: «Δεν καταλαβαίνεις τι περνάω! Χθες όλη μέρα ήμουν με κρίσεις πανικού και σήμερα κάθε τρεις και λίγο βάζω τα κλάματα!». Κάπου εκεί αποφάσισα να κλείσω το τηλέφωνο και το ντοσιέ της προσωπικής μου αγόρευσης. Είχα καταλάβει ότι όλο αυτό που συνέβαινε στη χώρα μου θα μας άλλαζε για πάντα. Και αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Πόσο επηρεάστηκε λοιπόν και πόσο επηρεάζεται ακόμη η ψυχική μας υγεία τώρα που τα προβλήματα και τα άγχη μας φαντάζουν πιο συλλογικά από ποτέ; Το αλλοτινό «έθνος ανάδελφον», όπως το είχε χαρακτηρίσει κάποτε ο Χρήστος Σαρτζετάκης, είναι πλέον και διπολικό και πανικόβλητο;
Οσα συνέβησαν στον ελληνικό λαό τον τελευταίο μήνα θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης για ένα διεθνούς εμβέλειας ψυχιατρικό συνέδριο. Το μίσος και η πόλωση ανάμεσα στο «Ναι» ή το «Οχι» με τις ιστορικές αναγωγές σε κλίμα εμφυλίου. Οι νεότερες, απολιτίκ γενιές που μεγάλωσαν απότομα. Οι 8 στους 10 Ελληνες που δήλωναν ότι βίωναν κρίσεις πανικού (ή έστω άγχος που μετέφραζαν ως κρίση πανικού) σε καθημερινή βάση. Οι μαύρες σκέψεις για τη χαμένη εθνική και προσωπική περηφάνια, τα προσωπικά αδιέξοδα που είναι πλέον συνώνυμα με τα οικονομικά, οι αυτοκτονίες στους σταθμούς του μετρό ή κεκλεισμένων των θυρών, η κατάθλιψη ως τρόπος ζωής, οι φιλίες που αποδεκατίστηκαν γιατί δεν υπάρχει χρόνος ή διάθεση επαφής, οι έρωτες που μοιάζουν με όνειρο θερινής νυκτός ίσως στο πιο καταπονημένο καλοκαίρι της νεότερης ελληνικής Ιστορίας.
Και από τα δράματα των κοινών θνητών, σε εκείνα των πολιτικών και λοιπών δημοσίων προσώπων, που με τη σειρά τους ήρθαν πιο κοντά από ποτέ με τους όρους της ψυχανάλυσης. Ο τελευταίος αστικός μύθος, μια αστήρικτη φήμη, πως κορυφαίος πολιτικός εισήχθη στο νοσοκομείο με κρίσεις πανικού, δεν θα μπορούσε να λείπει από τις κουβέντες κάθε παρέας. Το ίδιο και ο έρπης στα χείλη του Αλέξη Τσίπρα, που όπως σχολίασαν πολλοί, «τέτοια ψυχοσωματικά ξεσπάσματα σε πρόσωπο πολιτικού δείχνουν σημάδια ανθρώπινα» –παραθέτοντας μάλιστα την αποκόλληση που είχε πάθει στο μάτι ο Αντώνης Σαμαράς στις εκλογές του 2012. Η ατυχέστατη χρήση της λέξης «bullying» που είδαμε να προφέρεται διά στόματος Σάκη Ρουβά σε σποτ υπέρ του «Ναι», με τον ίδιο να διερωτάται με κακοπαιγμένη οργή «γιατί πρέπει να υφίσταμαι bullying…». Η ελληνική κοινωνία δεν είχε προλάβει ούτε να συνέλθει ούτε να αποσυνδέσει τον όρο από την τραγική ιστορία του Βαγγέλη Γιακουμάκη και ήταν τουλάχιστον φαιδρό να χρησιμοποιείται από έναν σταρ της σόουμπιζ. Και φυσικά, οι απόψεις ψυχιάτρων που έκαναν τον πανηγυρικό γύρο των media, όπως εκείνη του Χρήστου Λιάπη, ο οποίος, βασισμένος στην ειδικότητά του, υποστήριξε ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης πάσχει από το σύνδρομο της ύβρεως.
Τι μας συμβαίνει λοιπόν; Είναι πολύ σοβαρά τα πράγματα; Η Νέτη Φίλια, σύμβουλος ψυχικής υγείας και δημοσιογράφος, με ειδίκευση στη Συμβουλευτική Ψυχολογία και εκπαίδευση στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία, έχει πολλά να παρατηρήσει αυτές τις ταραχώδεις ημέρες: «Η Κοινωνική Ψυχολογία λέει ότι σε περιόδους έντονης κρίσης ενεργοποιούνται σε όλους, ή σχεδόν όλους, τους πολίτες κοινά συμπτώματα ψυχοπαθολογίας: βιώνουν έντονο φόβο για οποιαδήποτε μορφή απώλειας, χάνουν την κανονικότητά τους, φοβούνται ότι θα χάσουν την αξιοπρέπεια, την προοπτική και την αυτονομία τους. Το υπαρξιακό θέμα της μοναξιάς γιγαντώνεται, όπως και εκείνο της αρρώστιας και του θανάτου, συνοδευόμενο από το «αν πάθω κάτι, πού θα βρω λεφτά και ποιος θα με φροντίσει;». Οι σχέσεις αλλάζουν, οι άνθρωποι αντί να ανοιχτούν αναζητώντας βοήθεια κλείνονται όλο και περισσότερο στον εαυτό τους, η αυτοεκτίμηση πέφτει κατακόρυφα».
Και συνεχίζει: «Ολα αυτά προκαλούν και τρομερό θυμό, καθώς και διάφορες μορφές κατάθλιψης. Από τη βαριά, που συχνά χρήζει και στενής ιατρικής παρακολούθησης για να αποφευχθούν τα χειρότερα, ως την πιο ήπια, η οποία όμως είναι εξίσου αισθητή στην καθημερινότητά μας: έχεις μια γενική ανηδονία, δεν σου κάνει καμία αίσθηση να πας μια βόλτα, να θες να δεις τους φίλους σου, να πας για μπάνιο στη θάλασσα κι ας είναι καλοκαίρι. Οι διαταραχές στον ύπνο είναι πολύ συχνές: δεν μπορείς να κοιμηθείς ή κοιμάσαι πολλές ώρες και δεν θέλεις να ξυπνήσεις, ή ξυπνάς σε τακτά διαστήματα μέσα στον ύπνο σου. Αλλά και η καταναλωτική μανία, το ότι ψωνίζεις ό,τι βρεις μπροστά σου για να ξεχαστείς και ύστερα θυμάσαι ότι πρέπει να κάνεις οικονομία και νιώθεις φριχτές τύψεις. Με άλλα λόγια, αυτή την εποχή ο κόσμος έχει λαλήσει. Βρισκόμαστε όλοι σε κατάσταση σοκ και ψυχικής υπερκόπωσης».
Ποια είναι όμως τα κύρια χαρακτηριστικά της τόσο «δημοφιλούς» στις μέρες μας κρίσης πανικού; Μπορεί οι περισσότεροι από εμάς να τη χρησιμοποιήσαμε καταχρηστικά για να εκφράσουμε το ψυχολογικό αδιέξοδο των τελευταίων ημερών, στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι που αν το βιώσεις ξέρεις ότι δεν είναι απλή υπόθεση: η καρδιά σου σφυροκοπά, τρέμεις, λαχανιάζεις ή δεν μπορείς να αναπνεύσεις, έχεις δυσφορία ή πόνο στον θώρακα, ναυτία και αστάθεια. Αν παρουσιάζεις περισσότερα από ένα από τα παραπάνω συμπτώματα, η κρίση πανικού δεν είναι καθόλου απίθανο σενάριο. Σε αυτή την περίπτωση, πρέπει να κάνεις ιατρικές εξετάσεις και αν αποδειχτεί ότι τα αίτια δεν είναι παθολογικά αλλά συνδέονται με το στρες, ο γιατρός σου θα σε καθοδηγήσει και ο εαυτός σου καλό είναι να σου πει ότι οφείλεις να τον θωρακίσεις κάπως καλύτερα, ώστε να μη σωματοποιεί όλη την κοινωνικοπολιτική φρενίτιδα του εφετινού καλοκαιριού.
Οπως ήταν φυσικό, με το που άρχισε να γενικεύεται η αβεβαιότητα και να κλείνουν οι τράπεζες, η Νέτη Φίλια είχε απανωτές ακυρώσεις στις προγραμματισμένες της συνεδρίες: «Υπήρχαν άνθρωποι που μου έλεγαν «δεν είμαι καθόλου καλά, θέλω σαν τρελός να έρθω να σου μιλήσω, αλλά ακόμη κι αν μου λες να έρθω και χωρίς λεφτά, εγώ δεν αντέχω να χρωστάω δεξιά κι αριστερά σ’ αυτή τη φάση της ζωής μου». Συνήθως ξεκινάς συμβουλευτική με έναν άνθρωπο για κάποιο προσωπικό, μύχιο πρόβλημά του και σε καιρούς όπως αυτοί καταλήγεις να συζητάς για φόβους που έχουν να κάνουν με την πορεία ολόκληρης της χώρας. Η ψυχοθεραπεία στην Ελλάδα δεν φάνταζε ποτέ άλλοτε πιο μαζική».
Τα οικονομικά προβλήματα που πνίγουν τον σύγχρονο Ελληνα τον έχουν κάνει, πάντως, να χτυπά πιο εύκολα πλέον την πόρτα του ψυχολόγου: «Οι γυναίκες εξακολουθούν να έχουν τα πρωτεία, αλλά και οι άνδρες πλέον είναι σε θέση να μιλήσουν πιο εύκολα, ενώ παλιότερα το θεωρούσαν μέγα ταμπού» λέει η ίδια. Ποιες λοιπόν πρέπει να είναι οι άμυνές μας σε μια τόσο παράξενη και αψυχολόγητη εποχή; «Στην ουσία είναι πολύ απλά όλα. Να βελτιώσεις τη βασική σου ρουτίνα, κάνοντας πράγματα που σε κρατάνε όρθιο και λειτουργικό. Μια βόλτα, γυμναστική, μια συνάντηση με φίλους, μια καλή ταινία και όχι άλλη μια βραδιά τσιτώνοντας τα νεύρα σου μπροστά στο Facebook, η επαφή με τη φύση. Ο καθένας έχει το προσωπικό του ψυχικό οπλοστάσιο, αρκεί να μάθει να το χρησιμοποιεί. Παρατηρείται ότι οι άνθρωποι που επιβίωσαν από δύσκολα παιδικά χρόνια ή από μεταγενέστερες τραυματικές εμπειρίες, όπως ο θάνατος ενός αγαπημένου τους προσώπου, είναι πολύ πιο ψύχραιμοι με όσα συμβαίνουν σήμερα, πιο μαχητικοί και με περισσότερα αντισώματα. Οσο για τις παλαιότερες γενιές που μας στριμώχνουν συνήθως με το επιχείρημα «γιατί φοβάστε; Εμείς περάσαμε Κατοχή»; Εκείνοι δεν είχαν ζήσει ποτέ σε ένα ροζ σύννεφο ευμάρειας και δεν ξέρουν πόσο βάναυσα γκρεμίζεσαι από εκεί πάνω. Δεν έχουμε τα δικά τους αποθέματα, καλό είναι όμως να τα βρούμε σιγά σιγά. Θα μας φανούν χρήσιμα».
Ο δρ Χρήστος Κεχαγιάς διδάσκει Επιστημολογία Κοινωνικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κάνει τη δική του προσέγγιση στην εθνική μας διχοτόμηση και σε όσα την ακολούθησαν ή θα ακολουθήσουν: «Στην περίπτωση του δημοψηφίσματος, του τύπου «Ναι» ή «Οχι», με την ένταση, τις συνθήκες και την επιτακτικότητα που αυτό διεξήχθη, η επιλογή έμοιαζε με το καλώδιο που θα έπρεπε να κόψει ο πρωταγωνιστής ώστε να μην ανατιναχθεί η χώρα. Τα καλώδια ήταν μόνο δύο και μάλιστα κόκκινα. Εκρυβαν όμως ένα πλέγμα δαιδαλωδών δικτυώσεων, φανερών και άδηλων, τόσο μπερδεμένων, ώστε δεν έβγαζε κανείς άκρη. Οι πιο ψύχραιμοι ήξεραν ότι όποιο κι αν κοπεί, το αποτέλεσμα θα ήταν νέο μνημόνιο, οπότε δεν καταλάβαιναν όλον αυτόν τον πανικό και τη γηπεδική ατμόσφαιρα, τις απειλές και τις κραυγές στα τηλεπαράθυρα. Σύρθηκε ένας λαός σε δημοψήφισμα, για να ξαναζήσει τις εκλογές που του αρέσουν, για να βγάλει τα απωθημένα του, για να πιστέψει ότι αυτός μπορεί να αποφασίσει για τη μοίρα και τις τύχες του κ.λπ. Πίσω από το «Οχι» οχυρώθηκαν όσοι ήθελαν να σταματήσουν την πείνα, τις αυτοκτονίες, τον φόβο. Αλλοι που ήλπιζαν στο εθνικό νόμισμα. Στο στρατόπεδο του «Ναι» προσχώρησαν οι οραματιστές της ενωμένης Ευρώπης, όσοι είδαν το μη χείρον βέλτιστον στα χρηματοδοτικά προγράμματα, όσοι φοβήθηκαν την αβεβαιότητα της επιστροφής στη δραχμή. Από τη μία ο Φόβος και από την άλλη το Αγνωστο. Και στη μέση ο λαός ως «αιθέριον κίνυγμα» να κρέμεται από ένα κλαδάκι επάνω από το χάος. Γιατί ο λαός γελάστηκε! Κι ακόμη εκεί κρεμασμένος είναι. Αλλά με ένα μνημονιακό δίχτυ ασφαλείας από κάτω, που θα κρατήσει τρία χρόνια. Και μετά, πάλι τα ίδια. Μέχρι να αποφασίσουμε επιτέλους να σχεδιάσουμε και να δράσουμε όπως πρέπει».
Παρατηρεί όμως και μια πολύ ενδιαφέρουσα κοινωνική ανατροπή: «Προέκυψε κάτι πολύ σημαντικό, απροσδόκητα: φάνηκε η σκληρότητα των δανειστών σε όλο της το μεγαλείο και επικρίθηκε όσο ποτέ, ενώ στο εσωτερικό της χώρας ο λαός άρχισε να εμφανίζει στοιχεία υπέρβασης της προηγούμενης μεταιχμιακής του κατάστασης, να κλείνει πίσω του την παρατεταμένη ενήβωση και να μπαίνει στο κατώφλι της ενηλικίωσης. Η συγκρότηση σε πολιτικό σώμα, με στοιχεία ωριμότητας, είναι βέβαια διαδικασία που προϋποθέτει σύνεση και επίγνωση. Αλλά ο Ελληνας δείχνει να ωριμάζει. Βίαια και απότομα μεν, αλλά το θετικό στη νέα συνθήκη είναι ότι οι πολίτες δεν είναι πλέον απαθείς. Είναι μάλιστα και υπερενημερωμένοι, καθώς έχουν αποθηκεύσει πολλή προπαγάνδα, διά των ΜΜΕ. Παραμένουν βέβαια υπέρμετρα φοβισμένοι και αδύναμοι. Παρά ταύτα, θέλω να πιστεύω ότι κάτι καλό πάει να γεννηθεί».
Οι στατιστικές μάς λένε ότι το ποσοστό των μανιοκαταθλιπτικών έχει αυξηθεί τα τελευταία μνημονιακά χρόνια, όπως και οι αυτοκτονίες, και αυτά είναι εκρηκτικά και ανησυχητικά φαινόμενα για τον ελληνικό λαό: «Είναι επίσης προφανές ότι η βίωση του συνεχούς, οριακού στρες μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες συμπεριφορές. Ειδικά σε ανθρώπους που έχουν συνηθίσει να γελούν με την καρδιά τους και να αψηφούν τον φόβο για το αύριο, λόγω ιδιοσυγκρασίας και κουλτούρας».
Και καταλήγει: «Βιώνουμε το κύκνειο άσμα της δημοκρατίας και των ανθρωπιστικών αξιών. Και τούτο για εμάς τους Ελληνες, τους Ιταλούς, τους Γάλλους είναι πολύ βαρύ. Είναι πολύ δύσκολο να το αντέξουμε όλο αυτό, όταν μάλιστα δεν γεμίζει το τσουκάλι στο σπίτι, όταν φοβόμαστε μην τυχόν και αρρωστήσουμε, όταν έχουν εξανεμιστεί οι οικονομίες μιας οικογένειας και μαζί οι ελπίδες της. Και όλα αυτά εν μέσω διασταυρούμενων πυρών, σε πεδίο πολέμου. Ετσι, οι ελευθερίες μας γίνονται ολοένα και πιο «αμυντικές». Η φιλία, η αλληλεγγύη, η ανθρωπιά κλονίζονται μπροστά στην ανάγκη για επιβίωση. Είναι πολύ σκληρή αυτή η τιμωρητική δοκιμασία για οποιονδήποτε λαό. Και πρέπει να ισορροπήσουμε γρήγορα μεταξύ πραγματικότητας και ισχύος».
Η πρώτη φορά που ακούστηκε στην ιστορία της ανθρωπότητας η φράση «Don’t panic» (Μην πανικοβάλλεσαι) ήταν μέσω της Κάμπιας του Λιούις Κάρολ, στο αριστούργημά του «Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Η κεντρική ηρωίδα πέφτει στην κουνελότρυπα και προσγειώνεται βίαια σε έναν αλλόκοτο κόσμο, όπου τίποτα, μα τίποτα δεν βγάζει νόημα. Εχει την αίσθηση ότι όλοι έχουν βαλθεί να την τρελάνουν, με αποκορύφωμα τη βασίλισσα που θέλει να την αποκεφαλίσει. Μέσα στον όλο παραλογισμό, η πιο τρελή απ’ όλους, η Κάμπια, της λέει με ζεν διάθεση να μην πανικοβάλλεται, να μη χάνει την ψυχραιμία της, ό,τι κι αν συμβαίνει γύρω της. Η Ελλάδα, αυτή τη στιγμή, αυτό το καλοκαίρι, που δεν θυμίζει καμία γραφική καρτ ποστάλ ή παιδική μας ανάμνηση, είναι η Χώρα των Τραυμάτων και όλοι εμείς, που προσγειωθήκαμε τόσο ανώμαλα στα νέα δεδομένα, προσπαθούμε να βγάλουμε νόημα και να επιβιώσουμε από απανωτές κρίσεις πανικού. Θα τα καταφέρουμε; Ναι ή Οχι;

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 26 Ιουλίου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ