Ανατρέχοντας στην ιστορία της μόδας, σε μια προσπάθεια ανάδειξης των σπουδαιότερων εκπροσώπων της που με τη δράση τους συνέβαλαν καταλυτικά στην εξέλιξη και στη διατήρησή της στο πέρασμα των χρόνων, δικαιωματικά μία θέση καταλαμβάνει ο γερμανός σχεδιαστής μόδας Καρλ Λάγκερφελντ. Η περσόνα του ιδιοσυγκρασιακού δημιουργού είναι ευρέως γνωστή: λευκά μαλλιά, μαύρα γυαλιά ηλίου που ποτέ δεν αποχωρίζεται και τα παρομοιάζει ως τη δική του «μπούρκα» απέναντι στον ανδρικό πληθυσμό, και ψηλοί γιακάδες σε λευκά πουκάμισα, τα οποία θεωρεί τη βάση της ένδυσης.
Γεννημένος στο Αμβούργο της Γερμανίας το φθινόπωρο του 1933, ο Καρλ Οτο Λάγκερφελντ, βαθιά επηρεασμένος από την ανατροφή που έλαβε στα παιδικά του χρόνια, «βούτηξε» με μεγάλο πάθος και ενθουσιασμό στον ωκεανό της μόδας. Η μητέρα του, που ήταν σκληρή αλλά ειλικρινής, πίστευε στο ταλέντο του, τον παρότρυνε συνεχώς να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του, και του επαναλάμβανε ότι το μόνο που θα πετύχαινε εκεί θα ήταν να γίνει δάσκαλος ζωγραφικής. «Δεν διένυσα εννέα μήνες εγκυμοσύνης για κάτι τέτοιο» του έλεγε χαρακτηριστικά.
Εχοντας τη δική του κοσμοθεωρία, ιεραρχώντας τις ανάγκες του και οπλισμένος με αυτοπεποίθηση, ο Λάγκερφελντ αποφάσισε να ζήσει τη ζωή του κόντρα στα στερεότυπα. Δεν του αρέσει να υποκρίνεται, αγαπάει τους νέους ανθρώπους και θέλει να εργάζεται έχοντας νέα και όμορφα πρόσωπα στο πλευρό του. Κατά καιρούς σε συνεντεύξεις που παραχωρούσε τόνιζε: «Μισώ να βλέπω την ασχήμια». Γι’ αυτό και την αποφεύγει μετά βδελυγμίας, όπως αποφεύγει και τη συνεργασία με τους άνδρες. «Εκτός από έναν βοηθό μου, δουλεύω αποκλειστικά με γυναίκες. Μόνο προβλήματα είχα όταν συνεργαζόμουν με άνδρες. Γίνονταν εγωκεντρικοί και έλεγαν στον εαυτό τους ότι αφού μπορώ να το κάνω εγώ, μπορούν και εκείνοι. Πολλοί άνδρες και αγόρια πίστεψαν ότι είναι πιο χαρισματικοί από εμένα αλλά τελικά απέτυχαν. Με τις γυναίκες δεν έχω τέτοιο πρόβλημα».
Μπορεί οι άνδρες να μην είχαν θέση στην επαγγελματική του ζωή, είχαν όμως καταλυτική παρουσία στην προσωπική. Ο Λάγκερφελντ διατηρούσε δεσμό επί 19 ολόκληρα χρόνια με τον Ζακ ντε Μπασέ (ως και τον θάνατό του, το 1989). Ο Λάγκερφελντ, μάλιστα, μιλώντας σε συνέντευξή του για τα παιδικά του χρόνια, αφηγείται τη στιγμή που σε ηλικία 11 ετών ρώτησε τη μητέρα του για πρώτη φορά τι είναι η ομοφυλοφιλία: «Εκείνη μου«απάντησε: «Δεν είναι κάτι το σημαντικό. Είναι σαν το χρώμα των μαλλιών, κάποιοι είναι ξανθοί και κάποιοι άλλοι μελαχρινοί»». Εχοντας την οικογενειακή υποστήριξη δεδομένη, ο Λάγκερφελντ αντιμετώπιζε τις καταστάσεις πιο ψύχραιμα ασπαζόμενος το μότο: «Δεν υπάρχουν προβλήματα, μόνο λύσεις, καλές ή κακές».
Οταν ξεκίνησε τα πρώτα του βήματα στον χώρο της μόδας, άλλαξε το όνομά του –από Lagerfeldt σε Lagerfeld –γιατί κατά τη γνώμη του ήταν πιο εμπορικό και εύηχο. Με μότο τη μετέπειτα διάσημη ρήση του «μια μικρή αίσθηση του χιούμορ και λίγη ασέβεια. Αυτά χρειάζεται ένας θρύλος για να επιβιώσει», το 1955 προσελήφθη ως βοηθός του Πιερ Μπαλμέν, έπειτα από την επικράτησή του σε έναν διαγωνισμό σχεδίου κοστουμιών. Και κάπου τότε τοποθετείται η αρχή του ονείρου… Εν έτει 1963 ο φιλόδοξος Γερμανός άρχισε να σχεδιάζει για τον ιταλικό οίκο μόδας Tiziani και τον επόμενο χρόνο άρχισε να δημιουργεί μερικά κομμάτια και για τον γαλλικό οίκο μόδας Chloé, ώσπου τελικά σχεδίασε ολόκληρη την κολεξιόν. Η εμφάνισή του δεν πέρασε απαρατήρητη. Το 1970 ξεκίνησε μια σύντομη συνεργασία με τον ιταλικό οίκο μόδας Curiel και το 1965 εντάχθηκε στην οικογένεια του ιταλικού οίκου μόδας Fendi, σχεδιάζοντας γούνες, ρούχα και κοσμήματα. Αναμφίβολα όμως το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν όταν, το 1983, ανέλαβε τον τομέα της υψηλής ραπτικής στον οίκο Chanel, καταφέρνοντας σήμερα να είναι ο επικεφαλής σχεδιαστής και καλλιτεχνικός διευθυντής του γαλλικού brand.
Ο γερμανός σχεδιαστής ανέκαθεν εξέφραζε τη μεγάλη του αγάπη για το όραμα της Κοκό Σανέλ, παρότι η δική του φιλοσοφία διέφερε κάπως από τη δική της. Ο ίδιος κατάφερε να εξελίξει τις ιδέες και τα σχέδια της γαλλίδας πρωτοπόρου με στόχο όχι να κάνει τις δημιουργίες του οίκου Chanel να επιβιώσουν στον χρόνο, αλλά να ζήσουν. Και το κατάφερε, δεδομένου ότι οι πωλήσεις του οίκου αγγίζουν τα 5 εκατ. δολάρια σε ετήσια βάση. Η μεγάλη όμως αυτή εισπρακτική επιτυχία οφείλεται σε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα, τον οποίο δεν πρέπει να αγνοήσουμε. Η ψυχή του Λάγκερφελντ καθρεφτίστηκε σε αυτήν της Σανέλ, και μέσω αυτής της ταύτισης κατόρθωσε να δώσει σάρκα και οστά στο όραμα της μεγάλης σχεδιάστριας. Οπως εκείνη σχεδίαζε τα πάντα για την ίδια, για να υποστηρίξει τον εαυτό της, το ίδιο ακριβώς κάνει και ο γερμανός ομότεχνός της. Κατά καιρούς έχει πει πως ό,τι δημιουργεί το σχεδιάζει για τον ίδιο, το εμπνέεται με βάση τον εαυτό του. Καλλιτεχνεί με άλλα λόγια τις ιδέες του βασιζόμενος στα δικά του όνειρα και όχι στα όνειρα των άλλων.
Ωστόσο δεν ήταν λίγες οι φορές που ο «Κάιζερ της μόδας» απασχόλησε αρνητικά την κοινή γνώμη και βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων. Το 2001 ο σχεδιαστής μπήκε στο στόχαστρο του φιλοζωικού οργανισμού PETA επειδή χρησιμοποιούσε γούνα στις κολεξιόν του και χαρακτηρίστηκε ειρωνικά «designer dinosaur». Ο ίδιος βέβαια, παρότι δεν φοράει γούνα και τρώει σπάνια κρέας, προσπαθεί μέσα από τη δράση του να υπερασπιστεί τη βιομηχανία της γούνας και τη χρήση της στη μόδα, αδιαφορώντας για τις ενδεχόμενες συνέπειες και τις αντιδράσεις που θα προκληθούν. Σε συνέντευξη που παραχώρησε το 2009 στο BBC δήλωσε χαρακτηριστικά: «Οι κυνηγοί, μη γνωρίζοντας τίποτε άλλο από το να κυνηγούν, βγάζουν τα προς το ζην σκοτώνοντας τα θηρία που θα μας σκότωναν αν μπορούσαν. Σε έναν σαρκοφάγο κόσμο, πάλι, όπου το δέρμα χρησιμοποιείται στα ρούχα, στα παπούτσια και στις τσάντες, η συζήτηση για τις γούνες είναι παιδαριώδης».
Από τα σχόλιά του φυσικά δεν έχουν ξεφύγει ούτε μεγάλα ονόματα του παγκόσμιου καλλιτεχνικού και πολιτικού στερεώματος. Στις αρχές Φεβρουαρίου του 2012 ο Λάγκερφελντ προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση όταν δήλωσε για την πολυβραβευμένη τραγουδίστρια Αντέλ ότι είναι «λίγο πιο παχουλή» από όσο θα έπρεπε. Τα λόγια του αυτά εξόργισαν τους Βρετανούς και ο ίδιος προέβη άμεσα σε δήλωση συγγνώμης προκειμένου να περισώσει ό,τι μπορούσε. Ωστόσο δεν σταμάτησε εκεί. Στις 31 Ιουλίου του ίδιου έτους, κατά την εξύμνηση της Κέιτ Μίντλετον, και ενώ μιλούσε για τη «ρομαντική ομορφιά» της, προσέθεσε κάτι που ίσως καλό θα ήταν να είχε παραλείψει: «Δεν μου αρέσει βέβαια το πρόσωπο της αδελφής της. Θα έπρεπε να δείχνει μόνο την πλάτη της», προσβάλλοντας, σκόπιμα ή μη, την αδελφή της Δούκισσας του Κέιμπριτζ, Πίπα Μίντλετον. Δείχνοντάς μας με τον πιο εναργή τρόπο ότι δεν φοβάται κανέναν, τον Φεβρουάριο του 2013 σχολίασε την κόμη της πρώτης κυρίας της Αμερικής, με αφορμή την εμφάνισή της με νέο χτένισμα την ημέρα των γενεθλίων της, στις 17 Ιανουαρίου, αποκαλώντας το «κακή ιδέα» που κάνει τη Μισέλ Ομπάμα να μοιάζει με «παρουσιάστρια ειδήσεων».
Η αλήθεια, λένε, είναι σαν το οινόπνευμα: τσούζει, αλλά κάνει καλό. Οι περισσότεροι βέβαια τη φοβούνται, και γι’ αυτό την αποφεύγουν. Κόντρα σε αυτή την τάση των ημερών έρχεται το βιβλίο «The World According to Karl» (εκδ. Thames & Hudson), το οποίο στις 172 σελίδες του λέει τα πράγματα με το όνομά τους και χωρίς ενδοιασμούς και αναστολές χαρακτηρίζει, καυστικά ενίοτε, την πραγματικότητα, δίχως να ωραιοποιεί τον κόσμο, αλλά προβάλλοντάς τον έτσι όπως ακριβώς τον φτιάξαμε. Εκεί έγκειται και η ιδιαιτερότητά του: στην ειλικρίνεια που το διέπει.
Το βιβλίο αποτελεί ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στον Καρλ Λάγκερφελντ και περιέχει συμπυκνωμένη τη φιλοσοφία του διάσημου σχεδιαστή μόδας για τη ζωή και τις επιμέρους πτυχές της. Τα γνωμικά, αινιγματικά και διφορούμενα, χωρίζονται σε ενότητες και αποτελούν σπουδαίες και απρόβλεπτες διακηρύξεις για τη μόδα, την αγάπη, τις γυναίκες, την πολιτική και την τέχνη. Οσα αναφέρονται στις σελίδες του αποτελούν αφιλτράριστες σκέψεις, που πραγματεύονται «υφάλους» της σύγχρονης ζωής και αντιμετωπίζουν τα πράγματα με άλλη οπτική. Οχι γιατί ο Λάγκερφελντ επιβάλλει τα όσα λέει ως μόνη εκδοχή της αλήθειας, αλλά γιατί με τα λεγόμενά του δίνει άλλη προοπτική στα τεκταινόμενα, πηγαίνει τη σκέψη ένα βήμα παραπέρα και πυροδοτεί τον προβληματισμό και την αμφισβήτηση. Τα κείμενα του βιβλίου φέρουν την υπογραφή τριών γάλλων συγγραφέων (Σαντρίν Γκουλμπενκιάν, Ζαν Κριστόφ Ναπιάς και Πατρίκ Μοριές), οι οποίοι συγκέντρωσαν και κατέγραψαν τα καλύτερα αποφθέγματα του γερμανού μόδιστρου από διάφορες συνεντεύξεις του, ενώ την εικονογράφηση ανέλαβε ο Σαρλ Αμελίν.
Ο Καρλ Λάγκερφελντ είναι ένας από τους πιο παρεξηγημένους ανθρώπους των ημερών μας. Ποιος είναι όμως πραγματικά ο σχεδιαστής που κρύβεται πίσω από τα μαύρα γυαλιά ηλίου και ποια η ανθρώπινη πλευρά του, την οποία επιμελώς αποσιωπά; Ως γόνος πλούσιας οικογένειας με λαμπρό βιομηχανικό παρελθόν, μεγάλωσε καλομαθημένος και με περίσσεια αλαζονεία σε ορισμένα θέματα. Βέβαια πέρασε από πολλά κύματα για να οικοδομήσει τον μύθο του, και αυτό τού το αναγνωρίζουν όλοι, μαζί με το αστείρευτο και πηγαίο ταλέντο του που δεν ξεθωριάζει έπειτα από τόσες δημιουργικές δεκαετίες. Ο ιδιόρρυθμος δημιουργός είναι ένας άνθρωπος που ζωγραφίζει τα σχέδια που εμπνέεται σε ένα μπλοκάκι που έχει δίπλα στο κρεβάτι του, που ζηλεύει, που αγαπάει την Coca-Cola και που θέλει να ζήσει άλλα 120 χρόνια για να δει τον κόσμο να εξελίσσεται, ξεχνώντας την ανθρώπινη φύση του και τις δυνάμεις του που εξασθενούν με την πάροδο του χρόνου.
Εκτός από εξαιρετικός σχεδιαστής μόδας, με τη δουλειά του να εξακολουθεί να φλερτάρει με το μοντέρνο και να εντυπωσιάζει, ο Καρλ Λάγκερφελντ είναι και καταξιωμένος φωτογράφος, διαθέτει ιδιαίτερο χιούμορ, παιγνιώδη διάθεση, ενδιαφέρουσες απόψεις και επικοινωνιακό χάρισμα. Δεν πρόκειται για ένα απλό φάντασμα της μόδας, αλλά για έναν αληθινό καλλιτέχνη, έναν ζωντανό θρύλο, έναν οξυδερκή παρατηρητή, μια ιδιοφυΐα με φιλοσοφικές ιδέες και λογοτεχνικό ταλέντο. Καλλιεργημένος, απρόβλεπτος, προκλητικός, και κάποιες φορές σοκαριστικός, μπορεί να σε κάνει να τον αντιπαθήσεις, αλλά είναι αδύνατον να τον αγνοήσεις.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ