Η ιδέα για ένα κινητό συνεργείο που θα μπορεί να επισκέπτεται απομακρυσμένα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας γεννήθηκε στην Τουρκία. Τον Νοέμβριο του 2012 συμμετείχα ως επικεφαλής της μικρής εταιρείας Time Heritage, στο διεθνές συνέδριο με τίτλο «Cultural Heritage Protection in Τimes of Risk», που διοργανώθηκε στο Πανεπιστήμιο Yildiz της Κωνσταντινούπολης. Ακούγοντας τις πολύ ενδιαφέρουσες προσπάθειες που γίνονται για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς που βρίσκεται σε κίνδυνο σε διάφορα μέρη του κόσμου μού γεννήθηκε η απορία γιατί η Ελλάδα, μια χώρα τόσο πλούσια σε μνημεία, πολλά από τα οποία βρίσκονται σε περιοχές δυσπρόσιτες, δεν διαθέτει μια μονάδα συντήρησης που να μπορεί να επεμβαίνει in situ σε κρίσιμες περιπτώσεις. Δεν πέρασε πολύς καιρός και η ιδέα μπόρεσε να πραγματοποιηθεί, με κάποιες σχετικές μετατροπές.
Η υλοποίηση. Μια δυνατότητα χρηματοδότησης που προσφέρθηκε από το Ομοσπονδιακό Γραφείο Πολιτισμού του ελβετικού υπουργείου Εσωτερικών (Bundesamt für Kultur) σε συνδυασμό με τη θετική ανταπόκριση του Εργαστηρίου Αρχαιομετρίας του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και του επικεφαλής του, καθηγητή Νίκου Ζαχαριά, ο οποίος ενστερνίστηκε την ιδέα και ανέλαβε να την υλοποιήσει, οδήγησαν στο πρόγραμμα MoCaCu. Αν και ακούγεται σαν εξωτικό πτηνό, τα αρχικά σημαίνουν Mobile Care for the Documentation, Characterisation and Conservation of Movable Cultural Heritage Artefacts from Remote Areas in Greece.
Η ιδέα είναι σχετικά απλή: η μονάδα, που θα διαθέτει τον βασικό εξοπλισμό για συλλογή δειγμάτων και ανάλυση υλικών και χρωστικών, για συντήρηση και για καταγραφή, θα επανδρώνεται από επιστήμονες της αρχαιομετρίας και της συντήρησης, της ιστορίας και της αρχαιολογίας, ενώ νέοι πτυχιούχοι ή και φοιτητές θα συμμετέχουν στην ομάδα για απόκτηση πρακτικής εμπειρίας. Το πρόγραμμα θα καλύπτει τα έξοδα μετακίνησης και μια στοιχειώδη ημερήσια αποζημίωση στα μέλη της ομάδας και οι φορείς που ενδιαφέρονται για την καταγραφή και τη συντήρηση του υλικού τους θα αναλαμβάνουν τα έξοδα φιλοξενίας και σίτισης της ομάδας για όσο διάστημα διαρκέσει η κάθε αποστολή (συνήθως μία με δύο εβδομάδες).
Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, το πρόγραμμα έχει ως εξής: το Εργαστήριο Αρχαιομετρίας, σε συνεργασία με δύο εξέχοντες συντηρητές, τον δρα Χρήστο Καρύδη και τη δρα Ελένη Κουλουμπή, κατάρτισαν έναν ενδελεχή κατάλογο με τον εξοπλισμό που απαιτείται για τη συντήρηση και τις αναλύσεις έργων τέχνης και αρχαιολογικού υλικού (κυρίως εικόνες, πίνακες, αντικείμενα από χαρτί, ξύλο και ύφασμα). Ταυτοχρόνως, δύο εταιρείες, η Time Heritage και η Διάδρασις, συνεργάστηκαν για την κατάρτιση ενός μοντέλου βάσης δεδομένων συμβατής με τα διεθνή πρότυπα και με αυτά του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, καθώς και για τη δημιουργία μιας ιστοσελίδας (www.onsitepreservation.eu).
Στη συνέχεια, μέσω δελτίων Τύπου με αποδέκτες περιφερειακές διευθύνσεις, δήμους, μητροπόλεις αλλά και λαογραφικά μουσεία ή συλλογές, έγινε μια προσπάθεια δημοσιοποίησης της ύπαρξης της μονάδας, με σκοπό την εκδήλωση ενδιαφέροντος από φορείς που βρίσκονται σε απομακρυσμένες ή δυσπρόσιτες περιοχές και δεν έχουν τη δυνατότητα να συντηρήσουν το υλικό τους, να μπορούν να προσφέρουν φιλοξενία στο συνεργείο που θα τους επισκεφθεί και θα παράσχει δωρεάν τις υπηρεσίες του.
Οι αποστολές. Η πρώτη περιοχή που ανταποκρίθηκε ήταν ο τέως Δήμος Αλαγονίας, που ανήκει πλέον στον Δήμο Καλαμάτας. Η ορεινή αυτή περιοχή του Δυτικού Ταϋγέτου βρίθει ιερών ναών και μονών που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ως προς τη συντήρηση και διατήρηση του υλικού τους. Σε συνεργασία με την αρμόδια Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (26η), η ομάδα του MoCaCu κατάρτισε έναν κατάλογο με ορισμένα αντικείμενα που χρήζουν άμεσης προστασίας και υλοποίησε την πρώτη της αποστολή το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου του 2014.

Λόγω του πλήθους των αντικειμένων, καθώς και της απόστασης μεταξύ των χωριών της ορεινής αυτής περιοχής, στήθηκαν δύο εργαστήρια: το ένα στο χωριό Νέδουσα, και συγκεκριμένα μέσα στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη, και το δεύτερο στο χωριό Αρτεμισία, στο υπό διαμόρφωση πολυδύναμο πολιτιστικό κέντρο που στεγάζεται στο ανακαινισμένο παλιό σχολείο του χωριού.

Η εμπειρία, εκτός από ενδιαφέρουσα, ήταν και συγκινητική: οι τοπικές κοινότητες και οι ιερείς αγκάλιασαν την προσπάθεια, ενώ είδαν με άλλο μάτι τη δική τους πολιτιστική κληρονομιά. Αφηγήθηκαν όμορφες ιστορίες και τοπικές παραδόσεις που εμπλούτισαν το πληροφοριακό υλικό, συνδέοντας έτσι τα μνημεία άρρηκτα με τον τόπο και τους ανθρώπους. Τα έργα μέρα με την ημέρα αποκάλυπταν τα μυστικά τους: επιγραφές χαμένες κάτω από την πατίνα του χρόνου και τις επικαθίσεις, εικόνες που επιζωγραφίστηκαν σε προγενέστερες προσπάθειες να συντηρηθούν, χειρόγραφα σημειώματα με κιμωλία ή μολύβι στο πίσω μέρος των εικονισμάτων, φθορές που μαρτυρούν ανθρώπινες ενέργειες…
Η δεύτερη αποστολή, που έχει ήδη δρομολογηθεί, θα υλοποιηθεί στην άλλη άκρη της Ελλάδας, στον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων, και συγκεκριμένα στο χωριό Καλαρρύτες του Νομού Ιωαννίνων, άλλοτε σπουδαίο κέντρο αργυροχοΐας και εμπορίου. Η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και το υλικό της μαρτυρούν τον πάλαι ποτέ κοσμοπολίτικο χαρακτήρα των κατοίκων της μικρής αυτής αετοφωλιάς των Τζουμέρκων, που ποτέ δεν ξεχνούσαν τη γενέτειρά τους, στέλνοντας αφιερώματα από τα επτά σημεία της Γης όπου βρίσκονταν.
Εκτός των δύο αυτών αποστολών, οι οποίες αποτελούν και τις συμβατικές υποχρεώσεις της ομάδας προς τους χρηματοδότες της, έχει εκδηλωθεί ήδη ενδιαφέρον για ένταξη στη δράση της μονάδας και από άλλους φορείς, λαογραφικά μουσεία, συλλογές μεταβυζαντινής τέχνης και δήμους.
Αποτίμηση. Η προσπάθεια που ξεκινάει με το MoCaCu δεν έχει φυσικά σκοπό να υποκαταστήσει το έργο των φορέων του υπουργείου Πολιτισμού. Αντίθετα, στοχεύει στο να παράσχει βοήθεια εκεί όπου το υπουργείο είτε είναι αναρμόδιο ή δεν επαρκεί, καθώς επικεντρώνει τις τιτάνιες προσπάθειές του σε σημαντικότερα μνημεία. Η in situ επέμβαση παρέχει φροντίδα σε έργα τέχνης και αντικείμενα που διαφορετικά δύσκολα θα μεταφέρονταν σε επαγγελματικό εργαστήριο συντήρησης, αφενός λόγω της απόστασης και των κινδύνων και αφετέρου λόγω του υψηλού κόστους που θα απαιτούνταν για μια τέτοια ενέργεια. Επίσης στρέφει το βλέμμα της επιστημονικής κοινότητας σε κινητά μνημεία που δεν έχουν αναδειχθεί επαρκώς, συχνά δεν είναι καν καταγεγραμμένα, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ανιχνευθούν και να ανευρεθούν σε περίπτωση κλοπής.
Επιπλέον, το MoCaCu παρέχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα: τα αντικείμενα μελετώνται εντός του αρχαιολογικού αλλά και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντός τους, όχι αποκομμένα από την κοινωνία που τα περιβάλλει καθημερινά, αλλά σε συνάρτηση και διάλογο με αυτήν. Ετσι, εκτός από τις καθαρά «επιστημονικές» πληροφορίες που συλλέγονται και καταγράφονται και που αφορούν την αρχαιολογία, την αρχαιομετρία, την κατάσταση συντήρησης και τις όποιες επεμβάσεις γίνουν από τους συντηρητές της ομάδας, αποτυπώνονται και στοιχεία που αφορούν την τοπική κοινωνία, τη σχέση της με τα μνημεία και την πολιτιστική της κληρονομιά, τους «μύθους» με τους οποίους τα επενδύει, τις παραδόσεις, την τοπική ιστορία και την «ψυχή» της ελληνικής υπαίθρου εν γένει. Επιχειρείται δηλαδή μια σχετικά «ρηξικέλευθη» προσέγγιση της πολιτιστικής κληρονομιάς, που έχει τη δυναμική να επαναπροσδιορίσει τις σχέσεις των τοπικών κοινωνιών με τα υλικά τους κατάλοιπα, ενώ παράλληλα θα τους διδάσκει πώς να τα προστατεύουν και να τα αναδεικνύουν.
Η Αφροδίτη Καμάρα είναι ιστορικός, διδάκτωρ Αρχαίας Ιστορίας και διευθύνουσα σύμβουλος της Time Heritage.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ