Τρέχουμε για να ξεφύγουμε ή για να φτάσουμε; Συζητώντας με έλληνες δρομείς και χωρίς να υπάρχει καμία ένδειξη ότι άλλες εθνικότητες θα είχαν διαφορετική τοποθέτηση, κάποιος θα πάρει και τις δύο απαντήσεις. Συχνά δε, μπορεί να πάρει την απάντηση «κατά περίπτωση» ή κάποια παραλλαγή της. Ακόμη μια ερώτηση που αφορά το τρέξιμο και δεν έχει σαφή απάντηση είναι γιατί το τρέξιμο έχει λάβει τέτοια δημοφιλία, ειδικά στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, τα τελευταία χρόνια. Οι διοργανώσεις για δρομείς, είτε πρόκειται για μαραθωνίους είτε για τρέξιμο δίπλα στη θάλασσα, τρέξιμο για κυρίες, τρέξιμο σε υψόμετρο κ.ο.κ. αυξάνονται και πληθύνονται. Μια βόλτα στον χώρο πίσω από τις κερκίδες του Παναθηναϊκού Σταδίου ή στην παραλία της Γλυφάδας νωρίς το πρωί της Κυριακής μπορεί να δώσει μια ενδεικτική εικόνα.
Αρχικώς, υπάρχουν οι προφανείς απαντήσεις. Το τρέξιμο είναι εύκολο και είναι κάτι το οποίο γνωρίζουμε καλύτερα από όσο πιστεύουμε ότι το γνωρίζουμε. Οι άνθρωποι έχουμε υπάρξει οι πιο σπουδαίοι δρομείς μεγάλων αποστάσεων στη Γη. Για την ακρίβεια, ίσως είναι το τρέξιμο ένας από τους παράγοντες οι οποίοι καθόρισαν την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Η ελαστικότητα των ποδιών μας και η ικανότητά μας να ρυθμίζουμε τη θερμοκρασία του σώματός μας μέσω της εφίδρωσης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην επικράτησή μας επί του ζωικού βασιλείου. Σύμφωνα με τον επί πολλά χρόνια πρωταθλητή, δρομέα μεγάλων αποστάσεων και σήμερα προπονητή, Αλμπέρτο Σαλαζάρ, ο ιδανικός τρόπος τρεξίματος, «όχι απαραιτήτως εκείνος που εξασφαλίζει μεγαλύτερη ταχύτητα, αλλά ο καλύτερος, δηλαδή εκείνος που προστατεύει από τους τραυματισμούς, δοκιμασμένος από την εξέλιξη των ειδών, είναι όταν ακουμπάς το ένα πόδι στο έδαφος και το σηκώνεις προτού ακουμπήσει το άλλο». Είναι πραγματικά τόσο απλό. Για τον δρομέα ο οποίος δεν ενδιαφέρεται για πρωταθλητισμό δεν υπάρχουν άλλοι κανόνες, σύνθετες τεχνικές, προκλήσεις συνεργασίας με άλλους ή τρικ. Είναι μόνος του, αντιμέτωπος με την προσπάθειά του.
Επειτα, υπάρχει το θέμα του εξοπλισμού: δεν χρειάζεται τίποτε άλλο παρά άνετα ρούχα και ένα καλό ζευγάρι παπούτσια. Τελευταίως προωθούνται ως τάση στις ΗΠΑ οι αγώνες με γυμνά πόδια, όμως οι ειδικοί ερίζουν για το κατά πόσο καταπονούν το σώμα περισσότερο από όσο το ωφελούν. Πέραν τούτου, δεν υπάρχει κάτι άλλο το οποίο χρειάζεται κάποιος να πληρώσει για να αποκτήσει ή να μεταφέρει.

Μεταξύ των ελλήνων δρομέων κυριαρχούν δύο απαντήσεις στην ερώτηση «γιατί στην Ελλάδα και γιατί αυτή την περίοδο;». Η πρώτη διαθέτει «οσμή» πολιτικής οικονομίας: καθώς η ανεργία αυξήθηκε αλματωδώς τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότεροι είχαν τον χρόνο να φροντίσουν το σώμα τους με τον πιο εύκολο και οικονομικό τρόπο. Η δεύτερη ερμηνεία θέλει το τρέξιμο ως μια διέξοδο από τα διογκούμενα προβλήματα της καθημερινότητας, έναν τρόπο να επιτύχει κάποιος –έστω παροδική –ευεξία σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η ιατρική έχει επιβεβαιώσει την ύπαρξη του «runner’s high», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, δηλαδή του αισθήματος ευεξίας των δρομέων. Κατά τη διάρκεια του τρεξίματος εκκρίνονται ενδορφίνες στον εγκέφαλο που προκαλούν τη συγκεκριμένη συναισθηματική κατάσταση.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, τα οφέλη του τρεξίματος είναι πολλά, τα περισσότερα από τα οποία έχουν να κάνουν με τη μείωση του ρίσκου καρδιακών παθήσεων, και κάθε τόσο, με τις νεότερες έρευνες των επιστημόνων, προστίθενται ακόμη περισσότερα. Μια από τις πιο πρόσφατες έρευνες, τα ευρήματα της οποίας δημοσίευσαν οι «New York Times» τον περασμένο Μάρτιο, είχε ως αντικείμενο τους συντρόφους των δρομέων και το πώς η καλή φυσική κατάσταση «αντανακλάται» και σε εκείνους. Η Μπεθ Τέιλορ, βοηθός καθηγήτρια στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρτφορντ στις ΗΠΑ, υπέβαλε σε εξετάσεις 42 δρομείς (οι μισοί εκ των οποίων ήταν γυναίκες) που είχαν δηλώσει συμμετοχή στον Μαραθώνιο της Βοστώνης καθώς και τους συντρόφους τους. Οι ηλικίες τους ήταν από 33 ως 59 έτη, ενώ οι περισσότεροι ήταν από 45 ως 50. Οι σύντροφοί τους είχαν αντίστοιχες ηλικίες αλλά ήταν αξιοσημείωτα λιγότερο ενεργητικοί, με μέσο όρο λιγότερες από δύο συνεδρίες άσκησης την εβδομάδα. Πολλοί δεν αφιέρωναν καθόλου χρόνο στην άσκηση, παρόλο που δήλωναν ότι περπατούσαν συχνά, φρόντιζαν τον κήπο ή επιδίδονταν σε άλλα είδη ελαφριάς άσκησης. Οι μαραθωνοδρόμοι ήταν σημαντικά πιο αδύνατοι από τους συντρόφους τους, παρόλο που λίγοι από τους τελευταίους ήταν υπέρβαροι. Οι δρομείς είχαν γενικώς χαμηλότερη πίεση και καλύτερους δείκτες υγείας. Ωστόσο και οι σύντροφοι των μαραθωνοδρόμων ήταν αρκετά υγιείς, πολύ περισσότερο από τον μέσο όρο. Κινούνταν συχνά και είχαν γενικά προφίλ χαμηλού κινδύνου από καρδιακές παθήσεις.

Το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων και ιδιαιτέρως το πιο προβεβλημένο «brand» του αθλήματος, δηλαδή ο μαραθώνιος, πέρα από τα οφέλη για τον ίδιο τον δρομέα έχει και μια ενδιαφέρουσα οικονομική πλευρά. Ας παραθέσουμε μερικά στοιχεία για τον Μαραθώνιο που φιλοξενεί σήμερα Κυριακή η Αθήνα, η οποία έχει την τύχη να «στεγάζει» την αυθεντική διαδρομή. Περί τους 35.000 δρομείς έχουν δηλώσει συμμετοχή –ωστόσο δεν θα τρέξουν όλοι ολόκληρη τη διαδρομή. Τα 42 χλμ. και 195 μ. θα διανύσουν οι 13.000 από αυτούς. Από τους τελευταίους, οι 8.000 θα είναι Ελληνες και οι 5.000 θα έχουν έλθει από το εξωτερικό για τον συγκεκριμένο σκοπό, αριθμός κατά 35% μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο περυσινό. Σύμφωνα με τον ΣΕΓΑΣ, τα έσοδα για τους επιχειρηματίες της πόλης από τη διοργάνωση του Μαραθωνίου αναμένεται να αγγίξουν τα 18-20 εκατομμύρια ευρώ.
Οι επαγγελματίες του τουρισμού έχουν ειδικό όρο για τη συγκεκριμένη περίπτωση: «marathon tourism» (τουρισμός των μαραθωνίων) και μάλιστα ο τομέας αυτός γνωρίζει εξαιρετική άνθηση τα τελευταία χρόνια. Το πιο πρόσφατο success story αποτελεί η σειρά μαραθωνίων «Rock ‘n’ Roll Μarathon» η οποία διοργανώνεται σε 26 πόλεις των ΗΠΑ και του Καναδά και εσχάτως εισέβαλε στην Ευρώπη, στη Μαδρίτη και στο Εδιμβούργο. Οι διοργανώσεις έχουν ως σκοπό την προώθηση της άσκησης, ωστόσο έχουν εξελιχθεί σε γιορτές για τις πόλεις όπου πραγματοποιούνται και προσελκύουν τουρίστες. Ακόμη μία περιοχή του πλανήτη η οποία επωφελείται με γεωμετρική πρόοδο από τον τουρισμό των μαραθωνίων είναι η Ασία. Και αν αυτό δεν προκαλεί εντύπωση σε περιπτώσεις όπως της Κίνας, της Σιγκαπούρης ή του Χονγκ Κονγκ, κανείς δεν μπορεί να πει το ίδιο και για την περίπτωση της… Bόρειας Κορέας. Ο ερασιτεχνικός Μαραθώνιος της Πιονγκ-γιάνγκ διοργανώθηκε πέρυσι για πρώτη φορά και, όπως θα ανέμενε κάποιος, συνοδεύτηκε από αλλόκοτους περιορισμούς. Για παράδειγμα, οι δημοσιογράφοι απαγορευόταν να εισέλθουν στη χώρα με τουριστική βίζα, ενώ οι δρομείς απαγορευόταν να φορούν μπλουζάκια με τυπωμένο οποιοδήποτε μήνυμα επάνω τους. Ακόμη, δεσμεύονταν να τερματίσουν σε λιγότερες από τέσσερις ώρες.
Με την ανάδειξη των αγώνων τρεξίματος σε παγκόσμια τάση τα τελευταία χρόνια, έχουν βεβαίως προκύψει και κάποια παρατράγουδα. Oπως είναι οι αγώνες 5 χιλιομέτρων «Run For Your Lives» («Τρέξτε για τις ζωές σας») οι οποίοι διοργανώνονται σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Οι συμμετέχοντες ντύνονται ζόμπι και τρέχουν σε ειδικά διαμορφωμένες περιοχές με «εμπόδια» μπροστά τους, όπως «στοιχειωμένα» σπίτια και φράγματα από δήθεν ηλεκτροφόρα καλώδια. Η συμμετοχή υπολογίζεται σε 75 δολάρια, ενώ όσοι καταφέρνουν να τερματίσουν –περί του 30% όσων συμμετέχουν –κατακτούν το μετάλλιο στο οποίο αναγράφεται ένα πράγμα: «επέζησα».
Και, βεβαίως, υπάρχουν οι κοινοί «τρελοί», εκείνοι οι οποίοι θέτουν άπιαστους στόχους για τις διαδρομές και για την ένταση των αγώνων τους. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο 34χρονος Bρετανός Κέβιν Καρ. Eπειτα από μια μάχη με την κατάθλιψη και το άγχος στα 20 του χρόνια, ο δρομέας θέλησε να αποδείξει πρωτίστως στον εαυτό του ότι οι ψυχικές ασθένειες τις οποίες αντιμετώπισε δεν ταυτίζονται με ψυχική αδυναμία. Κάπως έτσι άρχισε τις προπονήσεις του για να επιτύχει έναν εξωπραγματικό στόχο: να τρέξει 50 μαραθωνίους μέσα σε 50 ημέρες. Και τον πέτυχε. Ο επόμενος στόχος, που επιτεύχθηκε μέσα σε έξι εβδομάδες, ήταν η ορεινή διαδρομή 1931 ανάμεσα στις τοποθεσίες Land’s End στην Αγγλία και John o’Groats στη Σκωτία. Για το 2014, ο στόχος του είναι μια διαδρομή μήκους περίπου 29.000 χιλιομέτρων σε έξι ηπείρους. Οταν οι «New York Times» τον ρώτησαν τι είναι εκείνο που τον έχει εκπλήξει, ο Καρ απάντησε: «Το πόσο φυσιολογικό μοιάζει όλο αυτό. Πίστευα ότι η κούραση θα εντεινόταν και θα ένιωθα ολοένα και μεγαλύτερη αδυναμία, αλλά σε κάποιο σημείο απλώς συνηθίζεις το τρέξιμο».
Επιστρέφοντας στις ενδορφίνες, εκεί από όπου άρχισαν όλα, η αμερικανίδα αρθρογράφος για θέματα άσκησης και συγγραφέας, Τζεν Μίλερ, έχει σκιαγραφήσει με επιτυχημένο τρόπο την επίδραση του τρεξίματος στους δρομείς, ενθυμούμενη τη δική της εμπειρία το 2009: «Καθώς προχωρούσε η ύφεση, συνέχισα να τρέχω. Προσπάθησα να μην ανησυχώ για όλα όσα πήγαν στραβά ξαφνικά –με τη δουλειά και με το σπίτι, το οποίο είχε χάσει ξαφνικά μεγάλο μέρος της αξίας του. Eτρεχα για ένα πρόβλημα τη φορά. Το τρέξιμο συνεχίζει να είναι θεραπευτικό για εμένα».
Ο αμερικανός φιλόσοφος και φυσιοδίφης του 19ου αιώνα, Χένρι Ντέιβιντ Θορώ, έχει γράψει πως «τη στιγμή που τα πόδια μου αρχίζουν να κινούνται, οι σκέψεις μου ρέουν». Μια μελέτη των ερευνητών του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, Μαρίλι Οπέτσο και Ντάνιελ Σουόρτς, έχει αναδείξει την υπαρκτή σχέση του περπατήματος με τη δημιουργική σκέψη. Μοιάζει αυθαίρετο το να επεκτείνει κάποιος το συγκεκριμένο συμπέρασμα στο τρέξιμο. Ωστόσο μια ματιά στους συγγραφείς οι οποίοι δηλώνουν δρομείς μπορεί να είναι χρήσιμη. Οι αποθεωμένες από την κριτική Αμερικανίδες Λουίζα Μέι Αλκοτ και Τζόις Κάρολ Οουτς δηλώνουν σε κάθε ευκαιρία το πόσο αφοσιωμένες είναι στο τρέξιμο.
Ο ιδιαιτέρως δημοφιλής 65χρονος ιάπωνας συγγραφέας και δεινός μαραθωνοδρόμος Χαρούκι Μουρακάμι έχει αφιερώσει ολόκληρο βιβλίο στις σκέψεις του για το τρέξιμο, καθώς και στις σκέψεις τις οποίες κάνει καθώς τρέχει («Για τι πράγμα μιλάω όταν μιλάω για το τρέξιμο», εκδ. Ωκεανίδα). Υποστηρίζει πως το τρέξιμο, περισσότερο από μόδα ή απόδραση από την πραγματικότητα, δεν είναι παρά ένα μεγάλο και γενναίο ταξίδι αυτογνωσίας, κατά πολλούς το πρώτο βήμα προς την ευτυχία, όπως και αν ορίζεται. Προς το τέλος του βιβλίου, ο Μουρακάμι αναφέρει ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα. Παρατίθεται αντί επιλόγου:
«Σηκώνω το βλέμμα μου στον ουρανό, μπας κι ανακαλύψω κάτι εκεί πάνω που να θυμίζει καλοσύνη, αλλά πού. Το μόνο που βλέπω είναι αδιάφορα σύννεφα που παρασύρονται προς τον Ειρηνικό. Και δεν έχουν τίποτα να μου πουν. Τα σύννεφα είναι πάντα λιγομίλητα. Iσως δεν έπρεπε να τα κοιτάζω. Αυτό που θα έπρεπε να κοιτάζω υπάρχει μέσα μου. Σαν να καρφώνεις τη ματιά σου κάτω σ’ ένα βαθύ πηγάδι. Υπάρχει καθόλου καλοσύνη εκεί μέσα; Οχι, το μόνο που βλέπω είναι η ίδια μου η φύση. Η ατομική, πεισματάρικη, ακοινώνητη, συχνά εγωκεντρική φύση μου, που πάντα αμφισβητεί τον εαυτό της –και που όταν εμφανίζεται ένα πρόβλημα, προσπαθεί να βρει κάτι αστείο, ή κάτι που να μοιάζει με αστείο στην όλη κατάσταση».

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ