Θα περίμενε κανείς να έχουν γυριστεί δεκάδες ταινίες και να έχουν παρουσιαστεί αμέτρητες παραστάσεις με θέμα τη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το θέμα από μόνο του, άκρως γοητευτικό –η ζωή, η προσωπικότητα, η επιρροή του έλληνα στρατηλάτη στην παγκόσμια Ιστορία. Κι όμως, οι δημιουργοί, όσο ταλαντούχοι και αν είναι, όσες περγαμηνές και αν κουβαλούν στις αποσκευές τους, μοιάζουν να διστάζουν μπροστά στη μεγάλη πρόκληση. Γιατί, όμως, αυτή η παρατεταμένη καλλιτεχνική σιωπή; Μια πολύ πειστική απάντηση έδινε πριν από ακριβώς δέκα χρόνια ο Ολιβερ Στόουν, όταν παρέδιδε στην ετυμηγορία του κοινού την ταινία του «Αλέξανδρος», με τον Κόλιν Φάρελ στον ομώνυμο ρόλο: «Πρόκειται για μια προσωπικότητα που λόγω της τεράστιας φήμης της μπορεί να προκαλέσει τρόμο ακόμη και στον πιο φιλόδοξο δημιουργό. Οσα χρήματα και αν έχεις στη διάθεσή σου για να κάνεις το όραμά σου πραγματικότητα, τέτοιες μορφές, που είναι μεγαλύτερες από την ίδια τη ζωή, προκαλούν αντιπάθεια, σοκ και δέος. Σου λένε με τον τρόπο τους ότι δεν μπορείς να τις αγγίξεις».
Κόλιν Φάρελ vs Ρίτσαρντ Μπάρτον
Η ταινία του Στόουν βγήκε στις αίθουσες το 2004, λίγους μήνες μετά το φιλμ «Τροία» του Βόλφγκανγκ Πέτερσεν, ο οποίος είχε επιλέξει τον Μπραντ Πιτ στον κεντρικό ρόλο του Αχιλλέα. Ενώ αρχικά είχε ακουστεί το όνομα του Μελ Γκίμπσον για τον Μέγα Αλέξανδρο –η ταινία «Braveheart» είχε προφανώς λειτουργήσει ως πρώτης τάξεως «δοκιμαστικό» –τελικά επιλέχθηκε ο Ιρλανδός Κόλιν Φάρελ. Ο δρόμος για τα ιστορικά έπη του σινεμά είχε ανοίξει διάπλατα ύστερα από την τεράστια επιτυχία του «Μονομάχου» του Ρίντλεϊ Σκοτ το 2000 και κορυφώθηκε μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001: το αμερικανικό όνειρο, πιο τραυματισμένο από ποτέ και με τους υπερήρωες των κόμικς εν αποστρατεία, απευθυνόταν τώρα σε πρόσωπα της αρχαίας ελληνικής Ιστορίας, προκειμένου να αντλήσει δύναμη, μεγαλείο και υπόσχεση μιας νέας ανασυγκρότησης και κυριαρχίας.
Την ίδια μάλιστα περίοδο που ο Στόουν είχε αρχίσει τα γυρίσματα του «Αλεξάνδρου», ένα άλλο ηχηρό όνομα, ο Αυστραλός Μπαζ Λούρμαν, ανακοίνωνε ότι και ο ίδιος βρισκόταν στη διαδικασία προετοιμασίας μιας ταινίας με θέμα τη ζωή του μεγάλου στρατηλάτη, έχοντας επιλέξει τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο ως πρωταγωνιστή. «Οι στρατηγικές του Αλεξάνδρου διδάσκονται ακόμη. Ενα από τα μεγαλύτερα χαρίσματά του, όμως, ήταν ο λόγος. Πώς αλλιώς θα έπειθε 50.000 άνδρες να τον ακολουθήσουν ως το τέλος του κόσμου; Και αυτό διότι δάσκαλός του ήταν ο Αριστοτέλης ή αλλιώς ο Ομπι Γουάν-Κενόμπι της αρχαιότητας (σ.σ.: ο Ομπι Γουάν-Κενόμπι είναι ήρωας στον «Πόλεμο των άστρων»).

Ο Μέγας Αλέξανδρος βρίσκεται στο μυαλό μου τα τελευταία δέκα χρόνια» έλεγε ο Λούρμαν σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στον Γιάννη Ζουμπουλάκη για το «Βήμα της Κυριακής» το 2003. Και ενώ είχε μπει στο παιχνίδι του άτυπου ανταγωνισμού με τον συνάδελφο Στόουν, προτού καν ο ίδιος αρχίσει τα γυρίσματα, δηλώνοντας ότι «η δική μας ταινία θα είναι πολύ πιο σύνθετη», τελικά δεν κατάφερε ποτέ να την υλοποιήσει. Ετσι, η γνωστότερη ταινία που είχε γυριστεί για τον Αλέξανδρο ως την πρεμιέρα της υπερπαραγωγής του Στόουν το 2004 παρέμεινε «Ο Μέγας Αλέξανδρος» του 1956, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Ρόσεν, με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον στον ομώνυμο ρόλο και σε παρόμοια κόμμωση με εκείνη του Κόλιν Φάρελ –τα χλευαστικά σχόλια για την ατυχή επιλογή της ξανθιάς μπούκλας κομμωτηρίου ήταν πολλά και μάλλον δικαιολογημένα.

Σύμβουλος του Ολιβερ Στόουν στην ταινία ήταν ο βρετανός ιστορικός Ρόμπιν Λέιν Φοξ, ο οποίος είχε εκδώσει το 1973 το βιβλίο «Alexander the Great», μια εξαιρετικά επιτυχημένη σε πωλήσεις μελέτη επάνω στη ζωή και στην προσωπικότητα του Μεγάλου Αλεξάνδρου –έχει πουλήσει περισσότερα από ένα εκατομμύρια αντίτυπα. Οπως έχει πει ο ίδιος σε συνεντεύξεις του, το τηλέφωνό του είχε χτυπήσει στο παρελθόν και στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν πολλοί μεγαλοσκηνοθέτες που ήθελαν να γυρίσουν ταινία βασισμένη στη ζωή του Μεγάλου Αλεξάνδρου –αυτή η βιογραφία στοίχειωνε το Χόλιγουντ επί δεκαετίες. Η πιο αγαπημένη του ιστορία είναι αυτή με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ που είχε πάει στο ραντεβού τους εντελώς αδιάβαστος, πιστεύοντας ότι ο Αλέξανδρος ήταν γιος του Δία!
Ο ίδιος ο Φοξ δεν δίσταζε να παρομοιάζει τον Στόουν με τον Μέγα Αλέξανδρο: «Και οι δύο είχαν παντρευτεί Ασιάτισσα, είχαν προβληματικές σχέσεις με τους γονείς τους και ήξεραν καλά τι θα πει πόλεμος –ο Στόουν είχε πολεμήσει στο Βιετνάμ». Οσα κοινά και αν υποτίθεται ότι είχε πάντως ο αμερικανός σκηνοθέτης με τον μακεδόνα βασιλιά, η ταινία που τελικά δημιούργησε δεν προκάλεσε ούτε την τεράστια εισπρακτική επιτυχία ούτε άφησε την καλύτερη καλλιτεχνική εντύπωση.
Η εγχώρια ανταπόκριση
Επί ελληνικού εδάφους υπήρξαν τα γνωστά παρατράγουδα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο σκηνοθέτης προσέγγισε την ερωτική ταυτότητα του ήρωα. Οι χειρισμοί ήταν προσεκτικοί: πριν από τη μάχη στη Βαβυλώνα, ο Αλέξανδρος αγκαλιάζει με τρυφερότητα, φιλά τον Ηφαιστίωνα και ακολουθούν φράσεις όπως «σε χρειάζομαι» ή «εσένα μόνο αγαπώ». Κόκκινο πανί αποτέλεσε επίσης η παρουσία του πέρση ευνούχου στην ταινία. Ο Ρόμπιν Λέιν Φοξ είχε πει σχετικά: «Με σύγχρονους όρους, ο Αλέξανδρος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αμφιφυλόφιλος. Η απάντηση στο αν είχε σαρκική επαφή με άνδρες είναι καταφατική. Η απάντηση, όμως, στο αν ήταν ομοφυλόφιλος είναι «όχι». Αν στην ταινία παρουσιαστεί ως γκέι με την τρέχουσα σημασία του όρου, θα είναι τεράστιο λάθος».
Ο τότε υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος είχε σπεύσει να διαχωρίσει την επίσημη θέση της Ελλάδας από το σκεπτικό της ταινίας: «Το ελληνικό κράτος δεν είναι σε θέση να εμπλακεί σε μια τέτοια διαδικασία, διότι μπορεί στο τέλος να φερόμαστε ότι συνυπογράφουμε ένα κινηματογραφικό προϊόν με το οποίο διαφωνούμε –ιστορικά κυρίως». Παράλληλα, έλληνες δικηγόροι απειλούσαν να μηνύσουν τον Ολιβερ Στόουν επειδή στην ταινία ο Αλέξανδρος εμφανιζόταν ως αμφιφυλόφιλος. Ζητούσαν να προστεθεί στην έναρξη της ταινίας διευκρίνιση στην οποία να αναφέρεται ότι πρόκειται για φανταστικά γεγονότα και όχι πραγματικά. Δηλώσεις κατά της ταινίας είχε κάνει και ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ, Γιώργος Καρατζαφέρης.
Αγγελόπουλος και ροκ όπερα
Στο εγχώριο σινεμά κανένας έλληνας σκηνοθέτης δεν τόλμησε να αναμετρηθεί με τον μύθο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, πλην του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που το 1980 παρουσίασε την ταινία «Ο Μεγαλέξαντρος», η οποία όμως ασχολείται περισσότερο σε συμβολικό επίπεδο με τον βασιλιά των Μακεδόνων: παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1900 δραπετεύει από τη φυλακή καβάλα σε ένα άλογο ένας επικίνδυνος ληστής. Ο Μεγαλέξαντρος, όπως τον αποκαλεί ο λαός, απάγει μια ομάδα άγγλων διπλωματών ζητώντας από την κυβέρνηση την επιστροφή της γης στους χωρικούς.
Και ξαφνικά, ο Γιάννης Βούρος, από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ, αποφάσισε να αναλάβει δράση σκηνοθετώντας τη ροκ όπερα «Alexander the Great», η οποία θα φιλοξενηθεί στο Βασιλικό Θέατρο Θεσσαλονίκης από τις 23 ως τις 26 Οκτωβρίου. Η ιστορία αρχίζει έναν χρόνο πριν από τη γέννηση και καταλήγει στον θάνατο του Αλεξάνδρου και όπως σημειώνει ο σκηνοθέτης: «Εχουμε στα χέρια μας μια πολλά υποσχόμενη πρόταση με όλα τα στοιχεία που συνηγορούν στην αναγωγή της σε παγκόσμια επιτυχία». Τώρα, μάλιστα, με τα διεθνή φώτα στραμμένα στην Αμφίπολη και το όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου που τόσο συζητήθηκε αρχικά, αναφορικά με την «κυριότητα» του τάφου, οι ντόπιοι δημιουργοί μπορούν έστω να φαντασιώνονται νέα μεγαλεία, βασισμένα στα ένδοξα μα περασμένα.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ