Πριν έλθω στους Παξούς είχα λάβει το μήνυμα: «Είναι παράδεισος, θα δεις». Και μετά, όταν ζούσα και απολάμβανα την πρασινογάλαζη συστάδα του Ιονίου: «Πες μου, δεν είναι έρωτας;». Και τώρα, που γράφω για τους Παξούς επάνω στην κουβέρτα του καραβόσκαρου του παλιού καιρού «Αγιος Σεβαστιανός», αραγμένος στην αμμουδερή Βρίκα των Αντίπαξων, αναλογίζομαι ότι μπορώ να απαντήσω στην ερώτηση της συνταξιδιώτισσάς μου. Ναι, οι Παξοί και το πολύνησο γύρω τους είναι ένας νέος έρωτας. Και τι πιο συναρπαστικό από το να συναντάς στον δρόμο σου νέους έρωτες;
Ο ένας μικρόκοσμος δίπλα στον άλλον συναρμολογούν με ανθρώπινο μέτρο το σύμπαν των Παξών, του γοητευτικότερου ίσως κομματιού στο παζλ του μικρού Ιονίου. Το περιδιαβάζουμε μαζί με τον Πάβλο Χαμπίδη, τον δημιουργό του λευκώματος «Ενα ταξίδι στους Παξούς» που εξέδωσε η γκαλερί Chris Bοϊcos Fine Arts, ο οποίος λέει και ξαναλέει ότι το νησί περιβάλλεται από ένα αραχνοΰφαντο πέπλο καλού γούστου και κοσμοπολιτισμού. Και φινέτσας, θα πρόσθετα εγώ, έχοντας κατά νου ανθρώπους που γοητεύονται και τελικά μεταδίδουν τον έρωτά τους για τους Παξούς.
Ο μεγάλος ανατολικός (έρωτας)
Η φινέτσα λάμπει στις προσόψεις των κτιρίων, πίσω από την επιφάνεια του χρόνου που κυλά, με το βενετσιάνικο κεραμιδί και την ώχρα, στην προκυμαία του Γάιου (ή Γάη), στον Λογγό, στη Λάκκα, αυτές τις θαλασσινές αγκαλιές που λικνίζουν στον ρυθμό τους τα ντελικάτα ιστιοφόρα σκάφη. Και πάνω από τις εκκλησιές με τα καμπαναριά, όπως στη Φουντάνα, σαν σχέδια με μελάνι και ακουαρέλα παλιών και νέων περιηγητών. Και οι άνθρωποι που ανασαίνουν τη ρέμβη της θάλασσας απέναντι στα νησιά του Αγίου Νικολάου και της Παναγίας –με τον σχεδόν ενσωματωμένο φάρο στο ιερό της –τα οποία μεταμορφώνουν τη θαλασσινή αυλή του Γάη σε βόρειου τύπου φιόρδ, σεργιανίζουν στα σοκάκια και στις μικρές πλατείες-αυλές εκκλησιών, σταθμεύουν στα Μαγαζιά, το παραδοσιακό καφενείο του Μπουρνάου, για να τους φιλέψει ο Κώστας καφέ, τζιτζιμπίρα ή κανονική μπίρα με μεζέ και λαχταριστό ψωμί από τον φούρνο στον Λογγό –αξέχαστη εμπειρία στο μέσο της περιήγησης επάνω στο σώμα των Παξών. Ολοι αυτοί οι άνθρωποι δεν μοιάζουν με τουρίστες, αλλά με εραστές ενός τόπου που χτίζουν με πάθος έναν δεσμό, πιθανόν μακροχρόνιο ή και παντοτινό ή –το ελάχιστο –μια ανάμνηση μακράς διάρκειας.
Ο έρωτας με τους Παξούς έχει προσανατολισμό. Αυτός που περπατήσαμε ήδη –συν τις διαδρομές ανάμεσα στους σουρεαλιστικούς κορμούς των παλιών ελιών και των περίτεχνων ξερολιθιών, το παλαιό ελαιοτριβείο και το μοναδικό μοναστήρι της Υπαπαντής, των παραλιών όπως το Κηπιάδι και το Μαναδένδρι που τα λευκά βότσαλά τους φτάνουν στη σκιά των δέντρων – είναι ο ανατολικός, ο ήρεμος έρωτας. Ο δυτικός βγάζει από μέσα του με απίστευτο πάθος όλη την ένταση της δυναμικής συνεύρεσης των γαλάζιων νερών και των λευκών γκρεμών. Δύο ατμόσφαιρες, δύο σώματα ενωμένα σε ένα νησί.
Γράβα (σπήλαιο) της Υπαπαντής, Καστανίδα, Ερημίτης, Σπηλιές στον όρμο Αχάι, Ορθόλιθος, Τρυπητός. Το σύνθημα για το ταξίδι σε αυτόν τον απίθανο κόσμο έδωσε ο Κώστας, μια φυσιογνωμία παλιού καπετάνιου που χορεύει με ένα ποτήρι ιδιαίτερο, γλυκό, αντιπαξινό κρασί στο κεφάλι του, φυσώντας την μπουρού μπροστά στο παλιό κυβερνείο στον δίαυλο του Γάη, και ο Γιάννης γύρισε το τιμόνι του ιστορικού όσο και πανέμορφου «Αγίου Σεβαστιανού» για τον γύρο των Παξών και των Αντίπαξων, δημιουργώντας ήδη μέσα από το νέο λιμάνι ατμόσφαιρα κεφιού και αγαλλίασης.


Λόγια –και γεύσεις –της πλώρης
Οι τρεις διαδοχικές σπηλιές στο βάθος του όρμου Αχάι είναι η ξεχωριστή καλοκαιρινή εμπειρία των Παξών. Κολυμπάς από τη μία στην άλλη σαν να περιδιαβάζεις τα δωμάτια του σπιτιού του θέρους. Η πρώτη, που το καΐκι μπαίνει μέχρι μέσα για να βουτήξεις, είναι ένα διαρκές παιχνίδι των κρυστάλλινων, κρύων νερών και της σκιάς. Μόλις διαβείς τον στενό διάδρομο που οδηγεί στη δεύτερη, αλλάζει η ατμόσφαιρα. Αυτή η σπηλιά είναι το αίθριο του σπιτιού του θέρους με τους καταρράκτες του ήλιου να βουτούν βαθιά μέσα στα γαλαζοπράσινα νερά σκορπώντας μύριες ανταύγειες. Και μετά, στην τρίτη σπηλιά, πάλι το «μυστήριο» της σκιάς, το οποίο διανθίζεται όμως από τα λευκά βότσαλα που το κύμα συσσωρεύει στο βάθος. Ο,τι πρέπει για να ξεκουραστείς και να ανοιχτείς για το αραγμένο καΐκι, εκεί όπου ο Γιάννης ετοιμάζει πάνω στην κουβέρτα το λιτό, αλλά τόσο νόστιμο γεύμα, όπως συμβαίνει πάντα εν πλω.
Ολα τα νόστιμα γεύματα στους Παξούς είναι περίπου εν πλω, στην προκυμαία στον Λογγό και στον Γάη, μια ανάσα από τα δεμένα σκάφη. Και ο χαρακτήρας τους είναι, βεβαίως, θαλασσινός. Στον Λογγό, στο εστιατόριο Βασίλης, ο Κώστας Ανδρεαδάκης έχει δημιουργήσει ένα πολύ νόστιμο γευστικό σύμπαν. Είναι εμπειρία το παραδοσιακό πιάτο σκορπιός μπουρδέτο που μαγειρεύει ο Κώστας Σαρρής και έρχεται στο τραπέζι, στο μέσο αυτό του ονειρικού περιβάλλοντος της μικρής πολιτείας, της ήρεμης εκδοχής του Γάη, συνοδευόμενο από χταπόδι καραμελωμένο με πετιμέζι, ντοματίνια και φάβα Σαντορίνης, γαύρο μαρινάτο επάνω σε μπρουσκέτα με ντομάτα και ιταλικό ραδίκι, μύδια αχνιστά, σαλάτα με κατίκι Δομοκού και σύκα και, βεβαίως, λευκό κρασί Θεοτόκη από την Κέρκυρα. Στο Mediterraneo, πάλι, η Μελίζα και ο κύριος Σταμάτης μάς πηγαίνουν ένα απίθανο γευστικό ταξίδι με το ιδιαίτερο φαγκρί, μαγειρεμένο με ελαιόλαδο, κρεμμύδι, μαϊντανό, κάππαρη, ντοματίνια και λευκό κρασί που συνοδεύεται με λιγκουίνι, ή με το ριζότο με φρέσκες σουπιές και μελάνι, το ριζότο με γαρίδες αρωματισμένες με πορτοκάλι, τη σαλάτα με ρόκα και σάρκα καβουριού.
Σαν μια εισαγωγή στον πιο ατμοσφαιρικό και πιο μοναχικό Σεπτέμβριο αφήσαμε τον Ερημίτη, το πιο δυναμικό τοπίο των Παξών. Το ανήσυχο Ιόνιο παίζει μουσική με την ακτή απέναντι στο ηλιοβασίλεμα, κάτω στο βάθος των λευκών, θεόρατων, γκρεμών. Ο δρόμος διακλαδίζεται μέσα από τα Μαγαζιά και φτάνει ως το χείλος του γκρεμού, όπου αρχίζει να κατηφορίζει το φιδωτό μονοπάτι ως τα ολοστρόγγυλα, κατάλευκα κι αυτά, βότσαλα.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ